- Αρχική
- Πρεσβεία της Ελλάδος στο Μπακού
- Η Ελλάδα και το Αζερμπαϊτζαν
Επικαιρότητα
Υπηρεσίες
- Επικοινωνία
Ομιλία Υφυπουργού Εξωτερικών, Κ. Φραγκογιάννη, στη Διάσκεψη “Thessaloniki Summit 2019” (Θεσσαλονίκη, 14.11.2019)
“Κυρίες και κύριοι,
Είναι τιμή και προνόμιο να συμμετέχω, μαζί με τους αξιότιμους προσκεκλημένους μας, στη συζήτηση για τις προτεραιότητες της νέας ηγεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με την Ελλάδα να έχει αλλάξει οριστικά και δυναμικά σελίδα, με μια νέα κυβέρνηση που εκφράζει αυτόν τον δυναμισμό της νέας Ελλάδας της ανάπτυξης και των επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Ένωση να εισέρχεται σε μια νέα εποχή και ένα νέο θεσμικό κύκλο της Ευρώπης των 27. Αυτή είναι μια συζήτηση που μας αφορά όλους.
Και όταν λέω όλους, δεν εννοώ μόνο τους πολιτικούς, ή τους επαγγελματίες των διεθνών σχέσεων. Εννοώ, όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, είτε είναι αγρότες στην Πελοπόννησο, εργαζόμενοι στην αυτοκινητοβιομηχανία στην Φραγκφούρτη, ή επικεφαλής μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οπουδήποτε στην Ένωση, οι οποίοι αναζητούν να μεγιστοποιήσουν τις εξαγωγές και τα κέρδη τους.
Για πολλά χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει φανεί ανεπαρκής, στα μάτια πολλών εκ των πολιτών της. Πολλοί Ευρωπαίοι, είτε ανήκουν σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, ή γεωγραφική περιοχή, είτε είναι άνεργοι στις παλιές βιομηχανικές περιοχές του Ηνωμένου Βασιλείου, εργαζόμενοι στην καρδία της Γαλλίας, ή Έλληνες νησιώτες που σηκώνουν το βάρος της μεταναστευτικής κρίσης, αισθάνονται όλο και περισσότερο αποκλεισμένοι, απροστάτευτοι, ότι έχουν μείνει πίσω, ή ακόμα χειρότερα, ότι περισσεύουν.
Πράγματι, στη διάρκεια των τελευταίων δέκα ετών οικονομικής και μεταναστευτικής κρίσης, πολλοί από τους συμπολίτες μας, αισθάνθηκαν και δικαίως, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κάνει αρκετά για να προστατεύσει τον τρόπο ζωής και το κοινωνικό τους μοντέλο.
Η παγκοσμιοποίηση έχει χτυπήσει πολλούς Ευρωπαίους πολίτες με άνισο τρόπο. Έχει αυξήσει τον ανταγωνισμό για τις επιχειρήσεις και τις εξαγωγές μας, ενώ παράλληλα έχει εκθέσει τους Ευρωπαίους εργαζόμενους σε άδικο ανταγωνισμό από χώρες που δεν τηρούν τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία του περιβάλλοντος, τα δικαιώματα των εργαζομένων, ή τις συνθήκες εργασίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κάνει αρκετά για να αντιμετωπίσει αυτό το περιβαλλοντικό και κοινωνικό ”dumping”. Και αυτό το έχουμε πληρώσει ακριβά, με τον αυξανόμενο ευρωσκεπτικισμό και το Brexit -την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση.
Η προσήλωση μας, συνεπώς, στα κρίσιμα ζητήματα που επηρεάζουν την καθημερινότητα των Ευρωπαίων πολιτών, δεν αποτελεί απλά προτεραιότητα για τη νέα ηγεσία της Ένωσης, αλλά αποτρεπτικό μέσο, προκειμένου να μην χάσουν οι πολίτες την πίστη τους στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Οφείλουμε, λοιπόν, να εργαστούμε, ώστε:
1. Να φέρουμε πίσω τις θέσεις εργασίες στις ευρωπαϊκές περιφέρειες.
2. Να επιταχύνουμε την οικονομική ανάπτυξη για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να καταπολεμήσουμε την ανεργία, ειδικά των νέων.
3. Να καταπολεμήσουμε την κλιματική αλλαγή.
