Ομιλία ΑΝΥΠΕΞ, Ν. Ξυδάκη, στο Ζάππειο Μέγαρο κατά τον Εορτασμό της Ημέρας Μνήμης των Εθνικών Ευεργετών και της συμπλήρωσης 151 ετών από τον θάνατο του Ευάγγελου Ζάππα (Αθήνα, 30/09/16)
«Φιλανθρωπία σε καιρό κρίσης: Από τον Ήρωα στον Άγιο, στον Μαικήνα, στο Ίδρυμα»
Ποια η παράδοση των ευεργετών, φιλανθρώπων, πατρώνων μαικήνων και δωρητών, κατά τη νεωτερικότητα; Για να κατανοήσουμε, πρέπει να τη δούμε σαν μέρος μιας μακράς ιστορικής αλληλουχίας, που αρχίζει από τους χορηγούς της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, περνά στους ευεργέτες των ελληνιστικών ηγεμονιών, των επιγόνων του Μ. Αλεξάνδρου, αναθεμελιώνεται από τους Έλληνες Χριστιανούς Πατέρες στον 4ο αιώνα, κυρίως από τον Μεγάλο Βασίλειο, περνά από τους άρχοντες της Αναγέννησης και εκβάλλει υπό ποικίλες μορφές στους νεωτερικούς χρόνους.
Η φιλανθρωπία και ευεργεσία είναι λοιπόν μια ενέργεια που αξιώνεται και ζητείται από τους πλούσιους, ως ανταπόδοση στην υπόλοιπη κοινωνία. Ο Μέγας Βασίλειος, υπενθυμίζοντας τον λόγο του Ευαγγελίου, περιγράφει τη φιλανθρωπία ως αιώνια ζωή, ως αιώνια δόξα. Λέγει ο Ιησούς: «ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήσατε την βασιλείαν, η οποία είναι ετοιμασμένη δια σας από τον καιρόν της δημιουργίας του κόσμου. Διότι επείνασα και μου δώκατέ να φάγω, εδίψασα και μ’ εποτίσατε, γυμνός ήμην και μ’ ενδύσατε».
Ο Μέγας Βασίλειος είναι ο Ιερός Άνδρας της Ύστερης Αρχαιότητας, ο Άγιος, το πρόσωπο που αντικαθιστά τον Ήρωα της αρχαίας πόλης, ο άνδρας ηγέτης που γίνεται επίκεντρο και συνεκτική ύλη του αστικού βίου στον αναδυόμενο χριστιανικό κόσμο – έτσι όπως τον περιγράφει ο περίφημος ιστορικός Peter Brown. Ο Άγιος ως Ήρωας εδραιώνει μια σταθερή ισορροπία, ένα είδος πρωτόκολλου συνεργασίας, ανάμεσα στην υψηλή ιερότητα των ολίγων και τη συντήρηση ενός πολύ πρακτικού και προσγειωμένου κοσμικού βίου των πολλών,. της μεγάλης πλειοψηφίας – μας υπενθυμίζει ο Μπράουν.
Ο Μέγας Βασίλειος λοιπόν δίδοντας στη φιλανθρωπία περιεχόμενο πνευματικό και υλικό (ας μη ξεχνάμε ότι ιδρύει την περίφημη Βασιλειάδα, το πρότυπο φιλανθρωπικό ίδρυμα), ρυθμίζει και τη σχέση θρησκευτικής ζωής και κοσμικής ζωής, πνευματικότητας και υλικού βίου. Εξ ου και απευθύνεται διαρκώς στους πλούσιους.
«Τα πηγάδια όταν αντλούνται, δίδουν πιο άφθονον νερόν, όταν όμως εγκαταλείπωνται σαπίζουν και στειρεύουν. Και ο πλούτος όταν στέκεται είναι άχρηστος, όταν όμως κινήται και μεταδίδεται, γίνεται και κοινωφελής και καρποφόρος. Ω πόσον μεγάλος είναι ο έπαινος που προέρχεται από ευεργετούμενους! Να μην τον καταφρονήσης! Και πόσον μεγάλος ο μισθός από τον δίκαιον κριτήν!»
