Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Η κυβέρνηση Εθνικής Ευθύνης του Αντώνη Σαμαρά, βασισμένη, σε μια πλατιά κοινοβουλευτική διακομματική πλειοψηφία, έχει ιστορική αποστολή.
Είναι η πρώτη κυβέρνηση της περιόδου της νέας μεταπολίτευσης, που φιλοδοξεί να υπερβεί τις διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος, που τόσο πολύ ταλαιπώρησαν την πατρίδα μας.
Είναι η κυβέρνηση που αναλαμβάνει την ευθύνη να προασπίσει τα ευρωπαϊκά κεκτημένα των Ελλήνων, προς όφελος της ανάπτυξης, της ευημερίας, της ασφάλειας και της προόδου.
Να θέσει τις βάσεις για ένα νέο πολιτειακό σύστημα, βασισμένο στις αρχές της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας, της δημιουργικής συναίνεσης και της συνέχειας.
Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Ζούμε σε ένα διεθνές περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από τη ρευστότητα.
Η επέκταση της παγκόσμιας κρίσης χρέους, η μετάδοση της ύφεσης σε πολλές χώρες του πλανήτη, η ανεξέλεγκτη ροή των μεταναστευτικών ρευμάτων με ιδιαίτερες επιπτώσεις στη χώρα μας και η κυριαρχία ζητημάτων ασφάλειας, έχουν εντείνει το παγκόσμιο κλίμα αμφισβήτησης και φόβου και ευνοούν τη διεθνή αποσταθεροποίηση.
Σε συνθήκες εθνικής κρίσης, η εξωτερική πολιτική της χώρας μας μπορεί να ανοίξει δρόμους οικονομικής ανάπτυξης, να συμβάλλει στη δημιουργία περιβάλλοντος ασφάλειας και συνεργασίας στην περιοχή και βέβαια να δώσει ελπίδα.
Να φέρει τις «πρώτες συναινετικές επιτυχίες» στο δρόμο για την έξοδο από την κρίση.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ισχύς της πατρίδας μας ήταν και είναι πάντα μεγαλύτερη από το γεωγραφικό της μέγεθος ή την οικονομική της ευρωστία.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα αμέσως επόμενα χρόνια θα ενταθεί ο παγκόσμιος ανταγωνισμός.
για την προσέλκυση των επενδύσεων,
για την κίνηση των χρηματαγορών,
για τον έλεγχο ενεργειακών πόρων,
για την πρόσβαση σε φυσικές πηγές βιώσιμης ανάπτυξης,
για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον κόσμο.
Από την αποκατάσταση του κύρους και της αξιοπιστίας της πατρίδας μας, εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό η υπέρβαση της κρίσης.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι μόνο «επαίτης» χρηματοδοτικών προγραμμάτων, αλλά πρωταγωνιστής στις διεθνείς εξελίξεις.
Να αξιοποιήσουμε τα ιστορικά μας αποθέματα και τα σύγχρονα γεωστρατηγικά μας πλεονεκτήματα, για να συνδιαμορφώσουμε τις διεθνείς εξελίξεις.
Η Ελλάδα είναι πάντα πιο ανεξάρτητη και πιο ισχυρή, όταν είναι επίκαιρη και σύγχρονη.
Όταν δεν έχει φοβίες και ανασφάλειες.
Όταν δεν συγχέει το εθνικό με το κομματικό συμφέρον.
Το Υπουργείο Εξωτερικών παίρνει την πρωτοβουλία να συστήσει μια Ειδική Διεθνή Επιτροπή Επιστημόνων, Εμπειρογνωμόνων, Διπλωματών, Επιχειρηματιών και ανθρώπων της διανόησης, από την Ελλάδα και το Εξωτερικό, προκειμένου να γίνει μία σε βάθος μελέτη για το νέο ρόλο της Ελλάδος στον κόσμο και να τεθούν οι βάσεις και οι κατευθύνσεις ενός νέου δόγματος στην εξωτερική μας πολιτική.
Με τα δεδομένα αυτά, σας καλώ όλους να βάλουμε πίσω την φοβική εσωστρέφεια μετά τη μεταπολίτευση.
Πρέπει να αφήσουμε στην άκρη, την αντίληψη ότι ο,τιδήποτε νέο γεννιέται στον κόσμο, είναι δυνητικά απειλητικό για τα εθνικά μας συμφέροντα.
