Δυτικά Βαλκάνια
Η Ελλάδα, ως παλαιό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1981), του ΝΑΤΟ (1952) και άλλων ευρωπαϊκών και περιφερειακών θεσμών και fora, επιδιώκει την εμπέδωση της σταθερότητας και ασφάλειας και την ανάπτυξη της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων, με τήρηση της αρχής των σχέσεων καλής γειτονίας και του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου. Για το σκοπό αυτό υποστηρίζει σταθερά και ενεργά ως στρατηγικό στόχο την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.
Σε αυτό το πλαίσιο διοργάνωσε, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ το 2003, τη Σύνοδο ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων στη Θεσσαλονίκη, η οποία υιοθέτησε το Θεματολόγιο της Θεσσαλονίκης (Thessaloniki Agenda), με το οποίο αναγνωρίζεται η ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής και προσδιορίζονται τρόποι για την ενίσχυσή της.
Η βαλκανική περιφερειακή πολιτική της Ελλάδας αποβλέπει στην ανάπτυξη της περιοχής μέσω της διευρυμένης διμερούς συνεργασίας, της πλήρους αξιοποίησης των υφιστάμενων περιφερειακών σχημάτων, αλλά και των μηχανισμών της ΕΕ. Σε περιφερειακό επίπεδο, σημειώνεται η συμμετοχή της Ελλάδας στη Διαδικασία Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (SEECP), αποκαλούμενη και Διαβαλκανική Συνεργασία, στο Συμβούλιο Περιφερειακής Συνεργασίας (RCC) (RCC), καθώς και στη Διαδικασία του Βερολίνου που αποτελεί πρωτοβουλία με στόχο την υποβοήθηση της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων και εγκαινιάσθηκε το καλοκαίρι του 2014. Επίσης, η Ελλάδα προωθεί διάφορα σχήματα διμερούς, τριμερούς και τετραμερούς συνεργασίας στην περιοχή, όπως η Τετραμερής Ελλάδας-Βουλγαρίας-Ρουμανίας-Σερβίας, η Τετραμερής Ελλάδας-Αλβανίας-Βόρειας Μακεδονίας-Βουλγαρίας, η Τετραμερής Ελλάδας-Βουλγαρίας-Ρουμανίας-Κροατίας, η Τριμερής Ελλάδας-Βουλγαρίας-Σερβίας και η Τριμερής Ελλάδας-Βουλγαρίας-Ρουμανίας.
Τα σχήματα αυτά στοχεύουν στην προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των χωρών, όχι μόνον σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, ασφάλειας και πολιτικής προστασίας, αλλά και σε σειρά τομέων, όπως οι μεταφορές–επικοινωνίες και η συνδεσιμότητα δικτύων και υποδομών (οδικών, σιδηροδρομικών, τηλεπικοινωνιών, ενέργειας), καθώς και η συνεργασία στην υλοποίηση δικτύου υδάτινων δρόμων στα Βαλκάνια. Από ελληνικής πλευράς, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη σταδιακή διαμόρφωση περιφερειακής αγοράς στην περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων και στις κοινές δράσεις στους τομείς της ενέργειας (αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου, διασύνδεση δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας) και των επενδύσεων, καθώς και στη διαμόρφωση πλατφόρμας τεχνολογίας για ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών.
Η Αθήνα άσκησε την εκ περιτροπής Προεδρία της Διαδικασίας Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (SEECP) από τον Ιούλιο 2021 έως τον Ιούνιο 2022. Κεντρική ιδέα της Προεδρίας της Αθήνας υπήρξε η "Strengthening SEE Synergies".
Κατά το χρονικό διάστημα 01.07.2023-30.06.2024, την Προεδρία της Διαδικασίας θα ασκούν τα Σκόπια.
Οικονομικές Σχέσεις
Η ΕΕ είναι ο κυριότερος εμπορικός εταίρος των Δυτικών Βαλκανίων (περίπου 72% των εξαγωγών των χωρών αυτών κατευθύνονται προς την ΕΕ, ενώ το 58% των εισαγωγών τους προέρχονται από την ΕΕ). Επιπλέον, άνω του 65% του συνόλου Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) προέρχεται από την ΕΕ, υπερβαίνοντας τα 10 δισ. ευρώ.
