Το Κυπριακό μετά την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας
Η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη Δημοκρατία στις 16 Αυγούστου 1960. Το Σύνταγμα του νέου Κράτους, που προβλέφθηκε από τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, χώρισε το λαό της Κύπρου σε δύο κοινότητες επί τη βάσει της εθνικής προέλευσης. Η ανεξαρτησία, η εδαφική ακεραιότητα, η ασφάλεια και η συνταγματική τάξη της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας τέθηκε υπό την εγγύηση της Ελλάδας, της Τουρκίας και του Ηνωμένου Βασιλείου (Συνθήκη Εγγυήσεως, 1960).
Πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας υπήρξε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος (1960-1977).
Εντούτοις, μέσα σε μικρό διάστημα, οι δύο κοινότητες εγκλωβίσθηκαν σε σοβαρή συνταγματική κρίση. Το Νοέμβριο 1963, ο Πρόεδρος Μακάριος πρότεινε σειρά μεταρρυθμίσεων, ώστε να διευκολυνθεί η ομαλή λειτουργία του κράτους. Η Τουρκία απέρριψε αυτές τις προτάσεις, προτού καν προλάβει να τις εξετάσει η τουρκοκυπριακή κοινότητα. Η ηγεσία της τελευταίας ευθυγραμμίσθηκε με τους αποσχιστικούς σκοπούς της Τουρκίας. Τον Δεκέμβριο 1963, ξέσπασαν ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, οι οποίες συνεχίσθηκαν το 1964, με υψηλό ανθρώπινο τίμημα και για τις δύο κοινότητες.
Μετά από τουρκικές απειλές περί εισβολής στην Κύπρο, η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έθεσε το θέμα ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών. Τον Μάρτιο του 1964, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υιοθέτησε την πρώτη από μία σειρά αποφάσεων για το Κυπριακό (186/1964), βάσει της οποίας ξεκίνησε η Αποστολή Καλών Υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και εγκαταστάθηκε Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ (UNFICYP) στη νήσο, με τη συγκατάθεση της κυπριακής κυβέρνησης.
Η Απόφαση 186/1964 επιβεβαίωσε την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και τη συνέχεια και νομιμότητα της κυβέρνησης της Κύπρου, παρά την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από αυτήν. Η Τουρκία συνέχισε να απειλεί με στρατιωτική εισβολή και τον Αύγουστο του 1964 η τουρκική αεροπορία βομβάρδισε ανηλεώς περιοχές του νησιού, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, βόμβες ναπάλμ.
Το 1968 ξεκίνησε δικοινοτικός διάλογος, ο οποίος τερματίσθηκε βίαια την 20η Ιουλίου 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε, τελικά, στην Κύπρο, υπό το πρόσχημα του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου κατά του Προέδρου Μακαρίου. Παρά την αποτυχία του πραξικοπήματος και εν μέσω διαπραγματεύσεων, που ξεκίνησαν στις 25 Ιουλίου με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Γενεύη, η Τουρκία εξαπέλυσε νέα γενική επίθεση στις 14-16 Αυγούστου 1974. Έκτοτε, παραμένουν άλυτα τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από την εισβολή και κατοχή περίπου του 37% του εδάφους της Κύπρου.
Η τουρκική εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή συνιστά κατάφωρη παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και των Συνθηκών του 1960, οι οποίες ρητά αναφέρονται και ως σκοπό τους είχαν την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα, την ασφάλεια καθώς και τη συνταγματική τάξη που εγκαθιδρύθηκε στην Κύπρο το 1960. «Δικαίωμα» στρατιωτικής επέμβασης στην Κύπρο, το οποίο επικαλείται και επιμένει να έχει εσαεί επί της Κύπρου η Τουρκία, δεν προκύπτει από κανένα διεθνές κείμενο.