- Αρχική
Οι Αρχές μας
- Η Ελλάδα και η Ουκρανία
Επικαιρότητα
Υπηρεσίες
- Επικοινωνία
Αφιέρωμα στους επιφανείς Ουκρανούς ελληνιστές
Με αφορμή των επετείων γεννήσεως και θανάτου των διακεκριμένων Ελληνιστών, Ιδρυτών των Κλασσικών και Νεοελληνικών σπουδών στην Ουκρανία, του Καθ. Α. Μπιλέτσκιι και της Υφηγ. Τατιάνας Τσερνυσόβα το Εθνικό Πανεπιστήμιο «Ταράς Σεβτσένκο» του Κιέβου τίμησε τους συνεργάτες τους και πρωτοπόρους σ’ αυτό το επιστημονικό πεδίο, με σειρά εκδηλώσεων, σκοπεύοντας στην ανασκόπηση και εμφάνιση καινούργιων επιστημονικών μελετών για τις πνευματικές καταβολές τους. Σημειωτέον ότι τα τρία τελευταία χρόνια διοργανώθηκαν δύο Διεθνή Επιστημονικά Συνέδρια προς τιμήν του Καθ. Α.Μπιλέτσκιι και της Υφήγ. Τ.Τσερνυσόβα και έγινε η επιμέλεια των έργων τους που δημοσιεύθηκαν σε ξεχωριστούς τόμους.
Είχε μεγάλο ζήλο και αγάπη για τη γλώσσα
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Ουκρανούς Ελληνιστές κατέχει ο Καθ. Ανδρίι Μπιλέτσκιι (1911−1995) που με τις υπεράνθρωπες προσπάθειες του κατέφερε να κρατήσει ζωντανό το νήμα των Ελληνικών σπουδών στο Κίεβο, το οποίο παρ’ ολίγο και θα έχανε την πολύτιμη αυτή παράδοση αν δεν δραστηριοποιείτο ο Ανδρίι Μπιλέτσκιι ο οποίος γι’ αυτόν τον λόγο αποδείχθηκε θρυλικό πρόσωπο ενώ ακόμη ζούσε. Με τις μελέτες του και τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα αποτέλεσε συνδετικό κρίκο του 19 με τον 20 αιώνα. Είναι γνωστός για τις καινοτομίες στις μεθόδους των ερευνών, την πρωτοφανή του μνήμη στην οποία οφείλονται οι εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις σε διάφορους κλάδους της Επιστήμης και Τέχνης (τον ονόμαζαν «ζωντανή εγκυκλοπαίδεια»), την πολυγλωσσία του (ήξερε πάνω από 90 γλώσσες) και την προσήλωση στις Αρχές της επιστημονικότητας.
Γεννήθηκε και ανήκε στον στενό οικογενειακό κύκλο (γιός) ενός άλλου γνωστού μεγάλου Φιλολόγου και Ακαδημαικού του Αλέξανδρου Μπιλέτσκιι, αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Χάρκιβ το 1933 και στη συνέχεια δούλεψε εκεί διδάσκοντας Λατινικά. Την πρώτη διατριβή του επί Υφηγεσία ο Α. Μπιλέτσκιι εκπόνησε μελετώντας την ιστορική εξέλιξη της Αρχαίας Αιγύπτου (το έργο αφιερώθηκε στις αιτίες της πτώσης του Παλιαού Βασιλείου), όμως δεν πρόλαβε να την υποστηρίξει λόγω της έναρξης του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Το χειρόγραφο κείμενό του χάθηκε στο κατεχόμενο Κίεβο. Από το 1944 ο Α. Μπιλέτσκιι δίδασκε τα Νέα Ελληνικά στην Ανώτατη Διπλωματική Σχολή του Υπουργείου Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1946 μετακόμισε στο Κίεβο όπου και δούλεψε μέχρι το θάνατό του (1955) στο Πανεπιστήμιο του Ταράς Σεβτσένκο. Διεύθυνε κατά διαστήματα τις έδρες της Κλασσικής Φιλολογίας, της Γενικής Γλωσσολογίας, της Ρομανικής Γλωσσολογίας. Παράλληλα υπήρξε και Υπάλληλος του Ινστιτούτου Γλωσσολογίας και Ινστιτούτου της Αρχαιολογίας της Εθνικής Ακαδημίας των Επιστημών της Ουκρανίας. Το 1952 υποστήριξε τη διατριβή του επί Διδακτορία με θέμα «Αρχές ετυμολογικών μελετών βάσει της ελληνικής γλώσσας» όπου πρότεινε δικιά του καινούρια μεθοδολογία της ετυμολογικής έρευνας.