Όλες οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων βρίσκονται σε προ-ενταξιακό στάδιο εισδοχής στην ΕΕ και επομένως λαμβάνουν χρηματοδότηση στο πλαίσιο των Εργαλείων Προενταξιακής Βοήθειας IPA III (Instruments for Pre-Accession Assistance) 2021-2027, συνολικού προϋπολογισμού 14,2 δισ.ευρώ. Οι κύριοι πυλώνες χρηματοδότησης των εργαλείων προενταξιακής βοήθειας IPA III 2021-2027 είναι το κράτος δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα και η δημοκρατία, η χρηστή διακυβέρνηση, η εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, οι σχέσεις καλής γειτονίας και η στρατηγική επικοινωνία, η πράσινη ατζέντα και η βιώσιμη διασυνδεσιμότητα, ο ανταγωνισμός και η ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, και η διασυνοριακή συνεργασία.
Η Διαδικασία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (Stabilisation and Association Process - SAP) αποτελεί το ευρωπαϊκό πλαίσιο πολιτικής για τις σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Η διαδικασία αυτή προωθεί τη σταθεροποίηση και τη μετάβαση σε μια οικονομία αγοράς, την περιφερειακή συνεργασία και την προετοιμασία για την τελική ένταξη στην ΕΕ.
Η Σύνοδος Κορυφής για τα Δυτικά Βαλκάνια (Βερολίνο, 3 Νοεμβρίου 2022), σήμανε την επανεκκίνηση της διαδικασίας ένταξης των χωρών της περιοχής στην ΕΕ. Επιπλέον, οι Πρωθυπουργοί των έξι βαλκανικών χωρών υπέγραψαν τρεις σημαντικές συμφωνίες, για την αμοιβαία αναγνώριση των ταυτοτήτων, πανεπιστημιακών διπλωμάτων και επαγγελματικών προσόντων.
Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων συμμετέχουν στην πρωτοβουλία γνωστή ως «Διαδικασία του Βερολίνου» (WB6 Berlin Process), κατά την οποία συζητούνται, μεταξύ άλλων, το Οικονομικό και Επενδυτικό Σχέδιο για τα Δυτικά Βαλκάνια, η Κοινή Περιφερειακή Αγορά, οι Πράσινοι Διάδρομοι (ταχεία και αποτελεσματική οδική διασυνοριακή διέλευση αγαθών) και η Πράσινη Ατζέντα. Συναφώς, το Οικονομικό και Επενδυτικό Σχέδιο (ΟΕΣ) για τα Δυτικά Βαλκάνια, προϋπολογισμού 30 δισ. ευρώ, εστιάζει στην υλοποίηση μεγάλων έργων που σχετίζονται με την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, την συνδεσιμότητα και τις βιώσιμες μεταφορές, την καθαρή ενέργεια, τη στήριξη προς τον ιδιωτικό τομέα και την ανάπτυξη του ανθρωπίνου δυναμικού.
Στην πλέον πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής (Τίρανα, 16 Οκτωβρίου 2023), ανακοινώθηκε το νέο αναπτυξιακό πλάνο της ΕΕ για τα Δυτικά Βαλκάνια, με μακροπρόθεσμο στόχο την ομαλότερη ένταξή τους στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κα Ursula von der Leyen, έθεσε ως βασική προτεραιότητα την επίτευξη προόδου από τις χώρες WB6 ως προς α) τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου για την επιχειρηματικότητα, β) την καταπολέμηση της διαφθοράς και γ) την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος.
Σχέσεις Ελλάδας – Χωρών Δυτικών Βαλκανίων
Τα διμερή εμπορικά ισοζύγια της Ελλάδας με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων είναι διαχρονικά πλεονασματικά. Κατά το 2022, οι εμπορικές ροές ανέκαμψαν σε προ πανδημίας επίπεδα, διαμορφώνοντας το συνολικό μας πλεόνασμα με τις χώρες της περιοχής στα 2,1 δισ. ευρώ: Αλβανία +435,6 εκ. ευρώ, Δημοκρατία της Βορείου Μακεδονίας +1.088,4 εκ. ευρώ, Βοσνία και Ερζεγοβίνη +41,3 εκ. ευρώ, Κόσοβο +80,9 εκ. ευρώ, Μαυροβούνιο +285,1 εκ. ευρώ και Σερβία +159,9 εκ. ευρώ).
Η Ελλάδα αποτελεί έναν από τους βασικότερους ξένους επενδυτές στη Σερβία, την Αλβανία και την Βόρεια Μακεδονία. Η ελληνική επενδυτική παρουσία στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο και το Μαυροβούνιο είναι λιγότερο αισθητή, αν και παρουσιάζει αξιόλογη δυναμική λόγω της εγκατάστασης εκεί (ιδίως σε Κόσοβο και Μαυροβούνιο) θυγατρικών σημαντικών ελληνικών επιχειρήσεων. Το συνολικό ελληνικό επενδεδυμένο κεφάλαιο στην περιοχή εκτιμάται σε 1,55 δισ. ευρώ.