Ενημέρωση διπλωματικών συντακτών από τον Εκπρόσωπο του ΥΠΕΞ, Γ. Δελαβέκουρα

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Καλή σας ημέρα. Να ξεκινήσω με το πρόγραμμα της πολιτικής ηγεσίας. Αύριο, Παρασκευή 12 Οκτωβρίου, στις 12:00, ο Υπουργός Εξωτερικών θα έχει συνάντηση με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου, Πρέσβη κ. Victor Tvircun.

Την Κυριακή 14 και Δευτέρα 15 Οκτωβρίου, ο κύριος Υπουργός θα βρίσκεται στο Λουξεμβούργο, προκειμένου να συμμετάσχει στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων. Στο πλαίσιο αυτό, την Κυριακή, στις 19:30 θα παρακαθίσει στο δείπνο των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας και τη Δευτέρα θα συμμετάσχει σε πρωινό εργασίας που παραθέτουν οι Υπουργοί Εξωτερικών του Λουξεμβούργου και της Γερμανίας. Η ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων περιλαμβάνει συζήτηση για τις τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, την κατάσταση στο Μάλι, την πορεία του Μεσανατολικού, το Ιράν, καθώς και αποτίμηση της Συνόδου Κορυφής Ευρωπαϊκής Ένωσης-Κίνας.

Την Πέμπτη, 18 του μηνός, ο κύριος Υπουργός θα συνοδεύσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε επίσημη επίσκεψη που θα πραγματοποιήσει στην Αίγυπτο. Είναι μία επίσκεψη στην οποία αποδίδουμε πολύ μεγάλη σημασία διότι εντάσσεται στο πλαίσιο των άριστων σχέσεων που έχουν οι δύο χώρες, στις σχέσεις φιλίας και συνεργασίας, με σκοπό και την αξιοποίηση των πολλών ευκαιριών που υπάρχουν για ενδυνάμωση αυτής της συνεργασίας προς όφελος των δύο λαών. Η Ελλάδα, όπως γνωρίζετε πολύ καλά, έχει σταθεί στο πλευρό της Αιγύπτου στη μεταβατική διαδικασία η οποία είναι σε εξέλιξη και ταυτόχρονα υποστηρίζει ότι πρέπει και η Ευρωπαϊκή Ένωση να σταθεί στο πλευρό της Αιγύπτου καθώς κάνει αυτά τα βήματα.

Ως προς το πρόγραμμα του Υφυπουργού Εξωτερικών κ. Κούρκουλα, την Τρίτη 16 του μηνός, ο κ. Υφυπουργός θα μεταβεί στο Λουξεμβούργο, όπου θα συμμετάσχει στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων. Κατά τις εργασίες του Συμβουλίου, πρόκειται να γίνει προετοιμασία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 18ης και 19ης Οκτωβρίου, καθώς και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα γίνει το Νοέμβριο, ενώ θα γίνει παρουσίαση από την Προεδρία για την πορεία εφαρμογής των συμπερασμάτων του προηγούμενου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Επίσης, την εβδομάδα που μας πέρασε, είχαμε σημαντικές επισκέψεις στη χώρα μας, από τον Υπουργό Εξωτερικών της Αλβανίας και τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, είχαμε πολύ χρήσιμες συνομιλίες και διαβουλεύσεις για τις οποίες μπορούμε να συζητήσουμε στη συνέχεια.

Είμαι έτοιμος να απαντήσω στις ερωτήσεις σας.

Κ. ΦΡΥΣΣΑ: Πώς σχολιάζει το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών τις εκθέσεις αξιολόγησης για τις γειτονικές με την Ελλάδα χώρες, Αλβανία, Π.Γ.Δ.Μ. και Τουρκία.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Αυτή είναι μία πάγια διαδικασία που ακολουθείται στο πλαίσιο της διευρυνσιακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι εκθέσεις οι οποίες καταγράφουν ουσιαστικά τις απόψεις της Επιτροπής για την πορεία, την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων αυτών των χωρών στο πλαίσιο των προϋποθέσεων και των προαπαιτούμενων που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι χώρες αυτές είναι σε διαφορετικό επίπεδο προόδου. Θα μπορούσαμε στη συνέχεια να μιλήσουμε για κάθε χώρα ξεχωριστά, συνολικά όμως πρέπει να σας πω ότι είναι μία διαδικασία για την οποία, όπως γνωρίζετε πολύ καλά, τελικά τοποθετείται το Συμβούλιο της ΕΕ, το οποίο έχει και την αρμοδιότητα για τη λήψη αποφάσεων στα θέματα αυτά.
Ως προς την ενταξιακή διαδικασία, γενικότερα, πρέπει να σας πω ότι η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που πρωτοστατούν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση της ευρωπαϊκής προοπτικής όλων αυτών των χωρών. Αυτό το κάνουμε γιατί εντάσσεται στη στρατηγική επιλογή μας να δημιουργήσουμε στα σύνορά μας μία περιοχή ειρήνης, ασφάλειας, σταθερότητας, προόδου και ανάπτυξης.

Μέσα από τη διαδικασία αυτή να δημιουργήσουμε ευκαιρίες ώστε να βελτιωθεί το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών των χωρών αυτών και να έρθουν πιο κοντά στην Ευρώπη, να υιοθετήσουν τα ευρωπαϊκά δεδομένα, τα ευρωπαϊκά πρότυπα και ουσιαστικά με αυτόν τον τρόπο να ολοκληρώσουμε την ευρωπαϊκή παρουσία στη γειτονιά μας. Είναι μία πολύ σημαντική διαδικασία, μία διαδικασία που την αντιμετωπίζουμε ως βήμα ειρήνης και σταθερότητας –το ξαναλέω αυτό και το τονίζω– για την οποία και η Ελλάδα εργάζεται πάρα πολύ εντατικά.

