Άρθρο Εκπροσώπου ΥΠΕΞ Γ. Δελαβέκουρα στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ»

«Η πολιτική της Ελλάδας για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών της»

Πολιτική της Ελλάδας είναι η οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών, με όλους τους γείτονές της. Η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, πέρα από τις σημαντικές οικονομικές ευκαιρίες που δημιουργεί, λειτουργεί και ως καταλύτης περιφερειακής ειρήνης και ασφάλειας.

Το ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης δεν εξετάζεται μεμονωμένα, αλλά στο ευρύτερο πλαίσιο της θέσπισης και οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών σύμφωνα με τις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου και ειδικότερα της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, που αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου.

Η Ελλάδα, ως παράκτιο κράτος και ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν απεμπολεί οποιοδήποτε νόμιμο κυριαρχικό της δικαίωμα. Είναι αυτονόητο ότι η ΑΟΖ δεν αποτελεί εξαίρεση από τη θεμελιώδη αυτή αρχή και θέση της εξωτερικής μας πολιτικής, κάτι που κατεγράφη με ξεκάθαρο τρόπο από τον Υπουργό Εξωτερικών κ. Σταύρο Δήμα, κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης, δεδομένου ότι η ΑΟΖ παρέχει σημαντικά οφέλη. Η χώρα μας θα αξιοποιήσει αυτά τα οφέλη κατά προτεραιότητα στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής της.

Είναι γνωστό ότι, λόγω της γεωγραφίας της περιοχής, για το σύνολο των χωρών της Μεσογείου η υφαλοκρηπίδα τους αλλά και η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη τους επικαλύπτονται. Συνεπώς, τίθεται ζήτημα οριοθέτησης μεταξύ γειτονικών παρακτίων χωρών.

Η Ελλάδα επιδιώκει με συνέπεια την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών σε όλες τις επαφές με τις γειτονικές μας χώρες.

Με την Αλβανία η χώρα μας υπέγραψε συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών το 2009, βάσει του Δικαίου της Θάλασσας και μετά από διαπραγματεύσεις των δύο Κυβερνήσεων, η οποία ωστόσο, δεν έχει κυρωθεί μέχρι σήμερα. Η εκκρεμότητα αυτή παραμένει αγκάθι στις διμερείς σχέσεις και η αλβανική πλευρά γνωρίζει καλά ότι η διευθέτηση της εκκρεμότητας είναι απαραίτητη και θα έχει θετική επίδραση σε όλο το φάσμα των διμερών μας σχέσεων.

Με την Ιταλία, η Ελλάδα έχει συμφωνία οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας από το 1978. Με τη Λιβύη, όπως και με την Αίγυπτο, οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν πριν από μερικά χρόνια. Οι πολιτικές εξελίξεις όμως στις δύο χώρες επιβράδυναν το διάλογο. Καθώς η διαδικασία πολιτικής μετάβασης εξελίσσεται, στόχος μας είναι να προχωρήσουν και οι σχετικές συζητήσεις σε πνεύμα φιλίας και συνεργασίας. Στην πρόσφατη συνάντηση του Υπουργού Εξωτερικών, Σταύρου Δήμα, με τον ομόλογό του της Αιγύπτου, Μοχάμεντ Αμρ, συμφωνήθηκε η επανάληψη των διμερών συναντήσεων σε τεχνοκρατικό επίπεδο.

Με την Κύπρο είμαστε σε συνεχή συντονισμό ώστε να καθορίσουμε τις κινήσεις μας στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής μας. Το θέμα συζητήθηκε διεξοδικά κατά τη συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών, στην πρώτη επίσκεψη που πραγματοποίησε ο κ. Δήμας στην Κυπριακή Δημοκρατία. Οι επαφές αυτές συνεχίζονται σε όλα τα επίπεδα.