4. Να αναπτύξουμε και να εφαρμόσουμε ένα αποτελεσματικό, αξιοπρεπές και ανθρώπινο σύστημα ασύλου και μετανάστευσης που θα εξασφαλίζει τον δίκαιο διαμοιρασμό για όλα τα κράτη μέλη.
5. Να ενισχύσουμε την φύλαξη των συνόρων μας, την προστασία και την προβολή των αξιών μας διεθνώς.
Το Brexit/η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση, έχει αποδείξει το κόστος του να μην κάνουμε αρκετά εγκαίρως. Αλλά, έχει επίσης ενισχύσει την αποφασιστικότητά μας, να προστατεύσουμε και να ενισχύσουμε το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Το πιο φιλόδοξο, προοδευτικό και επιτυχές εγχείρημα στην ανθρώπινη ιστορία, που έφερε την ειρήνη και την ευημερία στην ευρωπαϊκή ήπειρο για σχεδόν έναν αιώνα.
Και ναι, πολλά μένουν να γίνουν.
Είναι γεγονός, ότι η αποφασιστικότητα των Ευρωπαίων πολιτών έχει ανακόψει την πορεία των δυνάμεων του ευρωσκεπτικισμού και του λαϊκισμού. Πρέπει να αδράξουμε αυτή την ευκαιρία για να κάνουμε/επιτελέσουμε αληθινή πρόοδο. Για την ακρίβεια, αυτή είναι μια ευκαιρία που δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε.
Πιστεύω ότι η νέα Επιτροπή έχει ήδη αντιληφθεί πλήρως, τόσο τις παραπάνω προκλήσεις, όσο και την επιτακτική ανάγκη για αληθινή, ουσιαστική πρόοδο. Για να δούμε ουσιαστική διαφορά στην ζωή των ανθρώπων. Και γρήγορα.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελα να επικεντρωθώ στις προτεραιότητες που αφορούν την οικονομική διπλωματία και την ανάγκη για μεγαλύτερες συνέργειες μεταξύ των διαφόρων φορέων εξωστρέφειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα με την ευθύνη να διασφαλίζει ισχυρή οικονομία και βιώσιμη ανάπτυξη στο εσωτερικό της Ένωσης, η Ευρώπη των 27, είναι και παραμένει, η μεγαλύτερη παγκόσμια εμπορική, και επενδυτική δύναμη. Ο μεγαλύτερος φορέας αναπτυξιακής βοήθειας διεθνώς. Ένας διεθνής οικονομικός παράγοντας, με κάθε ένα από τα κράτη μέλη να διαμορφώνουν τις πολιτικες/δράσεις και ταυτόχρονα να απολαμβάνουν τα οφέλη της λειτουργίας του, ως μια ενιαία ισχυρή δύναμη στον παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό.
Και πράγματι, η κριτική ενάντια στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών, μπορεί να είναι δίκαιη μερικές φορές. Ωστόσο, οι συνεκτικές πολιτικές της Ένωσης στις σχέσεις της με την παγκόσμια κοινότητα, τόσο σε τομείς ενδιαφέροντος, όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, είναι κρίσιμης σημασίας για όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Η Ένωση είναι εξ ορισμού ένας εξωστρεφής οργανισμός, ανοιχτός στον κόσμο και τις νέες διεθνείς προκλήσεις. Μια Ένωση που προωθεί διαρκώς το φιλελεύθερο εμπόριο, τη συνδεσιμότητα, τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη. Η διαμόρφωση των εμπορικών πολιτικών είναι ενδεικτική της φύσης και των ωφελημάτων αυτής της επιτυχούς Ένωσης.
Η πραγματική διαπραγμάτευση με τρίτα μέρη σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο, η εφαρμογή και αξιολόγηση των συμφωνιών που συνάπτει η Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι μια δυναμική διαδικασία, ανοιχτή σε όλους, οι οποίοι ταυτόχρονα διαπραγματεύονται ως ένα. Η δύναμη της Ένωσης είναι η ίδια η φύση της: Να συνδιαλέγεται με τον κόσμο ως ένα, ενώ εξασφαλίζει οφέλη για όλα τα κράτη μέλη που την απαρτίζουν.
Όσον αφορά, τώρα, το μέλλον, οι ευρωπαϊκές επενδύσεις, για παράδειγμα, στην ψηφιακή οικονομία, το περιβάλλον, την τεχνολογία, την έρευνα και την ανάπτυξη, είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την ευημερία όλων των κρατών μελών στο διεθνές πλαίσιο βιώσιμης ανάπτυξης.