Όπως θα γνωρίζετε είναι στις βασικές προτεραιότητες της επικείμενης Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Ελλάδα, το πρώτο εξάμηνο του 2014, η «Ατζέντα 2014» που στόχο έχει, ακριβώς, να δώσει δυναμική και να στρέψει το βλέμμα της Ευρώπης ξανά στην περιοχή μας, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν σήμερα λόγω της συγκυρίας, της οικονομικής κρίσης, διότι ακριβώς θέλουμε να δούμε να γίνονται βήματα προς τα εμπρός. Να μπορέσουμε να αφήσουμε τη λογική του βαλκανικού παρελθόντος της περιοχής μας και να οικοδομήσουμε την Ευρώπη του μέλλοντος, όλοι μαζί, κάνοντας τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, εκπληρώνοντας τα απαραίτητα κριτήρια τα οποία είναι πρώτα απ’ όλα προς το συμφέρον αυτών, των ενδιαφερόμενων χωρών. Αυτά ως μία γενική τοποθέτηση και στη συνέχεια μπορούμε να συνεχίσουμε τη συζήτησή μας.

Δ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Χθες, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, ο κύριος Davutoglu σε μία συνάντηση που είχε με δημοσιογράφους είπε ότι δεν μπορεί να ανακηρυχτεί ΑΟΖ από την Ελλάδα όσο είναι σε εκκρεμότητα οι διερευνητικές συνομιλίες και πριν καθοριστεί το εύρος των χωρικών υδάτων και της υφαλοκρηπίδας. Πώς βλέπει η Ελληνική Κυβέρνηση αυτήν την τοποθέτηση;

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Ξεκινώντας να πω ότι δε γνωρίζω τι ακριβώς έχει πει ο κύριος Davutoglu οπότε δεν μπορώ και να σχολιάσω. Μπορώ όμως να σας πω ποιες είναι οι θέσεις της Ελλάδας για μία σειρά από θέματα.

Πρώτα απ’ όλα να ξεκινήσω από τις ίδιες τις συνομιλίες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε θετικό κλίμα, με βασικό αντικείμενο την προετοιμασία του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας των δύο χωρών το οποίο προγραμματίζεται να γίνει τον Ιανουάριο στην Τουρκία. Η χθεσινή συνάντηση έγινε στο πνεύμα της ενίσχυσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων και διαπιστώθηκε αμοιβαία βούληση από τις δύο χώρες να προχωρήσουμε προς τα εμπρός. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά και ο Υπουργός Εξωτερικών, ο κύριος Αβραμόπουλος, να αφήσουμε πίσω μας το παρελθόν, με σεβασμό στην ιστορία, προκειμένου να οικοδομήσουμε από κοινού ένα μέλλον ειρήνης για τους λαούς μας. Αυτό είναι κάτι που μπορούμε να πετύχουμε και θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας γι’ αυτό το σκοπό και ένα από τα βασικότερα εργαλεία είναι το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας.

Χθες συζητήθηκαν οι τομείς στους οποίους θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας προκειμένου να εντοπίσουμε σημεία στα οποία η ελληνοτουρκική συνεργασία μπορεί να φέρει αμοιβαία οφέλη για τους δύο λαούς. Ήδη υπάρχουν παραδείγματα επιτυχούς συνεργασίας και θέλουμε να γίνει αυτό ακόμα πιο εντατικά και να φέρει ακόμα καλύτερα αποτελέσματα. Γι’ αυτό το σκοπό θα υπάρξουν στο επόμενο διάστημα και επαφές σε υπηρεσιακό επίπεδο, μεταξύ των δύο πλευρών, για να γίνει μία καλή προετοιμασία.

Από εκεί και πέρα, και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν ζητήματα στις σχέσεις μας, ζητήματα τα οποία πρέπει να αντιμετωπίζονται, διότι διαφορετικά δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στην πλήρη εξομάλυνση των σχέσεων μας που είναι τελικά και ο σκοπός. Γι’ αυτό το λόγο και η ελληνική πλευρά έχει ξεκαθαρίσει τις θέσεις της κατ’ επανάληψη για όλα αυτά τα ζητήματα και ανέφερε και χθες ο Υπουργός Εξωτερικών ότι θα πρέπει να αποφεύγονται ενέργειες οι οποίες ενέχουν τον κίνδυνο ατυχήματος ή ακόμα και κρίσης και οι οποίες αναμφισβήτητα επιβαρύνουν το κλίμα στις διμερείς μας σχέσεις. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε εμπιστοσύνη.

Ως προς το θέμα της υφαλοκρηπίδας, όπως γνωρίζετε και είναι πάγια θέση της Ελλάδας, οι διερευνητικές επαφές πραγματοποιούνται με σκοπό να αναζητηθεί κοινός τόπος για την έναρξη διαπραγματεύσεων που θα επιτρέψουν την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών σε όλο το εύρος της, δηλαδή από τον Έβρο μέχρι και το Καστελόριζο. Αυτό που συζητήθηκε χθες είναι να συνεχιστεί αυτή η διαδικασία και να έχουμε μία συνάντηση των εκπροσώπων των δύο πλευρών, τις αμέσως επόμενες εβδομάδες. Η συνάντηση αυτή θα ανακοινωθεί με την προβλεπόμενη διαδικασία, όπως γίνεται πάντα. Αυτό, λοιπόν, είναι η πολύ ξεκάθαρη θέση της Ελλάδας, θέση με την οποία συνομιλούμε με την Τουρκία.

