Απάντηση ΥΠΕΞ Δ. Αβραμόπουλου σε επίκαιρη επερώτηση Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ - Δευτερολογία σχετικά με τις πολεμικές αποζημιώσεις

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

με εξαίρεση ελάχιστες περιπτώσεις η συζήτηση αυτή ολοκληρώνεται αποπνέοντας και εκπέμποντας ένα μήνυμα εθνικής και πολιτικής ευθύνης και πάνω απ’ όλα εθνικής ενότητας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία και βγαίνει το συμπέρασμα από τα όσα ελέχθησαν μέχρι τώρα, ότι τα εθνικά μας δίκαια είναι απαράγραπτα. Με υπευθυνότητα και σοβαρότητα τα υπερασπιζόμαστε στο όνομα όλων ανεξαιρέτως των Ελλήνων. Κάνουμε τις σωστές κινήσεις την κατάλληλη στιγμή, σε ώριμες συνθήκες, με στέρεες βάσεις πολιτικές, ηθικές και νομικές. Και στην προσπάθεια αυτή είμαστε όλες και όλοι παρόντες.

Ως εκλεγμένοι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού είναι αυτονόητο –και απευθύνομαι στον Μανώλη Γλέζο, δικές του οι κουβέντες, «ταυτίζουμε τον εαυτό μας με την ιστορία του έθνους και το μέλλον της χώρας».

Αυτή λοιπόν η εθνική ομοψυχία εκφράζεται σήμερα στη Βουλή των Ελλήνων. Θα μου επιτραπεί όμως να κάνω μία ειδική αναφορά διότι στη ροή του λόγου του ο κύριος Τσίπρας αναφέρθηκε στον Πρωθυπουργό ζητώντας να είναι με τη φυσική του παρουσία παρών γι’ αυτό το τόσο σημαντικό θέμα.

Δε λησμονούμε όμως ότι οι Υπουργοί εκπροσωπούν τον Πρωθυπουργό εδώ. Καμία πρωτοβουλία δεν αναλαμβάνεται εάν δεν τύχει της έγκρισης του Πρωθυπουργού. Άρα ο Πρωθυπουργός ήταν από την πρώτη στιγμή μέχρι το τέλος αυτής της συζήτησης παρών, και το Υπουργείο Εξωτερικών, στο οποίο απευθύνατε και την ερώτηση, είναι εδώ με όλη του την ηγεσία.

Επανέρχομαι, θυμίζοντας τη συνεννόησή μας, που οδήγησε στο να γίνει η σημερινή συνεδρίαση εδώ μετά το πρώτο τηλεφώνημα του κυρίου Μανώλη Γλέζου και με την προσαρμογή του δικού μου προγράμματος –γύρισα αργά χθες το βράδυ, όπως ξέρετε, από τις Βρυξέλλες– για να είμαστε εδώ. Όχι γιατί απλά το θεσμικό καθήκον το επέβαλε, αλλά γιατί και εμείς το θέλουμε. Γιατί πιστεύω πραγματικά ότι σαν περάσουν τα χρόνια και γίνεται αναφορά σε συνεδριάσεις σαν τη σημερινή θα θέλουμε να λέμε στα παιδιά μας ότι τότε ήμαστε κι εμείς εκεί.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

θα ήθελα να επισημάνω ότι από αυτή μας τη συζήτηση, που κλείνει σε λίγο, επιβεβαιώνεται ότι τρία στοιχεία είναι απαραίτητα.

Πρώτα απ’ όλα τεκμηρίωση, δεύτερον ισχυρή πολιτική βούληση και τρίτον συναίνεση.

Από τη συζήτηση σήμερα προκύπτει ότι όλοι συμφωνούμε σε αυτά τα τρία στοιχεία και αφήνω στην άκρη φωνές που ήσαν περισσότερο κραυγές, ήσαν μικρής έντασης και καμίας ουσίας και σημασίας.

