Αρχική τοποθέτηση Υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά σε ξένους και Έλληνες δημοσιογράφους μετά τη λήξη του έκτακτου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. για την Ουκρανία (Βρυξέλλες, 29.01.2015)

Αρχική τοποθέτηση Υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά σε ξένους και Έλληνες δημοσιογράφους μετά τη λήξη του έκτακτου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. για την Ουκρανία (Βρυξέλλες, 29.01.2015)Μετά τη λήξη της συνεδρίασης του χθεσινού έκτακτου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. για την Ουκρανία, ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς παρέθεσε συνέντευξη Τύπου σε Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους. Ακολουθεί αυτούσιο το απόσπασμα της αρχικής τοποθέτησης του κ. Υπουργού:

«Καλησπέρα, κυρίες και κύριοι.

Μια πολυήμερη διαπραγμάτευση τέλειωσε με έναν καλό συμβιβασμό για την Ευρώπη και τη χώρα. Υπήρξαν ακαταπόνητες προσπάθειες από τους διπλωμάτες μας, όλες αυτές τις ημέρες, από την Αθήνα και ιδιαίτερα από τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και στο πλαίσιο της Επιτροπής των Μονίμων Αντιπροσώπων (Coreper). Σήμερα, στο έκτακτο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, συνέβαλαν σε μια λογική και καλή απόφαση. Νομίζω ότι η διαπραγμάτευση αυτών των ημερών πέτυχε τους στόχους της για τη χώρα μας και συνέβαλε σε μια λογικότερη Ευρώπη. Ως παλαιός στις διαπραγματεύσεις, μπορώ να πω ότι θέλει γερά νεύρα και υπομονή τόσο από εμάς, όσο και από αυτούς που σχολιάζουν τις διαπραγματεύσεις. Γιατί τα βιαστικά σχόλια και οι βιαστικές ακρότητες δεν συμβάλουν, από όπου και αν προέρχονται.

Το χαρακτηρισμό του τροποποιημένου κείμενου που συμφωνήθηκε σήμερα έκανε η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, κυρία Federica Mogherini. Απάντησε με τον καλύτερο τρόπο. Ερωτήθηκε αν η Ελλάδα κέρδισε κάτι. Και απάντησε στο δημοσιογράφο. «Μα δεν είδατε τι πράγματα έχουν αφαιρεθεί από τα προηγούμενα σχέδια». Ερωτήθηκε βέβαια και για εμένα και είχε την καλοσύνη, όπως είχε την καλοσύνη να με καλωσορίσει, να εξηγήσει ότι η ελληνική αντιπροσωπεία, με ευρωπαϊκό τρόπο, αλλά υπερασπιζόμενη αυστηρά τις απόψεις της, συνέβαλε σε αυτό τον καλό συμβιβασμό.

Η πλειοψηφία των παρατηρήσεών μας έγινε αποδεκτή. Πρώτα από όλα, θέλω να σας πω ότι αφαιρέθηκε από το αρχικό κείμενο, το ίδιο που υπήρχε μέχρι και σήμερα, η αναφορά στη δήλωση των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της 27ης Ιανουαρίου. Αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί όπως γνωρίζετε η ελληνική Κυβέρνηση υποστήριξε ότι αυτή η συμφωνία δεν ήταν στη βάση των ευρωπαϊκών κανόνων. Υπήρξε από το Γραφείο του Προέδρου του Συμβουλίου ανακοίνωση που προσπάθησε να επανατοποθετήσει τα ζητήματα σε σχέση με την ανακοίνωση που είχε κάνει ο Πρωθυπουργός της χώρας, κ. Τσίπρας. Η διαγραφή της αναφοράς σε αυτή την απόφαση δείχνει ότι ουσιαστικά έγινε αποδεκτό ότι πράγματι δεν υπήρξε ομοφωνία, διότι η Ελλάδα δεν είχε συμπεριληφθεί στη διαδικασία έγκρισής της.

Το κείμενο καλεί όλα τα μέρη να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Γίνεται μια ειδικότερη αναφορά στη Ρωσία. Η αναφορά αυτή σχετίζεται με τις ευθύνες στις σχέσεις της με τους αυτονομιστές. Δεν υπάρχει ευθεία αναφορά σε ευθύνη της Ρωσίας.

