“Είμαι ιδιαιτέρως ευτυχής που υποδέχθηκα σήμερα, εδώ στη Θεσσαλονίκη, τους ομολόγους μου των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, των γειτονικών Κ-Μ της ΕΕ, καθώς και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.
Ειδικότερα, σήμερα είχαμε την ευκαιρία να φιλοξενήσουμε στη Θεσσαλονίκη τους Υπουργούς Εξωτερικών της Βουλγαρίας, της Προεδρεύουσας Κροατίας, του Μαυροβουνίου, της Βόρειας Μακεδονίας, της Σερβίας και της Σλοβενίας, καθώς και τον ασκούντα χρέη ΥΠΕΞ της Αλβανίας, τον Υφυπουργό Εξωτερικών της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης και τους αρμόδιους για ευρωπαϊκά και περιφερειακά θέματα Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρουμανίας. Παρέστησαν επίσης η Γενική Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, καθώς και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής αρμόδιος για θέματα Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ακόμα, συμμετείχε ο Υπουργός Εξωτερικών του Κοσόβου, ενώ δεν μπόρεσε να παραστεί λόγω του γνωστού προβλήματος του κορωνοϊού στην Ιταλία, ο Ιταλός Υπουργός Εξωτερικών, ο κ. Luigi Di Maio, εκπροσωπήθηκε από τον Πρέσβη της Ιταλίας.
Είχαμε μια πολύ γόνιμη συζήτηση, μία ανταλλαγή απόψεων και ιδεών, τόσο κατά την πρώτη συνεδρία μας, όσο και κατά το γεύμα που ακολούθησε, γύρω από την προοπτική ένταξης των χωρών των Βαλκανίων στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μπορώ με ασφάλεια να συνοψίσω την κοινή θέση όλων μας: υποστηρίζουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της πλήρους τήρησης από πλευράς τους του ευρωπαϊκού κεκτημένου, καθώς και των όρων και προϋποθέσεων της ενταξιακής διαδικασίας, της λεγόμενης αιρεσιμότητας.
Ο λόγος είναι προφανής. Διότι, θεωρούμε ότι η πλήρης, πολιτική, οικονομική και φυσική ένταξη όλων των χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφ’ ενός θα ωφελήσει την ίδια την Ένωση, η οποία θα αποκτήσει γεωγραφική συνέχεια, από την Ιρλανδία μέχρι την Κύπρο, αφ’ ετέρου διότι η ένταξη, αφ εαυτής αλλά και ως φυσική συνέχεια των μεταρρυθμίσεων που έχουν προηγηθεί, αποτελεί το πιο ισχυρό εχέγγυο για την ανάπτυξη και την ευημερία των λαών των Βαλκανίων και τη σταθερότητα στη νοτιο-ανατολική Ευρώπη.
Στην προσπάθεια αυτή, της ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων, η Ελλάδα αποτελεί διαχρονικά την ατμομηχανή. Εξάλλου, η πόλη της Θεσσαλονίκης είναι ιστορικά ταυτισμένη με το ευρωπαϊκό μέλλον των χώρων της περιοχής: με την «Ατζέντα της Θεσσαλονίκης», το 2003, άνοιξε ο δρόμος για την προσέγγισή τους των χωρών αυτών με την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Σήμερα, 17 χρόνια αργότερα, η πόλη αποτελεί εκ νέου σημείο αναφοράς για την ενταξιακή προοπτική της περιοχής, σε μία προσπάθεια που θα κορυφωθεί με τη Διάσκεψη ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων που θα πραγματοποιηθεί στην πρωτεύουσα της Κροατίας.
Νομίζω πως σήμερα, σε αγαστή σύμπλευση και συνεργασία με την προεδρεύουσα Κροατία, καταφέραμε να προετοιμάσουμε το δρόμο εν όψει της Συνόδου Κορυφής στο Ζάγκρεμπ, επιβεβαιώνοντας συλλογικά ότι το μέλλον των Βαλκανίων, και ιδιαίτερα των Δυτικών Βαλκανίων, δεν μπορεί παρά να είναι εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η επιβεβαίωση της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων αποκτά ιδιαίτερη αξία, αποτελώντας στρατηγική επένδυση για μία Ευρώπη ενωμένη, σταθερή και ισχυρή, στον απόηχο της δυσάρεστης συγκυρίας της οικειοθελούς αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου, του Brexit δηλαδή, από το κοινό μας σπίτι, αλλά και στη σκιά των διαρκώς αυξανόμενων περιφερειακών και παγκόσμιων προκλήσεων, τις οποίες, αν όχι κανένα, ελάχιστα κράτη μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνα τους.
