Η κινητικότητα των Ευρωπαίων εργαζομένων, ήτοι το δικαίωμα διαμονής και εργασίας τους σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., συνιστά μια από τις θεμελιώδεις ελευθερίες της Ένωσης και, παράλληλα, βασικό συστατικό της ίδιας της έννοιας του Ευρωπαίου πολίτη, συμβάλλοντας θετικά στην επίτευξη των στόχων της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και δίδοντας διέξοδο στα ζητήματα της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Θεωρείται δε, συμφώνως και προς την Ε. Επιτροπή, ως ένα σημαντικό μέσο για την αναδιάταξη των παραγωγικών δυνάμεων, την ανάταξη της οικονομικής δραστηριότητας και την επανεκκίνηση της απασχόλησης, καθώς επηρεάζει θετικά τις οικονομίες των κρατών-μελών που φιλοξενούν μετακινούμενους εργαζομένους.
Την 23η Απριλίου 2013, οι αρμόδιοι Υπουργοί Εσωτερικών και Μετανάστευσης τεσσάρων κρατών-μελών (Γερμανίας, Αυστρίας, Ολλανδίας και Ηνωμένου Βασιλείου) απέστειλαν προς τον προεδρεύοντα του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (ΔΕΥ) Ιρλανδό Υπουργό κ. Shatter επιστολή, με την οποία ζητούσαν τη λήψη μέτρων για τον περιορισμό του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ένωσης, οι οποίοι δεν πληρούν, κατά τους ισχυρισμούς τους, τις προϋποθέσεις του αντίστοιχου κοινοτικού δικαίου. Οι εν λόγω Υπουργοί προέβαλαν ποικίλα οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα που προκαλεί η επιβάρυνση του κοινωνικοπρονοιακού συστήματος των χωρών τους εξ αιτίας της συνεχιζόμενης, λόγω κρίσης, εισροής «μεταναστών» από άλλα κράτη-μέλη.
Το Συμβούλιο Υπουργών ΔΕΥ συμφώνησε όπως τα επισπεύδοντα κράτη-μέλη γνωρίσουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή συγκεκριμένα στοιχεία ως προς την επικαλούμενη «συστηματική κατάχρηση» του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, προκειμένου η Επιτροπή να επεξεργασθεί κατευθυντήριες αρχές για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Εντούτοις, από τα συμπεράσματα της έρευνας της Επιτροπής, βάσει των στοιχείων που ακολούθως απέστειλαν τα κράτη-μέλη, προέκυψε ότι τα ποσοστά των υποτιθέμενων καταχρήσεων επί του συνολικού αριθμού των 14,1 εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών που κατεγράφησαν σε άλλα κράτη-μέλη έως το τέλος του 2012 σε σχέση με το γηγενή πληθυσμό κάθε κράτους-μέλους είναι τόσο χαμηλά, ώστε να μη δύναται να συναχθεί οποιαδήποτε μορφή «συστηματικής κατάχρησης» του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας από τους κινητικούς πολίτες της Ένωσης σε κανέναν από τους τρεις τομείς, ήτοι α) επιβάρυνση συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας, β) κοινωνική ενσωμάτωση και γ) καταπολέμηση καταχρήσεων και απάτης. Βάσει δε της εκθέσεως της Ε. Επιτροπής σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι το ποσοστό των πολιτών της ΕΕ που λαμβάνουν κοινωνικά επιδόματα είναι χαμηλό σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό των ημεδαπών ή των πολιτών τρίτων χωρών. Διαπιστώνεται, μάλιστα, ότι οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι Ευρωπαίοι πολίτες διακρίνονται για την ενεργό συνεισφορά τους στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.
Τα ανωτέρω συμπεράσματα αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτητης κατά το τελευταίο Συμβούλιο ΔΕΥ της 8ης Οκτωβρίου τ.έ., όπου τόσο η Ε. Επιτροπή όσο και η πλειοψηφία των κρατών-μελών επανέλαβαν την ανάγκη προστασίας και προώθησης του θεμελιώδους δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών εντός της ΕΕ. Η Αντιπρόεδρος της Ε.Επιτροπής και Επίτροπος Δικαιοσύνης πρότεινε δε ένα σχέδιο δράσης πέντε σημείων, το οποίο αφορά: (α) την αντιμετώπιση των εικονικών γάμων, (β) τη διευκρίνιση του όρου «συνήθης διαμονή» του Κανονισμού 883/2004/ΕΚ για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, (γ) την αύξηση του ποσοστού χρηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) από 15 σε 20%, (δ) την πληρέστερη αξιοποίηση των πόρων του ΕΚΤ μέσω οργάνωσης σεμιναρίων, καθώς και (ε) την ανάδειξη και προώθηση καλών πρακτικών. Το εν λόγω σχέδιο υποστηρίχθηκε από την πλειοψηφία των κρατών-μελών, τα οποία συνέκλιναν σε επιβεβαίωση της ελεύθερης κυκλοφορίας ως θεμελιώδους αρχής της ΕΕ, καθώς και σε ανάδειξη θετικών επιπτώσεων ελεύθερης κυκλοφορίας.
Η χώρα μας, τασσόμενη με την ανωτέρω πλειοψηφία, υποστήριξε ότι δεν συμφωνεί με οποιαδήποτε επιλογή που θα οδηγούσε σε υπονόμευση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας. Εκφράσαμε δε την άποψη ότι οι επιβαρύνσεις στα εθνικά συστήματα ασφάλισης θα πρέπει να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο του υφιστάμενου νομοθετικού πλαίσιου και υπό το πνεύμα της αλληλεγγύης. Όπως είναι γνωστό, τα κράτη-μέλη έχουν τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων ή λήψης ενδεδειγμένων μέτρων, αρκεί αυτά να είναι αναγκαία και αναλογικά. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, επεστήσαμε την προσοχή των Ευρωπαίων εταίρων μας στο γεγονός ότι η τρέχουσα συζήτηση δημιουργεί προβληματισμό και ανησυχία στην κοινή γνώμη δυνάμενη να οδηγήσει σε παρερμηνείες ή και να κλονίσει τη βεβαιότητα των πολιτών, σχετικά με το πρωτογενές δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ, κυρίαρχο στοιχείο της ευρωπαϊκής συνείδησης.
Σε κάθε περίπτωση, η χώρα μας υπεραμύνεται σθεναρά του δικαιώματος κυκλοφορίας εντός της Ένωσης, αντιτιθέμενη σε κάθε προσπάθεια περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας των Ευρωπαίων πολιτών, η οποία, εκτός από θεμελιώδης ελευθερία του κοινοτικού δικαίου, αποτελεί και κύριο συστατικό της Ευρωπαϊκής Ιθαγένειας.
25 Οκτωβρίου, 2013