Ομιλία Yφυπουργού Eξωτερικών, Γιάννη Αμανατίδη για την Ημέρα Εθνικής Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας
Κυρίες και Κύριοι,
Ενενήντα
τέσσερα χρόνια συμπληρώθηκαν από τότε που το έθνος έζησε την πιο βαριά
συμφορά της νεώτερης Ιστορίας του: τη Μικρασιατική καταστροφή… Ενενήντα
τέσσερα χρόνια συμπληρώθηκαν από τότε που οριστικά ξεριζώθηκε η
μακραίωνη ελληνική παρουσία στην περιοχή, με τον πιο δραματικό τρόπο.
Για
τον Ελληνισμό πάντα είχε ιδιαίτερη σημασία ο μικρασιατικός χώρος, καθώς
αποτέλεσε το λίκνο της ελληνικής φιλοσοφίας, των επιστημών, των τεχνών
και της Ορθοδοξίας.
Η Μικρασιατική Καταστροφή, όπως γράφει ο
Ακαδημαϊκός Διονύσιος Ζακυνθινός, «υπήρξεν η τελευταία φάσις του
υπερπόντιου Ελληνισμού. Υπό τα ερείπιά της ετάφησαν αι Ιωνικαί και
Ποντιακαί αποικίαι, αι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το μέγα
εκπολιτιστικόν έργο του Βυζαντίου, η θαυμασία αντίστασις και το αφανές
κατόρθωμα των Ελλήνων της Τουρκοκρατίας. Τα κύματα του Αιγαίου έρριξαν
επί των ακτών και των νήσων της Ελλάδος τα ελεεινά λείψανα του
Ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Και αντήχησαν οι αιγιαλοί και τα βουνά από
τον γόον των σπαρασσομένων ανθρώπων. Ποίος κάλαμος θα περιγράψη την
άφατον τραγωδίαν;».
Η Διδώ Σωτηρίου εξάλλου, αναφέρει
χαρακτηριστικά: «Η πτώση της Κωνσταντινούπολης για το έθνος μας, δεν
είχε τέτοια σημασία, όπως αυτή η έξοδος του ελληνισμού από ολόκληρη την
Ανατολή. Ένα φοβερό πράμα…».
Τη μεγάλη αυτή συμφορά συνθέτουν,
εκτός των άλλων, η κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου, η πυρπόληση της
Σμύρνης, όπου είχαν συρρεύσει και πολλοί Έλληνες από τις γειτονικές
περιοχές, και οι σφαγές, λεηλασίες και άλλες φρικαλεότητες εις βάρος των
Ελλήνων και των Αρμενίων χριστιανών, στη Σμύρνη και στις πόλεις και τα
χωριά που ανακαταλαμβάνονταν από τον τουρκικό στρατό, οι μαρτυρικές
πορείες των αιχμαλώτων και των ομήρων προς το εσωτερικό της Ανατολής, η
εξόντωση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων και Αρμενίων και η εκδίωξη των
υπολοίπων από τις πατρογονικές εστίες τους, χωρίς τις περιουσίες τους,
από το μικρασιατικό έδαφος και προ πάντων το ξερίζωμα του Ελληνισμού από
την Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη.
Tον Μάιο του 1919,
κανένας δεν περίμενε την κατάληξη που θα είχε η Μεγάλη Ιδέα, με
αποκορύφωμα όσα διαδραματίστηκαν τρία χρόνια αργότερα. Περίπου 1.500.000
άτομα εγκατέλειψαν τις πατρίδες τους και ήρθαν στην Ελλάδα ως
πρόσφυγες. Άνθρωποι με μοναδική τους προίκα τον πόνο και τη δυστυχία
αγωνίστηκαν μακριά από τον τόπο τους να μαζέψουν τα κομμάτια τους και με
«σκιά στην ψυχή τους», όπως χαρακτηριστικά λέει ο Δημαράς, να
ορθοποδήσουν και να συνεχίσουν τη ζωή τους.
Η κοινωνική γεωγραφία
της χώρας άλλαξε άμεσα. Η Ελλάδα του 1930 ήταν μια «άλλη χώρα» σε σχέση
με αυτή του 1920. Η έλευση των Ελλήνων της ευρύτερης Μικράς Ασίας,
συμπεριλαμβανομένων και των πληθυσμών από τον Πόντο, δημιούργησε
καινούργια δεδομένα, όπως είναι φυσικό, στον ελλαδικό χώρο.
Οι
πρόσφυγες, όπως τους αποκαλούσαν, βρήκαν καχυποψία και πολλές φορές
εχθρότητα από την πλευρά των ντόπιων, κάτι που μπορεί να δει κανείς σε
αναφορές που γίνονται σε μυθιστορήματα, όπως σε έργα της Διδώς Σωτηρίου ή
του Ηλία Βενέζη.
