Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Βενιζέλος, απηύθυνε χαιρετισμό στην εκδήλωση που οργανώθηκε, σήμερα, στο Υπουργείο Εξωτερικών, με αφορμή τη συμπλήρωση 200 ετών από τη συμβολή του Ιωάννη Καποδίστρια στη διαμόρφωση του πολιτειακού ομοσπονδιακού συστήματος της Ελβετίας και 150 ετών από το θάνατο του Ελβετού φιλέλληνα τραπεζίτη Εϋνάρδου και την έκδοση σχετικής συλλεκτικής σειράς γραμματοσήμων από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία:
«Κύριε Πρέσβη της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, κυρίες και κύριοι, πριν από λίγο ονοματίσαμε, επισήμως, την μεγάλη αίθουσα των συνεδριάσεων του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου του Υπουργείου Εξωτερικών, του λεγόμενου Νεοκλασικού, ως Αίθουσα Ιωάννη Καποδίστρια, αποδίδοντας μία καθυστερημένη οφειλή στον άνθρωπο που ταυτίστηκε με την πρώτη μεγάλη προσπάθεια συγκρότησης ενός σύγχρονου νέου ελληνικού κράτους.
Η μοίρα τα φέρνει έτσι, ώστε ένα κτίριο, εμβληματικό, στην καρδιά της Αθήνας, που έχει περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο και ειδικότερα στο Υπουργείο των Εξωτερικών, ως δωρεά της οικογένειας του Ανδρέα Συγγρού, ενός ανθρώπου που σχετίζεται και αυτός με την οικονομική ιστορία της χώρας και ιδίως με την ιστορία του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, να φιλοξενεί τώρα, επιπλέον, τη μνήμη και την παρακαταθήκη του Ιωάννη Καποδίστρια, που ούτως ή άλλως είναι ενσωματωμένη στην ιστορία της Ελληνικής Διπλωματικής Υπηρεσίας, του Ελληνικού Κράτους, θα έλεγα, γενικότερα.
Άλλωστε, στο γραφείο του Υπουργού των Εξωτερικών φιλοξενούνται τα πορτρέτα όλων εκείνων των μεγάλων ιστορικών προσωπικοτήτων που διαμόρφωσαν, λίγο ως πολύ, την έννοια της κρατικότητας στην Ελλάδα και επηρέασαν, καθοριστικά, το στρατηγικό προσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ο Καποδίστριας και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, είναι δύο από αυτούς, μαζί με ένα από τα λίγα σωζόμενα γνήσια αντίτυπα της Χάρτας του Ρήγα Βελεστινλή.
Χαίρομαι, επίσης, γιατί σήμερα γιορτάζουμε αυτή την κοινή επέτειο που συνδέει τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον Ιωάννη Γαβριήλ Εϋνάρδο, και ευχαριστώ θερμά τη Διευθύντρια της αρμόδιας υπηρεσίας μας, της Διεύθυνσης Διεθνών Πολιτιστικών Σχέσεων, την Πρέσβη, κυρία Λούπα, που είχε την πρωτοβουλία να διοργανωθούν αυτές οι εκδηλώσεις. Την θυμάμαι από τη θητεία της στο Γενικό Προξενείο της Γενεύης. Όπως ευχαριστώ και όλους εκείνους που συνετέλεσαν στο να οργανωθεί με αρτιότητα αυτή η εκδήλωση. Πρωτίστως την Αυτού Εξοχότητα τον Πρέσβη της Ελβετικής Συνομοσπονδίας που μας τιμά με την παρουσία του.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ένα σημείο αναφοράς διαρκώς, γιατί το αίτημα να συγκροτηθεί η Ελλάδα ως σύγχρονο κράτος εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρο και επιτακτικό.
Είχα την ευκαιρία, πολύ πρόσφατα, να εκθέσω τις απόψεις μου για τον Κυβερνήτη σε μία πολύ ωραία και θαρραλέα εκδήλωση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, πριν από λίγες εβδομάδες.
