«Μακαριώτατε, θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκλησή σας εδώ στην Κύπρο, πρόσκληση που θυμίζει ότι η Ελλάδα και η Κύπρος συνέδεσαν τον εθνικοαπελευθερωτικό τους αγώνα με το πνεύμα, τη βοήθεια, τη συμπαράσταση και την αλληλεγγύη της Εκκλησίας.
Αγαπημένε μου φίλε, Υπουργέ Εξωτερικών της Κύπρου Γιαννάκη Κασουλίδη, που μαζί συγκροτούμε τις τριμερείς συνεργασίες με άλλες χώρες, που διαμορφώνουμε ένα δίκτυο ασφάλειας και σταθερότητας στη Μεσόγειο.
Αγαπητοί αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων της Κύπρου, κύριε Πρέσβη, κύριε Φωτόπουλε.
Αυτό που χρειάζεται σήμερα η χώρα η δικιά μας, που χρειάζεται η Κύπρος, που χρειαζόμαστε μαζί στην πάλη για μία δίκαιη, βιώσιμη λύση του Κυπριακού, είναι η ενότητα, είναι η δυνατότητα και η ικανότητα να σκεπτόμαστε πέρα από τη μύτη μας. Να βλέπουμε το μέλλον και να δικαιούμαστε να ονειρευόμαστε ότι είναι αυτό που ανταποκρίνεται στους πόθους των λαών μας. Με συνέπεια πρέπει να διεκδικούμε το ορθό και το δίκαιο, όχι μόνον για εμάς, αλλά και για τους άλλους. Με συνέπεια πρέπει να παλεύουμε για να αισθανθούν όλοι οι Ελληνοκύπριοι το μέγιστο δυνατόν ασφαλείς πάνω στη Μεγαλόνησο αλλά και οι Τουρκοκύπριοι και οι τρεις μικρότερες μειονότητες πάνω στην Κύπρο πρέπει επίσης να έχουν το μέγιστο των δυνατών, κάθε φορά, δικαιωμάτων.
Θυμίζω ότι η εθνεγερσία του 1821 πέτυχε, γιατί συνδέθηκε με ένα διεθνές κίνημα αλληλεγγύης. Και αυτό επιτάσσει σε εμάς, τους Υπουργούς Εξωτερικών, να φροντίζουμε να μας καταλαβαίνουν. Ο ποιητής έλεγε ότι δεν αρκεί τι λέει το στόμα, αλλά έχει μεγάλη σημασία και το τι ακούει το αυτί. Το αυτί των ξένων, αυτών με τους οποίους συνεργαζόμαστε, να έχουμε τη συμπαράσταση και την κατανόησή τους στη μάχη που δίνουμε.
Η Κύπρος έχει ανάγκη από μία βιώσιμη, και αποτελεσματικά λειτουργούσα λύση. Η Κύπρος ήταν πάντα ψηλά στη σημαία μας. Εγώ προσωπικά διηγούμαι ότι το πρώτο ξύλο που έφαγα σε διαδήλωση ήταν, πριν από πάνω από 50 χρόνια, για το Κυπριακό έξω από μία ξένη πρεσβεία. Τη δικιά μας γενιά την πολιτικοποίησε -και την πολιτικοποίησε με τρόπο συναισθηματικό- το Κυπριακό πρόβλημα. Μερικοί δεν μπορούν να αντιληφθούν αυτό το συναισθηματικό δέσιμο απέναντι στην Κύπρο. Η δικιά μας γενιά, που βρέθηκε στα στρατοδικεία και τα κρατητήρια της χούντας ένιωθε βαθύ το φόβο και την ευθύνη ότι η χούντα προετοίμαζε εγκλήματα. Και βέβαια, δεν φταίμε εμείς, όσοι βρεθήκαμε απέναντί της, για τα εγκλήματά της, αλλά πάντοτε θα νιώθουμε το χρέος μας που δεν τα καταφέραμε να τα αποτρέψουμε.
Η Κύπρος αποτελεί το συναίσθημα της εφηβείας μας, αποτελεί την πολιτικοποίησή μας, αποτελεί την αίσθηση και την ανάγκη να ζητάμε πάντα συγνώμη για τα εγκλήματα που κάνανε ορισμένοι, που έφεραν τον τίτλο του Έλληνα, αλλά δεν ήταν Έλληνες, ήταν ραγιάδες.
Επειδή πολλοί μπαίνοντας με ευχαρίστησαν, θέλω να το επαναλάβω: η στάση μας απέναντι στην Κύπρο είναι χρέος, χρέος ιστορίας, είναι χρέος αισθήματος, είναι χρέος λογικής, είναι χρέος πολιτισμού. Για μένα να βρίσκομαι στην 25η του Μάρτη και να βλέπω την παρέλαση των νέων Κυπρίων είναι συγκίνηση. Και για αυτό δεν έχω παρά να πω αυτό που δήλωσα στους δημοσιογράφους: η Κύπρος για μας είναι η συγκίνηση, είναι αγάπη, είναι μια συγνώμη και ένα χρέος. Σας ευχαριστώ».
25 Μαρτίου, 2017