Ενημέρωση ΥΠΕΞ Δ. Αβραμόπουλου Επιτροπής Εθν. Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων

Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι, πάντοτε, από όπου και αν έχω δεχθεί να υπηρετώ τα δημόσια πράγματα, θεωρώ ότι η ενημέρωση των Διαρκών Επιτροπών είναι εξαιρετικής σημασίας για την χάραξη συνθετικής εξωτερικής πολιτικής και ευχαριστώ κι εσάς που ανταποκριθήκατε στην πρότασή μας για αυτή την ενημέρωση.

Με ιδιαίτερη λοιπόν χαρά ξεκινάμε σήμερα την συνεργασία μας ανάμεσα στο Υπουργείο Εξωτερικών και την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων και Άμυνας. Ήδη, την περασμένη Πέμπτη, όπως γνωρίζετε, πραγματοποιήθηκε συνάντηση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων με τον αρμόδιο Υφυπουργό, κύριο Δημήτρη Κούρκουλα, που είναι πάλι κοντά μας, και απ' ό,τι είμαι σε θέση να γνωρίζω και έχω πληροφορηθεί, η συζήτηση εξελίχθηκε σε ένα ιδιαίτερα εποικοδομητικό και θετικό κλίμα. Θεωρώ και νομίζω ότι δεν θα διαφωνήσετε μαζί μου, ότι στην περίοδο αυτή που διέρχεται η χώρα μας, η Ευρώπη αλλά και όλος ο περίγυρός μας, το γεωπολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο υπάρχει η χώρα, σε επίπεδο πολιτικών αλλαγών και αναταραχών, είναι η στιγμή όλα τα κόμματα να βρούμε μία κοινή γραμμή πλεύσης για το καλό της πατρίδας, για το καλό της Ελλάδας.

Η συγκυρία είναι πράγματι δυσχερής, είναι δύσκολη. Δύσκολη από άποψη κοινωνική για τη χώρα μας, δύσκολη όμως και από άποψη διεθνών σχέσεων. Οι αλλαγές που με ταχύτατους ρυθμούς συντελούνται στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, είναι ιδιαίτερα σοβαρές και είναι νωρίς ακόμα να εκτιμήσουμε και να προβλέψουμε με ασφάλεια τις εξελίξεις αλλά και τις πραγματικές επιπτώσεις που αυτές θα έχουν στο μέλλον. Χρειάζονται μετρημένες, στοχευμένες και καλά μελετημένες κινήσεις.

Ο γεωπολιτικός χάρτης μπορεί να αλλάξει τα επόμενα χρόνια. Αυτό μας επιβάλλει να εξασφαλίσουμε, ως κράτος και ως έθνος, την εσωτερική μας ενότητα και συνοχή, που δυστυχώς κλονίζεται σήμερα στην καρδιά μιας γενικευμένης κρίσης, αλλά και να αποφασίσουμε, συνδιαμορφώνοντας πολιτικές, για την πορεία που η Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσει όχι μονάχα στην κρίση και μετά από αυτή, αλλά βλέποντας σε βάθος χρόνου και για τις επόμενες δεκαετίες.

Πολύ σύντομα θα αρχίσει τις εργασίες της μια Ειδική Επιτροπή Επιστημόνων, ακαδημαϊκών και διπλωματών, η οποία θα κληθεί μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα να ετοιμάσει και να καταθέσει μία πρόταση για την εξωτερική πολιτική της χώρας μας, η οποία μετά από τόσες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον κόσμο και στην ευρύτερη περιοχή μας, δεν μπορεί να παραμένει ίδια. Η Επιτροπή αυτή, που υπολογίζουμε στις αρχές του έτους να έχει μπει μπρος, θα βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τα πολιτικά κόμματα, τις αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές αλλά και ευρύτερα, με φορείς μέσα και έξω από την Ελλάδα, ώστε να φέρει σε πέρας την αποστολή της, το έργο της. Βέβαια, τον τελευταίο λόγο θα έχει ο Πρωθυπουργός και η Βουλή.

Η κρίση, δυστυχώς, έχει αφήσει το στίγμα της σε κάθε πτυχή της δράσης της Πολιτείας και η εξωτερική πολιτική βέβαια δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Παρά, όμως, τη δυσμενή συγκυρία, θέλω να ξεκαθαρίσω από την αρχή ότι ο σκληρός πυρήνας των ζωτικών συμφερόντων της χώρας στον τομέα της διπλωματίας, δεν έχει θιγεί. Η Ελλάδα παραμένει ένας σημαντικός και αναγνωρισμένος παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας σε ένα εξαιρετικά ρευστό γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό περιβάλλον. Αυτό είχαμε την ευκαιρία να τονίσουμε πάρα πολλές φορές στο παρελθόν και φυσικά και με την προγενέστερη ιδιότητά μου, του Υπουργού Εθνικής Αμύνης, το είχα θέσει ως προτεραιότητα έτσι ώστε να γίνει αντιληπτό ότι η κρίση δεν επηρεάζει σε τίποτα τον ρόλο που η ιστορία θα επιφυλάξει στη χώρα μας.

