Ίμβρος και Τένεδος

Σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης της Λωζάννης, «τα νησιά του Αιγαίου Ίμβρος και Τένεδος, που παραμένουν υπό τουρκική κυριαρχία, θα έχουν ειδική διοικητική οργάνωση αποτελούμενη από τοπικά στοιχεία και θα παρέχουν κάθε εγγύηση για το μη μουσουλμανικό ιθαγενή πληθυσμό, στο μέτρο που αφορά την τοπική διοίκηση και την προστασία προσώπων και περιουσιών. Η διατήρηση της τάξης, θα διασφαλίζεται από αστυνομική δύναμη τα μέλη της οποίας θα προσλαμβάνονται μεταξύ του τοπικού πληθυσμού από την προαναφερθείσα τοπική διοίκηση και θα τίθενται κάτω από τις διαταγές της». Για τα δύο νησιά, είχε προβλεφθεί η θέσπιση καθεστώτος τοπικής αυτονομίας και αυτοδιοίκησης, ως παροχή εγγυήσεων στον γηγενή μη μουσουλμανικό πληθυσμό, ο οποίος εκείνη την εποχή αποτελούσε και τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων των νησιών. Ωστόσο, οι προβλέψεις του άρθρου αυτού ουδέποτε εφαρμόσθηκαν και η Τουρκία υπέχει σαφώς διεθνή ευθύνη γι' αυτό. Μάλιστα, το 1964 το τουρκικό κράτος απαγόρευσε και τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας (ως μέρος της μειονοτικής εκπαίδευσης), με αποτέλεσμα ο κύριος όγκος των μαθητών να μεταναστεύσει στην Κωνσταντινούπολη ή την Ελλάδα. Τα μέτρα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τη δραματική μείωση του πληθυσμού της ελληνικής μειονότητας στα δύο νησιά. Έτσι, από 7.500 άτομα το 1960, ο πληθυσμός και στα δύο νησιά ανέρχεται σήμερα σε 550 περίπου άτομα (μόνιμοι κάτοικοι).

Οι μειονοτικοί που συνεχίζουν να κατοικούν στην Ίμβρο και την Τένεδο βρίσκονται αντιμέτωποι με πολλά ακόμη προβλήματα, συναφή, κυρίως με την μη κτήση της τουρκικής ιθαγένειας που προκαλεί περιορισμούς στην άσκηση των περιουσιακών τους δικαιωμάτων, αλλά και με τις υφαρπαγείσες βακουφικές περιουσίες. Ειδικότερα, οι τουρκικές Αρχές δεν αναγνωρίζουν την κυριότητα των ιδρυμάτων της μειονότητας επί πολλών ακινήτων, ναών και παρεκκλησίων. Στο πλαίσιο της πολιτικής εξαναγκασμού του Ελληνισμού των δύο νησιών σε φυγή (Πρόγραμμα Διάλυσης),οι τουρκικές Αρχές προέβησαν σε σειρά ενεργειών για την περιέλευση των ακινήτων των βακουφίων στο Τουρκικό Δημόσιο (ανακήρυξη μεγάλων περιοχών ως διατηρητέων πολιτιστικών ή φυσικών μνημείων, απαλλοτρίωση, καθώς και  μη αναγνώριση παλαιών τίτλων κυριότητος). Εν συνεχεία, μέρος αυτών εκποιήθηκε σε εποίκους προερχόμενους από την ενδοχώρα. Η Κοινότητα Τενέδου (Βακούφι Κοίμησης Θεοτόκου) προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την κατοχύρωση της περιουσίας της. Στην εν προκειμένω απόφασή του (6.10.2009 “BOZCAADAKIMISISTEODOKURUMORTODOKSKILISESIVAKFIv. Turkey"), το Ε.Δ.Δ.Α. δικαίωσε το Βακούφι της Τενέδου, ζητώντας, μάλιστα, για τρία εκ των ακινήτων λατρευτικού χαρακτήρα (ναoί, νεκροταφείο), την επιστροφή τους στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους, χωρίς να προσφέρει στο τουρκικό κράτος την εναλλακτική επιλογή της αποζημίωσης.

Σημαντική καμπή για τους Έλληνες μειονοτικούς της Ίμβρου και της Τενέδου, που εξακολουθούν να διαμένουν στα νησιά, αλλά και αυτών της διασποράς, αποτέλεσε η έκθεση του Ελβετού Βουλευτή, μέλους της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, κ. Gross, έκθεση που ανέδειξε ένα ζήτημα που, για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρέμενε στη σκιά. Το Ψήφισμα, που υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια (27 Ιουνίου 2008) και συνοδεύει την έκθεση, συνδυάζει τις συστάσεις προς την Τουρκία (μέτρα που θα λύνουν τα προβλήματα του παρελθόντος, δηλαδή τα περιουσιακά, τα εκπαιδευτικά και αυτά της ανάδειξης των ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρακτηριστικών των δύο νησιών) με την προτροπή της αναζήτησης λύσεων που θα επέτρεπαν στο μέλλον την αρμονική συνύπαρξη Χριστιανών και Μουσουλμάνων στην Ίμβρο και την Τένεδο, σε συνδυασμό με τη δημιουργία συνθηκών επιστροφής των Ιμβρίων και Τενεδίων Ελλήνων της διασποράς, ανεξάρτητα αν αυτοί έχουν ή όχι την τουρκική υπηκοότητα. Η επαναλειτουργία του σχολείου στην Ίμβρο αποτελεί, σαφώς, ένα πρώτο βήμα, ωστόσο οι ειλικρινείς προθέσεις της τουρκικής πλευράς θα κριθούν από τη διασφάλιση των κατάλληλων συνθηκών (επαγγελματικών, κοινωνικών, εκπαιδευτικών, κλπ) για τη βιώσιμη συνέχιση της παρουσίας της ελληνικής κοινότητας στον τόπο καταγωγής της.

Η προστασία της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο ήταν και συνεχίζει να είναι διεθνής υποχρέωση της Τουρκίας, βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης, παρά τη συστηματική παραβίασή της.

Στη σημερινή εποχή, η αποτελεσματική προστασία των μειονοτήτων αποτελεί υποχρέωση της Τουρκίας έναντι των ίδιων των πολιτών της. Συνιστά δε και πρόβλεψη των κριτηρίων της Κοπεγχάγης, στα οποία θα πρέπει να προσαρμοσθεί η Τουρκία στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής της πορείας. Σε όλες τις ετήσιες Εκθέσεις Προόδου για την Τουρκία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει τα υπάρχοντα προβλήματα και αναμένει από την υποψήφια χώρα την αποτελεσματική διευθέτησή τους. Πιο συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην τελευταία Έκθεση Προόδου  2020για την Τουρκία επισημαίνει ότι: «Το ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης 1625 (2008) σχετικά με το δικαίωμα ιδιοκτησίας στα νησιά Gökçeada (Ίμβρος) και Bozcaada (Τένεδος), θα πρέπει να εφαρμοστεί πλήρως *».

* European Commission, Turkey 2020 Report, Section 2, Chapter 23, page 38