Δηλώσεις Υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη, μετά το πέρας της συνάντησής του με τον Υπουργό Εξωτερικών του Λουξεμβούργου, Jean Asselborn (Αθήνα, 13.09.2023)

Δηλώσεις Υπουργού Εξωτερικών,  Γιώργου Γεραπετρίτη, μετά το πέρας της συνάντησής του με τον Υπουργό Εξωτερικών του Λουξεμβούργου, Jean Asselborn (Αθήνα, 13.09.2023)Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Καλωσορίζω τον Υπουργό Εξωτερικών του Λουξεμβούργου και καλό φίλο, τον κύριο Asselborn, στην Αθήνα.

Είναι ιδιαίτερη χαρά που σας υποδεχόμαστε σήμερα στο Υπουργείο Εξωτερικών και μας τιμάτε με την παρουσία σας στην επέτειο των 90 ετών από τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Λουξεμβούργου.

Ο Υπουργός, ο κύριος Asselborn είναι μια εμβληματική φυσιογνωμία της ευρωπαϊκής διπλωματίας, ένας γνήσιος ευρωπαϊστής, ο μακροβιότερος Υπουργός Εξωτερικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήδη έχοντας θητεία 19 έτη και ένας μεγάλος φίλος της Ελλάδας.

Σας ευχαριστούμε πολύ κύριε Υπουργέ. Η σύγχρονη ιστορία του Λουξεμβούργου είναι συνδεδεμένη με την ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, γενέτειρα ενός από τους εμπνευστές της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, του Ρομπέρ Σουμάν, το Λουξεμβούργο βρίσκεται στη καρδιά της Ευρώπης.

Σήμερα η Ένωση και κάθε κράτος-μέλος ξεχωριστά, αντιμετωπίζουν νέες δυσκολίες.

Κύριε Υπουργέ, τις τελευταίες μέρες η Ελλάδα βιώνει μία ανείπωτη τραγωδία. Αυτό το καλοκαίρι χτυπηθήκαμε από τα φαινόμενα της κλιματικής κρίσης, πρώτα από τις φωτιές και στη συνέχεια από τις πλημμύρες.    

Όμως, η Ευρώπη στέκεται ξανά στο πλευρό μας και θα ήθελα με την ευκαιρία αυτή να ευχαριστήσω τόσο την Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και όλα τα κράτη-μέλη για τη βοήθεια που μας παρείχαν στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών που προκάλεσε η κλιματική κρίση.

Τέτοιου είδους φαινόμενα θα εκδηλώνονται όλο και πιο συχνά. Η εκτίμηση της επιστημονικής κοινότητας είναι ότι κανείς δεν είναι πια απολύτως προστατευμένος από την κλιματική κρίση.

Για αυτό πρέπει να εργαστούμε τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και στο πλαίσιο της πολυμερούς διπλωματίας, για την αναβάθμιση των μηχανισμών πολιτικής προστασίας, αλλά και για την καταπολέμηση των λόγων που παράγουν και ενισχύουν την κλιματική κρίση.

Η Ελλάδα, ως μεσογειακή χώρα, εκτεθειμένη στην κλιματική αλλαγή, θέτει την κλιματική κρίση και ασφάλεια σε απόλυτη προτεραιότητα. Για το λόγο αυτό, αποτελεί και έναν από τους έξι πυλώνες της υποψηφιότητας της χώρας μας ως μη μονίμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, για την περίοδο 2025-2026.

Δράττομαι της ευκαιρίας, κύριε Υπουργέ να σας ευχαριστήσω από καρδιάς για την υποστήριξη, την οποία παρέχει το Λουξεμβούργο στην υποψηφιότητά μας.

Με το Λουξεμβούργο, ως Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, μοιραζόμαστε κοινές αντιλήψεις και αξίες. Η σκέψη μας συγκλίνει σε πολλά σημεία ως προς το μέλλον της Ευρώπης. Χρειαζόμαστε οπωσδήποτε μία Ευρώπη πιο «πράσινη».