Το κυριότερο που εμείς θέλαμε να αφαιρεθεί και για το οποίο δόθηκε δίωρη μάχη - το ήμισυ του χρονικού διαστήματος που ήμασταν στο Συμβούλιο αφορούσε αυτό το θέμα - ήταν η πρόταση για νέες κυρώσεις. Εκεί, ασφαλώς υπήρξε μια δύσκολη διαπραγμάτευση. Ασυνήθιστο για Συμβούλιο Υπουργών, πολλοί Υπουργοί μίλησαν δυο, τρεις ή και τέσσερις φορές. Η φράση που προέβλεπε νέες κυρώσεις για τη Ρωσία αφαιρέθηκε. Εμείς εξηγήσαμε, με την παρέμβασή μου, ότι οι κυρώσεις δεν έχουν αποτελέσματα, καθώς οι κυρώσεις - όπως έχει φανεί σε μια σειρά από χώρες όπως το Ιράν, το Ιράκ, η Κούβα, καθώς και στην περίπτωση των πρόσφατων κυρώσεων κατά της Ρωσίας - δεν έχουν αποτρέψει αυτό που υποτίθεται ότι θέλουν να αποτρέψουν.

Καλέσαμε το Συμβούλιο Υπουργών να σκεφτεί στρατηγικά και όχι μόνο για το σήμερα, ποιος ακριβώς είναι ο στόχος μας στην πολιτική μας στο θέμα της Ουκρανίας και στη Ρωσία. Εάν δηλαδή θέλουμε μια τσακισμένη Ρωσία, γεγονός που θα σημαίνει όμως πολύ πόνο για όλη την Ευρώπη. Διότι, όπως υπογράμμισε από την πλευρά της η ελληνική αντιπροσωπεία, η χώρα μας βρίσκεται σε ένα τρίγωνο αποσταθεροποίησης, με την Ουκρανία στο βορρά, τη Λιβύη στα δυτικά και την περιοχή της Μέσης Ανατολής στα ανατολικά. Από εμάς, με τις λίγες δυνατότητές μας, κινούνται κύματα σταθεροποίησης. Αλλά, οποιαδήποτε προσπάθεια αποσταθεροποίησης, θα αποσταθεροποιήσει και τη δική μας περιοχή. Τα προβλήματα αποσταθεροποίησης από τη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Βόρειο Αφρική είναι τεράστια και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τους κινδύνους που θα προκύψουν.

Με αυτή την έννοια, καλέσαμε το παρόν Συμβούλιο να μην προχωρήσει σε νέες κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Πρέπει να σας αναφέρω ότι υπήρξε χώρα, η οποία προέβαλε βέτο, αλλά δεν ήμαστε εμείς η χώρα αυτή, όπως ανέμενε ο διεθνής Τύπος. Το βέτο αυτό προεβλήθη γιατί θα αφαιρείτο φράση – και είχαμε συζήτηση μιάμισης ώρας πάνω σε αυτό το θέμα. Η ελληνική αντιπροσωπεία εξήγησε με σαφήνεια ότι αυτή η φράση θα φύγει, αλλιώς δε θα μπορέσει να προχωρήσει η όλη εργασία μας. Η χώρα αυτή απομονώθηκε και στο τέλος, δημιουργικά, συμφώνησε σε ένα κείμενο που δεν προβλέπει βαριές κυρώσεις ή νέες κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Αυτό που προβλέπεται, είναι η επέκταση των κυρώσεων που έχουν ληφθεί στο παρελθόν, οι οποίες όμως, αντί να παραταθούν ως το τέλος του χρόνου, θα εξεταστούν το Σεπτέμβρη. Συμφωνήθηκε επίσης να διερευνήσει το Συμβούλιο και να σκεφτεί επί νέων καταλόγων. Αυτό μάλλον θα συζητηθεί στην επόμενη συνεδρίασή του. Αλλά οι κατάλογοι αυτοί υπόκεινται στην έγκριση και την επικύρωση της κάθε χώρας και θα θέλαμε να μη συμπεριλαμβάνουν πρόσωπα που εμείς δε θα δεχτούμε.