Δόθηκε, λοιπόν, σήμερα η ευκαιρία στα υπό ένταξη κράτη, αλλά και σε αυτά που έχουν περισσότερο δρόμο να διανύσουν, να ακουστούν, να εκφράσουν τις θέσεις και απόψεις τους, πριν την υιοθέτηση την νέας μεθοδολογίας για τη Διεύρυνση. Επίσης να επιβεβαιώσουν την προσήλωσή τους στην προώθηση του απαιτούμενου μεταρρυθμιστικού τους έργου.
Και νομίζω ότι σήμερα εκπέμψαμε από κοινού το μήνυμα για τη σημασία που έχει η ενταξιακή πορεία και τελικά η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, αλλά και τη δέσμευσή μας ως ΕΕ να διατηρήσουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών αυτών ζωντανή.
Σας ευχαριστώ πολύ.”
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Παρακαλώ να δηλώνετε το μέσο που εκπροσωπείτε και τον Υπουργό στον οποίο απευθύνετε το ερώτημα. Παρακαλώ, ο κύριος Τζίμας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Λέγομαι Σταύρος Τζίμας, είμαι δημοσιογράφος στην εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ». Η ερώτηση είναι και προς τον κ. Δένδια και προς τον Κροάτη ομόλογό του. Στην επόμενη σύνοδο, πιθανότατα όλα δείχνουν ότι θα συζητηθεί το αίτημα της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για ημερομηνία έναρξης. Θέλω να ρωτήσω το εξής: ποια είναι η θέση της συνόδου, αν συζητήθηκε, και ποια ήταν η θέση της συνόδου, αλλά ειδικά και της Αθήνας ή και της Κροατικής Προεδρίας ξεχωριστά. Αυτές οι δυο χώρες θα πάνε πακέτο; Ή θα υπάρξει διαχωρισμός αν χρειαστεί και εκτιμηθεί ότι η Βόρεια Μακεδονία για παράδειγμα είναι πιο προωθημένη ως προς την υλοποίηση των αιτημάτων, των κριτηρίων. Θα γίνει διαχωρισμός και να μετατεθεί για αργότερα ενδεχομένως η Αλβανία ή και το αντίστροφο ή θα πάνε πακέτο;
[…]
Ν. ΔΕΝΔΙΑΣ: Σας ευχαριστώ πολύ για την ερώτηση. Καταρχήν θα επαναλάβω την τοποθέτηση του Gordan, η στόχευση και η αρχική υπόθεση εργασίας είναι ότι οι δυο αυτές χώρες, η Βόρεια Μακεδονία και η Αλβανία θα πληρώσουν τις αιρεσιμότητες, οι οποίες θα επιτρέψουν να δοθεί κατά προτίμηση το Μάρτιο η ημερομηνία ένταξης διαπραγματεύσεων και στις δυο χώρες. Και στις δυο χώρες.
Αυτή είναι η ελληνική θέληση και, αν μου επιτρέπετε να σας πω, και η ελπίδα της χώρας μας. Η χώρα μας από το 2003 σταθερά επιδιώκει την διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή και τη συμμετοχή των βαλκανικών χωρών και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ενιαίο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Θεωρεί ότι αυτό βοηθάει τις χώρες αυτές, βοηθάει την Ευρώπη, μας βοηθάει όλους στη δημιουργία μιας κοινωνίας ελευθερίας κίνησης και ανάπτυξης ανθρώπινης προσωπικότητας. Και της οικονομίας. Από την άλλη βεβαίως, μένουν να πληρωθούν ορισμένες αιρεσιμότητες, ιδίως από την αλβανική πλευρά. Το παρατηρούμε. Ελπίζουμε ότι και οι δυο χώρες θα είναι έτοιμες και δεν θα χρειαστεί να βρεθούμε μπροστά σε επώδυνα διλήμματα.
[…]
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από το ΒΗΜΑ. Η ερώτηση προς τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών. Κύριε Υπουργέ, αναφερθήκατε στα θέματα αιρεσιμότητας της περίπτωσης της Αλβανίας. Μόλις πριν από λίγες μέρες ο Αλβανός Πρωθυπουργός, ο κ. Rama, έστειλε ξανά στη Βουλή το νόμο περί περιουσιών, χωρίς όπως φαίνεται να έχει συμμορφωθεί η χώρα του με τις προβλέψεις της έκθεσης της Επιτροπής Βενετίας και επίσης εκκρεμεί και το θέμα του αυτοπροσδιορισμού εν όψει της απογραφής που πρόκειται να γίνει στην γειτονική χώρα. Εάν αυτοί οι δύο όροι, οι δύο αιρεσιμότητες δεν εκπληρωθούν, υπάρχει περίπτωση να μεταβληθεί η ελληνική θέση περί προώθησης των δύο χωρών και απόδοσης ημερομηνίας έναρξης των διαπραγματεύσεων ως πακέτο ή υπάρχει περίπτωση να αλλάξει; Ευχαριστώ πολύ.
