Χαιρετισμός Υφυπουργού Εξωτερικών, Γιάννη Αμανατίδη, στην εκδήλωση «Παγκόσμια Γεωπάρκα UNESCO: Προκλήσεις και Προοπτικές»
Κυρίες και Κύριοι,
Με ιδιαίτερη χαρά βρίσκομαι σήμερα εδώ μαζί σας, προκειμένου να συμβάλλω στην προβολή του Νέου Παγκόσμιου Προγράμματος του Οργανισμού για τις Γεωεπιστήμες και τα Γεωπάρκα και δη στην ευαισθητοποίηση των πολιτών για τα θέματα της ολοκληρωμένης διαχείρισης περιβαλλοντικών πόρων, της βιώσιμης ανάπτυξης και της αειφορίας.
Η εθνική κληρονομιά κάθε χώρας δεν περιορίζεται στις επιστημονικές, κοινωνικές και οικονομικές της δυνατότητες. Δεν περιορίζεται στην ενδελέχεια των πολιτών που την απαρτίζουν να ξεπερνούν με τη δύναμη του νου και της θέλησης εμπόδια δυσυπέρβλητα. Αλλά συνεκφράζεται και αναδεικνύεται στον πολιτισμό που παράγει και αντανακλά ως φάρος αρχών και ιδεών που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά.
Ο φυσικός πλούτος είναι μέρος αυτής της κληρονομιάς αυτού του πολιτισμού. Το φυσικό περιβάλλον, διαμορφώνει σε σημαντικό, αν όχι κρίσιμο, βαθμό, τις οικονομικές, κοινωνικές, ακόμα και πολιτικές παραμέτρους, καθώς επηρεάζει κυρίαρχα και σχεδόν αθόρυβα την αντίληψη, την οπτική, εμπλουτίζει με μνήμες και συνδιαμορφώνει την προσωπικότητα των πολιτών που διαβιούν σε κάθε τόπο.
Σε αυτό το πλαίσιο, η περιβαλλοντική πολιτική δεν διαμορφώνεται ανεξάρτητα από τους ίδιους τους πολίτες, αλλά αποτελεί μέρος του κοινού ευρωπαϊκού μας οράματος για την ενίσχυση της ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής, της προσέγγισης και της ευημερίας των ευρωπαϊκών λαών και χωρών.
Η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στην αλληλεπίδραση των περιβαλλοντικών, πολιτιστικών και επιχειρηματικών δράσεων στους τομείς της αειφόρου οικονομικής ανάπτυξης, της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της κοινωνικής συνοχής. Πράγματι, η χώρα μας θεωρεί τους περιβαλλοντικούς και οικονομικοκοινωνικούς στόχους ως αλληλένδετους.
Η σωστή ισορροπία μεταξύ της οικονομικής δραστηριότητας, της περιβαλλοντικής προστασίας και της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί, συνεπώς, ζητούμενο.
Με την ελληνική επικράτεια να αποτελεί έναν συνδυασμό ηπειρωτικών και νησιωτικών περιοχών, στα σύνορα της Ένωσης, η Ελλάδα είναι δέκτης πολλαπλών προκλήσεων, και πεδίο ανάπτυξης μεγάλων δυνατοτήτων, που αφορούν την Ευρώπη στο σύνολό της.
Οι ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να αποτελούν το επίκεντρο των σχεδιαζόμενων και ασκούμενων πολιτικών και να επωφελούνται της ανάπτυξης των εγχώριων περιβαλλοντικών δυνατοτήτων.
Πράγματι, ο Ελληνικός χώρος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οικολογικά και πολιτισμικά κέντρα και είναι διάσπαρτος από μοναδικής αξίας και σπουδαιότητας Φυσικά Μνημεία.