Πρέπει να αφήσουμε στην άκρη, την λαχανιασμένη ανταπόκριση στα γεγονότα και τη φοβική αντίδραση σε πρωτοβουλίες άλλων, ως αποτέλεσμα της έλλειψης αυτοπεποίθησης, σχεδιασμού, συναίνεσης, θεσμικής συνέχειας και σταθερότητας.
Η εξωτερική πολιτική είναι το κατεξοχήν πεδίο όπου δεν ζητείται η συναίνεση. Είναι αυτονόητη. Γιατί τον πατριωτισμό και την εθνική ευαισθησία δεν την μονοπωλεί κανείς, αλλά τη διαμορφώνουμε, έχοντας ως οδηγό το εθνικό συμφέρον.
Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Το Κυπριακό παραμένει πρωταρχικό εθνικό θέμα για την Ελλάδα.
Την στιγμή όμως αυτή βρίσκεται και πάλι σε τέλμα.
Από την ενημέρωση που είχα από τον Πρόεδρο της Κύπρου και την Κυπριακή Κυβέρνηση κατά την επίσκεψή μου στη Λευκωσία, την ημέρα που η Κύπρος ανέλαβε την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατέστη πλέον σαφές, ότι μια τέτοια ευκαιρία χάθηκε λόγω της τουρκικής εμμονής να μην αναγνωρίσει την Κυπριακή Προεδρία και να παγώσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2012.
Παράλληλα, η τουρκοκυπριακή πλευρά, την ίδια ακριβώς στιγμή, δήλωνε ότι σταματάει κάθε περαιτέρω διακοινοτική διαπραγμάτευση, παρά το γεγονός ότι η διαδικασία αυτή βρίσκεται υπό την αιγίδα και την εποπτεία του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ.
Δύο αποφάσεις, της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων, που δεν συμβαδίζουν με τη διεθνή νομιμότητα.
Δύο μονομερείς αποφάσεις, που δυσκολεύουν την Τουρκία στην ευρωπαϊκή της πορεία, απομακρύνουν την επίλυση του Κυπριακού και προσβάλλουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, γιατί η Προεδρία, που ασκεί σήμερα η Κύπρος, είναι κορυφαίος ευρωπαϊκός θεσμός.
Παρά την κατάσταση αυτή, Ελλάδα και Κύπρος, από κοινού, εμμένουμε στους στόχους να εξευρεθεί λύση στο Κυπριακό.
Μια συνολική συμπεφωνημένη λύση, δίκαιη και βιώσιμη, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ, που να προστατεύει τα δικαιώματα όλων των πολιτών της Νήσου, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η χώρα μας έχει καταβάλλει, τις τελευταίες δεκαετίες θα έλεγα, επίμονες προσπάθειες για την πλήρη εξομάλυνσή τους και την εξέλιξή τους σε σχέσεις καλής γειτονίας και συνεργασίας.
Στην πρόσφατη συνάντησή μου με τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών, στο περιθώριο της συνάντησης των χωρών της Παρευξείνιας συνεργασίας και σε συνέχεια τηλεφωνικής επικοινωνίας των Πρωθυπουργών της Ελλάδος και της Τουρκίας, συμφωνήθηκε να συνεχισθούν οι συναντήσεις του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας, μετά το Φθινόπωρο.
Πρέπει να κρατάμε ζωντανή την επαφή και την συνεργασία με όλες τις χώρες της περιοχής και ειδικότερα με την γείτονα Τουρκία, με την οποία εκκρεμούν σημαντικά θέματα.
Ωστόσο, πρέπει να αντιληφθεί η Τουρκία -και το υπογράμμισα αυτό στον Τούρκο ομόλογό μου- ότι δεν είναι δυνατόν από τη μια μεριά να προχωρούν οι διερευνητικές επαφές, που αφορούν στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, να συνεχίζονται τα Ανώτατα Συμβούλια Συνεργασίας και συγχρόνως, η Τουρκική Εθνοσυνέλευση να κρατάει σε ισχύ το casus belli.
Η «απειλή» αυτή πρέπει να αρθεί το ταχύτερο δυνατόν και θα εργασθούμε πολύ μεθοδικά προς την κατεύθυνση αυτή.
Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων ασπάζεται και έχει στηρίξει την στρατηγική επιλογή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής για την ελληνοτουρκική προσέγγιση.