Ν. ΔΕΝΔΙΑΣ: Κύριε Αθανασόπουλε, ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα, όπως λέχθηκε και προηγουμένως από τον Gordan, τον Κροάτη συνάδελφό μου και φίλο μου, είναι θετικός. Δεν βλέπουμε τις αιρεσιμότητες σαν μια εξωγενή επιβολή απέναντι στις κοινωνίες και στις κυβερνήσεις των χωρών. Τις βλέπουμε σαν μία εσωτερική διαδικασία συμμόρφωσης με το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο. Μου επιτρέπετε να σας πω ότι τα θέματα που αφορούν την προστασία των μειονοτήτων, όπως και τα θέματα που αφορούν την προστασία των περιουσιών, της περιουσίας γενικά, είναι σκληρός πυρήνας του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Δεν είναι ένα ζήτημα που να αφορά τις δικές μας διμερείς σχέσεις με την Αλβανία. Είναι θέμα συμμόρφωσης της χώρας αυτής με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο. Εμείς λοιπόν θέλουμε να το βλέπουμε θετικά. Πιστεύουμε ότι η Αλβανία αντιλαμβάνεται την ανάγκη να συμμορφωθεί. Δεν θέλουμε να της επιβάλουμε κάτι. Δεν εκβιάζουμε μία κατάσταση. Αντιλαμβανόμαστε ότι η Αλβανία προσλαμβάνει την πορεία της προς την ημερομηνία και μετά την πορεία των διαπραγματεύσεων σαν μια διαρκή και μακρά διαδικασία συμμόρφωσης και ενσωμάτωσης του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Άλλωστε, αυτός είναι και ο σκοπός συνολικά του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η δημιουργία μιας ενιαίας περιοχής, οικονομικής ανάπτυξης, προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ένα σημαντικό εγχείρημα στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους. Θεωρούμε, λοιπόν, ότι η Αλβανία προσλαμβάνοντάς το έτσι, έχει η ίδια κάθε λόγο να ακολουθήσει αυτό το παράδειγμα, της προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων και της προστασίας των μειονοτήτων.
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Οι Υπουργοί θα δεχθούν άλλη μία ερώτηση, γιατί θα πρέπει να αναχωρήσουν για τη Γενεύη.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Γιώργος Γεωργιάδης από την ΕΡΤ 3. Η ερώτηση είναι στον κύριο Δένδια. 12 Απριλίου είναι οι εκλογές στη Βόρεια Μακεδονία και οι δημοσκοπήσεις αυτή τη στιγμή δίνουν το αντιπολιτευόμενο κόμμα να έχει κάποιου είδους προβάδισμα. Εάν επιβεβαιωθεί αυτό και υπάρξει πολιτική αλλαγή στη γειτονική χώρα, σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε για την ατζέντα τους, θέλουν να διαμορφώσουν σε άλλο επίπεδο τη Συμφωνία των Πρεσπών, να κάνουν αλλαγές. Από την πλευρά της Ελληνικής κυβέρνησης, στην περίπτωση που είχαμε πολιτική αλλαγή στη γειτονική χώρα, θα υπήρχε οποιαδήποτε συζήτηση για αλλαγή έστω ενός άρθρου της Συμφωνίας των Πρεσπών ή θα πάτε στη λογική του βέτο, ακριβώς γιατί γίνεται μονομερής προσπάθεια αλλαγής της συμφωνίας;
Ν. ΔΕΝΔΙΑΣ: Θα μου επιτρέψετε να σας πω, παρά τη δικαιολογημένη απολύτως ευαισθησία σας, που εκδηλώνετε με την ερώτηση. Είστε δημοσιογράφος στην ΕΡΤ 3, Στη Μακεδονία. Εγώ δεν μπορώ να απαντήσω σε υποθετικά σενάρια. Δηλαδή, να αποδεχθώ σαν υπόθεση εργασίας εκλογικό αποτέλεσμα, οποιασδήποτε μορφής, όχι μόνο αυτό στο οποίο εσείς αναφερθήκατε σε μία γειτονική και φιλική χώρα, και επί τη βάσει αυτής της υπόθεσης εργασίας να απαντήσω για τη μελλοντική στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Αν όμως έπρεπε γενικά να εκφράσω, έτσι χωρίς να υπάρχει ερώτηση, μια ελεύθερη σκέψη, θα έλεγα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δώσει ένα παράδειγμα, του πως τα κράτη στη σύγχρονη ζωή και στις σύγχρονες κοινωνίες έχουν συνέχεια. Σας ευχαριστώ πολύ.
24 Φεβρουαρίου, 2020