1. Θα ήταν πράγματι ιδιαίτερα θετικό εάν ήταν εφικτό, στο επίπεδο των Ηνωμένων Εθνών, να διαμορφωθούν θεσμοί παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης και να συναφθεί διεθνής σύμβαση που να διέπει τα σχετικά με το δημόσιο χρέος και τις διαδικασίες αναδιάρθρωσής του.
2. Μεταξύ, όμως, της ομάδας των αναπτυσσομένων χωρών και της Ελλάδας και βεβαίως μεταξύ της περίπτωσης της Αργεντινής, η οποία πρωτοστάτησε στην ως άνω πρωτοβουλία και της χώρας μας, υπάρχουν καθοριστικές διαφορές, οι οποίες προσδιορίζουν και τη στάση της Ελλάδας έναντι της ανωτέρω πρωτοβουλίας, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Το Υπουργείο Οικονομικών εισηγήθηκε μία στάση που έλαβε υπόψη της τα εξής:
α) Το μεγαλύτερο τμήμα (87%) του δημόσιου χρέους της Ελλάδας μετά τη ριζική μείωση και αναδιάρθρωσή του το 2012, οφείλεται στις χώρες της Ευρωζώνης, το EFSF/ESM, την ΕΚΤ και κατά ένα μικρό τμήμα στο ΔΝΤ, γεγονός το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τις διεθνείς οικονομικές υποχρεώσεις της Αργεντινής ή άλλων αναπτυσσόμενων χωρών, οι πιστωτές των οποίων είναι ιδιώτες.
β) Η Ελλάδα, ως χώρα μέλος της Ε.Ε., συντονίζει τη θέση της με τους λοιπούς εταίρους στο πλαίσιο της κοινής διεθνούς παρουσίας και πολιτικής της Ένωσης. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η Ελλάδα δεν καταψήφισε το σχέδιο ψηφίσματος των «77+Κίνα», αλλά προσάρμοσε τη θέση της με εκείνη της πλειοψηφίας των ευρωπαίων εταίρων της (22 συνολικά εταίροι απείχαν).
γ) Άλλωστε, με δεδομένους τους συσχετισμούς στη Γ.Σ των Ηνωμένων Εθνών, το σχέδιο θα γινόταν ούτως ή άλλως δεκτό κατά πλειοψηφία και η Ελλάδα δεν είχε κανένα λόγο διαφοροποίησης από το πλαίσιο της Ευρωπαϊκής θέσης (αποχή ή καταψήφιση).
δ) Το κρισιμότερο είναι ότι το ψήφισμα ακόμη και αν οδηγούσε σε πρακτικά αποτελέσματα, δεν αφορά την ελληνική περίπτωση. Η Ελλάδα, με τη στήριξη των θεσμικών της εταίρων (κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΕΚΤ, EFSF/ESM και ΔΝΤ), πέτυχε το ιστορικά μεγαλύτερο «κούρεμα» δημοσίου χρέους κατεχόμενο από ιδιώτες και σε εθελοντική βάση, δηλαδή χωρίς να δημιουργούνται παρενέργειες γνωστές από τις εμπειρίες άλλων χωρών.
3. Οι ειλημμένες αποφάσεις του Eurogroup του Φεβρουαρίου και Νοεμβρίου 2012, εμπεριέχουν, ουσιαστικά, μηχανισμό περαιτέρω μείωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους ώστε να διασφαλίζεται πλήρως η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εκτός από το ήδη συντελεσθέν «κούρεμα» ύψους 180 δις Ευρώ (80% ΑΕΠ) σε όρους καθαρής παρούσας αξίας, με την αναδιάρθρωση που συνετελέσθη (εντυπωσιακή αύξηση της μέσης διάρκειας σε 16,5 έτη – 2,5 φορές πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο διάρκειας χρέους – εντυπωσιακή μείωση του μέσου επιτοκίου σε 2,1%, περίοδος χάριτος κ.λ.π.), το ελληνικό χρέος κατέστη:
α) Απολύτως εξυπηρετήσιμο με ετήσιο κόστος μικρότερο κατά περίπου 60% από ότι πριν την αναδιάρθρωση.
β) Διαχρονικά βιώσιμο σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup (βλ. και τις σχετικές δηλώσεις του επικεφαλής του EFSF/ESM κ. Κ. Ρέγκλινγκ).
21 Οκτωβρίου, 2014