Μεγάλη του Γένους Σχολή - Προσφυγή στο ΕΔΑΔ

Η Μεγάλη του Γένους Σχολή απέκτησε, δια δωρεάς, τμήμα ακινήτου (1952) και ένα άλλο τμήμα του με αγορά (1958).

Το 1992, το Δημόσιο Ταμείο (Hazine) ζήτησε την ακύρωση του τίτλου ιδιοκτησίας της Μεγάλης του Γένους Σχολής και την εγγραφή του ακινήτου επ’ ονόματι των πρώην ιδιοκτητών του. Ο, εντός Τουρκίας, δικαστικός αγώνας έληξε, σε ανώτατο βαθμό, το 1996 και δικαίωσε το τουρκικό Δημόσιο Ταμείο. Κύριο επιχείρημα της τουρκικής πλευράς ήταν ότι, βάσει αποφάσεως του Τουρκικού Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (1974), τα μειονοτικά ιδρύματα δεν μπορούσαν να αποκτούν ακίνητα ή να δέχονται δωρεές, μόνον εάν τούτο ρητώς προβλεπόταν στο «δηλωτικό έγγραφο» του 1936, το οποίο αυτά υποχρεώθηκαν να υποβάλουν, βάσει του Ν. 2762/1935. Το έγγραφο αυτό θεωρήθηκε από τις τουρκικές αρχές ως καταστατικό.

Το Νοέμβριο του 1996, η Μεγάλη του Γένους Σχολή προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Ε.Δ.Α.Δ.). Το Δικαστήριο αποφάσισε επί του παραδεκτού στις 8 Ιουλίου 2004. Στις 20 Σεπτεμβρίου 2005, πραγματοποιήθηκε ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου.

Στις 9 Ιανουαρίου 2007, το ΕΔΑΔ εξέδωσε απόφαση επί της ουσίας (δελτίο τύπου), με την οποία καταδίκασε την Τουρκία για παραβίαση του άρθρου 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου 1 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα απολαύσεως ιδιοκτησίας) την καλούσε δε, εντός τριών μηνών από την τελεσιδικία της απόφασης, είτε να επιστρέψει το ακίνητο στους νόμιμους ιδιοκτήτες του, είτε να καταβάλει αποζημίωση 890.000 ευρώ και 20.000 ευρώ για δικαστικά έξοδα. Η Τουρκία επέλεξε τελικά την πληρωμή αποζημίωσης.

Με την ιστορική, ως πρώτη του είδους, απόφαση αυτή, η οποία ελήφθη πριν από την υιοθέτηση του νέου τουρκικού βακουφικού νόμου, καταδικάστηκε η επί δεκαετίες τουρκική πρακτική, και η συναφής δικαστική απόφαση του 1974, βάσει των οποίων δεν επέτρεπαν στα ομογενειακά ιδρύματα να είναι κύριοι ακινήτων αποκτηθέντων μετά το 1936.