Δηλώσεις Πρωθυπουργού και Υπουργού Εξωτερικών, Αλέξη Τσίπρα, στην κοινή συνέντευξη τύπου με τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Vladimir Putin (Μόσχα, 7.12.2018)

Δηλώσεις Πρωθυπουργού και Υπουργού Εξωτερικών, Αλέξη Τσίπρα, στην κοινή συνέντευξη τύπου με τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Vladimir Putin (Μόσχα, 7.12.2018)ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο Πούτιν για τη θερμή υποδοχή και φιλοξενία που μας παρείχε και βεβαίως για τις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες συνομιλίες μας σχεδόν σε όλα τα θέματα που αφορούν τις ελληνορωσικές σχέσεις, αλλά και ευρύτερα ζητήματα που αφορούν την παγκόσμια και την περιφερειακή ασφάλεια.

Όπως ανέφερε ο Πρόεδρος Πούτιν, η επίσκεψή μου πραγματοποιείται με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 190 χρόνων διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των χωρών μας. Σχέσεις που βασίζονται σε πάρα πολύ ισχυρούς και ιστορικούς δεσμούς, θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και πνευματικούς δεσμούς μεταξύ των λαών μας.

Θεωρώ ότι το σημαντικό αυτό υπόβαθρο, μας επιτρέπει να οικοδομήσουμε διαχρονικά μια σταθερή, αλλά και δυναμική σχέση.

Είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι εδώ στο Κρεμλίνο, η τρίτη φορά που επισκέπτομαι, με την ιδιότητα του Πρωθυπουργού, τη Ρωσική Ομοσπονδία. Είχα επισκεφτεί και το Forum, την Οικονομική Διάσκεψη της Αγίας Πετρούπολης σε μια δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα. Τότε που η πολιτική βούληση της κυβέρνησής μου, που βρήκε σύμφωνη και τη ρωσική κυβέρνηση και τον Ρώσο Πρόεδρο, ήταν να ξαναχτίσουμε σταθερά την εποικοδομητική βάση της συνεργασίας των δύο χωρών, μετά από σχεδόν μία πενταετία αδράνειας στις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών.

Την περίοδο που πέρασε, αναδείχθηκε μέσα από την πολυδιάστατη και ενεργητική εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, αλλά και μέσα από αυτή την οικοδόμηση σταθερών σχέσεων συνεργασίας με τη Ρωσική Ομοσπονδία, ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, αλλά ταυτόχρονα να είναι σε θέση να προωθεί ένα μοντέλο ενεργητικής και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και να αξιοποιεί ιστορικές σχέσεις και συνεργασίες.

Σήμερα, 3,5 χρόνια μετά, έρχομαι εδώ σε μια τελείως διαφορετική περίσταση. Η Ελλάδα έχει φύγει, επιτέλους, από αυτό το φάσμα της χρεοκοπίας, έχει επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ο ελληνικός λαός άντεξε, η ελληνική οικονομία άντεξε και πλέον έχουμε τη δυνατότητα να ατενίζουμε με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον. Και άρα, διαμορφώνονται ακόμη καλύτερες προϋποθέσεις, ώστε η εταιρική μας σχέση να είναι πιο αποτελεσματική.

Βεβαίως, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, δεν λιγόστεψαν. Αντιθέτως, θα έλεγα, η Ελλάδα είναι μια χώρα που αποτελεί πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας σε μια ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή. Επηρεάζεται άμεσα από τις εξελίξεις σε αυτή την περιοχή, από τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, από την κρίση ασφάλειας που επικρατεί στην Ανατολική Μεσόγειο.

Και η Ρωσία, στο διάστημα αυτό, νομίζω ότι ανέπτυξε ακόμη περισσότερο τη δυναμική της σε διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο στην ενδιαφέρουσα, αλλά εύθραυστη αυτή περιοχή.

Όπως συμφωνήσαμε, λοιπόν, με τον Πρόεδρο Πούτιν, ο ελληνορωσικός διάλογος, υπό αυτές τις περιστάσεις, καθίσταται ακόμη πιο σημαντικός. Είναι σαφές, βέβαια, ότι ο διάλογος αυτός δεν είναι πάντα εύκολος, όπως αποδείχτηκε και το καλοκαίρι που μας πέρασε.