Με όπλο τους την εργατικότητα, την οξυδέρκεια,
την επιχειρηματικότητα και την έφεση στο εμπόριο και τις επιστήμες, οι
πρόσφυγες δημιούργησαν μια δραστήρια μικροαστική τάξη που έδωσε πνοή και
ώθηση στο παραπαίον ελληνικό κράτος. Οι άνθρωποι αυτοί, με υψηλό
επίπεδο παιδείας και πολιτισμού, ξεκίνησαν από το μηδέν και μέσα από τις
πιο αντίξοες συνθήκες πρόκοψαν και βοήθησαν τον τόπο μας να πάει
μπροστά. Ζωντάνεψαν τις αγροτικές περιοχές, αξιοποιώντας τις εκτάσεις
που τους παραχωρήθηκαν από το ελληνικό κράτος, τόνωσαν την τοπική
οικονομία, καθώς και τη δημογραφική σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού,
πυκνώνοντάς τον σε περιοχές αραιοκατοικημένες, ενώ παράλληλα μπόλιασαν
γόνιμα με τις παραδόσεις και τον πολιτισμό τους τη νεοελληνική κουλτούρα
του 20ου αιώνα.
Το «ελληνικό θαύμα εν ώρα ειρήνης», όπως
ονομάστηκε η αποκατάσταση ενάμισι εκατομμυρίου προσφύγων σε 18 μόλις
χρόνια, σε μια χώρα κατεστραμμένη από τις συνεχείς πολεμικές
συγκρούσεις, αποδεικνύει το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής και είναι πάντα
επίκαιρο, φτάνοντας ως τις μέρες μας.
Κυρίες και Κύριοι,
Η Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο, απόλυτα τεκμηριωμένο γεγονός.
Το
δύσκολο έργο του τερματισμού της μη αποδοχής της ιστορικής αλήθειας από
τη γείτονα χώρα, η οποία θα πρέπει αναμφισβήτητα να συμπορευτεί με τη
συγχώρεση, θα πρέπει να αναλάβουν οι ίδιες οι κοινωνίες σε απευθείας
γόνιμο και εποικοδομητικό διάλογο, ώστε μια τέτοια ειλικρινής προσέγγιση
να αποκλείσει το ενδεχόμενο να επαναληφθούν παρόμοιες αποτρόπαιες
πράξεις, οπουδήποτε στον κόσμο.
Ο διάλογος αυτός, σε συνδυασμό με
την αναγνώριση και εξάλειψη του ταμπού για την γενοκτονία των Ελλήνων
της Μικράς Ασίας θα συμβάλλουν στην αυγή μιας νέας εποχής.
Οφείλουμε,
περισσότερο από ποτέ, τόσο στα θύματα της γενοκτονίας και τους
συγγενείς τους όσο και στους σύγχρονους να διαφυλάξουμε στη μνήμη μας το
ιστορικό αυτό γεγονός και να δημιουργήσουμε εκείνες τις προϋποθέσεις
που θα οδηγήσουν στη δικαίωση και στην ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία
των λαών.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σας αναφέρω ότι αποτελεί
κορυφαία πολιτική κίνηση η παραχώρηση από την κυβέρνηση των προσφυγικών
της Λεωφόρου Αλεξάνδρας στην Περιφέρεια Αττικής και να σας επισημάνω ότι
τα προσφυγικά της Λ. Αλεξάνδρας, ένα κομμάτι μνήμης και σύγχρονης
ιστορίας του ελληνισμού, δεν θα καταστραφούν.
Δεν θα περάσουν στη
λήθη. Δεν θα απαξιωθούν. Αλλά θα αποδοθούν στους πολίτες, με εκείνον
τον τρόπο που θα υπηρετεί την κοινωνία, καθώς και τους αγώνες εκείνων
που πάλεψαν επί τόπου για τη σωτηρία και τη διατήρησή τους.
Η
ιστορική μνήμη είναι ζωντανή, όχι μόνο για να μας θυμίζει, αλλά και για
να μας καθοδηγεί. Παιδιά προσφύγων κι εμείς, στεκόμαστε αλληλέγγυοι σε
πληθυσμούς που διώκονται από την πατρίδα τους και ενώνουμε τις φωνές μας
για να μπει ένα τέλος στην εκατόμβη αθώων ανθρώπων που ανήκουν σε
θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες, συμπεριλαμβανομένων των
Χριστιανών από τις αρχαίες Εκκλησίες της Ανατολής και χάνονται
καθημερινά από τρομοκρατικές πολιτικό-θρησκευτικές οργανώσεις.
Κυρίες και Κύριοι,
Η
Μικρασιατική καταστροφή αποτελεί εθνικό ορόσημο για όλους, όχι μόνο
γιατί μας προφυλάσσει από την επανάληψη μιας διχαστικής πολιτικής, αλλά
κυρίως γιατί μας θυμίζει με τον πιο εμβληματικό τρόπο τις εθνικές μας
αξίες, αυτές της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς και της αξιοπρέπεια