Διάγγελμα Πρέσβεως της Ελλάδος στην Κυπριακή Δημοκρατία με την ευκαιρια της επετείου της 25ης Μαρτίου 1821
Ελληνίδες και Έλληνες της Κύπρου,
Η 25η Μαρτίου 1821 αποτελεί για το ελληνικό Έθνος το σημαντικότερο ορόσημο της νεότερης ιστορίας του. Μετά από αιώνες απόλυτης δουλείας, υλικής ένδειας και αποστέρησης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπό τον Οθωμανό δυνάστη, οι Έλληνες, εμπνεόμενοι από την ηρωική παράδοση του Γένους και τα δημοκρατικά ιδεώδη του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, τόλμησαν το αδιανόητο, διεκδικώντας το αυτονόητο. Εξεγέρθηκαν, θυσίασαν ζωές και οικογένειες, για να κατακτήσουν την ελευθερία, την αυτό-διάθεση, την ηθική και πολιτισμική τους υπόσταση, μέσα σε ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος.
Η επιβεβλημένη τιμή, που αποτίνουμε σήμερα στους προγόνους μας, δεν γίνεται μόνο για λόγους επετειακής ανάμνησης, αλλά για κάτι περισσότερο. Γίνεται για περισυλλογή, προβληματισμό και καθοδήγηση. Αντλούμε θάρρος, έμπνευση και δύναμη από το δικό τους φωτεινό παράδειγμα, από τη στάση και τη δράση τους, προκειμένου να απαντήσουμε στις προκλήσεις του σήμερα και του αύριο.
Παρά την αδιαμφισβήτητη πρόοδο της ανθρωπότητας, το σύγχρονο διεθνές περιβάλλον, δυστυχώς, διατηρεί ακόμα πολλές ομοιότητες με εκείνο, εντός του οποίου έζησαν και έδρασαν οι αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης.
Η βία και ο εθνικισμός, η ανισότητα και η οικονομική εκμετάλλευση συνεχίζουν να ταλανίζουν το σημερινό κόσμο. Παρά τις οδυνηρές εμπειρίες των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, η ανθρωπότητα γίνεται καθημερινά αυτόπτης μάρτυρας της σφαγής χιλιάδων αμάχων στη Συρία, στην Αφρική και αλλού. Την ίδια ώρα, εκατομμύρια πρόσφυγες εξακολουθούν να αναζητούν ασφαλές καταφύγιο από τον εφιάλτη του πολέμου.
Η όξυνση των διεθνών ανταγωνισμών για έλεγχο επί των πλουτοπαραγωγικών πηγών, οι περιφερειακές συγκρούσεις, η καταστροφή του περιβάλλοντος, η μισαλλοδοξία, η τρομοκρατία και ο αυταρχισμός δοκιμάζουν τις ανθρωπιστικές αξίες του πολιτισμού μας.
Μέσα σε αυτό το ζοφερό τοπίο, η Ευρώπη καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο, αναπτύσσοντας μία νέα κουλτούρα ευθύνης και αλληλεγγύης. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλει να ενισχύσει τηn αξιοπιστία της ως εταίρου στοv δυτικό κόσμο και να αναβαθμίσει τη θέση της έναντι των αναδυόμενων παγκόσμιων δυνάμεων. Η επιτυχία του εγχειρήματος της Ενωμένης Ευρώπης αποτελεί ιστορική αναγκαιότητα. Προς τούτο, η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να αναπτύξει ίδιες πρωτοβουλίες στα πεδία της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας, και της αναπτυξιακής συνεργασίας, προωθώντας, χωρίς δισταγμούς, θεσμούς όπως η PESCO και η Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση.
Στη γειτονιά μας, στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Εγγύς Ανατολή, η ειρηνική συνύπαρξη, οι σχέσεις καλής γειτονίας, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η οικονομική ευημερία συνεχίζουν να αποτελούν ζητούμενο, καθώς κρατικοί και μη κρατικοί δρώντες αμφισβητούν καθημερινά τις αρχές και τους κανόνες του δικαίου των εθνών.
Μέσα σε αυτόν τον ασταθή και διαρκώς μεταβαλλόμενο γεω-πολιτικό και γεω-οικονομικό χώρο, Ελλάδα και Κύπρος στέκονται ως πυλώνες ασφάλειας, δημοκρατίας και σταθερότητας.
Στο πλαίσιο της πολυδιάστατης και ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής των δύο χωρών, εγγράφεται και η εμβάθυνση των τριμερών σχημάτων συνεργασίας με χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Ιορδανία αποδεικνύοντας ότι η Ανατολική Μεσόγειος μπορεί να καταστεί και πάλι μία θάλασσα ειρήνης και ευημερίας.
Οι σχέσεις της Κύπρου και της Ελλάδας με τις χώρες της περιοχής δεν στρέφονται κατά ουδενός αλλά στέλνουν το μήνυμα ότι η συνύπαρξη και η συνεργασία δεν μπορεί παρά να βασίζονται στον ειλικρινή διάλογο και στο αμοιβαίο όφελος και όχι σε απειλές και επιβολή τετελεσμένων διά της βίας.