Ωστόσο, η επιθυμία μας να παραμείνουν οι σχέσεις αυτές στις σταθερές ράγες που από το 2015 οικοδομήσαμε με κόπο, μας βοηθά πάντοτε να ξεπερνάμε τις όποιες δυσκολίες και να επιστρέφουμε στον αναγκαίο αμοιβαίο σεβασμό και στην αλληλοκατανόηση.

Στο πλαίσιο αυτό, συζητήσαμε εκτενώς για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και τον νέο ενεργειακό χάρτη που διαμορφώνεται στην περιοχή, τον ρόλο της Ρωσίας και τις σχέσεις και των δύο χωρών μας με την Τουρκία. Εξέφρασα, βεβαίως, στον Πρόεδρο Πούτιν, τις δικές μας ανησυχίες σε σχέση με τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα της Τουρκίας, στον βαθμό που επιμένει να διατηρεί το casus belli εις βάρος μας.

Παράλληλα, συζητήσαμε για τον νέο ενεργειακό χάρτη που διαμορφώνεται στην Ανατολική Ευρώπη με την κατασκευή του αγωγού Nord Stream, αλλά και τις δυνατότητες προώθησης του αγωγού Turkish Stream, μέσω της Τουρκίας προς την Ελλάδα και από εκεί προς την Ιταλία και την υπόλοιπη Ευρώπη.

Ένα έργο που – σε συνδυασμό με άλλους υπό διαμόρφωση αγωγούς – αναβαθμίζει τον ρόλο της χώρας μας, της Ελλάδας, σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο.

Υπογράμμισα στον Πρόεδρο Πούτιν την εκτίμησή μου προς την Ρωσία για τη σταθερή της θέση, σε ό,τι αφορά το κυπριακό πρόβλημα. Ως προς τη στήριξη, δηλαδή, της Κυπριακής Δημοκρατίας και την προοπτική επίλυσης του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Και τόνισα τον κρίσιμο ρόλο που θα έχει το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στην οριστική λύση του Κυπριακού.

Συζητήσαμε και για τις προοπτικές ειρήνης και σταθερότητας στη Συρία, αλλά και στη Λιβύη με την ανάγκη για διαμόρφωση Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και στρατού στη δεύτερη, που θα συμπεριλαμβάνει τις ισχυρές και σημαντικές δυνάμεις (στρατιωτικές δυνάμεις) στα Ανατολικά τις χώρας. Γιατί αυτό που πρέπει να μας απασχολεί πρωτίστως είναι η σταθερότητα στη Λιβύη, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.

Συνομιλήσαμε, ασφαλώς, και για τις εξελίξεις στα Δυτικά Βαλκάνια. Μια περιοχή, της οποίας η σταθερότητα και η ανάπτυξη έχει καίρια σημασία για εμάς. Μου έδωσε την ευκαιρία ο Πρόεδρος Πούτιν να εξηγήσω τις θέσεις της ελληνικής πλευράς, ιδιαίτερα στο ευαίσθητο ζήτημα της ονομασίας των Βόρειων γειτόνων μας. Και γιατί, για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, είναι καίριας σημασίας ζήτημα, η γειτονική χώρα να μην έχει ως συνταγματική ονομασία τη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Διότι, για μας, τόσο το όνομα αυτό, όσο και η ιστορία, που εκπέμπει και που κουβαλά, είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ιστορικής και πολιτισμικής μας κληρονομιάς.

Γι’ αυτό, λοιπόν, πιστεύω ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θέτει σε μια δίκαιη βάση το πρόβλημα, που για χρόνια παραμένει άλυτο. Και, βέβαια, πιστεύω ότι αντιμετωπίζουμε και την ανάδυση εθνικιστικών τάσεων και πιθανών διενέξεων στο μέλλον που θα αποσταθεροποιούσαν την περιοχή.

Ασφαλώς, συζητήσαμε εκτενώς και για τις σχέσεις της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία. Και είχα την ευκαιρία να τονίσω, για ακόμη μια φορά, τη σημασία που έχει ο διάλογος – ειδικά όταν διαφωνούμε και ειδικά αυτήν την περίοδο σε σχέση, μάλιστα, με το πολύτιμο, υφιστάμενο πλαίσιο ελέγχου συμβατικών εξοπλισμών και πυρηνικών. Όπως, άλλωστε, και στις δύσκολες στιγμές του Ψυχρού Πολέμου, ο διάλογος ήταν πάντοτε πολύτιμο εργαλείο για να αντιμετωπίζουμε τις διαφορές και να προλαβαίνουμε κλιμάκωση επικίνδυνη στο μέλλον.