Στο αυστηρό πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας, της εθνικής κυριαρχίας και του αμοιβαίου σεβασμού.
Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για την πρόοδο στις διμερείς μας σχέσεις, αλλά και για την προώθηση των ζητημάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης.
Το κύρος και η διάσταση του Πατριαρχείου, δεν επιτρέπουν, ούτε από άποψη διεθνούς δικαίου, ούτε από άποψη διεθνούς ηθικής, να τίθενται υπό αμφισβήτηση και να επιχειρείται καθεστώς αμοιβαιότητας με τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Βασικός στόχος της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας και προτεραιότητα της κυβέρνησης, είναι η οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές μας.
Επί του προκειμένου, καθοριστικό είναι το νομικό πλαίσιο της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου.
Όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και όλα τα υποψήφια προς ένταξη κράτη –πλην της Τουρκίας- είναι συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης.
Αλλά, πέραν από αυτά, η σύμβαση του 1982 αποτελεί πλέον εθιμικό δίκαιο, ως προς την καθιέρωση θαλασσίων ζωνών και τον τρόπο οριοθέτησής τους.
Είναι κατά συνέπεια η Σύμβαση του Montego Bay υποχρεωτική για όλες τις χώρες-μέλη του ΟΗΕ, ανεξαρτήτως εάν έχουν προσχωρήσει ή όχι στη Σύμβαση, όπως η Τουρκία.
Την προοπτική αυτή θα εξακολουθήσουμε να την θέτουμε στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ευρώπη. Και βέβαια, η αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, όπως και ο καθορισμός της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο, αποτελούν προτεραιότητα και είναι πάγια θέση της εξωτερικής μας πολιτικής.
Στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, εργαζόμαστε για τη δημιουργία μιας ζώνης ανάπτυξης, προόδου και στενής περιφερειακής συνεργασίας.
Στόχος συνώνυμος με την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, ενόψει και της Ελληνικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πρώτο εξάμηνο του 2014, κατά τη διάρκεια της οποίας η Ελλάδα θα δραστηριοποιηθεί να ξαναδώσει πνοή στη διαδικασία διεύρυνσης.
Ήδη, προχωρούμε στη σύσταση ειδικού γραφείου της Ελληνικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα αναλάβει από τώρα τον σχεδιασμό και τον συντονισμό για την καλύτερη δυνατή προετοιμασία της χώρας μας.
Σε ό,τι αφορά την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ), το ζήτημα του ονόματος των Σκοπίων δεν είναι απλώς μια διαφορά περί ιστορικών γεγονότων ή συμβόλων, που σίγουρα έχουν αξία.
Είναι θέμα σεβασμού του διεθνούς δικαίου.
Η Ελλάδα, επιδεικνύοντας το απαιτούμενο εποικοδομητικό πνεύμα, προέβη σε ένα μείζον συμβιβαστικό βήμα, αποδεχόμενη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και χρήση έναντι όλων (erga omnes).
Η σημερινή ηγεσία όμως των Σκοπίων διολισθαίνει, με ρητορική και στάση αδιαλλαξίας, που φτάνει το βαθμό της γραφικότητας, προκαλώντας ερωτηματικά, που η λογική δυσκολεύεται να απαντήσει, επιβαρύνοντας το κλίμα των διμερών μας σχέσεων.
Ευχόμαστε να κυριαρχήσουν στη γειτονική χώρα, οι φωνές της σύνεσης και της κοινής λογικής.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να είμαστε πολύ σαφείς προς τους γείτονες, τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ. Επιζητούμε λύση για το ζήτημα της ονομασίας, που να είναι σύμφωνη με τη διεθνή νομιμότητα.
Με την Αλβανία υποστηρίζουμε αποφασιστικά την ευρωπαϊκή της προοπτική, ενώ η Ελλάδα παραμένει ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής και ο δεύτερος σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της χώρας.
Η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο ανάπτυξης και ευημερίας, με σημαντικό παράγοντα στην προσπάθεια αυτή, την παρουσία της ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία αλλά και των Αλβανών εργαζομένων στη χώρα μας.
Στο επόμενο διάστημα θα επιδιώξουμε την υλοποίηση της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί για την οριοθέτηση της θαλάσσιας ζώνης μεταξύ των δύο χωρών, η οποία έχει παγώσει σε συνέχεια της γνωστής απόφασης του Αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Στον ίδιο γεωπολιτικό χώρο, η Σερβία είναι μία από τις πλέον σημαντικές χώρες και προσβλέπουμε να διατηρήσει και να ενισχύσει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της στο επόμενο διάστημα.