Προς την ίδια κατεύθυνση εμβάθυνσης της πολυμερούς, περιφερειακής συνεργασίας, η Ελλάδα αναλαμβάνει σημαντικές πρωτοβουλίες, όπως η Διεθνής Διάσκεψη της Ρόδου για την Ασφάλεια και τη Σταθερότητα στη Μεσόγειο και η Διεθνής Διάσκεψη για «Θρησκευτικό και Πολιτιστικό Πλουραλισμό και την Ειρηνική Συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή».
Ελληνίδες και Έλληνες της Κύπρου,
Ελάχιστοι θυμούνται σήμερα ότι το νεοσύστατο ελληνικό κράτος τέθηκε το 1830 υπό τις εγγυήσεις της Μ. Βρετανίας, της Ρωσίας και της Γαλλίας. Ένα καθεστώς εγγυήσεων που αποτέλεσε, ιδίως κατά το 19ο αιώνα, την αφορμή για έξωθεν παρεμβάσεις και επεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, απομειώνοντας την εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία των Ελλήνων.
Παρά ταύτα, μέσα από τους αιματηρούς και δημοκρατικούς αγώνες του λαού της, η Ελληνική Δημοκρατία επέτυχε την εδαφική της ολοκλήρωση, την κατάργηση των εγγυήσεων των ξένων δυνάμεων, την κατάκτηση μίας ανόθευτης πολιτικής ανεξαρτησίας, καθώς και τη συμμετοχή της στο σκληρό πυρήνα των ευρωπαϊκών θεσμών.
Η πορεία αυτή του Ελληνισμού μας γεμίζει αισιοδοξία ότι η χώρα θα επανέλθει δυναμικά και σύντομα στο δρόμο της ανάπτυξης και της ευημερίας, ανακτώντας πλήρως την οικονομική της ανεξαρτησία, προς όφελος του ελληνικού λαού και των επόμενων γενεών.
Ομοίως και η νεοσύστατη Κυπριακή Δημοκρατία τέθηκε, το 1960, υπό ένα καθεστώς εγγυήσεων, το οποίο επέφερε πλήθος δεινών, προκαλώντας την τραγωδία της τουρκικής εισβολής του 1974 και της συνεχιζόμενης κατοχής του 37% του κυπριακού εδάφους.
Σήμερα, 44 χρόνια μετά το έγκλημα του Αττίλα, αδιαπραγμάτευτος στόχος των δυνάμεων του απανταχού Ελληνισμού είναι η απελευθέρωση και επανένωση της Μεγαλονήσου, μέσα από μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.
Μία λύση, όμως, που δεν μπορεί να προκύψει χωρίς την κατάργηση του παρωχημένου συστήματος των εγγυήσεων, χωρίς την πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο, χωρίς την κατοχύρωση της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κανονικού ευρωπαϊκού κράτους, και φυσικά στοχεύουσα στη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου του κυπριακού λαού και των νομίμων κατοίκων της νήσου.
Το προηγούμενο έτος σημαδεύτηκε από την πραγματοποίηση δύο Διεθνών Διασκέψεων για το Κυπριακό, στη Γενεύη και το Crans Montana. Παρά την εποικοδομητική στάση της Κύπρου και της Ελλάδας, οι προσπάθειες αυτές δεν καρποφόρησαν, εξαιτίας της αδιάλλακτης στάσης της Τουρκίας αλλά και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας.
Όχι μόνο τούτο. Οι συνεχιζόμενες προκλήσεις, οι απειλές και οι εκβιασμοί εκ μέρους της Τουρκίας στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου και στο Αιγαίο τραυματίζουν ακόμα περισσότερο την ήδη πληγωμένη ειρήνη στη γειτονιά μας και θέτουν σε αμφισβήτηση την ειλικρίνεια των προθέσεών της γείτονος χώρας για αμοιβαία επωφελή συνύπαρξη και ειρηνική επίλυση των διαφορών.
Παρά ταύτα, οφείλουμε να μην επιτρέψουμε στην απογοήτευση να επηρεάσει τη βούληση μας για μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, σύμφωνα με τις αποφάσεις, το πλαίσιο και τις παραμέτρους των ΗΕ, και επί τη βάσει του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου.
Την ίδια ώρα, όμως, κανένας δεν πρέπει να παρερμηνεύσει την προσήλωσή μας στην ειρήνη και την αδελφοσύνη των λαών ως αδυναμία. Ο Ελληνισμός παραμένει έτοιμος να υπερασπισθεί και πάλι, με κάθε νόμιμο τρόπο, το αυτονόητο. Τα δικαιώματά του, που απορρέουν από το γενικό διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες, την ελευθερία του, την αξιοπρέπειά του, την ίδια του την ύπαρξή.
Στο πλαίσιο αυτό, Ελλάδα και Κύπρος από κοινού θα συνεχίσουν να αγωνίζονται με ενότητα, αλληλεγγύη και μεθοδικότητα, για την επίτευξη των εθνικών στόχων, για ειρήνη, δημοκρατία και ευημερία εντός της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας. Αυτό, άλλωστε, επιβάλλουν ο πολιτισμός, οι αξίες και οι αρχές μας. Και αυτό πράττουμε.
Χρόνια πολλά σε όλους!