Ευθύνη μας, λοιπόν, είναι να το πετύχουμε και όλοι μαζί να πορευτούμε στο δρόμο που ανοίξαμε για τη δικαίωση και την εκπλήρωση των αξιώσεων της Ελλάδος.

Πρώτο, λοιπόν, βήμα σε αυτή τη διαδικασία είναι η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Εκεί έπρεπε να προσφύγουμε για να αποκτήσουμε τα ισχυρά νομικά εφόδια. Αυτό πρέπει να αναμένουμε και στη συνέχεια, θα το αξιολογήσουμε προσεκτικά ώστε να αποφασίσουμε τα επόμενα βήματα, ένα εκ των οποίων, και αυτό είναι κάτι που ελέχθη πρωτύτερα, και ανταποκρινόμαστε σε αυτό, είναι να βρεθούμε και πάλι σε αυτήν την αίθουσα για να συζητήσουμε τις επόμενες κινήσεις μας. Με μεθοδικότητα όμως, με σοβαρότητα, με συνέπεια και πάνω από όλα με ενότητα.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

το ζήτημα των αποζημιώσεων είναι ανοιχτό, αλλά, όπως είπα και στην πρωτολογία μου, αυτήν τη φορά θα κλείσει. Και σημείωσα ότι θα κλείσει με τη Δικαιοσύνη να θριαμβεύει. Στην κίνηση αυτήν είμαστε όλοι παρόντες ως εκλεγμένοι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού.

Θέλω όμως να αναφερθώ και στο γερμανικό λαό. Ένα λαό, που αναγεννήθηκε και αυτός από τις στάχτες της καταστροφής, στην οποία οι ναζί τον είχαν οδηγήσει. Σήμερα αυτός ο λαός μας παρακολουθεί.

Από αυτήν την αίθουσα εκπέμπουμε ένα μήνυμα αλληλεγγύης προς όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς, μπροστά στους κοινούς στόχους και τις κοινές προκλήσεις.

Επεσήμανα στην αρχή, το επαναλαμβάνω, ότι οι σχέσεις ανάμεσα στον ελληνικό και το γερμανικό λαό είναι στο καλύτερο δυνατό επίπεδο. Θύμισα την εκεί παρουσία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων και εκατομμυρίων Γερμανών, που τα τελευταία χρόνια επισκέπτονται τη χώρα μας. Δύο λαοί που έχουν δεθεί μπροστά στην κοινή τους ευρωπαϊκή προοπτική. Γι’ αυτό λοιπόν δε θα έπρεπε να αφήσουμε ούτε στο ελάχιστο να περάσει η αίσθηση ή η εντύπωση ότι επιχειρούμε να διαμορφώσουμε ένα αρνητικό κλίμα στις διμερείς μας σχέσεις.

Δε θα ήθελα να σας κουράσω παραπάνω. Έδωσα όμως τη διαβεβαίωση ότι το Υπουργείο Εξωτερικών θα συνεχίσει, με τη μεθοδικότητα, τη σοβαρότητα, την τεκμηρίωση, με σωστές διπλωματικές κινήσεις, σε αυτό που ανέλαβε εξ’ ονόματος όλων των Ελλήνων και όπως αυτό εκπορεύεται ως εντολή και από τη Βουλή, μέσα από τη συζήτηση που έγινε σήμερα. Θέλω πράγματι να πιστεύω ότι θα είναι η τελευταία πράξη, αγαπητέ μου Μανώλη Γλέζο, αυτής της περίπου 60 ετών υπόθεσης που είναι σε εξέλιξη και δεν έχει ακόμα κλείσει. Αυτήν τη φορά θα κλείσει και θέλω επίσης να πιστεύω ότι θα δικαιωθεί η τόσο σημαντική επισήμανσή σου, όπως αυτή βγήκε και από τα όσα είπες σήμερα, αλλά και από το βιβλίο σου που διάβασα και που είχες την καλοσύνη να μου προσφέρεις, ότι η δικαίωση αυτή θα είναι πάνω από όλα ηθική.

Σας ευχαριστώ πολύ.

24 Απριλίου, 2013