Το Πανεπιστήμιο του Κιέβου είναι ονομαστό για το ότι στη δεκαετία του '60 σ’αυτό (για πρώτη φορά στη Σοβιετική Ένωση) ενσωματώθηκε στα μαθήματα κορμού η διδασκαλία των Νεοελληνικών. Για κάποιο χρονικό διάστημα το Κίεβο ήταν το μοναδικό κέντρο της ΕΣΣΔ, όπου τα Νεοελληνικά διδάσκονταν στο Πανεπιστήμιο. Τη διδασκαλία ανέλαβε ο Α. Μπιλέτσκιι πού ήταν ο σημαντικότερος όχι μόνο μελετητής αλλά και πρακτικός δάσκαλος των Νεοελληνικών Σπουδών στη ΕΣΣΔ. Το κύρος του Α. Μπιλέτσκιι φαίνεται και από το γεγονός πως αυτός ο ίδιος έγραψε «Σύντομη ανασκόπηση της Νεοελληνικής Γραμματικής» στο Ελληνο-Ρώσσικο λεξικό της Α. Ιωαννίδη, του οποίου ήταν και ο επιστημονικός επιμελετητής. Η «Σύντομη ανασκόπηση» ήταν η πρώτη προσπάθεια να γίνει συστηματική δομική περιγραφή των γραμματικών φαινομένων των Νεοελληνικών στα Ρωσικά.
Εκτός από τον Α. Μπιλέτσκιι τα Νεοελληνικά δίδασκε και η σύζυγος του, η Υφηγήτρια Τ. Τσερνυσόβα, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στην Ουκρανία, ενθαρρύνοντας τη προσπάθεια για μεταφράσεις έργων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας από τους φοιτητές της, οι οποίοι μετά από λίγο συνέστησαν τη Μεταφραστική Σχολή των Μπιλέτσκιι-Τσερνυσόβα. Άλλη πλευρά των προσπαθειών του ταλαντούχου ζευγαριού ήταν και η μεταλαμπάδευση του Ουκρανικού πολιτισμού στην Ελλάδα, κυρίως μέσω μεταφράσεων της Κλασσικής Ουκρανικής Λογοτεχνίας. Οι μαθητές του Μπιλέτσκιι και της Τσερνυσόβα έκαναν κατά λέξη μεταφράσεις των έργων του Τ. Σεβτσένκο, της Λ. Ουκραΐνκα, του I. Φρανκό στις οποίες έδωσαν τη λογοτεχνική μορφή Έλληνες λογοτέχνες. Ακόμα οι πρώτοι φοιτητές-νεοελληνιστές έγραψαν άρθρα αφιερωμένα στη Ουκρανική Λογοτεχνία τα οποία και δημοσιεύτηκαν σε ελληνικά περιοδικά. Ο καθηγητής Μπιλέτσκιι ενθάρρυνε τους φοιτητές του να μεταδίδουν τον ελληνικό πολιτισμό στην Ουκρανία μεταφράζοντας τα έργα Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών, αλλά και να εισάγουν αντίστοιχα τον Ουκρανικό πολιτισμό στην Ελλάδα.
Δίπλα στη μεγάλη Παιδαγωγική του δραστηριότητα ο Α. Μπιλέτσκιι ήταν επιφανής Γλωσσολόγος που είχε πολύπλευρα επιστημονικά ενδιαφέροντα. Ήταν ανάμεσα στους πρώτους Γλωσσολόγους της ΕΣΣΔ που εφάρμοσε στις μελέτες του τη δομική ανάλυση, η οποία τότε στιγματίστηκε από τη Σοβιετική προπαγανδιστική Γλωσσολογία ως αστική και ξεπερασμένη. Ο Μπιλέτσκιι αφιέρωσε πολλά άρθρα στα φιλοσοφικά ζητήματα της Γλωσσολογίας, συγκεκριμένα στην έρευνα της μονομερούς ή διμερούς φύσης του γλωσσικού σημείου, στην τυπολογική ανάλυση των γλωσσών, στο συστηματικό χαρακτήρα των σχέσεων μεταξύ των γλωσσικών επιπέδων, τη γλωσσολογική ορολογία (την οποία επέμεινε να ξαναδημιουργήσει; αποκλειστικά βάσει στοιχείων ελληνικής προέλευσης).
Άλλος τομέας των ερευνών του Μπιλέτσκιι ήταν η ιστορικο-συγκριτική μελέτη της Ετυμολογίας στην οποία ήταν αφιερωμένη η πρώτη μονογραφία του, όπου ο ερευνητής βάσει της συγκριτικής μεθόδου αναλύει τους κανόνες των μορφολογικών και σημασιολογικών μεταβολών στα κληρονομημένα και δάνεια στοιχεία μιας Γλώσσας και ασχολείται με τη συστηματική ανακάλυψη των γλωσσικών επαφών. Ως συγκριτικός Γλωσσολόγος ο Μπιλέτσκι κατέβαλε πολύτιμη συνεισφορά στην αναπαράσταση των πρωτοϊνδοευρωπαϊκών καταλήξεων των ονομάτων. Ο Α. Μπιλέτσκιι ήταν φημισμένος αποκρυπτογράφος των αρχαίων ελληνικών επιγραφών της Αγίας Σοφίας του Κιέβου και της αρχαίας Ολβίας της Κριμαίας, στα επιγραφικά ευρήματα της οποίας αφιέρωσε πνευματικό μόχθο, αποκαθιστώντας μέσω των επιγραφών τις θρησκευτικές αντιλήψεις των ολβιοπολιτών και επί πλέον ερεύνησε διεξοδικά την ετυμολογία των τοπωνυμίων της σημερινής Ουκρανίας.