Ο Γεωτουρισμός ως νέα μορφή εναλλακτικού τουρισμού, αποτελεί μια δραστηριότητα τοπικής κλίμακας, η οποία δρα συμπληρωματικά και ενισχυτικά της πρωτογενούς παραγωγής, ενώ δεν δημιουργεί ανταγωνισμούς σε ότι αφορά τους φυσικούς πόρους και το ανθρώπινο δυναμικό. Με αυτόν τον τρόπο, συμβάλει συνδυαστικά στην ανάπτυξη και διαχείριση της Γεωλογικής Κληρονομιάς, ενώ προωθεί τα τοπικά προϊόντα ποιότητας στη βάση μιας πολιτικής ολοκληρωμένης ανάπτυξης.
Περιοχές με πλούσια γεωλογική κληρονομιά έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν τουριστική δραστηριότητα βασισμένη στα φυσικά μνημεία, τον φυσικό και πολιτιστικό τους πλούτο, αναπτύσσοντας, κατά συνέπεια, την τοπική οικονομία.
H δυνατότητα αξιοποίησης των γεωτόπων σε εκπαιδευτικές, πολιτιστικές και γεωτουριστικές εφαρμογές, παράλληλα με την παρουσία τρέχουσας παραγωγικής λειτουργίας στην ίδια περιοχή, δημιουργεί πρόσθετη οικονομική αξία, πολλαπλασιάζει το αναπτυξιακό αποτέλεσμα και ενισχύει το κοινωνικό και περιβαλλοντικό όφελος.
Πράγματι, τα Γεωπάρκα, ως περιοχές με σημαντική γεωλογική κληρονομία και πλούσιο φυσικό και πολιτισμικό περιβάλλον, δύναται να συμβάλλουν, μέσα από την προστασία της φύσης και την εκπαίδευση, στην ανάπτυξη υπεύθυνου τουρισμού, ενισχύοντας την τοπική οικονομία, την προστασία του περιβαλλοντικού αγαθού και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Ως επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στη 38η Γενική Διάσκεψη της UNESCO, η οποία και καθιέρωσε την αναγνώριση περιοχών με τον τίτλο «Παγκόσμια Γεωπάρκα UNESCO», υποστήριξα με θέρμη τη δημιουργία του Νέου Προγράμματος, καθώς αυτή συνδέεται με την αξιοποίηση των φυσικών και πολιτιστικών πόρων και την προώθηση των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης.
Στην επέτειο των 70 χρόνων από την ίδρυση της UNESCO και 43 χρόνια από την θέσπιση του Προγράμματος των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς (World Heritage Sites), η απόφαση αυτή βρίσκει σήμερα την Ελλάδα σε μια ιδιαίτερα πλεονεκτική θέση, καθώς διαθέτει ήδη πέντε περιοχές που χαρακτηρίζονται πλέον «Παγκόσμια Γεωπάρκα της UNESCO», τη νήσο Λέσβο, τον Ψηλορείτη, τον Εθνικό δρυμό Βίκου-Αώου, το Εθνικό Πάρκο Χελμού-Βουραικού και τη Σητεία.
Η αναγνώριση από την UNESCO όλων αυτών των περιοχών καταδεικνύει τον πλούτο της Ελληνικής γεωλογικής κληρονομιάς, καθώς και την ιδιαίτερη αξία που έχει η γεωλογική, φυσική και πολιτισμική κληρονομιά των Ελληνικών Γεωπάρκων σε παγκόσμια κλίμακα.
Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τις μοναδικές ευκαιρίες και δυνατότητες που ανοίγονται μέσω της προβολής και της ορθολογικής τους διαχείρισης για την ανάδειξη τους σε κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς αριστείας, για την προσέλκυση επισκεπτών ποιότητας και για τη βιώσιμη τοπική τους ανάπτυξη.
Ως ο αρμόδιος Υφυπουργός για θέματα UNESCO, οφείλω να εκφράσω την αμέριστη στήριξη της πολιτείας και εμού προσωπικά έναντι τέτοιων πρωτοβουλιών που ενισχύουν την θετική εικόνα της Ελλάδας και διαμορφώνουν ευκαιρίες βιώσιμης ανάπτυξης, δημιουργίας σταθερών θέσεων εργασίας και καλλιέργειας ευσυνείδητων πολιτών που στέκονται αρωγοί στην προστασία του δημόσιου αγαθού του περιβάλλοντος.
Σας ευχαριστώ.