Τόνισα στον Πρόεδρο ότι η Ελλάδα αποτελεί κράτος-μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ και τηρεί σταθερά τις δεσμεύσεις της, αλλά θεωρεί ότι οποιαδήποτε αρχιτεκτονική ασφάλειας ή οποιαδήποτε πρωτοβουλία για λύση σημαντικών παγκόσμιων προκλήσεων, δεν μπορεί παρά να συμπεριλαμβάνει και τη Ρωσία και να βασίζεται, βεβαίως, σε έναν ειλικρινή διάλογο μαζί της. Και αυτή είναι μια θέση, που με σταθερότητα εκφωνώ τα 3,5 αυτά χρόνια, σε όλα τα διεθνή και ευρωπαϊκά fora που συμμετέχω με την ιδιότητα του Πρωθυπουργού της Ελλάδας.

Στο πλαίσιο αυτό, συζητήσαμε, βεβαίως, και για τις εξελίξεις στην Αζοφική και Μαύρη Θάλασσα. Εμείς –ξέρετε- έχουμε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί στη Μαριούπολη, κατοικούν πάνω από 130.000 ελληνικής καταγωγής πολίτες. Και βεβαίως, θέλω να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο Πούτιν για την αναλυτική ενημέρωση που μου παρείχε.

Να σας ανακοινώσω, επίσης, ότι πέραν των Συμφωνιών που υπογράψαμε, συνεδρίασε χθες και η 11η Μικτή Διυπουργική Επιτροπή. Συνομιλήσαμε για μια σειρά από συνεργασίες σε πολλούς τομείς, αλλά και για ρωσικές επενδύσεις στους τομείς των υποδομών και της ενέργειας. Και συμφωνήσαμε σε τρόπους προώθησης των ελληνικών εξαγωγών στη Ρωσία – κυρίως στον αγροδιατροφικό τομέα.

Ανακοίνωσα στον Πρόεδρο Πούτιν, επίσης, την επανασύσταση του επίτιμου προξενείου της Ρωσίας στην Αλεξανδρούπολη, καθώς και τη σύσταση επίτιμου προξενείου της Ρωσίας στο Ναύπλιο, που θεωρούμε ότι θα συμβάλλουν στην ενίσχυση των σχέσεών μας.

Τέλος, όπως προείπε ο Πρόεδρος Πούτιν, συμφωνήσαμε το 2019 να είναι Έτος Πολιτιστικής Συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Ρωσία, Έτος Γλώσσας και Λογοτεχνίας, με στόχο την τόνωση πρωτοβουλιών, όπως οι αμοιβαίες μεταφράσεις βιβλίων, η διδασκαλία γλώσσας και λογοτεχνίας στα πανεπιστήμιά μας και άλλες σημαντικές ανταλλαγές. Διότι, θεωρώ ότι αυτή η πολυετής φιλία, ο αλληλοσεβασμός και η αλληλοκατανόηση των λαών μας, βασίζονται πρωτίστως στην αλληλοεκτίμηση των πολιτισμών μας.