Στην ενεργειακή διαφοροποίηση και αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Ελλάδα μπορεί να συμβάλει, σημαντικά, ως ενεργειακός κόμβος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Συζητήσαμε επίσης για μία άλλη κοινή μας πρόκληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη μετανάστευση. Η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης κύριε Υπουργέ, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και επωμίζεται δυσανάλογα βάρη.

Θα πρέπει να υπάρξει μία ευρωπαϊκή στρατηγική για τα θέματα της μετανάστευσης, που θα κατανέμει μέσω της αρχής της αλληλεγγύης, ισόνομα, ισότιμα τα βάρη στα κράτη-μέλη.

Επιπλέον, ένα από τα καίρια θέματα που αφορούν στο μέλλον της Ένωσης και το οποίο συζητήσαμε, είναι η στρατηγική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι προς το συμφέρον μας να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί παγκοσμίως και όχι μόνο στη μικρή μας περιοχή και να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε τις αναδυόμενες τάσεις προστατευτισμού.

Η Ελλάδα, όπως και το Λουξεμβούργο, πιστεύει στο όραμα της Ένωσης, στην εδραίωση της διαρκούς ειρήνης, σε μία ήπειρο που ζούσε επί αιώνες την τραγωδία του πολέμου. Ο πόλεμος, ο οποίος επέστρεψε στην ήπειρό μας, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι μία αναθεωρητική ενέργεια που συνιστά κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου.

Ελπίζουμε στην ταχεία λήξη της ένοπλης σύρραξης που προκλήθηκε από την παράνομη εισβολή και στην πλήρη εδαφική αποκατάσταση της ακεραιότητας της Ουκρανίας.

Στηρίζουμε την Ουκρανία με πολλούς τρόπους.  Εξετάζουμε πώς θα μπορούσαμε να συμβάλουμε καθοριστικά στην αντιμετώπιση της επισιτιστικής κρίσης, η οποία επιδεινώθηκε μετά την υπαναχώρηση της Ρωσίας από την πρωτοβουλία της Μαύρης Θάλασσας για τα σιτηρά.

Μια άλλη σημαντική διακύβευση στο πλαίσιο της Ευρώπης είναι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία αναμφίβολα θα συμβάλει στην εδραίωση της σταθερότητας  στην Ευρώπη αλλά και στην δική μας περιοχή. Αμφότεροι στηρίζουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι θα τηρούνται τα προβλεπόμενα ορόσημα και  οι όροι που έχουν τεθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Μιλήσαμε επίσης για τη διεύρυνση της διμερούς μας συνεργασίας. Υπάρχει σημαντικό περιθώριο να αναπτύξουμε τις σχέσεις των δύο χωρών μας σε πολλά πεδία, κυρίως οικονομικά και στο εμπόριο.

Επίσης θα ήθελα να τονίσω το μεγάλο ενδιαφέρον που υπάρχει  εκ μέρους των πολιτών του Λουξεμβούργου για τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδος.

Βεβαίως με πρώτο πρεσβευτή τον Πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου τον κύριο Xavier Bettel.

Κύριε Υπουργέ, αγαπητέ Jean, καλώς ορίσατε στην Ελλάδα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η ερώτησή μου αφορά και τους δύο Υπουργούς. Ήθελα να ρωτήσω καταρχήν το σχόλιό σας, αν και ο Λουξεμβούργιος Υπουργός Εξωτερικών έχει ήδη τοποθετηθεί, για το θέμα της διεύρυνσης των Δυτικών Βαλκανίων.

Και ειδικότερα θα ήθελα και ένα σχόλιο, τη γνώμη σας για την υπόθεση Μπελέρη.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είμαστε είκοσι χρόνια μετά από τη Θεσσαλονίκη. Το 2003, η Ελλάδα ήταν η επισπεύδουσα χώρα, έτσι ώστε να καταγραφεί με έμφαση, όχι μόνο στο πεδίο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και σε όλη την υφήλιο, ότι η φυσική θέση των Δυτικών Βαλκανίων είναι μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και είναι η φυσική θέση, διότι αυτό είναι ένας αναγκαίος όρος έτσι ώστε μία ιστορικά πολύπαθη περιοχή να μπορέσει να απολαύσει τους καρπούς της ειρήνης, σε μία ευρύτερη γειτονιά ασφάλειας και ευημερίας.