Με την Τουρκία, η χώρα μας βρίσκεται, εδώ και αρκετά χρόνια, σε διερευνητικές επαφές, προκειμένου να εξευρεθεί κοινό έδαφος, που θα επιτρέψει τη διαπραγμάτευση των ορίων της υφαλοκρηπίδας των δύο χωρών από τον Έβρο έως το Καστελόριζο. Βασική αρχή για την Ελλάδα σε αυτές τις επαφές είναι ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου και συγκεκριμένα της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, που έχει κυρωθεί από εκατόν εξήντα δύο κράτη-μέλη του ΟΗΕ και της οποίας οι σχετικές διατάξεις έχουν ισχύ εθιμικού - δηλαδή δεσμευτικού για όλους, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας - δικαίου. Η Σύμβαση, άλλωστε, αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου και κατά συνέπεια η Τουρκία θα πρέπει να τη σεβασθεί, όπως τονίσθηκε και στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, της 5ης Δεκεμβρίου 2011. Είναι προφανές ότι στο θέμα αυτό η Τουρκία με τη στάση της είναι απομονωμένη.

Ταυτόχρονα με τις προσπάθειες που κάνει η χώρα μας, ως παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών η Ελλάδα οφείλει να διερευνήσει τις δυνατότητες αξιοποίησης του φυσικού της πλούτου, ειδικά στην τρέχουσα δύσκολη οικονομική συγκυρία. Άλλωστε, το κυριαρχικό δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης του ελληνικού βυθού και υπεδάφους είναι απολύτως κατοχυρωμένο από το Δίκαιο της Θάλασσας, άνευ άλλων προϋποθέσεων.

Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας περί υφαλοκρηπίδας με τις ευμενέστερες για τα ελληνικά συμφέροντα διατάξεις της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας, αλλά και με την πάγια ελληνική θέση περί οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών βάσει της αρχής της ίσης απόστασης/μέση γραμμή. Είναι το άρθρο 156 (1) του Ν.4001/2011, που τροποποίησε το νόμο του 1995 για «αναζήτηση, έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και άλλες διατάξεις».

Βάσει της διατάξεως αυτής, «ελλείψει συμφωνίας οριοθέτησης με γειτονικά κράτη των οποίων οι ακτές είναι παρακείμενες ή αντικείμενες με τις ελληνικές ακτές, το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (αφ΄ης κηρυχθεί) είναι η μέση γραμμή, κάθε σημείο της οποίας απέχει ίση απόσταση από τα εγγύτερα σημεία των γραμμών βάσης (τόσο ηπειρωτικών όσο και νησιωτικών) από τις οποίες μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης.»

Η Ελλάδα προχωράει με ταχείς ρυθμούς σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την έρευνα και αποτύπωση του φυσικού της πλούτου. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών, έχει δημοσιεύσει προσκλήσεις ενδιαφέροντος για σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο και νοτίως της Κρήτης, προκειμένου η Ελληνική Πολιτεία να αποκτήσει αξιόπιστα στοιχεία για το ενεργειακό δυναμικό της περιοχής. Η ανταπόκριση στις προσκλήσεις αυτές είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, ενώ παράλληλα εξελίσσονται και οι διαδικασίες σε κοιτάσματα πετρελαίου στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Ο ενεργειακός χάρτης της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς και αναπόφευκτα επηρεάζει τις γεωπολιτικές ισορροπίες. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η σημαντικότερη διάσταση της ανακάλυψης υδρογονανθράκων στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη είναι ότι, για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια, εντοπίζεται μια νέα, ενδεχομένως πλούσια, αμιγώς ευρωπαϊκή πηγή ενέργειας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε διαχρονικά να αντιμετωπίσει σημαντικότατες προκλήσεις αναφορικά με την ενεργειακή της τροφοδοσία. Η αστάθεια στη Μέση Ανατολή, οι εξελίξεις στο Ιράν, ο αντίκτυπος της τραγωδίας στη Φουκουσίμα και σειρά άλλων εξελίξεων καθιστούν το πρόβλημα επιτακτικότερο. Η ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική έχει ως βασικό άξονα τη διασφάλιση εναλλακτικών πηγών και εναλλακτικών οδεύσεων για τη μεταφορά ενέργειας. Στο διεθνές περιβάλλον, που περιγράψαμε, η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Κυπριακής Δημοκρατίας, η διακρίβωση του ενεργειακού δυναμικού της Ελλάδας και η δυνατότητα μεταφοράς υδρογονανθράκων στην υπόλοιπη Ευρώπη μέσω της χώρας μας από την Ανατολική Μεσόγειο στον Καύκασο και στη Ρωσία είναι τελικά παράγοντες καθοριστικής σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια της ίδιας της Ευρώπης και δημιουργούν ευκαιρίες που η Ελλάδα δεν θα αφήσει αναξιοποίητες.

22 Μαρτίου, 2012