Πέρσι, στις 30 Οκτωβρίου, είχαμε την ευκαιρία από κοινού με τον Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας να χαιρετίσουμε την έναρξη μίας εκδήλωσης αφιερωμένης στη συμβολή του Ιωάννη Καποδίστρια στις ελληνορωσικές σχέσεις με ένα, θα έλεγα, προκαταβολικό τρόπο, μια που η συμβολή του Καποδίστρια στην ρωσική αυτοκρατορική διπλωματική υπηρεσία προηγήθηκε της ανάληψης των καθηκόντων του ως πρώτου Κυβερνήτη του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους.
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τα Ελληνικά Ταχυδρομεία για την ευαισθησία τους και τη ταχύτητα, με την οποία ανταποκρίθηκαν στην έκδοση αυτής της σειράς γραμματοσήμων και του τομιδίου αυτού, που είναι τόσο καλαίσθητο. Το γραμματόσημο δεν είναι μόνο μέσο επικοινωνίας, είναι και επίδειξη σημαίας. Από ένα σημείο και μετά είναι και αυτό ένα από τα σύμβολα της κυριαρχίας.
Ακόμη και όταν τα ταχυδρομεία ήταν ιδιωτικά ή ακόμα και όταν τα ταχυδρομεία καθίστανται ιδιωτικά, στο πλαίσιο μιας εποχής που θέτει υπό αμφισβήτηση το κράτος, γιατί το κράτος αποπολιτικοποιείται, διεθνοποιείται και ιδιωτικοποιείται γενικά, το γραμματόσημο είναι πάντα μία δήλωση ταυτότητας κρατικής, σε κάθε περίπτωση εθνικής. Είναι ένας φορέας πολιτισμού και χαίρομαι γιατί έχουμε αυτή την πολύ ωραία και φορτισμένη συμβολικά σειρά για τον Καποδίστρια και τον Εϋνάρδο.
Θέλω, επίσης να ευχαριστήσω τον Πρέσβη της Ελβετίας και γενικότερα την Ελβετική Συνομοσπονδία γιατί τιμά και αναγνωρίζει τον Ιωάννη Καποδίστρια, ενδεχομένως περισσότερο και απ’ ότι η ίδια η Ελλάδα. Ανέφερε ο κύριος Πρέσβης, όπως φυσικά και ο κύριος Νοταράς, ο οποίος έχει στενούς εκπαιδευτικούς και προσωπικούς δεσμούς με την Ελβετία, πως ο Ιωάννης Καποδίστριας, ακριβώς επειδή συνετέλεσε στη διασφάλιση της ουδετερότητας της Ελβετίας και στη συγκρότηση της ίδιας της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και στην επεξεργασία και παραγωγή του Ελβετικού Συντάγματος που είναι ένα σημείο αναφοράς στο συγκριτικό συνταγματικό δίκαιο, τιμάται και αναγνωρίζεται στην Ελβετία. Επειδή ήδη ζων από το 1814 είχε ανακηρυχθεί επίτιμος πολίτης στο Καντόνι του Βω και του Βαλαί και της λεγόμενης τότε République de Genève, η οποία έγινε αποδεκτή στην Ελβετική Συνομοσπονδία. Αλλά τον θυμούνται οι Ελβετοί, γι’ αυτό και πριν από λίγο καιρό απεκαλύφθη η προτομή του στη πόλη της Λωζάνης σε μία τελετή, στην οποία εκπροσωπήθηκε σε υψηλότατο επίπεδο η Ρωσική Ομοσπονδία και σε ελαφρώς χαμηλότερο η Ελληνική Δημοκρατία.
Επίσης, δεν ξεχνάμε κάτι που έπρεπε να μνημονεύσουμε εμφατικά. Το κίνημα του Ελβετικού φιλελληνισμού, πέραν του Εϋνάρδου και της στενής προσωπικής σχέσης Καποδίστρια – Εϋνάρδου. Σε αυτό το κίνημα του φιλελληνισμού, που είναι μία από τις πιο δυναμικές και γνήσιες εκδοχές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, που βρίσκεται εγκατεστημένος στα ιδεολογικά και αξιακά θεμέλια της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, προηγήθηκαν, ίσως, ιστορικά οι γερμανόφωνες περιοχές της Ελβετίας, αλλά τη σκυτάλη τη πήραν δυναμικά οι γαλλόφωνες περιοχές, όπου η Ελβετική φιλελληνική παρουσία ήταν ιδιαίτερα έντονη.