Είκοσι χρόνια μετά επαναλαμβάνουμε την ίδια βασική μας θέση, την οποία με θέρμη έχουμε υποστηρίξει στον διαδραμόντα χρόνο. Ήδη, όπως γνωρίζετε, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας συγκάλεσε μία Διάσκεψη στην Αθήνα, πριν από λίγες εβδομάδες, έτσι ώστε οι ηγέτες των Δυτικών Βαλκανίων και επιπλέον η Ουκρανία και η Μολδαβία, βρέθηκαν στο ίδιο τραπέζι για να συζητήσουν ακριβώς την επέτειο των είκοσι ετών, τα βήματα τα οποία θα πρέπει να αναληφθούν, έτσι ώστε να υπάρξει η καλοδεχούμενη εξέλιξη της προώθησης των ενταξιακών διαδικασιών των Δυτικών Βαλκανίων.

Κάθε χώρα έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και αυτά οφείλουμε να τα σεβαστούμε, όπως όμως πρέπει να σεβαστούμε επίσης τους όρους και τις προϋποθέσεις που έχουν τεθεί από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και αφορούν τον σεβασμό των θεμελιωδών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ιδιαιτέρως δε σε αυτούς, όπως και ο αγαπητός μου συνάδελφος, συγκαταλέγω πρωτίστως τον σεβασμό στη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

Είχα σήμερα την ευκαιρία να συζητήσω με τον Αναπληρωτή Πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας τα θέματα που αφορούν στη διεύρυνση των Δυτικών Βαλκανίων και ιδίως της γειτονικής χώρας, να διαπιστώσουμε τα ζητήματα που ανακύπτουν και να μεταφέρω τη θεμελιώδη θέση της χώρας μας ότι επί της αρχής επιδιώκουμε και ενθαρρύνουμε την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Ο σεβασμός όμως στο κράτος δικαίου απαιτεί και μία έμπρακτη στάση, η οποία αποδεικνύεται στην καθημερινότητα και όχι μόνο στους θεσμούς.

Η περίπτωση που αναφέρατε, η περίπτωση του εκλεγμένου Δημάρχου Χειμάρρας Φρέντι Μπελέρη, νομίζω συνιστά μία απόκλιση από το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Είναι μία απόκλιση, στο μέτρο που ένας εκλεγμένος Δήμαρχος, εκλεγμένος για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, δεν έχει αυτή τη στιγμή μπορέσει να αναλάβει τα καθήκοντά του, επειδή δεν του έχει επιτραπεί, όπως θα μπορούσε και θα όφειλε με πολιτική βούληση, ως διοικητική πράξη, να ορκισθεί και να αναλάβει τα καθήκοντά του.

Αυτό κατά την άποψη της χώρας μας και κατά την άποψη του Διεθνούς Δικαίου, συνιστά μία σαφή παραβίαση των πολιτικών δικαιωμάτων του κυρίου Μπελέρη, παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας και του κράτους δικαίου.