Η Ελλάδα που συνδέεται με παραδοσιακούς φιλικούς δεσμούς με τη Σερβία, στηρίζει σε κάθε επίπεδο την ευρωπαϊκή της προοπτική, κάτι που συμβάλλει στην εδραίωση της ειρήνης και της σταθερότητας και στην ενίσχυση κλίματος συμφιλίωσης στην περιοχή.
Η χώρα μας δεν έχει αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου, τηρεί ωστόσο, ιδιαίτερα εποικοδομητική στάση και ενθαρρύνει εμπράκτως κάθε πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην υπέρβαση των προβλημάτων του παρελθόντος και στην οικοδόμηση ενός κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος για ολόκληρη την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων.
Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Η περαιτέρω ενίσχυση των σχέσεων της Ελλάδος με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είναι στρατηγική προτεραιότητα της εξωτερικής μας πολιτικής.
Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται σήμερα σε επίπεδο καλύτερο από ποτέ.
Μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες μοιραζόμαστε αξίες, μία κοινή ιστορική πορεία και την μοναδική γέφυρα που λέγεται Απόδημος Ελληνισμός.
Μοιραζόμαστε ένα κοινό αναπτυξιακό όραμα για τη διεθνή οικονομία.
Διευρύνουμε τις κοινές μας πρωτοβουλίες, για να πετύχουμε βαθύτερη οικονομική συνεργασία, για περισσότερες επενδύσεις στον τόπο μας και για την ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών στη μεγάλη αμερικανική αγορά.
Με τη Ρωσία, επιδίωξη της εξωτερικής μας πολιτικής είναι να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τις σχέσεις μας.
Με την Ρωσία δεν μας ενώνει μόνο η κοινή πολιτισμική και θρησκευτική κληρονομιά.
Μας ενώνουν επίσης κοινά οικονομικά συμφέροντα κυρίως στον χώρο της ενέργειας και του τουρισμού.
Επιθυμούμε την ενίσχυση των διμερών σχέσεων με την Ρωσική Ομοσπονδία σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς, ειδικότερα στον οικονομικό, ενεργειακό, πολιτιστικό και τουριστικό.
Με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας αλλά και με όλες τις αναδυόμενες οικονομίες της ευρύτερης περιοχής της Ασίας, θα επιδιώξουμε πιο εντατικές και στενές σχέσεις στον εμπορικό και τον οικονομικό τομέα, προσβλέποντας σε μία στρατηγική συνεργασία.
Το πετυχημένο παράδειγμα της κινεζικής επένδυσης στο λιμάνι του Πειραιά, μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε πιο στοχευμένα και ολοκληρωμένα την προοπτική νέων κινεζικών επενδύσεων στην χώρα μας και μεγαλύτερη παρουσία της Κίνας στον ελληνικό τουρισμό.
Πιο κοντά στον δικό μας γεωπολιτικό χώρο, οι σχέσεις της Ελλάδος με το Ισραήλ, έχουν ήδη συμβάλλει αποφασιστικά στην σταθερότητα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και τείνουν να αποκτήσουν επίσης, στρατηγικό χαρακτήρα.
Με το Ισραήλ, χωρίς να στρέφουμε την συνεργασία μας εναντίον οποιασδήποτε άλλης χώρας στην περιοχή, μπορούμε να συμβάλλουμε στην ανάπτυξη, στην οικονομία, την τεχνολογία, την ενέργεια και τον τουρισμό, αλλά και να βρούμε νέες πηγές πλούτου για τους Έλληνες, συμβάλλοντας στην έξοδο της πατρίδας μας από την κρίση.
Στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, οι αναταράξεις που προκάλεσε η «Αραβική Άνοιξη» συνεχίζονται. Φαίνεται ότι ξεκίνησε, χωρίς επιστροφή, η ελπίδα για ελευθερία και δημοκρατία.
Ταυτόχρονα όμως, είναι πολλές οι προκλήσεις και οι απειλές.
Η Ελλάδα θα συνεχίσει να στηρίζει τους αγώνες των λαών της περιοχής, πάντοτε με σεβασμό στην κυριαρχία τους.