Επίσης, από χθες έχει προστεθεί στο προσχέδιο των συμπερασμάτων η υπεράσπιση των εθνικών μειονοτήτων στην Ουκρανία. Τη φράση αυτή την εισαγάγαμε αναφορικά με την ελληνική μειονότητα της Μαριούπολης, η οποία υποφέρει από την παρούσα εμπόλεμη κατάσταση. Πρόκειται για μια φράση που προσετέθη με ευαισθησία απέναντι στην ομογένειά μας.

Θα ήθελα ακόμα να προσθέσω ότι στο Συμβούλιο συμφωνήθηκε, όπως είναι και η θεμελιακή μας σκέψη, ότι η Ευρώπη θα πρέπει να επιδιώκει σήμερα την εφαρμογή της συμφωνίας του Μινσκ, μέσω διαλόγου με τη Ρωσία - έναν εταίρο τον οποίο πρέπει να προσελκύσουμε σε διάλογο - και όχι μέσω κυρώσεων. Επελέγη δηλαδή η γραμμή του διαλόγου και όχι των νέων κυρώσεων.

Νομίζω ότι επετεύχθη ο θεμελιακός μας στόχος, να αποδείξουμε τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα της χώρας μας, την υπεύθυνη πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού της, Αλέξη Τσίπρα. Ο προσανατολισμός του πολιτικού και υπηρεσιακού προσωπικού του Υπουργείου Εξωτερικών προς μια υπεύθυνη εξωτερική πολιτική και προς μια πολιτική απέναντι στην Ευρώπη, με ευθύνη, επιβεβαιώθηκε σήμερα και επιβεβαιώνεται και από όσα είπε η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Επίσης, επιβεβαιώθηκε ότι πρέπει κανείς να διαπραγματεύεται παρά τις πολλαπλές πιέσεις.

Προσωπικά, θα πρέπει να σας πω ότι τα άθλια, συκοφαντικά δημοσιεύματα που είδαν το φως της ημέρας και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, αποδεικνύουν την άγνοια περί της έννοιας της διαπραγμάτευσης. Ορισμένοι κύκλοι στην Αθήνα νομίζουν ότι διαπραγμάτευση σημαίνει άκριτη υιοθέτηση του κειμένου που αποστέλλεται από τις Βρυξέλλες και απόδειξη ευρωπαϊσμού το να υποκλίνεται κανείς σε αυτό. Είναι βαθιά λανθασμένη αντίληψη. Ο ευρωπαϊσμός της Ελλάδας δεν έγκειται στην υπόκλιση ενώπιον των απόψεων τρίτων, αλλά στη συναινετική και δημιουργική της πολιτική. Πάνω από όλα, έγκειται στην αντίληψη ότι η χώρα πρέπει να διαθέτει δική της γνώμη για το καλό και το ορθό για την Ευρώπη. Αρχίσαμε πριν τρεις, τέσσερεις ημέρες αυτή τη διαπραγμάτευση, η οποία τελείωσε σήμερα, με θεμελιακή σκέψη ότι το καλό για την Ευρώπη είναι η ειρήνη και σταθεροποίηση στην Ουκρανία, χωρίς να δημιουργηθούν ρήγματα αποξένωσης ανάμεσα στη Ρωσία και στην ΕΕ.

Πρέπει ακόμη να σημειώσω ότι τους στόχους που θέσαμε τους επεξεργαστήκαμε με τη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου μας και βέβαια με τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην ΕΕ. Διαθέτουμε καλούς διπλωμάτες, το επαναλαμβάνω, διπλωμάτες που σκέπτονται κριτικά κι έχουμε κι εμείς να μάθουμε πολλά από αυτούς. Η συνεργασία αυτή και ο τρόπος με τον οποίο διεξήχθη η διαπραγμάτευση δείχνουν ότι μπορούμε να έχουμε μια γραμμή συμβολής στο μέλλον της Ευρώπης που να αντιστοιχεί και στα θεμελιακά μας συμφέροντα.

Σας ευχαριστώ πολύ».

30 Ιανουαρίου, 2015