Παρά την κρίση, η χώρα μας εξακολουθεί να διαθέτει και τα μέσα και την αποφασιστικότητα για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις στον περίγυρό της και να διατηρήσει αλώβητη την εθνική κυριαρχία. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν έχει πληγεί σοβαρά το κύρος και η εικόνα της χώρας μας. Η Ελλάδα πρέπει να ανακτήσει, το συντομότερο δυνατόν, την αξιοπιστία της και να ανορθώσει την διεθνή της εικόνα. Αυτό αποτελεί για το Υπουργείο Εξωτερικών κορυφαία προτεραιότητα, γιατί συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση, την αναθέρμανση της οικονομίας, την ανάκτηση της εμπιστοσύνης και βέβαια την προσέλκυση επενδύσεων.

Στο Υπουργείο Εξωτερικών έχει ολοκληρωθεί μία πρώτη μελέτη για την εθνική στρατηγική, για την ανάπτυξη και προβολή της εθνικής μας εικόνας αλλά και της ταυτότητας της σύγχρονης Ελλάδος. Το Υπουργείο Εξωτερικών μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός για την ανάκτηση της εικόνας της χώρας μας. Χρειάζεται ωστόσο στήριξη, βοήθεια, συνεργασία και ένας από τους σκοπούς της σημερινής συνάντησης είναι για να στηριχθεί η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος μπροστά στους σκοπούς που έχει θέσει. Και θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι όλες και όλοι μέσα στην αίθουσα, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, έχουμε μέρισμα ευθύνης και συγχρόνως θα κριθούμε από τους ιστορικούς, όπως έχει αποδείξει η εμπειρία, για το βαθμό συμμετοχής μας στο να αποσωβηθούν οι κίνδυνοι και, το κυριότερο, να επιτευχθούν οι συγκεκριμένοι στόχοι για την ανάκαμψη της χώρας. Στόχος είναι να συντονίσουμε την στρατηγική για την αναβάθμιση της χώρας μας μέσα από ένα κεντρικό μήνυμα, το οποίο θα εξειδικεύεται κατά τομείς και κατά δραστηριότητα από τους αρμόδιους φορείς, όπως π.χ. ο τουρισμός ή και οι επενδύσεις.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η δημοσιονομική κατάσταση, το είπα και πρωτύτερα, έχει αναντίρρητα περιορίσει τις δυνατότητες που έχουμε σε σχέση με το παρελθόν. Το Υπουργείο Εξωτερικών έχει άξια, δοκιμασμένα και έμπειρα στελέχη, τα οποία υπερβάλλουν εαυτούς για να ανταποκριθούν στην αποστολή τους, παρά το γεγονός ότι η δημοσιονομική συγκυρία, η κρίση, δυστυχώς τείνουν στο να τους αποθαρρύνουν και να αποδυναμώσουν το ρόλο τους. Είμαι σε θέση να γνωρίζω, μετά από τρεις μήνες στο Υπουργείο, ότι το έμψυχο δυναμικό όλων των κλάδων, με πρώτη τη Διπλωματική Υπηρεσία είναι στην πρώτη γραμμή της συλλογικής εθνικής προσπάθειας να μπορέσει η χώρα μας να ξαναβρεί το βηματισμό, τον προσανατολισμό και, το κυριότερο, τον σημαντικό ρόλο που της ανήκει.

Πρέπει όμως να εκσυγχρονίσουμε ταυτόχρονα το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί το Υπουργείο Εξωτερικών και βέβαια να εξορθολογήσουμε τις δαπάνες του. Αυτό επιχειρούμε με την αναστολή λειτουργίας αντιπροσωπειών μας στο εξωτερικό, χωρίς βέβαια να αφήνουμε κενά, μεταφέροντας την αρμοδιότητα σε πρεσβείες μας, που βρίσκονται σε γειτονικές χώρες. Πρέπει να σας πω ότι στο παρελθόν, έχει ξανασυμβεί αυτό. Δηλαδή στην προσπάθεια να υπάρξει κάποια οικονομία εν μέσω κρίσης, προχώρησε στην αναστολή λειτουργίας, με στοχευμένο όμως τρόπο, έτσι ώστε να μη δημιουργούνται κενά παρουσίας. Μας βοηθάει το γεγονός ότι σήμερα οι εξελίξεις στον τομέα των μεταφορών οι εξελίξεις, στις νέες τεχνολογίες είναι ραγδαίες και μπορούμε να κάνουμε τέτοιες κινήσεις. Την ίδια στιγμή μελετούμε - και παρά το γεγονός ότι θα κλείσουν κάποιες από τις υπηρεσίες στο εξωτερικό - να ανοίξουμε αλλού πιο ευέλικτες, με λιγότερο αριθμό υπαλλήλων, αλλά με συγκεκριμένη αποστολή που έχει να κάνει και με αυτό που πριν από λίγο σας είπα, δηλαδή με την προώθηση επενδύσεων αλλά και το γεφύρωμα με χώρες που δυστυχώς στο παρελθόν ήταν έξω από το οπτικό πεδίο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.

Για όλα αυτά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Επιτροπή θα ενημερώνεται συχνά και κάθε άποψη ή σκέψη σας, να ξέρετε ότι θα εκτιμάται και θα αξιοποιείται πάντοτε στην προσπάθεια ό,τι κάνουμε να είναι επ' ωφελεία της εθνικής διάστασης της πολιτικής μας. Παράλληλα και επειδή υπάρχουν κάποια αχρησιμοποίητα κτήρια στο εξωτερικό, αυτά θα πουληθούν από το Δημόσιο, ώστε να εισέλθει και επιπλέον συνάλλαγμα στον εθνικό προϋπολογισμό μας.