Θυμόμαστε και τιμάμε τη μνήμη των Ελβετών φιλελλήνων. Ο πρώτος νεκρός της μάχης του Δραγατσανίου ήταν Ελβετός και γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά πόση σημασία έχει και σήμερα το φιλελληνικό κίνημα ως μία αξία που πρέπει να αναζωπυρωθεί στην Ευρώπη και διεθνώς.
Χαίρομαι πραγματικά γιατί ο κύριος Πρέσβης μνημόνευσε την τόσο επιτυχημένη επίσκεψη του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας στην Ελβετική Συνομοσπονδία, πριν από λίγες εβδομάδες και εμείς παρακολουθούμε με πολύ μεγάλη προσοχή και σεβασμό τις προσπάθειες της ελβετικής Προεδρίας του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, προσωπικά τις προσπάθειες του Προεδρεύοντος της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και Υπουργού Εξωτερικών, του κυρίου Didier Burkhalter, να βρεθεί μία συμφωνημένη ειρηνική λύση στην κρίση στην Ουκρανία και δια του τρόπου αυτού επικαιροποιείται αυτή η σχέση και με την Ελβετία και με τη Ρωσία και με την Ελλάδα.
Τώρα από ό,τι ακούσατε από τις τόσο όμορφες και συνοπτικές παρουσιάσεις, υπάρχουν τρία θέματα που, παραδόξως, είναι επίμονα μετά από τόσα χρόνια:
Το πρώτο ζήτημα το ανέφερα ήδη. Είναι η ανάγκη να σπάσουν τα αρνητικά στερεότυπα για την Ελλάδα της κρίσης που έχουν αμαυρώσει την εικόνα της. Να ανασυγκροτήσουμε στην πραγματικότητα ένα νέο φιλελληνικό κίνημα, ένα κίνημα ανθρώπων που στην Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο, στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, στους διεθνείς ακαδημαϊκούς κύκλους αναγνωρίζει, αντιλαμβάνεται και λέει ποια είναι η πραγματικότητα για μία Ελλάδα που υπερβαίνει την κρίση και καταλαμβάνει την ισότιμη θέση που της αξίζει στην Ευρώπη και γενικότερα, θα μου επιτρέψετε να πω, στη διεθνή αγορά.
Το δεύτερο ζήτημα, το οποίο είναι πάντοτε κορυφαίο, είναι το ζήτημα του κράτους. Γιατί σε αυτή την προσπάθεια στην πραγματικότητα έδωσε τη ζωή του ο Καποδίστριας, στη συγκρότηση ενός σύγχρονου, λειτουργικού κράτους, σύμφωνα με αντιλήψεις, θα μπορούσαμε να πούμε συνοπτικά, ευρωπαϊκές. Αυτό είναι ένα ζήτημα που διατρέχει την ελληνική ιστορία από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης μέχρι σήμερα. Ποτέ δεν έχουμε καταφέρει ως κοινωνία, ως έθνος να συμφωνήσουμε σε ένα ελάχιστο πλαίσιο κοινών παραδοχών για το πώς αντιλαμβανόμαστε το κράτος, πώς θέλουμε να λειτουργεί ένα κράτος κανονικό, στην υπηρεσία του πολίτη, της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, της ανάπτυξης, ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου, ένα δημοκρατικό κοινωνικό κράτος δικαίου που διασφαλίζει την αξιοπρέπεια των πολιτών του και τα στοιχεία της εσωτερικής και της εξωτερικής του κυριαρχίας.