Α. BARAKAT: Μπορείτε να μας πείτε, προχθές υπήρξαν συζητήσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αίγυπτο με στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών. Μπορείτε να μας πείτε κάτι, περισσότερα για το τι έχουν συζητήσει και αν υπάρχει κάτι περισσότερο για την επίσκεψη του Προέδρου και του Υπουργού Εξωτερικών στην Αίγυπτο.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Οι ανακοινώσεις αυτές θα γίνουν φυσικά από την Προεδρία της Δημοκρατίας. Αυτό που μπορώ να τονίσω είναι ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει την Αίγυπτο ως ένα πάρα πολύ σημαντικό, πολύτιμο, στρατηγικό εταίρο στην περιοχή μας. Θεωρούμε ότι η Αίγυπτος είναι μία πολύ σημαντική χώρα της περιοχής.

Ο αιγυπτιακός λαός πήρε την τύχη του στα χέρια του, εκφράστηκε αυθεντικά και έχει ξεκινήσει το δρόμο του για τη δημιουργία μίας νέας πραγματικότητας, η οποία αναμφίβολα θα επηρεάσει και ολόκληρη την περιοχή. Η Ελλάδα θέλει να είναι δίπλα στον αιγυπτιακό λαό και στην Αιγυπτιακή Κυβέρνηση σε κάθε βήμα που θα κάνει σε αυτή τη διαδικασία. Θέλουμε να στηρίξουμε την Αίγυπτο. Όπως γνωρίζετε, έχουμε ιστορικές σχέσεις, παραδοσιακές σχέσεις, αλλά έχουμε και μία σημαντική παρουσία σήμερα με την ελληνική κοινότητα η οποία είναι πάρα πολύ δραστήρια, στο Κάιρο και την Αλεξάνδρεια, αλλά και την παρουσία ελληνικών εταιριών που δραστηριοποιούνται και οι οποίες δημιουργούν προϋποθέσεις ανάπτυξης. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την επανάσταση στην Αίγυπτο αυξήθηκε η ελληνική επενδυτική παρουσία. Αυτό είναι μία ξεκάθαρη ψήφος εμπιστοσύνης που έδωσε η Ελλάδα προς την Αίγυπτο.

Στο πλαίσιο της επίσκεψης του Προέδρου της Δημοκρατίας θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για όλο το φάσμα των ελληνο-αιγυπτιακών σχέσεων και πώς μπορούμε να προωθήσουμε ακόμα περισσότερο τη συνεργασία μας αλλά και πώς θα μπορέσουμε να προσελκύσουμε το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να έχει μία εντονότερη παρουσία, συνειδητοποιώντας ότι αυτό είναι μία επένδυση για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι η Αίγυπτος είναι σε ένα στρατηγικό σημείο στην άμεση γειτονιά της. Είναι σημαντικό όχι μόνο να πετύχει η Αίγυπτος, αλλά μαζί, ολόκληρη η περιοχή να βγει από αυτήν την περίοδο αστάθειας που βρισκόμαστε σήμερα και να προχωρήσει προς τη σταθερότητα και την ανάπτυξη.

Δ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Θα ήθελα να επανέλθω λιγάκι, απαντήσατε σε σχέση με τις διερευνητικές επαφές που γίνονται για τον προσδιορισμό της υφαλοκρηπίδας. Εγώ αυτό που ρώτησα και επανέρχομαι, ενδεχομένως δεν έγινε κατανοητή η ερώτηση. Ο κύριος Davutoglu συνέδεσε τη διαδικασία κήρυξης ΑΟΖ με τη διαδικασία οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και χωρικών υδάτων και ρωτώ αν και η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι τα ζητήματα αυτά συνδέονται.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Αυτό είναι ξεκάθαρο στο Δίκαιο της Θάλασσας, είναι απολύτως ξεκάθαρο. Μπορώ να σας επαναλάβω ότι το ζήτημα ανακήρυξης θαλασσίων ζωνών αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα του κάθε παράκτιου κράτους.

Η Ελλάδα, όπως γνωρίζετε, έχει κάνει τη στρατηγική επιλογή να προχωρήσει στην οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές της. Αυτό είναι σαφέστατο, είναι μία πολιτική που την ακολουθούμε με συνέπεια τα τελευταία χρόνια και σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν ήδη αρκετές εξελίξεις. Όπως γνωρίζετε, έχουμε υπογράψει μία συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Αλβανία, με την Ιταλία υπάρχει η συμφωνία οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας από το 1977, με τη Λιβύη και την Αίγυπτο, παρά και την κρίση, συνεχίστηκαν οι επαφές. Ο Υπουργός Εξωτερικών ο κύριος Αβραμόπουλος σε επαφές που είχε με τους ομολόγους του –και στην Αίγυπτο αλλά και στη Νέα Υόρκη– είχε την ευκαιρία ακριβώς να συζητήσει αυτό το θέμα και υπάρχει ενδιαφέρον και από τη δική τους πλευρά να προχωρήσουμε τις σχετικές διαπραγματεύσεις σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων.

Ως προς την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως γνωρίζετε, είμαστε σε συνεχή επαφή και σε συνεχή συντονισμό. Σχετικά με την Τουρκία σας ανέφερα προηγουμένως για τις διερευνητικές επαφές. Άρα νομίζω ότι το πλαίσιο είναι απολύτως ξεκάθαρο και περιγράφεται με σαφήνεια στο Δίκαιο της Θάλασσας.