Για άλλη μια φορά, λοιπόν, να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς τον Ρώσο Πρόεδρο και να εκφράσω την πεποίθηση ότι αυτή η επίσκεψη ήταν εξαιρετικά εποικοδομητική και νομίζω στην κατάλληλη στιγμή. Και πιστεύω ότι θα συμβάλλει σημαντικά, ώστε να συνεχίσουμε, με αυτή την πολύτιμη συνεργασία και τον ουσιαστικό διάλογο και την επόμενη περίοδο με ακόμα μεγαλύτερη δυναμική.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Καλησπέρα σας. Οι προηγούμενες επίσημες επαφές σας επί ρωσικού εδάφους πραγματοποιήθηκαν όταν η Ελλάδα ήταν σε μνημόνιο, συχνά στη γωνία και με τα βλέμματα όλης της Ευρώπης, όλου του κόσμου, πάνω της. Θεωρείτε πως τώρα που το τρίτο πρόγραμμα ολοκληρώθηκε, ο ρόλος της Ελλάδος στην ανατολική Μεσόγειο αναβαθμίζεται περισσότερο; Υπάρχουν συγκεκριμένα σημάδια τα οποία ενισχύουν μία τέτοια άποψη; Το ερώτημα απευθύνεται και στους δύο, κύριε Πρόεδρε της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Ναι, νομίζω ότι ήδη έχω δώσει κάποιες σαφείς ενδείξεις της άποψής μου ως προς αυτό από την εισαγωγική μου τοποθέτηση. Πιστεύω ότι η αρνητική αυτή συγκυρία για την Ελλάδα τα τελευταία οκτώ χρόνια αποτέλεσε μία μαύρη, μελανή παρένθεση στην ιστορία της, αλλά είναι κάτι το οποίο σήμερα πιστεύουμε ότι το έχουμε πια ξεπεράσει. Ατενίζουμε με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον, έχουμε ανακτήσει ήδη μεγάλο μέρος της οικονομικής μας κυριαρχίας που είχε αποδοθεί στους πιστωτές μας το προηγούμενο διάστημα. Επιτρέψτε μου όμως, θεωρώ ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα που εκ της θέσης της στη γεωγραφία, δύσκολα θα μπορούσε να χάσει τη γεωπολιτική της αξία και σημασία. Τα τελευταία δε τριάμισι χρόνια, υλοποιώντας μία εξωτερική πολιτική ενεργητική και πολυδιάστατη, αποδείξαμε πως μπορούμε ταυτόχρονα να είμαστε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, αλλά να διατηρούμε και να ενισχύουμε σχέσεις ιστορικές, συνεργασίας και φιλίας και υπ’ αυτή την έννοια να παίζουμε έναν κρίσιμο σταθεροποιητικό ρόλο στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου αλλά και των Βαλκανίων.

Πιστεύω, λοιπόν, ότι η Ελλάδα βρίσκεται πια σε μία θετική συγκυρία, διότι και εξέρχεται της οικονομικής κρίσης και άρα αυτές οι σχέσεις ιστορικής συνεργασίας και φιλίας μπορούν να αξιοποιηθούν ακόμα περισσότερο, αλλά και γιατί σε αυτή την περίοδο της αστάθειας και της αποσταθεροποίησης στην περιοχή βασιζόμενοι σε αρχές και αξίες της συνεργασίας, της συνανάπτυξης, του διαλόγου, μπορούμε να παίξουμε καθοριστικό ρόλο. Να είμαστε μία χώρα γέφυρα φιλίας και συνεργασίας ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσία, αλλά και τον αραβικό κόσμο. Ταυτόχρονα όμως να παίξουμε και έναν σημαντικό, σταθεροποιητικό ρόλο στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων ασφάλειας στην περιοχή, αλλά και των προκλήσεων που αφορούν την ενεργειακή ασφάλεια και την ασφαλή μεταφορά των ενεργειακών πόρων προς την ευρωπαϊκή Ήπειρο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μετά από τα γεγονότα, όταν έχουμε αυτή τη μαύρη σελίδα, μετά την γνωστή ιστορία με τους διπλωμάτες, οι δύο πλευρές είναι έτοιμες να αναπτύξουν συνεργασία, να κάνουν από κοινού έργα;

ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Φαντάζομαι ότι, η ερώτηση ήταν και προς εμένα. Θα συμφωνήσω με την εκτίμηση του Προέδρου Πούτιν σε ό,τι αφορά ότι πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά. Μία βροχερή ημέρα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε καλοκαίρι, διότι δεν υπάρχει ακόμα μπροστά μας καλός καιρός. Ωστόσο, αυτό που θέλω εγώ να επισημάνω και δημόσια, είναι ότι η Ελλάδα, όσο εγώ είμαι Πρωθυπουργός και όσο βρισκόμαστε στην περίοδο μετά το 2015, σε κρίσιμα θέματα που αφορούν τις σχέσεις Ελλάδος και Ρωσίας δεν κινείται με γνώμονα πιέσεις ή απόψεις τρίτων χωρών. Και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν ταυτίστηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και με την επιθυμία τότε να υπάρξει μία συντονισμένη πολιτική απελάσεων για την υπόθεση Σκρίπαλ. Από την άλλη πλευρά, όταν βλέπουμε κάποια μεμονωμένα, γιατί το πιστεύω ότι είναι μεμονωμένα περιστατικά, τα οποία μας αφορούν και μας ενοχλούν, είμαστε υποχρεωμένοι να δίνουμε κάποια μηνύματα, αλλά ταυτόχρονα να κοιτάζουμε και μπροστά. Πιστεύω ότι κοιτάζουμε μπροστά και αυτή η υπόθεση έχει λήξει και αυτό που έχει μεγάλη σημασία σήμερα, είναι, να αξιοποιήσουμε τις μεγάλες δυνατότητες που έχουμε να εμβαθύνουμε την εταιρική μας συνεργασία σε μία σειρά από τομείς. Διότι πράγματι, τα τελευταία τρία χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα, αλλά μπορούν να γίνουν ακόμα περισσότερα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μία ερώτηση προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα το σχόλιό σας σε σχέση με το μήνυμα που έστειλε η Ρωσία για ενδεχόμενη στρατικοποίηση της Κύπρου από τρίτες χώρες. Και να μου πείτε, επίσης, εάν η ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων επηρεάζει και τις ελληνορωσικές σχέσεις.

ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω ότι ως προς το θέμα της Κύπρου, έχουν υπάρξει οι απαραίτητες επικοινωνίες με την Κυπριακή Δημοκρατία. Αν δεν κάνω λάθος, χθες, υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία των δύο υπουργών Εξωτερικών και έχουν δοθεί, νομίζω, έχουν υπάρξει διευκρινίσεις.

Ξέρετε, η Κύπρος, δεδομένης της κρίσιμης γεωστρατηγικής της θέσης, παρέχει πάντοτε διευκολύνσεις και πρέπει να παρέχει διευκολύνσεις για επιχειρήσεις ανθρωπιστικής φύσεως.

Είναι προφανές ότι δεν υπήρξε ποτέ στο τραπέζι, οποιαδήποτε ιδέα, τουλάχιστον που εγώ να γνωρίζω. Και οφείλω να σας πω ότι επικοινώνησα και με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη σήμερα. Συνεπώς, δεν είναι μόνον ότι εγώ γνωρίζω, αλλά είναι και θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας πως δεν υπάρχει οποιαδήποτε σκέψη για προοπτική στρατιωτικοποίησης του νησιού, ούτε παλεύουμε για λύση του Κυπριακού με στρατεύματα και τρίτους εγγυητές. Και τη στιγμή που παλεύουμε για μια τέτοια λύση, δηλαδή χωρίς στρατεύματα και τρίτους εγγυητές, δεν θα είχαμε ποτέ μια λογική στρατιωτικοποίησης. Πιστεύω ότι αυτό είναι έξω από τη δική μας λογική και πρέπει να το καταστήσω απολύτως σαφές.

Βεβαίως, αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παρέχει μια εξαιρετικά ισορροπημένη πολιτική ελλιμενισμών στους λιμένες της προς όλες τις φίλιες εταιρικές της δυνάμεις, μεταξύ των οποίων και προς τη Ρωσία.

Από εκεί και πέρα, με ρωτήσατε για το θέμα των ελληνοαμερικανικών σχέσεων και το εάν αυτές οι σχέσεις αποβαίνουν εις βάρος των ελληνορωσικών σχέσεων. Νομίζω ότι στα 3,5 αυτά χρόνια, η πορεία μας, αποδεικνύει ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι μια αξιόπιστη σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αλλά ταυτόχρονα και ένας αξιόπιστος εταίρος, διατηρώντας και ενισχύοντας ιστορικές σχέσεις φιλίας και συνεργασίας. Και πιστεύω ότι οι σχέσεις αυτές έχουν τη δική τους δυναμική, τις δικές τους βαθιές ρίζες και δεν βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Αντιθέτως, πιστεύω ότι και οι δύο πλευρές -και οι σύμμαχοί μας στο ΝΑΤΟ δηλαδή, κυρίως οι ΗΠΑ, αλλά και οι χώρες της Ε.Ε., αλλά και η Ρωσία- πρέπει να αξιοποιήσουν αυτή την αξία και τη σημασία της Ελλάδας. Αν η Ελλάδα δεν μπορούσε να είναι ταυτόχρονα μια αξιόπιστη σύμμαχος στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, αλλά και σταθερή, έντιμη, ειλικρινής συνεργάτης της Ρωσίας, δεν θα είχε την ίδια αξία και την ίδια σημασία για τη Ρωσία. Θα ήταν σαν όλες τις άλλες χώρες της Ε.Ε.