Αυτό είναι το καθαρό μήνυμα των πολιτικών μας, το οποίο, παράλληλα με τις ευρωπαϊκές μας αξίες, οφείλουμε να επαναβεβαιώσουμε, για μια ακόμα φορά, σε φίλους και εταίρους, στον ευρύ μας περίγυρο και ανά τον κόσμο.
Θα πρέπει, επίσης να χρησιμοποιήσουμε πιο αποτελεσματικά την εμπορική και τελωνειακή μας πολιτική για να επιτύχουμε ευρύτερους στόχους, όπως για παράδειγμα να αντιμετωπίσουμε τις γενεσιουργές αιτίες της μετανάστευσης. Η εμπορική και τελωνειακή μας πολιτική είναι ένα ισχυρό εργαλείο, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την μετανάστευση, μέσω της δημιουργίας θέσεων εργασίας στις χώρες προέλευσης, αντί της δημιουργίας μεταναστευτικών δομών στο έδαφος της Ένωσης.
Για να μειώσουμε, για παράδειγμα, τις μεταναστευτικές ροές από την Αφρική, θα πρέπει να προσαρμόσουμε την εμπορική και τελωνειακή μας πολιτική, ώστε να διασφαλίζει μεγαλύτερη ανάπτυξη για την Αφρική. Ο ίδιος συλλογισμός ισχύει και αναφορικά με την προσαρμογή της εμπορικής μας πολιτικής, ώστε να αποτρέπει, τόσο το κοινωνικό “dumping“, όσο και τις καταστροφικές για το περιβάλλον πολιτικές από πλευράς των εμπορικών μας εταίρων. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσουμε να επιδράσουμε πιο αποτελεσματικά και όσον αφορά στους κλιματικούς μας στόχους διεθνώς, όσο και την προστασία των θέσεων εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Για να μπορέσουμε, ωστόσο, να επιτύχουμε τα παραπάνω, χρειαζόμαστε μεγαλύτερο συντονισμό μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), αλλά και μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό είναι αναγκαίο, ώστε να αναπτύξουμε μια πιο συνολική εξωτερική και εμπορική πολιτική. Μια ισχυρή πολιτική που θα εμπεριέχει όλους τους στόχους για κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά, για την κλιματική αλλαγή, την ανεργία, τη μετανάστευση και την ασφάλεια.
Από την άλλη, η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να χρησιμοποιήσει το διπλωματικό της κύρος, προκειμένου να διασφαλίσει τα οικονομικά και εμπορικά της συμφέροντα. Να προστατεύσει τις γεωγραφικές ενδείξεις των ευρωπαϊκών προϊόντων.
Εν συντομία, θεωρώ ότι υπάρχει ευρεία συναίνεση για το ποιες θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητές μας. Αυτό που χρειαζόμαστε, είναι να είμαστε πιο καινοτόμοι και προνοητικοί στις πολιτικές μας. Να σχεδιάζουμε καλύτερα, να εφαρμόζουμε καλύτερα και να επιλέγουμε τους στόχους μας πιο καθαρά, ώστε να ξεκλειδώσουμε τη συνολική μας δυναμική.
Πρέπει, κυρίως να μάθουμε, πώς να χρησιμοποιούμε το τεράστιο συλλογικό ειδικό βάρος που διαθέτουμε ως Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε όλους τους τομείς και προς όφελος όλων των κρατών μελών και πολιτών, χωρίς διακρίσεις, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής ή εργασίας τους. Αυτή, ίσως, πρέπει να είναι η μόνη, η πρωταρχική μας προτεραιότητα.
Κλείνοντας, θα ήθελα να υπογραμμίσω το γεγονός, ότι η Ελλάδα, υπήρξε στην πρώτη γραμμή της επαναπροώθησης των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης-Δυτικών Βαλκανίων, ως μέρος της Ατζέντας Θες/νίκη 2003, και παραμένει σθεναρός υποστηρικτής της πολιτικής Διεύρυνσης της Ένωσης. Μιας πολιτικής, την οποία θεωρούμε ισχυρό μέσο για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο.
Μας ενώνει το κοινό μας παρελθόν, ώστε να αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος προς τα εμπρός, παρά μόνο προς την κατεύθυνση ενός κοινού μέλλοντος.
Σας ευχαριστώ.”