Γ. ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, παρακολουθώντας λίγο χθες τις δηλώσεις και των δύο Υπουργών Εξωτερικών, η διαπίστωση είναι ότι και οι δύο χώρες μένουν σε αυτά τα οποία μέχρι σήμερα γνωρίζουμε, ακόμα και γι’ αυτό το οποίο μόλις είπατε για το Δίκαιο της Θάλασσας, εμείς το στηρίζουμε, οι Τούρκοι δεν το έχουν υπογράψει. Πώς χτίζεται έτσι η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης όταν για μία ακόμη φορά ακούσαμε στις δηλώσεις ότι όλοι εμμένουν σε αυτά τα οποία μέχρι σήμερα γνωρίζουμε; Δεν διαπιστώσαμε κάτι διαφορετικό.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Όπως σας είπα προηγουμένως είναι επιλογή και της Ελλάδας και της Τουρκίας όπως διατυπώθηκε χθες από τους Υπουργούς Εξωτερικών μετά τη συνάντησή τους, οι δύο χώρες μας να κάνουν βήματα προς τα εμπρός, να δημιουργήσουν ένα διαφορετικό κλίμα στις σχέσεις τους και να μπορέσουν να προχωρήσουν δημιουργώντας ένα περιβάλλον συνεργασίας το οποίο θα ωφελήσει όχι μόνο τις δύο χώρες, αλλά τη σταθερότητα σε ολόκληρη τη γειτονιά μας. Διότι όπως και να το κάνουμε, η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν στρατηγικό ρόλο σε αυτήν την περιοχή. Υπάρχουν, όμως, διαφορετικές θέσεις και συχνά υπάρχουν και ενέργειες οι οποίες επιβαρύνουν το κλίμα και δημιουργούν εμπόδια και μπορούν ακόμα να δημιουργήσουν και τις προϋποθέσεις ατυχήματος ή και κρίσης. Αυτά πρέπει να αποφεύγονται, πρέπει να σταματήσουν.

Συζητάμε προκειμένου πραγματικά να μπορέσουμε να γυρίσουμε σελίδα. Είναι γνωστές οι θέσεις της Ελλάδας και είναι γνωστές και οι θέσεις της Τουρκίας. Επίσης τις θέσεις αυτές τις γνωρίζουν εκατέρωθεν οι δύο πλευρές, αλλά ενημερώνουμε πάντα ως Ελλάδα και τους διεθνείς οργανισμούς, τους εταίρους μας, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Συμμαχία, προκειμένου όλοι να έχουν εικόνα. Το Διεθνές Δίκαιο είναι πάρα πολύ ξεκάθαρο ως προς την ουσία αυτών των θεμάτων. Από εκεί και πέρα κοιτάμε πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε βήματα προς τα εμπρός, αλλά πάντα κατοχυρώνοντας τα εθνικά δίκαια, τα δικαιώματά μας, τα συμφέροντα της χώρας και με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο.

Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, ήθελα να ρωτήσω το εξής, διότι εδώ ο κύριος Davutoglu είπε κάτι για το Καστελόριζο κι εγώ θέλω να σας ρωτήσω αν σε αυτές τις διερευνητικές επαφές, όπου όπως μας είπατε συζητείται η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών, περιλαμβάνεται και το Καστελόριζο, η περιοχή δηλαδή εκτός Αιγαίου, αυτή της περιοχής γύρω από το Καστελόριζο.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Σας επαναλαμβάνω ότι η θέση της Ελλάδας είναι ότι οι διερευνητικές επαφές γίνονται προκειμένου να αναζητήσουμε κοινό τόπο για την έναρξη διαπραγματεύσεων οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών σε όλο το εύρος τους, από τον Έβρο μέχρι και το Καστελόριζο.

Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα. Επομένως από την απάντησή σας βγαίνει το συμπέρασμα ότι είναι μία διαπραγμάτευση για τη διαπραγμάτευση. Αυτό είπατε.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Δεν είναι διαπραγμάτευση, είναι διερευνητικές επαφές.

Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Διερευνητικές επαφές, συζητούν για το πώς θα γίνει η διαπραγμάτευση. Αυτό. Καλά το κατάλαβα;

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Για την αναζήτηση κοινού τόπου προκειμένου να γίνουν διαπραγματεύσεις οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών σε όλο το εύρος της από τον Έβρο μέχρι το Καστελόριζο.

Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σε ό,τι αφορά την δήλωση του κυρίου Αβραμόπουλου, την εκδήλωση δηλαδή για πολλοστή φορά της ελληνικής αλληλεγγύης προς την Τουρκία στο θέμα της Συρίας, διερωτώμαι, εξυπηρετεί αυτή η αλληλεγγύη κάποιο ελληνικό εθνικό συμφέρον; Σας θυμίζω ότι η Συρία είναι ένας παραδοσιακός φίλος της Ελλάδος, ειδικά το καθεστώς Assad που έχει υπογράψει και συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Σας θυμίζω επίσης ότι υπάρχει μία χριστιανική κοινότητα που υποστηρίζει το καθεστώς Assad και φοβάται την έλευση ενός άλλου και σας θυμίζω επίσης ότι υπάρχει μία ξένη επέμβαση, κοινός τόπος στις ξένες εφημερίδες, από την Τουρκία, τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ. Για ποιο λόγο η Ελλάδα υιοθετεί λοιπόν μία τέτοια άποψη υπέρ της Τουρκίας, τη στιγμή που απειλείται και η ίδια από την Τουρκία και έχει υπό κατάληψη τη μισή Κύπρο; Λίγο…, έχω μπερδευτεί.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Η Ελλάδα, ο ελληνικός λαός έχει παραδοσιακές σχέσεις με το συριακό λαό όπως είπατε.

