Οικουμενικό Πατριαρχείο

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι το πρώτο τη τάξει μεταξύ των πρεσβυγενών πατριαρχείων. Το πρωτείο του Οικουμενικού Πατριάρχη, πνευματικού ηγέτη των απανταχού Ορθοδόξων και η διεθνής θρησκευτική αποστολή του καθορίσθηκαν με αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων. Ως κατ’ εξοχήν θρησκευτικό ζήτημα, το καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν αποτέλεσε αντικείμενο πρόνοιας της Συνθήκης της Λωζάννης. Στα πρακτικά αυτής (ενυπόγραφο procès-verbal της 10ης Ιανουαρίου 1923), ωστόσο, αναγνωρίζεται έμμεσα η οικουμενική θρησκευτική αποστολή του Πατριαρχείου. Σημειώνεται, συναφώς, ότι, κατά τις διαπραγματεύσεις της Λωζάννης, η Τουρκία ζήτησε πιεστικά την απομάκρυνση του Πατριαρχείου από την επικράτειά της για να συναντήσει, όμως, τη σθεναρή αντίδραση του Ελευθερίου Βενιζέλου και των άλλων αντιπροσωπειών.

Ήδη, από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης το 1923, η Τουρκία αποδύθηκε, ανεπιτυχώς, σε αγώνα για την αποδυνάμωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θεωρώντας το ως κίνδυνο που έπρεπε να εξαλειφθεί. Περιόρισε την εκλογή του Πατριάρχη μεταξύ των κληρικών που έχουν την τουρκική ιθαγένεια και ασκούν εκκλησιαστικά καθήκοντα εντός Τουρκίας. Δήμευσε ναούς και ακίνητα που το τελευταίο απέκτησε από δωρεές. Προσπάθησε να το υποκαταστήσει, δημιουργώντας μία ελεγχόμενη, από το κράτος, οντότητα, το «Τουρκορθόδοξο Πατριαρχείο». Tο μόρφωμα αυτό, παρά την υποστήριξη των Τουρκικών Αρχών, παρέμεινε χωρίς «ποίμνιο», αν και στέρησε από την ομογενειακή Κοινότητα Γαλατά, τέσσερεις ναούς. Οι εσωτερικές εξελίξεις στην Τουρκία καταδεικνύουν ότι το μόρφωμα αυτό αναπτύχθηκε ως καρκίνωμα και για την ίδια την τουρκική κοινωνία, με αποχρώσες ενδείξεις για εμπλοκή του σε παρακρατικές, ακραίες εθνικιστικές, οργανώσεις.

Εντούτοις, οι πρωτοφανείς και αδικαιολόγητες, για μία ευνομούμενη πολιτεία, διώξεις κατά της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, που κορυφώθηκαν με τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 1955 και τις μαζικές απελάσεις Ελλήνων πολιτών το 1964, σε συνδυασμό με τα μέτρα κατά του Πατριαρχείου και την απαγόρευση της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης (1971), δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα στο Πατριαρχείο. Δεν κατόρθωσαν να μειώσουν, όμως, ούτε τη θέση του ως Μητέρα Εκκλησία 300 εκατομμυρίων πιστών ούτε και την ακτινοβολία του, σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως αυτή προκύπτει από την πολυσχιδή δραστηριότητα της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητας του Οικουμενικού Πατριάρχη, επί πολλών θεμάτων, από την προστασία του περιβάλλοντος ως τη διαπολιτισμική προσέγγιση και το διάλογο μεταξύ των θρησκειών.