Ελληνική και παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά στην Τουρκία
Προβληματισμό προκαλεί η τύχη μνημείων της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας κληρονομιάς στην Τουρκία. Η πολιτική της Τουρκίας εγείρει σοβαρά ερωτηματικά για την πρόθεση και τη δυνατότητα της γειτονικής χώρας να προστατεύσει και να συντηρήσει -με σκοπό να διατηρήσει αναλλοίωτη τη φυσιογνωμία τους- την πληθώρα των μνημείων που την κοσμούν, είτε αυτά είναι αρχαίου ελληνικού, είτε χριστιανορθοδόξου ή και άλλου χαρακτήρα. Οι υποχρεώσεις για διασφάλιση της εθνικής και παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς αποκρυσταλλώνονται σε σωρεία διεθνών συμβάσεων και αποφάσεων που έχουν υιοθετηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών.
Στο πλαίσιο αυτό, προκαλεί σοβαρή ανησυχία στη διεθνή κοινότητα, αλλά και πληθώρα ερωτηματικών ως προς τα κίνητρα και τη στόχευση, η απόφαση της τουρκικής ηγεσίας να μετατρέψει κορυφαία μνημεία του χριστιανικού πολιτισμού, ευρισκόμενα στην επικράτειά της, από μουσεία σε τεμένη και να τα αποδώσει εκ νέου στη λατρεία. Ενδεικτικό, αλλά όχι μοναδικό, παράδειγμα αποτελεί η Αγία Σοφία, σύμβολο της Ορθόδοξης οικουμενικής παράδοσης, μνημείο παγκοσμίως γνωστό για την απαράμιλλη ιστορική, πολιτιστική και αρχιτεκτονική σημασία του και ενταγμένο από το 1985 στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Με την από 10.7.2020 απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκε η από 24.11.1934 πράξη του τουρκικού Υπουργικού Συμβουλίου περί μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε μουσείο, ενώ, αυθημερόν, ακολούθησε διαπιστωτική πράξη της τουρκικής Προεδρίας μεταβιβάζουσα την εποπτεία του εμβληματικού μνημείου από το Υπουργείο Πολιτισμού στη Γενική Διεύθυνση Θρησκευμάτων (Diyanet). Η καθημερινή πλέον, από 24.7.2020, λειτουργία της επί 24ώρου βάσεως ως τεμένους και η καταγραφή πολλών περιστατικών σοβαρής φθοράς δημιουργεί σοβαρή ανησυχία για την προστασία και ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της Αγίας Σοφίας, τη συμβατότητα της νέας χρήσης με την ιδιότητά της ως μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και την απρόσκοπτη επισκεψιμότητά της ως μνημείου.
Σε μουσουλμανικά τεμένη μετατράπηκαν και άλλα βυζαντινά μνημεία, όπως οι ναοί της Αγίας Σοφίας σε Bιζύη (2007), Νίκαια (2011), Τραπεζούντα (2013) και Αίνου (2021), καθώς και η Μονή Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη (2019). Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η μετατροπή της Μονής της Χώρας, ομοίως μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO και γνωστής για τα περίφημα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες της, από μουσείο (1945) σε μουσουλμανικό τέμενος στις 21.8.2020, κατόπιν απόφασης του τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας στις 4.11.2019.
Ως τελευταία εξέλιξη, σημειώνεται η απόφαση της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO κατά τη διάρκεια της 44ης συνόδου της (Ιούλιος 2021), η οποία θέτει την Τουρκία σε καθεστώς στενότερης/εγγύτερης εποπτείας και παρακολούθησης όσον αφορά τις εργασίες στα δύο μνημεία (Αγία Σοφία και Μονή της Χώρας) ενώ, παράλληλα, οι τουρκικές αρχές υποχρεούνται στην κατάθεση σχετικής έκθεσης, κατ’ εφαρμογή συστάσεων της UNESCO.
Οι αποφάσεις και ενέργειες των τουρκικών αρχών δεν συνάδουν με τις βασικές αρχές σεβασμού που εμπεριέχονται σε όλες τις θρησκείες, περιλαμβανομένου του Ισλάμ, και τις αξίες περί προστασίας μνημείων ιδιαίτερης ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας, ενώ έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τις κατά καιρούς διακηρύξεις της Τουρκίας περί συμμαχίας των πολιτισμών ή και πρωτοβουλιών της για το διαθρησκειακό και διαπολιτισμικό διάλογο.