Αυτή τη στιγμή υπάρχει μία πραγματικότητα, η πραγματικότητα είναι ότι το καθεστώς Assad επέλεξε τη βίαιη καταστολή ειρηνικών διαδηλώσεων και επιτέθηκε εναντίον του συριακού λαού. Η κατάσταση στη Συρία έχει επιδεινωθεί πάρα πολύ, με ένα ανυπολόγιστο κόστος σε ανθρώπινες ζωές για τον άμαχο πληθυσμό και αυτό πρέπει να σταματήσει άμεσα. Οπότε το να αναζητούμε τρόπους να σχετικοποιήσουμε την τραγωδία που είναι σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή στη Συρία δε νομίζω ότι εξυπηρετεί κανέναν.

Η Ελλάδα έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα για την κατάσταση στη Συρία και έχει πει ότι πρέπει να αναζητήσουμε μία πολιτική λύση και τίποτα άλλο. Πιστεύουμε ότι μόνο με πολιτικές διαδικασίες μπορεί να δοθεί βιώσιμη λύση στη συριακή κρίση και αυτό σημαίνει διάλογο μεταξύ των αντιμαχόμενων παρατάξεων, προκειμένου να μπορέσει ο συριακός λαός να εκφραστεί αυθεντικά και να αποφασίσει ο ίδιος για το μέλλον του, με σεβασμό στην κυριαρχία της Συρίας και τη λαϊκή βούληση. Αυτή είναι η θέση της Ελλάδας, αυτή έχουμε διατυπώσει σε όλα τα fora, στα οποία συμμετέχουμε.

Ως προς το συγκεκριμένο περιστατικό, στο οποίο αναφερθήκατε, πραγματοποιήθηκαν βολές με όλμους σε τουρκικό έδαφος και η Ατλαντική Συμμαχία, στην οποία η Ελλάδα είναι μέλος, εξέφρασε την αλληλεγγύη της προς την Τουρκία, που δέχθηκε αυτή την επίθεση και ταυτόχρονα ζήτησε να σταματήσουν άμεσα αυτές οι εχθρικές ενέργειες. Αυτό το αναγνώρισε και το συριακό καθεστώς με σχετική επιστολή που απέστειλε στα Ηνωμένα Έθνη. Ταυτόχρονα η Ελλάδα είπε από την πρώτη στιγμή, ήμασταν εδώ στην ενημέρωση των συντακτών την περασμένη εβδομάδα, ότι πρέπει να στοχεύσουμε σε αποκλιμάκωση, ότι ο κίνδυνος διάχυσης της κρίσης είναι πραγματικός και μεγάλος και γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου να προχωρήσει μία πολιτική διαδικασία.

Α. ΒΟΥΔΟΥΡΗ: Επειδή αναφερθήκαμε στη Συρία, χθες η ελληνική πλευρά, τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και ο Υπουργός Εξωτερικών έθεσαν το θέμα της λαθρομετανάστευσης υπό τη σκιά και του προσφυγικού βάρους που δέχεται πλέον η Τουρκία. Δεν ακούσαμε, τουλάχιστον δημόσια, τον κύριο Davutoglu να απαντάει κάτι σε αυτό. Είχαμε κάποια εξέλιξη;

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Το θέμα της παράνομης μετανάστευσης είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για την Ελλάδα, διότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μέρος του χώρου Schengen, δέχεται δυσανάλογα μεγάλες πιέσεις από αυτήν την κατάσταση σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κίνητρο αυτής της παράνομης μετανάστευσης δεν είναι αυτοί οι άνθρωποι να καταλήξουν στην Ελλάδα, προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη. Είναι πρώτα από όλα ένα ζήτημα το οποίο θίγει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε, έχει πάρα πολύ ευαίσθητη ανθρώπινη διάσταση. Από εκεί και πέρα είναι ένα ζήτημα, στο οποίο εμπλέκονται κυκλώματα τα οποία εκμεταλλεύονται ανθρώπινες ψυχές και αυτούς πρέπει να τους οδηγήσουμε στη δικαιοσύνη, βάζοντας ένα τέλος σε αυτήν την κατάσταση.

Ως προς τα συγκεκριμένα εργαλεία που χρησιμοποιούμε για να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα: Πρώτα από όλα συζητάμε με τους ευρωπαίους εταίρους μας, προκειμένου να καταστήσουμε σαφές και πλέον έχει γίνει αντιληπτό από όλους, ότι αυτό είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα. Συνεργαζόμαστε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχουμε συνεργασία σε οικονομικά και τεχνικά ζητήματα, έχουμε παρουσία της Frontex στην Ελλάδα, μία ισχυρή παρουσία η οποία συνδράμει τις ελληνικές δυνάμεις, έχουμε πάρα πολλές πρωτοβουλίες που λαμβάνονται σε επίπεδο εσωτερικής νομοθεσίας, διαδικασιών και θεσμών, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις που δημιουργούνται από την παρουσία στη χώρα μας τόσο μεγάλων αριθμών παράνομων μεταναστών. Φυσικά –και είναι κρίσιμης σημασίας αυτό– χρειάζεται συνεργασία με τις γειτονικές χώρες, χρειάζεται συνεργασία πρώτα από όλα με την Τουρκία, με την οποία έχουμε μία συμφωνία επανεισδοχής από το 2002, η οποία δεν εφαρμόζεται όπως θα θέλαμε να τη δούμε να εφαρμόζεται, δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος.