Επιτρέψτε μου τώρα να στραφώ στα ζωτικά και καίρια ζητήματα που απασχολούν την ελληνική εξωτερική πολιτική. Ξεκινάμε από την Κύπρο. Το Κυπριακό παραμένει εξαιρετική, κορυφαία προτεραιότητα. Η οικονομική κρίση δεν θα επηρεάσει την εκεί στάση μας. Το πλαίσιο λύσης του Κυπριακού και το περιεχόμενό της, όπως γνωρίζετε, προσδιορίζονται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και από τη συμμετοχή της Κύπρου στην ΕΕ. Πιστεύω πως η Άγκυρα διέπραξε στρατηγικό σφάλμα, όταν δεν αξιοποίησε την κυπριακή Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ, για εξομάλυνση των σχέσεών της με την Κυπριακή Δημοκρατία και για ταχεία, αμοιβαία κι επωφελή επίλυση του Κυπριακού. Δυστυχώς το βαθύ κράτος είναι ισχυρό και κολλημένο στο παρελθόν. Κινούμαστε - και θέλω να το γνωρίζετε αυτό - συνεχώς σε στενό συντονισμό με την Κύπρο. Θυμίζω ότι η πρώτη επίσημη επίσκεψή μου στο εξωτερικό έγινε στην Λευκωσία, ενώ την προηγούμενη εβδομάδα είχα συνομιλίες εδώ στην Αθήνα με την ομόλογό μου, Ερατώ Μαρκουλλή.

Την επόμενη εβδομάδα, το Κυπριακό θα αποτελέσει βασικό ζήτημα στις συναντήσεις μου με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και με ομολόγους μου, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη. Θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας και τις προσπάθειες να συνεχισθεί η συμπεφωνημένη διαπραγματευτική διαδικασία, διότι, βεβαίως, άλλος δρόμος από συνομιλίες στο πλαίσιο του ΟΗΕ, δεν υπάρχει.

Αναφορικά με την Τουρκία, η Ελλάδα σταθερά πρεσβεύει τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή μας, και επιδιώκει σχέσεις συνεργασίας και καλής γειτονίας με όλους τους γείτονές της, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, στη βάση, πάντοτε, του σεβασμού των αρχών του Διεθνούς Δικαίου και της εθνικής κυριαρχίας.

Σε αυτό το πλαίσιο άλλωστε, έχουμε στηρίξει με συνέπεια την ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας, υπό την αυστηρή, βέβαια, προϋπόθεση της εκπλήρωσης των όρων και των προαπαιτούμενων που έχει θέσει με ομόφωνες αποφάσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε διμερές επίπεδο, το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας με την Τουρκία αποτελεί χρήσιμο μηχανισμό προώθησης της συνεργασίας σε σημαντικούς τομείς της αποκαλούμενης «χαμηλής πολιτικής», καίριας όμως σημασίας. Θέλω να γνωρίζετε ότι οι συναντήσεις θα συνεχισθούν και μάλιστα σύντομα θα επισκεφθεί τη χώρα μας ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, ο κύριος Davutoglu, ώστε να καθορισθούν τα θέματα που θα συζητηθούν στην επόμενη συνάντηση του Συμβουλίου Συνεργασίας, το οποίο αυτή τη φορά θα γίνει στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη.

Η πρόοδος ωστόσο, σε τομείς όπως το εμπόριο και ο τουρισμός, αν και αμοιβαία επωφελής, δεν επαρκεί για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και την πλήρη εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Οι παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου μας, οι παραβάσεις των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας και των ελληνικών χωρικών υδάτων συνεχίζονται, εξακολουθούν, ενώ και στον τομέα της λαθρομετανάστευσης χρειάζεται και πρέπει να έχουμε καλύτερη συνεργασία. Ζητούμενο είναι να παύσουν οριστικά όλες οι παραβιάσεις, οι αμφισβητήσεις ελληνικής κυριαρχίας και δικαιοδοσίας.

Να τελειώνουμε πια με συμπεριφορές που ανάγονται σε άλλες εποχές, που δεν συνάδουν με διεθνείς προβλέψεις και με διεθνείς διαδικασίες ασφαλείας, που καλλιεργούν τριβές και ένταση. Να αρθεί το casus belli, κατάλοιπο άλλων εποχών και νοοτροπιών που είναι κατάφωρα αντίθετο στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Στο πλαίσιο της επιθυμίας μας για να επιτευχθεί πρόοδος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εντάσσονται και οι προσπάθειές μας για την επίλυση της διαφοράς οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας με την Τουρκία, γι’ αυτό και οι διερευνητικές επαφές θα συνεχισθούν. Πρέπει να εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια επαφών, ώστε να καταλήξουμε στις σταθερές, βιώσιμες και επωφελείς λύσεις, με απόλυτη προάσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.