Και το τρίτο, στο οποίο κατ’ εξοχήν συμπίπτουν ο Καποδίστριας και Εϋνάρδος και ο Γεώργιος Σταύρος, που ορθά τον ανέφερε ο κύριος Νοταράς, είναι το ζήτημα του χρέους και του τραπεζικού συστήματος. Η Ελλάδα γεννιέται ως ανεξάρτητο κράτος με βαρύ χρέος λόγω των δανείων της Ανεξαρτησίας. Αυτό καταδιώκει την Ελλάδα από τα πρώτα βήματά της. Κάποια στιγμή, ο Εϋνάρδος παρεμβαίνει, για να σώσει την Ελλάδα από μία πρώτη απειλή χρεοκοπίας. Το PSI δεν είχε ανακαλυφθεί τότε, ώστε να γίνει εθελοντικά με συμφωνημένο και νομικά ασφαλή τρόπο, για να μην είναι η Ελλάδα Αργεντινή, αυτό έγινε 200 χρόνια αργότερα, το κούρεμα και η αναδιάρθρωση. Το πρόβλημα υπήρχε όμως πριν από την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους. Και φυσικά η διαχείριση του χρέους σε πολύ μεγάλο βαθμό συνδέεται με τις τραπεζικές πρωτοβουλίες του Εϋνάρδου. Αναφέρθηκε ο κύριος Νοταράς στην ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας, είχε προηγηθεί η Τράπεζα του Εϋνάρδου, η λεγόμενη «προεξοφλητική».
Πάνω στο οθωμανικό και ελληνικό δημόσιο χρέος έκανε τη σταδιοδρομία του την επιχειρηματική και ο Ανδρέας Συγγρός, το κτίριο του οποίου χρησιμοποιούμε ως έδρα του Υπουργείου των Εξωτερικών.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία όλη αυτή η προσπάθεια που γίνεται και τώρα, μετά από τόσα χρόνια, πάλι το θέμα είναι να επιβεβαιώσουμε τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους, την επάνοδο στις αγορές με τους καλύτερους δυνατούς όρους και να έχουμε ένα ανακεφαλαιοποιημένο, ανασυγκροτημένο τραπεζικό σύστημα. Για να δείτε πώς ενσωματώνονται, ανακυκλώνονται και τελικώς κρίνονται όλα ανά πάσα στιγμή και πόσο μεγάλη σημασία έχει να μην κάνουμε απλώς συμβολική ή ιδεολογική χρήση της ιστορίας και μάλιστα σχολικού τύπου, με κινήσεις απλές και ενδεχομένως αθώες, αλλά να αντιλαμβανόμαστε σε βάθος τι είναι αυτό που έχει συμβεί. Δηλαδή να αντιλαμβανόμαστε τη ροή των καταστάσεων και όχι απλώς κάποια γεγονότα, τα οποία μπορεί να είναι σημαντικά, να γοητεύουν, αλλά απαιτούν μία ερμηνεία βαθύτερη που θα τοποθετεί στα συμφραζόμενά τους.
Μία συνείδηση μνήμης και ιστορίας, που δεν υπάρχει στις σύγχρονες κοινωνίες και αυτό είναι που θέτει σε κίνδυνο τη πορεία κάθε τόπου, κάθε έθνους, γιατί φυσικά εάν δεν γνωρίζεις σε βάθος την ιστορία σου, διατρέχεις πάντοτε τον κίνδυνο να ξαναζήσεις καταστάσεις, από τις οποίες θα έπρεπε να έχεις διδαχθεί και να θέλεις να τις αποφύγεις. Γιατί αυτό είναι το νόημα όλης αυτής της συζήτησης.
Χαίρομαι, λοιπόν, πάρα πολύ που έχουμε σήμερα την αίθουσα Ιωάννης Καποδίστριας, που έχουμε τη νέα σειρά γραμματοσήμων. Χαίρομαι που έχουμε το Λεύκωμα. Χαίρομαι που σας έχουμε, εδώ, σε αυτήν την τελετή και εκφράζω και πάλι τις θερμές μου ευχαριστίες σε όλους τους συντελεστές και βεβαίως για προφανείς πολιτικούς και διπλωματικούς λόγους, πρωτίστως στον κύριο Πρέσβη της Ελβετίας, που μας τιμά με τη παρουσία του και συμπράττει σε αυτόν τον Ελληνο-Ελβετικό εορτασμό.
Σας ευχαριστώ πολύ».
4 Ιουλίου, 2014