Έχουμε διαπιστώσει ότι από την τουρκική πλευρά υπάρχει πλέον μία καλύτερη συνεργασία σε τεχνικό επίπεδο, γίνονται συναντήσεις των αρμοδίων Επιτροπών, υπάρχουν επαφές μεταξύ των δυνάμεων, που είναι επιφορτισμένες με τη φύλαξη των συνόρων από τις δύο πλευρές, όμως χρειάζεται να γίνουν πολύ περισσότερα και γι’ αυτό ήταν τόσο ψηλά στην ατζέντα αυτό το θέμα στις επαφές που είχαμε με τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας. Και θα συνεχίσουμε να έχουμε αυτές τις επαφές, διότι και η Τουρκία τελικά πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, είναι μέρος σε όλη αυτή την κατάσταση, είναι ένας βασικός κρίκος σε αυτή την αλυσίδα και πρέπει να έχουμε καλύτερη συνεργασία, προκειμένου να κλείσουμε τους δρόμους που χρησιμοποιούν οι λαθρέμποροι και να βάλουμε ένα τέλος σε αυτήν την κατάσταση.

Ταυτόχρονα –και δεν πρέπει επίσης αυτό να το ξεχνάμε– είναι πολύ σημαντικό να έχουμε καλύτερη συνεργασία με τις τρίτες χώρες, τις χώρες προέλευσης, διότι και εκεί χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση να μιλήσει με μία φωνή και γίνονται προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερες, διότι όσο υπάρχει αυτή η σταθερή ροή παράνομων μεταναστών προς τη χώρα μας, αυτό το πρόβλημα δε θα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μέτρα φύλαξης στα σύνορα της Ελλάδας, πρέπει να αντιμετωπιστεί στην πηγή του. Άρα χρειάζονται συμφωνίες επανεισδοχής, οι οποίες θα εφαρμόζονται.

Σε επίπεδο Τουρκίας, για να επιστρέψω, υπάρχει ήδη ένα κείμενο συμφωνίας επανεισδοχής, στο οποίο έχει συμφωνήσει η Τουρκία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το οποίο ακόμα δεν έχει κυρώσει και δεν έχει εφαρμοστεί. Αυτό το κείμενο είναι σημαντικό να προχωρήσει, είναι σημαντικό αυτή η εκκρεμότητα να κλείσει και να ξεκινήσει να εφαρμόζεται. Εν τω μεταξύ όμως πρέπει να πετύχουμε καλύτερη εφαρμογή, γιατί δεν είναι επαρκής η εφαρμογή που έχουμε μέχρι σήμερα, του διμερούς πρωτοκόλλου επανεισδοχής που υπάρχει μεταξύ των δύο χωρών.

C. BOUATARD: Στο θέμα της Συρίας και των προσφύγων. Να ρωτήσω κάτι, ακούστηκε ο κύριος Δένδιας σε μία επίσκεψη στην Αμυγδαλέζα από την κάμερα του Alpha να λέει ότι, ήταν χαλαρός, οπότε δεν αποκλείεται να είναι γκάφα, προσπαθούμε να το τσεκάρουμε, να πει ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να δεχθεί 30.000 πρόσφυγες Σύριους. Αυτό ακούστηκε από συνάδελφο, δηλαδή είμαστε σίγουροι. Προσπαθούμε να το τσεκάρουμε με το Υπουργείο. Από τη δική σας πλευρά, από το Υπουργείο Εξωτερικών, γιατί μιλούσαμε για Σύριους πρόσφυγες, που δεν είναι ακριβώς το θέμα της παράνομης μετανάστευσης, υπάρχουν κάποια σχέδια, κάποια συνεννόηση για Ευρώπη, για ένα πρώτο, αν έρχεται, κύμα, ένα πρώτο σχέδιο φιλοξενίας, προσωρινής, εδώ στην Ελλάδα;

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Πρώτα από όλα, δε γνωρίζω αυτήν τη δήλωση στην οποία αναφέρεστε, οπότε δεν θα σχολιάσω;

C. BOUATARD: Βάσει αυτής που κι σε εμάς μας φάνηκε λίγο...

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Ως προς την ουσία του θέματος τώρα. Αυτήν τη στιγμή έχουμε μία πάρα πολύ δύσκολη κατάσταση, η οποία συνεχώς επιδεινώνεται στη Συρία, έχουμε μία συνεχή ροή προσφύγων προς τις γειτονικές χώρες. Αυτό έχει επιπτώσεις πρώτα από όλα στις ίδιες τις χώρες που δέχονται τους πρόσφυγες και μπορεί συνήθως να ακούγεται πιο πολύ η Τουρκία, αλλά στην πραγματικότητα το ζήτημα για την Ιορδανία και το Λίβανο είναι πολύ μεγαλύτερο και το Ιράκ έχει δεχθεί χιλιάδες πρόσφυγες, αλλά για την Ιορδανία και το Λίβανο αυτό το ζήτημα είναι φλέγον.

Γι’ αυτόν το λόγο, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό που συζητάμε είναι να στηριχθούν, αλλά να στηριχθούν πραγματικά με μέσα, με κονδύλια, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν αυτό το τεράστιο βάρος, οι γειτονικές χώρες της Συρίας. Αυτή είναι και η πρώτη ενέργεια που πρέπει να γίνει, η πρώτη προτεραιότητα, διότι η πραγματικότητα λέει ότι κατά κανόνα σε τέτοιες περιπτώσεις κρίσεων το μεγαλύτερο βάρος τελικά το υπόκεινται οι γειτονικές χώρες. Άρα, εκεί πρέπει να δώσουμε την έμφαση. Από εκεί και πέρα, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, φυσικά θα υπάρχουν και κάποιες συζητήσεις για τις δυνατότητες που έχει κάθε χώρα να υποδεχθεί πρόσφυγες σε περίπτωση που αυτό καταστεί απαραίτητο. Δεν είμαστε ακόμα εκεί και νομίζω ότι πρέπει ως Ελλάδα, αλλά πολύ περισσότερο ως Ευρωπαϊκή Ένωση, να δώσουμε την έμφαση αυτήν τη στιγμή στη στήριξη των γειτονικών χωρών που την έχουν απόλυτη ανάγκη.