Συνεπώς ναι, ενθέρμως επί της αρχής υποστηρίζουμε την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, πρέπει όμως να αποδεικνύεται ο σεβασμός στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες εν πολλοίς είναι και οικουμενικές αρχές και αφορούν στη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εγώ έχω μία ερώτηση και για τους δύο Υπουργούς Εξωτερικών. Τον τελευταίο καιρό παρατηρείται αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Ποια βήματα πιστεύετε ότι πρέπει να παρθούν σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ο Υπουργός, ο κ. Asselborn έθεσε το πλαίσιο. Νομίζω δεν θα μπορούσε να ειπωθεί τίποτε περισσότερο και τίποτε καλύτερο.
Εκείνο, το οποίο θέλω να τονίσω είναι ότι τα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα δεν πρόκειται να σταματήσουν. Και δεν πρόκειται να συμβεί αυτό, διότι διαρκώς υπάρχουν οι συνθήκες που ευνοούν αυτή την κινητικότητα των πληθυσμών, είτε αφορά συρράξεις ένοπλες, οι οποίες προκαλούνται σε διάφορες περιοχές του κόσμου, όπως κατεξοχήν σήμερα στην περιοχή του Σαχέλ ή στη Μέση Ανατολή, όσο και αλλού στον κόσμο.    
Όπως επίσης και διότι υφίσταται πάντοτε η κατάσταση κοινωνικής ανισότητας σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη, η οποία  οδηγεί τους ανθρώπους στην αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης.

Η Ελλάδα, έχει στο πλαίσιο αυτό, μια πολύ συστηματική πολιτική τα τελευταία χρόνια, η οποία στηρίζεται  στην επιτήρηση των συνόρων, στηρίζεται στη δημιουργία ανθρώπινων δομών για εκείνους που έρχονται στην Ελλάδα.

Και βεβαίως, στηρίζεται στην αλληλεγγύη την επιθυμητή και την αναγκαία από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ως χώρα υποδοχής.  Έχουμε καταφέρει πολλά, έχουμε καταφέρει να μπορούν σήμερα τα ασυνόδευτα ανήλικα να βρίσκονται σε ένα καθεστώς απόλυτης προστασίας.

Πρέπει να υπάρχει έλεγχος των μεταναστευτικών ροών, αλλά καμία χώρα μόνη δεν μπορεί να  καταφέρει να αντιμετωπίσει το ζήτημα αυτό. Και για το λόγο αυτό, είναι πρωτίστως ένα θέμα συγκροτημένης ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία νομίζω θα πρέπει να εδράζεται σε τρία πεδία.

Το πρώτο πεδίο είναι η επιτήρηση των ευρωπαϊκών συνόρων. Η επιτήρηση, η οποία θα πρέπει να γίνεται κατά τρόπο, ώστε να μπορεί να καταπολεμηθεί η μάστιγα, η οποία συνδέεται με την εκμετάλλευση του ανθρώπου κι έχει να κάνει με τους διακινητές ανθρώπων, μία από τις σύγχρονες και πιο βασανιστικές παθολογίες που υφίστανται ανά την υφήλιο.

Η δεύτερη ανάγκη είναι να διασφαλισθεί επαρκώς ότι θα γίνονται επιστροφές, όπου προσιδιάζει, όπου δεν χωρεί ζήτημα ανθρωπιστικής προστασίας.

Η Ελλάδα πλέον έχει αναπτύξει το ζήτημα της ανθρωπιστικής προστασίας μέσω της χορήγησης ασύλου σε όσους το έχουν ανάγκη, αλλά θα πρέπει να υπάρχει αποτελεσματικός τρόπος για τις επιστροφές. Δυστυχώς, η κοινή δήλωση μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας του 2016 δεν έχει παραγάγει τα αποτελέσματα τα οποία αναμέναμε.

Και βεβαίως, τρίτο, και σωστά αναφέρθηκε σε αυτό ο ομόλογός μου και πιο σημαντικό ίσως, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα υπάρχουν οι νόμιμες οδοί της μετανάστευσης, μία συγκροτημένη μετανάστευση.

Σε κάθε περίπτωση, αυτή τη στιγμή η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες της Ευρώπης, έχει ανάγκη από εργατικά χέρια, άρα το να φροντίσουμε να έχουμε διόδους, οι οποίες είναι νόμιμες και ελεγχόμενες, ουσιαστικά υποκαθιστά και αποδυναμώνει τους διακινητές και τα παράνομα κυκλώματα, τα οποία υφίστανται και αναδεικνύουν την ανάγκη να υπάρχει μία ελεγχόμενη, κεντρική ευρωπαϊκή στρατηγική στο ζήτημα της μετανάστευσης.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

13 Σεπτεμβρίου, 2023