Η Ελλάδα έχει μακροχρόνια σχέση με την περιοχή αυτή.
Παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας με όλους τους λαούς της.
Αποτελεί γέφυρα για την επικοινωνία του αραβικού κόσμου με την Ευρώπη.
Στο πλαίσιο αυτό, βασική διαχρονική προϋπόθεση για την οικοδόμηση μιας βιώσιμης σταθερότητας στην περιοχή, είναι η επίλυση του Παλαιστινιακού προβλήματος στη βάση των δύο κρατών.
Η Ελλάδα θεωρεί ότι μόνη λύση είναι η δημιουργία ανεξάρτητου και βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, που θα συμβιώνει ειρηνικά με το Ισραήλ.
Η κατάσταση στη Συρία είναι ιδιαίτερα ανησυχητική. Το αιματηρό αδιέξοδο που παρατηρούμε το τελευταίο διάστημα τείνει να προσλάβει μορφή γενικευμένου εμφυλίου πολέμου.
Είναι σαφές, ότι το καθεστώς Άσαντ, έχει απολέσει τη νομιμοποίησή του και θα είναι προς όφελος του λαού της Συρίας αλλά και της σταθερότητας στην περιοχή, να αποχωρήσει οικιοθελώς, το συντομότερο δυνατόν. Ούτως ή άλλως η ορμή των γεγονότων, θα το επιβάλλει.
Σε αυτό προσβλέπουν και οι προσπάθειες του Ειδικού Απεσταλμένου του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου και αυτές στηρίζουμε ανεπιφύλακτα.
Υπάρχει όμως και το ζήτημα του Ιράν. Ζήτημα παγκοσμίου ενδιαφέροντος, με γεωστρατηγικό βάθος και σημασία.
Η χώρα μας υποστηρίζει τη «διττή προσέγγιση» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δηλαδή, την παράλληλη άσκηση πιέσεων για άμεση επίλυση του ζητήματος που έχει προκύψει με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ταυτόχρονα με τη διεξαγωγή ουσιαστικών διαπραγματεύσεων.
Η Ελλάδα πλήττεται από τις κυρώσεις εναντίον του Ιράν, λόγω των αναγκών της σε πετρέλαιο.
Ήδη, έχουν δρομολογηθεί εναλλακτικές λύσεις.
Θεωρούμε ωστόσο, ότι πρέπει να αξιοποιήσουμε και να εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια διπλωματίας και συνεργασίας με το Ιράν, χώρα με την οποία, δεν πρέπει να λησμονούμε, συνδεόμαστε με ιστορικούς δεσμούς και αμοιβαίο σεβασμό.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Μία από τις βασικές στρατηγικές προτεραιότητες της εξωτερικής μας πολιτικής είναι η αποκατάσταση και η ενίσχυση του κύρους της πατρίδας μας στο διεθνές περιβάλλον.
Η ζημιά που έχει γίνει τον τελευταίο καιρό στην εθνική μας υπερηφάνεια, μας προσβάλλει, μας αδικεί και πρέπει να τελειώσει εδώ.
Διότι υποσκάπτει τις προσπάθειες της πατρίδας για αναπτυξιακή ανασυγκρότηση.
Αφαιρεί ισχύ από την εξωτερική μας πολιτική.
Πλήττει τις τωρινές και τις επόμενες γενιές των Ελλήνων.
Απέναντι σε αυτή την πρόκληση, το Υπουργείο Εξωτερικών δεσμεύεται ότι θα αφιερώσει όλες τις δυνάμεις του για να αναδείξει παγκόσμια την «αληθινή Ελλάδα».
Είναι επιτέλους καιρός, να ενεργοποιήσουμε σε κεντρικό επίπεδο ένα σχέδιο δράσης για την εικόνα και την ταυτότητα του τόπου μας.
Μια στρατηγική πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού, στην οποία η ελληνική πολιτεία, οι Έλληνες πολίτες και ο Απόδημος Οικουμενικός Ελληνισμός, θα συμβάλλουμε καθοριστικά.
Μία διεθνής ανάδειξη της σύγχρονης ελληνικής ταυτότητας που θα αγκαλιάζει όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Για την προσπάθεια αυτή δεν θα χρησιμοποιηθούν δημόσιοι πόροι.