S. RISTOVSKA: Κύριε Εκπρόσωπε, θα ήθελα να σας ρωτήσω για την έκθεση που βγήκε χθες για τη γειτονική σας χώρα, υπάρχει μέσα αναφορά..., δηλαδή είναι η λέξη “Macedonian”. Κάποιο δικό σας σχόλιο για αυτό το θέμα και μία γενική εκτίμηση για την έκθεση, πώς την είδατε, γενικά είναι θετική, και αν θα μπορούσε η Ελλάδα να δεχθεί να υπάρχουν δύο παράλληλες διαδικασίες, δηλαδή να πάρουμε ημερομηνία για να ξεκινήσουμε ενταξιακές διαπραγματεύσεις και παράλληλα να συνεχίσουν οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ονόματος.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Πριν από οτιδήποτε άλλο, θέλω να σας θυμίσω, ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη διαδικασία στην οποία προβλέπεται: η επιτροπή κάνει αυτήν την αξιολόγηση, αυτήν την έκθεση προόδου κάθε χρόνο και εν συνεχεία το Συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις. Το Συμβούλιο έχει την αρμοδιότητα, τα κράτη-μέλη δηλαδή, και το Συμβούλιο τα τελευταία τρία χρόνια έχει διατυπώσει μία πολύ ξεκάθαρη θέση. Αυτή η θέση θα πρέπει να γίνει σεβαστή - είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό αυτό στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας - ότι αυτή η θέση πρέπει να γίνει σεβαστή.

Η Ελλάδα έκανε μία πολύ θετική και πολύ εποικοδομητική πρόταση και μάλιστα ενημέρωσε εταίρους, συμμάχους, συνομιλητές της διεθνώς γι’ αυτήν την πρωτοβουλία. Η ανταπόκριση που έχουμε μέχρι στιγμής είναι πάρα πολύ θετική, όλοι αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα έκανε ένα θετικό βήμα που προσπαθεί να σπάσει το αδιέξοδο, παίρνει μία σημαντική πρωτοβουλία για να κάνουμε βήματα μπροστά.

Μέχρι στιγμής δεν έχουμε κάποια επίσημη αντίδραση από την πλευρά της ηγεσίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας πέρα από μία καταγραφή σε ένα ημερολόγιο, απ’ ό,τι κατάλαβα. Αντίθετα, είχαμε χθες μία δήλωση από τον Επίτροπο Fule, που είναι ο αρμόδιος για τη διεύρυνση, ο οποίος είπε ότι η πρόταση αυτή είναι σοβαρή και ελπίζει ότι η Κυβέρνηση της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας θα ανταποκριθεί θετικά. Εμείς περιμένουμε να δούμε αυτήν την ανταπόκριση, διότι πιστεύουμε ότι μπορεί να είναι καταλύτης για να προχωρήσουμε προς τα εμπρός.

Ως προς το περιεχόμενο της έκθεσης, σχετικά με την αναφορά σας στη χρήση του όρου αυτού, πρέπει να σας πω ότι δεν είδαμε με καθόλου καλό μάτι το τρόπο με τον οποίο η ηγεσία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ουσιαστικά προσπάθησε να κάνει έναν «εκβιασμό» στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λέγοντας ότι δε θα αποδεχθεί και δε θα παραλάβει την έκθεση. Δε νομίζουμε ότι αυτή η συμπεριφορά αρμόζει σε ένα υποψήφιο για ένταξη κράτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Επίσης, έχουμε πληροφορηθεί ότι έγιναν προσπάθειες από την ηγεσία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας να υπάρχουν πολύ εκτεταμένες αναφορές σε διάφορους όρους και βλέπουμε ότι κάτι τέτοιο δε συνέβη. Προφανώς στην Επιτροπή επέλεξαν να μην ανταποκριθούν.

Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα αυτό είναι ένα ζήτημα που κατά τη γνώμη μας αναδείχθηκε τεχνητά από την Κυβέρνηση της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για να αποσπάσει την προσοχή από το περιεχόμενο, από την ουσία της έκθεσης της Επιτροπής, η οποία κάθε χρόνο διαπιστώνει κάποια σοβαρά ελλείμματα. Η αντιμετώπιση αυτών των ελλειμμάτων θα είναι πρώτα απ’ όλα προς όφελος της ίδιας της χώρας, του ίδιου του λαού της χώρας. Πιστεύουμε ότι το να βάζεις τα προβλήματα κάτω από το χαλί και να τα κρύβεις, ουσιαστικά τα διογκώνει και αύριο θα πρέπει να τα αντιμετωπίσεις μεγεθυμένα. Επειδή η γειτονιά μας έχει αντιμετωπίσει πολύ συχνά πολύ σοβαρά προβλήματα, ακριβώς γιατί έκρυψε ζητήματα που υπήρχαν, πιστεύουμε ότι αυτά πρέπει να ξεκαθαρίσουν και πρέπει να μιλάμε με ειλικρίνεια.

Η Ελλάδα κάνει τη δική της αξιολόγηση για την πρόοδο της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Δεν έχει σχέση με την αξιολόγηση που κάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ελλάδα θα τοποθετηθεί ξεκάθαρα στο Συμβούλιο του Δεκεμβρίου. Σε κάθε περίπτωση, ξαναλέω, για να είναι απολύτως σαφές, ότι οι αποφάσεις γι’ αυτά τα ζητήματα είναι αρμοδιότητα των κρατών-μελών και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι αποφάσεις του Συμβουλίου θα πρέπει να γίνονται σεβαστές.