Το ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης δεν εξετάζεται μεμονωμένα, αλλά στο ευρύτερο πλαίσιο της θέσπισης και οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου και, ειδικότερα, της Διεθνούς Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. Στρατηγικός στόχος της Ελλάδος είναι η οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές της, εξέλιξη που θα συμβάλει στην εμπέδωση της σταθερότητας και της ανάπτυξης στην περιοχή μας.
Η Ελλάδα δεν απεμπολεί οποιοδήποτε κυριαρχικό της δικαίωμα και φυσικά η κήρυξη της ΑΟΖ δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση. Στο πλαίσιο αυτό, η θέσπιση ΑΟΖ στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα, το οποίο η χώρα μας είναι αποφασισμένη να ασκήσει μετά όμως από καλή προετοιμασία, στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής της.

Θέλω επίσης να τονίσω ότι η Ελλάδα παραμένει ο σθεναρός υποστηρικτής και αρωγός των δικαίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των ομογενών μας στην Τουρκία, παρακολουθώντας από κοντά όλες τις εξελίξεις που τους αφορούν. Τα τελευταία χρόνια η τουρκική πολιτική ηγεσία στο πλαίσιο των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων και της ενταξιακής της πορείας έχει προβεί σε κάποιες καταρχήν θετικές χειρονομίες έναντι ιδίως του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων για την αποκατάσταση αυθαιρεσιών και αδικιών του παρελθόντος. Μένουν ωστόσο πολλά ακόμα να γίνουν και θα ήθελα εδώ να αναφερθώ στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα επέτρεπαν και θα διευκόλυναν την επιστροφή των ομογενών μας στις εστίες τους.

Όσο για τον περίγυρό μας, τη νοτιοανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια, βασικοί άξονες της πολιτικής της Ελλάδας στη νοτιοανατολική Ευρώπη είναι η εμβάθυνση της περιφερειακής συνεργασίας, η ενδυνάμωση των σχέσεων καλής γειτονίας και βεβαίως η προώθηση της ενσωμάτωσης όλης της περιοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πολιτική αυτή αποσκοπεί στην εμπέδωση της ειρήνης, της σταθερότητας, της συμφιλίωσης και της ανάπτυξης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Κατά τη διάρκεια της ελληνικής Προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πρώτο εξάµηνο του 2014, θα εργασθούμε για να ενισχύσουμε τη διαδικασία διεύρυνσης και να δώσουμε νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή προοπτική των δυτικών Βαλκανίων, θεμελιώδη στόχο της πολιτικής μας. Πάντα θα ξέρουμε ότι η περιοχή αυτή, που ιστορικά πάντοτε είναι αναφορά κρίσεων, πληγών, οπισθοδρόμησης, εμφυλίων πολέμων, φανατισμών, μπορεί να μετατραπεί σε μία όαση, όαση φιλίας και ασφάλειας, συνεργασίας και παράδειγμα για τον τόπο αυτό. Για όλα αυτά όμως χρειάζεται πάρα πολύ δουλειά και το κυριότερο να ανακαλύψουμε στην ευρύτερη περιοχή μας συνομιλητές που θα αντιλαμβάνονται το ίδιο το μέλλον του γεωπολιτικού αυτού περιβάλλοντος.

Θέλω στο σημείο αυτό να προτείνω στον Πρόεδρο να προγραμματίσουμε μία κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων με τη συμμετοχή αυτή τη φορά και των Ελλήνων Ευρωβουλευτών, προκειμένου να συζητήσουμε όλα τα θέματα που σχετίζονται με τις εξελίξεις στην Ευρώπη και την ελληνική Προεδρία, σε συνέχεια και της ενημέρωσης που έκανε την προηγούμενη εβδομάδα στην αρμόδια Επιτροπή ο κύριος Κούρκουλας.

Αναφορικά τώρα με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Σε ό,τι αφορά τη γειτονική αυτή χώρα, η οριστική επίλυση του ζητήματος του ονόματος γνωρίζετε ότι αποτελεί ζωτικής σημασίας στόχο της εξωτερικής μας πολιτικής, είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας. Υποστηρίζουμε τη διαδικασία διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και συμμετέχουμε σε αυτή με καλή πίστη. Η Ελλάδα έχει αποδείξει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ότι έχει κάνει ολόκληρο το βήμα που της αναλογεί και να σημειώσουμε ότι δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι έναν αξιόπιστο συνομιλητή, όπως είπα πρωτύτερα, από την άλλη πλευρά, που θα αφήσει πίσω του το βαλκανικό σύνδρομο του 19ου αιώνα και αντί να χρησιμοποιεί το ζήτημα της ονομασίας για εσωτερικό πολιτικό όφελος, καλλιεργώντας τον εσωστρεφή εθνικιστικό λογισμό, επιζήμιο και για τη δική του χώρα, να συνειδητοποιήσει την αξία, τη μεγάλη πράγματι αξία, της κοινής μας πορείας στην ευρωπαϊκή οικογένεια,.