Ο πλούτος είναι συσσώρευση ισχύος και επιβολής μεν, εντός όμως ενός πλαισίου όπου οι εντάσεις αναδιανομής της εξουσίας και οι ανταγωνισμοί αμβλύνονται με σειρές χειρονομιών, τελετών, συμβολικών, επενδύσεων. Οι ελίτ του πλούτου φρόντιζαν πάντα να εξευμενίζουν τον φθόνο της κοινότητας, για τον πλούτο τους και να εξισορροπούν τις εντάσεις, διοχετεύοντας πλούτο στον δημόσιο χώρο.
Κάπως έτσι, αδρά, γεννιέται η παράδοση του ευεργετισμού, από τους ελληνιστικούς χρόνους και την ύστερη αρχαιότητα έως το Βυζάντιο και την Φλωρεντία των Μεδίκων, κι από κει, στην Ελλάδα των Ευάγγελου Ζάππα, Αρσάκη, Τοσίτσα, Μπενάκη κ.α., έως τη σύγχρονη Αμερική των Κάρνεγκι, Μέλον, Ροκφέλερ, Χίρσχορν, κ.λ.π. Οι πάτρωνες και ευεργέτες επιστρέφουν μέρους του πλούτου τους στην κοινότητα, απ’ όπου άλλωστε παρήχθη, όχι μόνο για να εξορκίσουν τoν φθόνο και να στερεώσουν την τάξη του κόσμου, αλλά και για να στερεώσουν, να εξευγενίσουν την εφήμερη φύση του πλούτου ενώπιον του πλέον φθονερού ανταγωνιστή, του θανάτου· και κυρίως , διότι έτσι αντλούν νέα, ζωογόνο νομιμοποίηση και νέα ισχύ αιώνια, ενώπιον του Αιώνιου Κριτή, του χρόνου και της συλλογικής μνήμης. Όσο περισσότερα επιστρέφεις, τόσο περισσότερα παίρνεις. Αυτό το ξέρουν οι Ρωμαίοι πατρίκιοι, οι ισχυροί ηγεμόνες της ελληνικής Ανατολής, οι Βυζαντινοί άρχοντες, ο Λορέντζο ο Μεγαλοπρεπής…
Ο ευεργετισμός και η πατρωνεία είναι ασφαλιστικές δικλίδες και τελετές αποσυμπίεσης, ισορρόπησης του δημόσιου χώρου. Είναι έτσι βέβαια όσο λειτουργεί στοιχειωδώς κάποιο κανονιστικό πλαίσιο, κάποιο άρρητο πλην ισχυρό πρότυπο ισότητας, όπως στην ελληνική πόλη, στη ρωμαϊκή δημοκρατία, στις δημοκρατίες μετά την Γαλλική Επανάσταση.
Από τη λεπτή ισορροπία, στην άκρατη φιλοδοξία· από την εξευμενιστική κατανομή, στην άπληστη συσσώρευση – κάπως έτσι θα φέρναμε στις μέρες μας τις βαθυστόχαστες παρατηρήσεις του Peter Brown για τον κόσμο της ύστερης αρχαιότητας και του Paul Veyne για τον ευεργετισμό.
Ας έρθουμε στη νεότερη Ελλάδα:
Το φαινόμενο της ευεργεσίας σφραγίζει τον νεότερο ελληνισμό. Ευεργέτες στήριξαν το έθνος όταν έβγαινε μπαρουτοκαπνισμένο και πληγωμένο από την επανάσταση του ’21, έχτισαν σχολεία, νοσοκομεία και ορφανοτροφεία, όπλισαν το κράτος- θωρηκτό Αβέρωφ- σε κρίσιμες στιγμές. Με δικά τους χρήματα αναβίωσαν τα Ολύμπια και οι Ολυμπιακοί Αγώνες το 1896, τρία χρόνια μετά το «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη. Και, ίσως, σ’ αυτό το σημείο, πρέπει να κάνουμε μια πρώτη σκέψη ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή: από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 αρκετοί ιδιώτες πλούτισαν και λίγα χρόνια αργότερα το κράτος επτώχευσε.