Θα χρησιμοποιηθούν πόροι του ΕΣΠΑ και θα κινητοποιηθεί το κεφάλαιο της εθνικής ευεργεσίας.
Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Στρατηγική προτεραιότητα της πολιτικής μας είναι η ουσιαστική αξιοποίηση των δυνάμεων του Οικουμενικού Ελληνισμού.
Ήδη, με απόφαση του Πρωθυπουργού, τοποθετήθηκε Υφυπουργός για τον Απόδημο Ελληνισμό και ενεργοποιείται η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, που ενώ προβλέπεται, το τελευταίο διάστημα είχε υποβαθμισθεί σε Γενική Διεύθυνση.
Για εμάς, η πολιτική για τον Οικουμενικό Ελληνισμό αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο για την εξωτερική μας πολιτική και προτεραιότητα ζωτικού χαρακτήρα για την ανασυγκρότηση της πατρίδας μας.
Ήρθε η ώρα, η πολιτική μας για την Ομογένεια, να ανοιχθεί στις γενιές των Ελλήνων, που γεννήθηκαν στη διασπορά και που έχουν ενταχθεί στο σύστημα παραγωγής στις επιστήμες, στα γράμματα και στις τέχνες και στην πολιτική, και βρίσκονται στον πυρήνα της λήψεως αποφάσεων.
Αποφάσεων που καθορίζουν το μέλλον των χωρών τους και που μπορεί να έχουν επιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις και στα συμφέροντα της Ελλάδος.
Δημιουργούμε λοιπόν νέα δίκτυα για τον Οικουμενικό Ελληνισμό και εισάγουμε πολιτικές ενίσχυσης των ιστορικών καταβολών και της εθνικής ταυτότητας των Ομογενών μας.
Γιατί η ελληνικότητα ενώνει πάνω από είκοσι εκατομμύρια Έλληνες στον κόσμο.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Καλούμαστε όλοι αυτές τις κρίσιμες ώρες να δώσουμε έναν αγώνα που είναι ιστορικά αναγκαίο να πετύχει.
Τη μάχη να περιορίσουμε τις επιπτώσεις της κρίσης και την ίδια στιγμή να βάλουμε τις βάσεις για ριζικές αλλαγές σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής της πατρίδας μας.
Σε αυτόν τον αγώνα, χρόνος δεν υπάρχει. Δεν έχουμε το δικαίωμα να διαιρεθούμε και να αναλωθούμε και πάλι σε ανέξοδους ανταγωνισμούς.
Η εξωτερική μας πολιτική θα διαμορφώσει τις συνθήκες σταθερότητας, μέσα από την δημιουργία περιφερειακών συμμαχιών, με έμφαση τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου και τις κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, για να διαφυλάξουμε την ενότητα της Ευρώπης και το κοινό μας μέλλον.
Η Ελλάδα καλείται να ενισχύσει το ρόλο της, ως σταθερός και σταθεροποιητικός παράγων στην υπηρεσία της ειρήνης, της ασφάλειας, της σταθερότητας και της συνεργασίας με όλους τους λαούς της περιοχής.
Με δεδομένη την ένταση και τις πιέσεις που ασκεί ο παγκόσμιος ανταγωνισμός, η Ελλάδα, η Ευρώπη δεν έχουν παρά μία επιλογή.
Να δημιουργήσουν ένα ενιαίο και αρραγές μέτωπο.
Ένα μέτωπο που θα οδηγήσει τις κοινωνίες μας στο δρόμο της ανάπτυξης και μακριά από την ύφεση και την κοινωνική υποβάθμιση, που απειλεί τη δημοκρατία και τη διεθνή σταθερότητα.
Για αυτόν τον εθνικό στόχο αλλά και για την υπεράσπιση των δικαίων της πατρίδας μας, η κυβέρνησή μας και όλοι μας, θα αφιερώσουμε όλες μας τις δυνάμεις.
Η Ελλάδα, μας χρειάζεται όλους.
Ιδιαίτερα την στιγμή αυτή, όπου η ενότητά μας είναι το ανάχωμα σε κάθε απειλή, που προέρχεται από την οικονομική κρίση.
Είτε αυτή αφορά στην κοινωνική συνοχή, είτε στην εθνική μας ανεξαρτησία.
Και το μέλλον, μας καλεί να πορευθούμε ενωμένοι.
Γιατί το μέλλον είναι δική μας υπόθεση.
7 Ιουλίου, 2012