Οι σχέσεις με την Αλβανία, και αυτές είναι μέσα στις προτεραιότητές μας. Είναι γειτονική χώρα, που δίνει τη δική της μάχη για ανάπτυξη και πρόοδο και κάθε άλλο παρά καλές υπηρεσίες προσφέρουν φαινόμενα εθνικισμού, που το τελευταίο χρόνο βρίσκονται σε έξαρση. Μας ενώνει το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον και έτσι εμείς θέλουμε και οραματιζόμαστε στις σχέσεις μας με την Αλβανία. Το βάθος και η πυκνότητά τους επιβεβαιώνουν το τεράστιο δυναμικό τους. Στον οικονομικό τομέα θυμίζουμε ότι η χώρα μας παραμένει ο μεγαλύτερος και σημαντικότερος ξένος επενδυτής και παρά το γεγονός ότι διερχόμαστε δύσκολες στιγμές, λόγω της οικονομικής κρίσης, δεν έχει μειωθεί στο ελάχιστο η συμμετοχή μας, μέσω του ιδιωτικού τομέα, στην ανάπτυξη και την πρόοδο αυτής της χώρας. Οι συζητήσεις για την ενεργειακή διασύνδεση των δύο χωρών με τον αγωγό TAP προσδίδουν στις σχέσεις στρατηγική διάσταση. Στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ την επόμενη εβδομάδα, ανάμεσα στις πολλές και σημαντικές επαφές που έχουν προγραμματιστεί να κάνω, θα συναντηθώ και με τον Υπουργό Εξωτερικών της Αλβανίας.

Διαχρονικά έχουμε σταθεί αρωγοί στην προσπάθεια της γείτονος, αρχικά για την ευρωατλαντική και πλέον για την ευρωπαϊκή της ενσωμάτωση. Στις σχέσεις αυτές όμως υπάρχουν και ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπισθούν. Το θέμα της Συμφωνίας του 2009 για την οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών πρέπει να διευθετηθεί με εφαρμογή όλων εκείνων τα οποία είχαν συμφωνηθεί. Είναι βέβαια, όπως είπα και πρωτύτερα, ανησυχητική η ενίσχυση ακραίων εθνικιστικών τάσεων στην Αλβανία, οι οποίες είτε με ανιστόρητες διεκδικήσεις εις βάρος της χώρας μας, είτε ακόμη και με την άσκηση πιέσεων στην ελληνική εθνική μειονότητα, επιχειρούν να επισκιάσουν το ευρύτατο φάσμα των κοινών συμφερόντων των δύο χωρών. Εκτίμησή μας είναι ότι οι υφιστάμενες σχέσεις, αν και καλές, υπολείπονται σημαντικά των πραγματικών δυνατοτήτων.

Καθίσταται στόχος συνεπώς να επανεκκινήσουμε τις σχέσεις μας ουσιαστικά. Για το λόγο αυτό έχω προσκαλέσει τον ομόλογό μου να επισκεφθεί σύντομα την Αθήνα και σήμερα επιβεβαιώθηκε η επίσκεψή του για τη μεθεπόμενη εβδομάδα. Σημαντικός συντελεστής στην προσπάθεια αυτή είναι οπωσδήποτε η παρουσία της ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία, τα δικαιώματα της οποίας πρέπει να είναι σεβαστά. Η ευρωπαϊκή προοπτική και πορεία της Αλβανίας είναι μία πρόσθετη εγγύηση στην κατεύθυνση αυτή.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στρέφομαι τώρα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της βόρειας Αφρικής, που αναφέρθηκα και στην εισαγωγή μου. Είναι ιστορικά και γεωγραφικά χώρος προνομιακής πολιτικής και οικονομικής παρουσίας της Ελλάδας. Το πολιτικό τοπίο αλλάζει με ταχύτητα και με δραματικό τρόπο τα τελευταία δύο χρόνια σε πολλές από αυτές τις χώρες. Οι συνέπειες από την αποκαλούμενη «Αραβική Άνοιξη» γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς. Οι βασικές αρχές της προσέγγισής μας είναι πρώτον ότι η διαδικασία της πολιτικής μετάβασης στις χώρες αυτές είναι δική τους υπόθεση. Δεύτερον, οι ευαισθησίες και ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας, κάθε λαού, πρέπει να γίνονται κατανοητές και σεβαστές σε όλους εμάς που θέλουμε, και το εννοούμε όταν το λέμε, να συνδράμουμε και να βοηθήσουμε.

Η Ελλάδα είναι έτοιμη να προσφέρει στις νέες ηγεσίες που εξελέγησαν δημοκρατικά κάθε δυνατή υποστήριξη στις προσπάθειες τους. Σε αυτό το πνεύμα, όπως γνωρίζετε, επισκέφθηκα πρόσφατα την Αίγυπτο, έναν στρατηγικό εταίρο στην περιοχή, μαζί με τους συναδέλφους μου της Κύπρου, της Ιταλίας και της Μάλτας, όπου είχαμε μία πάρα πολύ ενδιαφέρουσα συνάντηση με τον Πρόεδρο Morsi.