Οι θέσεις της Ελλάδας είναι απολύτως σαφείς και έχουν καταστεί σαφέστατες σε όλα τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε όλους τους εταίρους μας φυσικά.

Και σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε την ουσία. Η ουσία είναι ότι έχουμε την ευκαιρία αυτή τη στιγμή, με την πρόταση που έκανε η Ελλάδα, να κάνουμε ένα βήμα μπροστά. Αντί να οχυρώνεται η ηγεσία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας σε προφάσεις, πρέπει να απαντήσει επί της ουσίας. Είναι προς όφελος αυτή τη στιγμή, των δύο χωρών, να κάνουν βήματα μπροστά και η Ελλάδα έκανε για άλλη μία φορά. Πήρε την πρωτοβουλία που χρειάζεται ώστε να το πετύχουμε αυτό. Είναι μία ευκαιρία.

Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μπορώ να ζητήσω μία διευκρίνιση για αυτό; Ας υποθέσουμε ότι ανταποκρίνονται τα Σκόπια σε αυτό το βήμα μπροστά, όπως το χαρακτηρίζετε, της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό με ποια έννοια πιστεύετε ότι θα βοηθήσει στην επίλυση της διαφοράς για το όνομα;

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Η ελληνική πρωτοβουλία, όπως είπα και την περασμένη εβδομάδα, θέτει ένα πλαίσιο προκειμένου να μπορέσουμε να προχωρήσουμε. Ξεκαθαρίζει το πλαίσιο και τις βασικές παραμέτρους της λύσης, μίας λύσης που αναζητούμε εδώ και 20 σχεδόν χρόνια, βάσει αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Η διαδικασία αυτή του ΟΗΕ, αναγνωρίζουν όλοι, δεν έχει σημειώσει πρόοδο. Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα σε αυτές τις προσπάθειες, τα έχει καταθέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά μέχρι στιγμής, δεν έχει δει την ανταπόκριση που χρειάζεται.

Αναλαμβάνοντας λοιπόν αυτήν την πρωτοβουλία, η Ελλάδα δίνει μία νέα πνοή στη διαπραγματευτική διαδικασία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ελπίζουμε ότι θα ανταποκριθεί θετικά η ηγεσία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και ότι δε θα αφήσει να πάει χαμένη αυτή η ευκαιρία. Είναι στο χέρι της και είμαστε βέβαιοι ότι, εφόσον ανταποκριθεί θετικά, αυτό θα δώσει μία τελείως διαφορετική δυναμική στις διμερείς μας σχέσεις. Θα δώσει απάντηση σε όλους αυτούς που προσπαθούν να καλλιεργήσουν την εχθρότητα μεταξύ των δύο λαών και φυσικά θα δώσει μία νέα δυναμική και στην ευρωατλαντική και ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας αυτής, και το σημαντικότερο, θα μας επιτρέψει να λύσουμε το ζήτημα της ονομασίας και να αξιοποιήσουμε το τεράστιο δυναμικό που υπάρχει στην ανάπτυξη των σχέσεών μας.

Π. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ: Κύριε εκπρόσωπε, με αφορμή τη συνεχιζόμενη σινο-ιαπωνική ένταση για τα διαφιλονικούμενα νησιά, ο κεντρικός τραπεζίτης της Κίνας και άλλες τέσσερεις κρατικές τράπεζες ακύρωσαν χθες τη συμμετοχή τους στη Σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στο Τόκιο. Η Σύνοδος αυτή, στην οποία θα συμμετάσχει και Έλληνας πρώην Πρωθυπουργός, είναι κρίσιμη για τη χώρα, ειδικά αυτήν την ώρα της διαπραγμάτευσης και η κίνηση αυτή του Πεκίνου, όπως καταλαβαίνετε, δημιουργεί ανησυχίες για την έκβασή της. Θα παρακαλούσα για ένα σχόλιό σας. Ευχαριστώ.

Γ. ΔΕΛΑΒΕΚΟΥΡΑΣ: Τα ζητήματα που σχετίζονται με το δίκαιο της θάλασσας - και εμείς το γνωρίζουμε καλά - οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, είναι πάρα πολύ σύνθετα, πάρα πολύ πολύπλοκα, τεχνικά και απαιτούν διαδικασίες, διαπραγματεύσεις, οι οποίες είναι χρονοβόρες και επίπονες, προκειμένου να διευθετηθούν. Γι’ αυτό το λόγο η Ελλάδα επιθυμεί να κάνουμε βήματα μπροστά, με την επίτευξη συμφωνιών οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές μας. Διότι δεν είναι μόνο τα οικονομικά οφέλη που υπάρχουν, είναι η επίδραση που έχει η επίτευξη τέτοιων συμφωνιών για τη δημιουργία ενός κλίματος και ενός περιβάλλοντος σταθερότητας και ασφάλειας περιφερειακά, σε πολύ μεγαλύτερη ακτίνα από ό,τι αφορά τις δύο χώρες, που κάθε φορά συνομιλούν. Ελπίζουμε ότι θα υπάρξει αυτοσυγκράτηση και εκεί, αλλά ελπίζουμε ότι και εδώ, επειδή σας λέω ξανά τα γνωρίζουμε πολύ καλά αυτά τα θέματα, θα επικρατήσουν λογικές που θα μας επιτρέψουν να πετύχουμε τέτοιες συμφωνίες οι οποίες είμαι βέβαιος ότι και θα δημιουργήσουν οικονομικές, επενδυτικές και αναπτυξιακές ευκαιρίες, αλλά πολύ περισσότερο θα συμβάλλουν στην ειρήνη και τη σταθερότητα.
Ευχαριστώ πολύ.

11 Οκτωβρίου, 2012