Και τώρα; Εν έτει 2016, με την Ελλάδα σε κρίσιμη καμπή, σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε τελείως διαφορετικό γεωπολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον από τα τέλη του 19ου αιώνα λ.χ. μπορούμε να μιλάμε για εθνικούς ευεργέτες; Υπάρχουν; Και αν ναι, πως παρεμβαίνουν στον δημόσιο βίο;
Ο κοινωνιολόγος Βασίλης Καραποστόλης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έχει αναφερθεί σε ιστορικά πρόσωπα που μπόρεσαν παρά τις πικρίες και τις αντιφάσεις τους να γίνουν για τη χώρα τους Δότες. Στο βιβλίο του «Διχασμός και εξιλέωση. Περί πολιτικής ηθικής των Ελλήνων», παραθέτει παραδείγματα ανθρώπων που έκαναν την υπέρβαση ενάντια σε έναν συχνά αυτοκαταστροφικό λαό, που όπως εύστοχα σημειώνει «ήταν και είναι ακόμη δεμένος πάνω στο άρμα της επιβίωσης και της φιλοκερδίας». Σήμερα, εκφράζει έναν προβληματισμό: «Τη χώρα την ενδιαφέρει να ξέρει αν υπάρχουν ακόμη κάποια διαφορετικά άτομα που δεν συγχέουν το μεγαλείο του μαικήνα με το image ενός μεγαλόσχημου».
Στη νεότερη ελληνική ιστορία (18ος – 20ος αιώνας) διακρίνουμε τις ακόλουθες κατηγορίες ευεργεσιών: εθνική ευεργεσία, κοινωνική φιλανθρωπία και ιδιωτικές δωρεές και χορηγίες στον τομέα του πολιτισμού, της παιδείας, της έρευνας, καθώς και της υγείας.
Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν απομείνει μόνο οι χορηγίες προς τον πολιτισμό και την υγεία. Έχει ατονήσει η έννοια και η δράση του ευεργέτη για ένα μεγάλο μνημειακό έργο δημόσιου χαρακτήρα. Εξαίρεση το Ίδρυμα Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος.
Έχει αλλάξει η έννοια του ευεργέτη. Έχει υποχωρήσει το πρόσωπο κα έχει επικρατήσει το ίδρυμα. Το πρόσωπο ευεργέτης με κάποιες διασφαλίσεις δώριζε την περιουσία του για ένα έργο και το έργο περιέρχεται στο κράτος. Σήμερα τα έργα των ιδρυμάτων προσφέρονται μεν στη δημόσια σφαίρα, προς κοινή χρήση, αλλά συχνά διοικούνται από τα ιδρύματα. Σε κάποιες περιπτώσεις ζητούν και χρηματική ή κτηματική συνεισφορά από το κράτος.
Άλλη διαφοροποίηση: οι εθνικοί ευεργέτες του 19ου αιώνα προέρχονταν κυρίως από τη Διασπορά. Το πραγματικό τους, το κερδισμένο κεφάλαιο ευρίσκετο εκτός Ελλάδος, στη Ρωσία, την Αίγυπτο, στις χώρες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στη Δ. Ευρώπη. Το συμβολικό τους κεφάλαιο όμως, τα έργα ευποιΐας, εγκαθίστατο στην Ελλάδα, την Πατρίδα. Υπήρχε μια άλλη σχέση του ελληνισμού της διασποράς με το εθνικό κέντρο.
Ο Ευάγγελος Ζάππας, ο αγωνιστής της επανάστασης, ο μονήρης μαχητής, ο οραματιστής της εθνικής αναγέννησης, μάλλον ακριβέστερα της εθνικής συγκρότησης, είναι το πρότυπο του ΕΥΕΡΓΕΤΗ, που λογοδοτεί ενώπιον της Ιστορίας και του έθνους του, χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς να αποκομίζει συμβολική ισχύ ή εξουσία για τον εαυτό του, χωρίς να ξορκίζει τον φθόνο για τον πλούτο που εσώρρευσε. Προσφέρει τον πλούτο στην εθνική επικράτεια, τον πλούτο που κέρδισε στα ξένα και προσφέρει συμβολική ισχύ στο κράτος, στην πατρίδα του.
Εδώ, στο Ζάππειο, που μιλάμε τώρα.
Αυτό είναι το παράδειγμα και η κληρονομιά του.
Να τον θυμόμαστε ως παράδειγμα Έλληνα.