Ωστόσο οι εξελίξεις στην περιοχή ανέδειξαν και τεράστιες προκλήσεις. Αναφέρομαι φυσικά κυρίως στη συριακή κρίση, που επηρεάζει άμεσα και την παγκόσμια ασφάλεια. Έγκαιρα καταδικάσαμε και καταδικάζουμε την ωμή, πολύνεκρη χρήση βίας του καθεστώτος κατά του συριακού λαού και ανησυχούμε ιδιαίτερα για τις πληροφορίες περί μαζικής εισροής ξένων μαχητών και βαρέως οπλισμού στις τάξεις της αντιπολίτευσης, αφού η κατάσταση δεν απέχει πλέον πολύ από τα όρια ενός ιδιαίτερα αιματηρού εμφυλίου πολέμου. Πιστεύουμε ότι το καθεστώς έχει απολέσει τη νομιμοποίηση του και ότι πρέπει να ανοίξει ο δρόμος για την υλοποίηση των δημοκρατικών προσδοκιών του συριακού λαού.

Στο σημείο αυτό, προτεραιότητά μας, και το έχουμε τονίσει ήδη αναλαμβάνοντας και πρωτοβουλίες, είναι η προστασία των χριστιανικών πληθυσμών της περιοχής, οι οποίοι δοκιμάζονται και αυτοί μαζί με τον συριακό λαό. Για το λόγο αυτό βρισκόμαστε σε συνεχή επικοινωνία με το Πατριαρχείο Αντιοχείας. Δυστυχώς η κλιμάκωση της έντασης στη Συρία ήδη επηρεάζει τις γειτονικές αυτές χώρες και απειλεί να αποσταθεροποιήσει ιδιαίτερα τον Λίβανο αλλά και την Ιορδανία εξαιτίας της αυξανόμενης ροής Σύρων προσφύγων. Υπολογίζεται ότι μονάχα το μήνα που πέρασε περίπου 100.000 πρόσφυγες διέφυγαν είτε προς την Τουρκία κυρίως είτε προς την Ιορδανία. Είναι επείγον, ως Διεθνής Κοινότητα και ιδιαίτερα ως Ευρωπαϊκή Ένωση, να στηρίξουμε αυτές τις χώρες, ώστε να μπορέσουν να διαχειρισθούν τις τεράστιες ανθρωπιστικές ανάγκες που έχουν ανακύψει.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω ότι μία σημαντική παράμετρος της πολιτικής μας στη Μέση Ανατολή είναι η εμβάθυνση των σχέσεών μας με το Ισραήλ. Είναι μία φυσιολογική όσο και καθυστερημένη, κατά τη γνώμη μου, εξέλιξη, καθώς τα συμφέροντα των δύο χωρών είναι συμπληρωματικά και η σχέση μας προσφέρει μεγάλες δυνατότητες αμοιβαίας, επωφελούς συνεργασίας.

Κάποιοι θεώρησαν πως η ανάπτυξη της συνεργασίας μας με το Ισραήλ σηματοδοτεί και αλλαγή θέσης ως προς την ειρηνευτική διαδικασία. Είναι λάθος ερμηνεία, ούτε και στρέφεται εναντίον οποιασδήποτε χώρας στην περιοχή. Ο δικός μας ρόλος είναι ξεκάθαρος, αναπτύσσουμε συνεργασίες που τίθενται στην υπηρεσία της ειρήνης και της ασφάλειας. Ποτέ η Ελλάδα τα τελευταία πενήντα χρόνια δε λειτούργησε αποσταθεροποιητικά, ούτε στο πεδίο των διμερών σχέσεων ούτε στον πυρήνα των κρίσεων που ήταν σε εξέλιξη ή είναι σε εξέλιξη. Είμαστε ένας θετικός παράγοντας και έτσι μας αναγνωρίζεται ο ρόλος από τη Διεθνή Κοινότητα. Αυτό το γνωρίζουν οι πάντες και το έχουμε ξεκαθαρίσει στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες που κάνουμε με όλες αυτές τις χώρες.

Είναι μία πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην εμπέδωση της φιλίας, της ανάπτυξης και της καλής γειτονίας στην περιοχή. Άλλωστε η θεωρία των αξόνων διμερών ή πολυμερών, που στρέφονται εναντίον άλλων χωρών, είναι ξεπερασμένη και αντιπαραγωγική γι’ αυτούς τους ίδιους που την υιοθετούν. Η ρευστότητα στην περιοχή ενισχύει την πεποίθησή μας ότι επείγει, περισσότερο από ποτέ, η επίλυση του παλαιστινιακού, στη βάση των δύο κρατών με αμοιβαία αναγνώριση. Φρονούμε ότι μόνον μέσω ουσιαστικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των εμπλεκομένων πλευρών μπορεί να επιτευχθεί ειρήνη και σταθερότητα στην περιοχή.

Αναφορικά με το Ιράν υπάρχει το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, θέμα παγκοσμίου πλέον ενδιαφέροντος με γεωστρατηγικό βάθος και σημασία. Θεωρούμε ότι θα πρέπει να αξιοποιηθούν και να εξαντληθούν όλα τα περιθώρια εξεύρεσης διπλωματικής λύσης μέσω συνεργασίας με το Ιράν, με σκοπό την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης.