Η Ελλάδα, λοιπόν, μπορεί να παίξει έναν ρόλο γέφυρας και επιδιώκει να παίξει έναν ρόλο γέφυρας. Βεβαίως, αυτό για να επιτευχθεί, πρέπει να στηρίζει την εξωτερική της πολιτική σε μια βάση ενεργητική και πολυδιάστατη, αλλά και σε αξίες, σταθερές αξίες, τις οποίες υπηρετούμε. Και οι σταθερές αυτές αξίες, είναι ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο, η επιδίωξη της συνεργασίας και της συνανάπτυξης, της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας. Σε αυτές τις βάσεις πορευτήκαμε και σε αυτές θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε. Γι΄ αυτό πιστεύω ότι είμαστε αξιόπιστοι εταίροι και σημαντικοί σύμμαχοι και προς τη Ρωσία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Καλή σας μέρα… είπατε ότι στις συνομιλίες συζητήθηκαν τα θέματα της ενεργειακής συνεργασίας και ενεργειακής ασφάλειας. Είναι εφικτό μια γραμμή του τουρκικού αγωγού να πάει στη χώρα; Βλέπουμε τις πιέσεις που υπάρχουν από την αμερικανική πλευρά, πως μπορούμε να αντιδράσουμε σε αυτές τις πιέσεις. Προσωπική ερώτηση προς τον κύριο πρωθυπουργό, είπατε ότι η οικονομία αναπτύσσεται η ελληνική, αλλά σας βλέπω χωρίς γραβάτα. Πότε θα φορέσετε τη γραβάτα σας;

ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Ναι κοιτάξτε η Ελλάδα υποστηρίζει σταθερά την αρχή της διαφοροποίησης των πηγών και των διόδων ενέργειας, των πηγών προς την Ευρώπη και των διόδων. Η αρχή της διαφοροποίησης όμως σημαίνει πολλαπλασιασμός των πιθανών πηγών και των διόδων και όχι αποκλεισμός κάποιων πηγών και κάποιων διόδων. Θεωρούμε λοιπόν ότι εδώ υπάρχουν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύο μέτρα και δύο σταθμά κυρίως όταν προωθεί το North 2 αλά διαρκώς υπάρχουν κωλύματα σε σχέση με την επέκταση του Turkish Stream προς την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της Ελλάδας και της Ιταλίας. Εκεί με την Ιταλία κρατάμε μια σταθερή στάση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θεωρούμε ότι στα ζητήματα αυτά στο μέλλον θα υπάρξει κατανόηση και από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι δεν μπορεί να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Εμείς ήδη έχουμε προχωρήσει στη κατασκευή περίπου στο 80% του TAP, ενός αγωγού που φέρνει αζέρικο αέριο προς την Ευρώπη. Από κει και πέρα θεωρώ κι εγώ ότι μια βέλτιστη τεχνικά και ποιοτικά λύση είναι αυτός ο αγωγός να συμπεριλάβει και ρωσικό φυσικό αέριο καθώς αυτό πιστεύω ότι είναι προς όφελος της ευρωπαϊκής οικονομίας αλλά και της συνεργασίας και της συνανάπτυξης στην περιοχή και είναι μια θέση την οποία σταθερά υποστηρίζουμε τα τελευταία τριάμισι χρόνια και θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε στα ευρωπαϊκά fora, επαναλαμβάνω μαζί με τη στήριξη και άλλων εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για τη γραβάτα;

ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Δεν θα χετε παρακολουθήσει, το στοίχημα το κέρδισα, τη φόρεσα τη γραβάτα αλλά η γραβάτα βγήκε γρήγορα διότι βγήκε και μια θηλιά από ΄το λαιμό του ελληνικού λαού. Συνεπώς πιστεύω ότι αυτός ο συμβολισμός έχει την αξία του αλλά αν μου κάνει και ο Πρόεδρος Πούτιν ένα δώρο μπορεί να το αξιοποιήσω στο μέλλον, σε μια μελλοντική μας συνάντηση.

7 Δεκεμβρίου, 2018