Το μεγάλο ζήτημα της ενέργειας και θέλω να περάσουμε τώρα εκεί. Θέλω να σημειώσω ότι η ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο αλλάζει τον ενεργειακό χάρτη της περιοχής αλλά και της Ευρώπης, προσφέροντας δυνατότητα διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών αλλά και των οδών διέλευσης. Η εξαγωγή του φυσικού αερίου Ισραήλ και Κύπρου προς την Ευρώπη μέσω Ελλάδας θα ενισχύσει τη συνεργασία των τριών χωρών, δημιουργώντας νέες αναπτυξιακές προοπτικές και επιταχύνοντας κατά συνέπεια την έξοδο της χώρας μας από την κρίση.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η κρίση επιβάλλει να μην αφήσουμε καμία ευκαιρία αναξιοποίητη, αλλά και να δημιουργήσουμε νέες ευκαιρίες και πεδία συνεργασίας με σημαντικούς παραδοσιακούς και νέους εταίρους μας. Δεν πρέπει να αφήσουμε σε τίποτα την κρίση να μας περιορίσει στο βαλκανικό μας περίγυρο, διότι τελικά τα όσα σας είπα στην αρχή, επιβεβαιώνονται στην πράξη. Γι’ αυτό η βασική μας προτεραιότητα είναι η ανόρθωση της διεθνούς εικόνας της χώρας και θα χρειαστούμε τη συνδρομή, τις ιδέες και τη βοήθεια σας.
Όσον αφορά τώρα τις σχέσεις μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η περαιτέρω εμβάθυνση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, οι οποίες διανύουν μία από τις καλύτερες, θα έλεγα, περιόδους τους, αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα της εξωτερικής μας πολιτικής. Είναι σημαντικό ότι στην παρούσα οικονομική κρίση μοιραζόμαστε ένα κοινό, αναπτυξιακό όραμα για τη διεθνή οικονομία. Και βέβαια, εδώ μπαίνει το θέμα με την Ομογένεια, τον οικουμενικό ελληνισμό. Η καλή εικόνα της Ελλάδας πρέπει να αποκατασταθεί και στη Βόρεια Αμερική, καθώς και στον εκεί ελληνισμό, την κραταιά γέφυρα που μας ενώνει. Μοιραζόμαστε σήμερα συναισθήματα πικρίας και αποθάρρυνσης των Ελλήνων της Διασποράς για τη διεθνή εικόνα της χώρας, ίσως γι’ αυτούς που ζουν έξω από τα σύνορα της Ελλάδας οι εντυπώσεις και αυτό που νιώθουν να είναι ακόμα πιο έντονα. Θα αξιοποιήσουμε προς το σκοπό αυτόν την ερχόμενη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών για μία σειρά επαφών και στη Νέα Υόρκη και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Αμερικής. Ήδη, ο Υφυπουργός Αποδήμου Ελληνισμού, ο κύριος Τσιάρας, βρίσκεται στο Σαν Φρανσίσκο και το Λος Άντζελες.

Θα ήθελα εδώ να κάνω μία παρένθεση σχετικά με τη σχέση της ελληνικής Διασποράς με το μητροπολιτικό κέντρο. Έχουν ήδη δοθεί οδηγίες στον αρμόδιο Υφυπουργό να συντονίσει μία μεγάλη προσπάθεια μεταρρύθμισης του θεσμικού πλαισίου που διέπει το ΣΑΕ και εδώ θα χρειαστεί η συνδρομή, η εμπειρία και η γνώση. Χρειαζόμαστε ένα ισχυρό όργανο και ο ομογενειακός ελληνισμός προσφέρεται γι’ αυτό, μονάχα που το ΣΑΕ πρέπει να εξελιχθεί το συντομότερο δυνατόν σε ένα όργανο παρέμβασης στα κέντρα λήψης των αποφάσεων είτε αυτά αφορούν στην οικονομία, στην πολιτική ή οπουδήποτε αλλού. Έχουμε ακόμα αναξιοποίητο το ανθρώπινο δυναμικό μας, το δυναμικό μας στο εξωτερικό.

Και κάτι άλλο, θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι σε αυτήν τη μεταρρύθμιση θα προβλέψουμε ώστε να αποκομματικοποιήσουμε αυτό το όργανο. Δεν έχει την πολυτέλεια ο ελληνισμός της Διασποράς να διαιρείται ή να κομματιάζεται από κομματικές πολιτικές, πρέπει να αναδειχθεί σε ένα εθνικό όργανο παγκόσμιας ακτινοβολίας και παρέμβασης. Χρειαζόμαστε ένα σύγχρονο και ευέλικτο σχήμα, που θα απελευθερώσει πραγματικά τις τεράστιες δυνατότητες του οικουμενικού ελληνισμού, αντί να τον περιορίζει. Για να τα συζητήσουμε όλα αυτά, θα πρότεινα, αν δεν έχετε αντίρρηση, να πραγματοποιήσουμε μία ειδική συνεδρίαση στη Βουλή.

Με τη Ρωσία, πολιτική, οικονομική και στρατιωτική, όσο και ενεργειακή δύναμη παγκόσμιας εμβέλειας, το ειδικό βάρος της οποίας όλο και περισσότερο αυξάνει, επιδιώκουμε την αναβάθμιση των πολιτικών μας επαφών στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Σε πολλούς τομείς, όπως η οικονομική συνεργασία, το εμπόριο, οι επενδύσεις, ο τουρισμός και η ενέργεια, εκεί πραγματικά προβάλλουν τεράστιες δυνατότητες και ευκαιρίες που πρέπει να αξιοποιήσουμε προς αμοιβαίο όφελος.

Το ίδιο όμως ισχύει και για την Κίνα. Σε μία εποχή όπου έχει συντελεστεί επανάσταση τις τελευταίες δεκαετίες με την παγκοσμιοποιημένη οικονομία, πραγματικά μπορούμε να κινηθούμε ακόμα πιο δυναμικά, είναι φιλικό το περιβάλλον στην Κίνα για τους Έλληνες. Οι σχέσεις με μία χώρα του ειδικού βάρους της Κίνας έχουν στρατηγικό χαρακτήρα για την Ελλάδα, τόσο στα κρίσιμα εθνικά μας θέματα όσο και στον τομέα της διμερούς οικονομικής συνεργασίας. Άλλωστε, όπως απέδειξε η επένδυση της Cosco, η Κίνα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη γεωπολιτική θέση της χώρας μας και υπάρχουν δυνατότητες για επέκταση αυτής της συνεργασίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στον τομέα της οικονομίας και της συνολικής αναπτυξιακής προσπάθειας που κάνει σήμερα η χώρα μας, το Υπουργείο Εξωτερικών, το είπα και στην αρχή, μπορεί να συνεισφέρει ως κρίσιμος πολλαπλασιαστής. Τομείς όπως η ενίσχυση του τουρισμού, η εξωστρέφεια και η προώθηση των επενδύσεων και των εξαγωγών, βρίσκονται στην κορυφή της αποστολής και των προτεραιοτήτων μας. Το Υπουργείο Εξωτερικών βρίσκεται σε στενό συντονισμό με όλα τα συνεργαζόμενα Υπουργεία που έχουν να κάνουν με την εξωτερική έκφραση της χώρας, το Υπουργείο Τουρισμού, το Υπουργείο Ανάπτυξης, καθώς και με τους αρμόδιους φορείς στην Ελλάδα, ώστε ο τομέας αυτός, και ειδικότερα του τουρισμού να διατηρήσει το δυναμισμό του. Ταυτόχρονα, έχουν ληφθεί μέτρα ώστε να διευκολύνεται και να επιταχύνεται η διαδικασία χορήγησης θεώρησης από τα Προξενεία μας. Τα αποτελέσματα που έχουμε επιτύχει ήδη είναι εντυπωσιακά και τα νούμερα απαντούν από μόνα τους για τί πρόκειται. Εξίσου σημαντική είναι και η οικονομική διπλωματία η οποία ασκείται από το εκτενές δίκτυο Γραφείων Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων, που δραστηριοποιούνται σε όλο τον κόσμο. Κάθε ένα από αυτά αποτελεί παράθυρο ευκαιρίας για την ελληνική εξωστρέφεια.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι πολλές ακόμα οι πρωτοβουλίες για τις οποίες εργαζόμαστε εντατικά στο Υπουργείο Εξωτερικών, ώστε να δώσουμε ξανά στη χώρα μας τη θέση που της αξίζει στο διεθνές σύστημα, και ελπίζω ότι θα έχουμε την ευκαιρία πυκνά, συχνά, να τα συζητούμε, ώστε να μην είναι μονάχα μία ευκαιριακή συνάντηση, μία τέτοια συνεδρίαση, αλλά να σας δίνεται η δυνατότητα μίας ουσιαστικής συμμετοχής.

Θέλω να κλείσω, όμως, υπογραμμίζοντας ότι στις σημερινές συνθήκες εθνικής κρίσης, η εξωτερική μας πολιτική μπορεί και πρέπει, να το συνειδητοποιήσουμε αυτό, να ανοίξει δρόμους οικονομικής ανάπτυξης, να συμβάλλει στη δημιουργία περιβάλλοντος ασφάλειας και συνεργασίας στην περιοχή και, το πιο σημαντικό, να δώσει ελπίδα. Όπως είχα πει στις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ισχύς της πατρίδας μας ήταν και είναι πάντα μεγαλύτερη από το γεωγραφικό της μέγεθος ή την οικονομική της ευρωστία. Η Ελλάδα είναι πάντα πιο ανεξάρτητη και πιο ισχυρή όταν είναι επίκαιρη και σύγχρονη, όταν δεν έχει φοβίες και ανασφάλειες, όταν δεν συγχέει το εθνικό με το κομματικό συμφέρον. Με αυτό το πνεύμα θα υπηρετήσω τα καθήκοντά μου και θα επιδιώξω τη συνεργασία και τη συνεννόηση με την Επιτροπή, αλλά και το άλλο σημαντικό εργαλείο που έχουμε, το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής που, όπως θα έχετε πληροφορηθεί, θα συνεδριάσει για πρώτη φορά στις 8 Οκτωβρίου, μετά δηλαδή τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.

Με αυτά κλείνω την εισήγησή μου, σας ευχαριστώ για την προσοχή που επιδείξατε, κυρίως για το ενδιαφέρον, το πραγματικό και ειλικρινές που δείχνετε για μία εξωτερική πολιτική που θα είναι αποτελεσματική και που θα συμβάλει ουσιαστικά σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία του τόπου μας, στο να αναταθεί η διεθνής εικόνα της χώρας και να της ανατεθεί και πάλι ο σημαντικός ρόλος στο γεωπολιτικό της περιβάλλον και στον κόσμο όλο.

Σας ευχαριστώ πολύ.

18 Σεπτεμβρίου, 2012