Ο Καθ. Μπιλέτσκιι ερεύνησε και τα ζητήματα Ιστορίας της Ελληνικής Γλώσσας και αφού εντόπισε την απουσία ριζικών δομικών μεταβολών στην Ελληνική Γλώσσα, υποστήριξε ότι η άποψη περί ξεχωριστής «Βυζαντινής» Ελληνικής είναι τεχνητό κατασκεύασμα, υπερασπίζοντας έτσι την άποψη της ενιαίας γλωσσικής παράδοσης του Ελληνισμού και απορρίπτοντας την εφαρμογή ,στην περίπτωση των Ελληνικών, του μοντέλου της απλής συγγένειας που υπάρχει μεταξύ της Λατινικής και των Ρωμανικών γλωσσών.
Όσον αφορά τη μελέτη της Νέας Ελληνικής το ζεύγος Μπιλέτσκιι-Τσερνυσόβα αφιέρωσε μεγάλες προσπάθειες στην περιγραφή, κωδικοποίηση, συντήρηση και έρευνα του Ιδιώματος των Ελλήνων της Αζοφικής. Με πρωτοβουλία του καθ. Μπιλέτσκιι διοργανώθηκε μια σειρά επιστημονικών αποστολών στα χωριά γύρω από τη Μαριούπολη. Η επεξεργασία του υλικού επέτρεψε στους Μπιλέτσκιι και Τσερνυσόβα να συμπεράνουν πως το Μαριουπολίτικο Ιδίωμα συστήθηκε κατά την όψιμη Βυζαντινή περίοδο από μια πανσπερμία Ελλήνων από διάφορες περιοχές του Πόντου, της Βόρειας και Στερεάς Ελλάδας, πως στην αρχή ήταν ένα γλωσσικό σύνολο αρκετά ετερογενές, γεγονός που οδήγησε σε αρκετές αποκλίσεις από τα Ιδιώματα-Πηγές και δεν ολοκληρώθηκε με τη εμφάνιση Γλώσσας, αλλά Ιδιώματος συγγενούς στα Ελληνικά. Η δημιουργία του ολοκληρώθηκε τον 18 αι. μ.Χ. και φαίνεται ότι δέχθηκε επιρροές εκ μέρους των Ρωσσικών και Νότιων Ιδιωμάτων της Ουκρανικής Γλώσσας.
Οι μαθητές του Α. Μπιλέτσκιι συνέχισαν το έργο της διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού και μερικοί έγιναν διακεκριμένοι επιστήμονες. Μεταξύ αυτών και η κα. Νίνα Κλιμένκο, η οποία το 2006 ανακηρύχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Ουκρανίας, το 1999 ίδρυσε στο Πανεπιστήμιο Ταράς Σεβτσένκο την Έδρα Ελληνικών Σπουδών , ο καθηγητής Αλέξανδρος Πονομαρίβ, οι μεταφραστές και εκδότες Ανατόλιος Τσερντακλί και Βασίλειος Στεπανένκο που ασχολούνται ενεργώς στο χώρο της λογοτεχνικής μετάφρασης. Το ιερό φως της Ελλάδας που κάποτε φώτισε την ψυχή του Α. Μπιλέτσκιι τώρα λάμπει στα λυχνάρια των συνεχιστών της παράδοσης τους και βοηθάει να ακολουθούν την πορεία τους.
Α.Σαβένκο
Ελληνίστρια ελέω Θεού
Φέτος συμπληρώθηκαν 85 χρόνια από τη γέννηση της διάσημης Φιλολόγου, Υφηγήτριας του Εθνικού Πανεπιστημίου Κιέβου «Ταράς Σεβτσένκο» Τατιάνας Τσενυσόβα. Εργάστηκε στην ΄Εδρα γενικής Γλωσσολογίας και Κλασικής Φιλολογίας επί 30 ολόκληρα χρόνια, δίδαξε Λατινικά, Αρχαία και Νέα ελληνικά, έδωσε διαλέξεις πάνω στη Βυζαντινή και τη Νεοελληνική Λογοτεχνία καθώς και τη Γενική Γλωσσολογία. Υπήρξε προικισμένος άνθρωπος και καταπληκτική παιδαγωγός, υπόδειγμα σεμνότητας και εντιμότητας.
Η Τατιάνα Τσερνυσόβα γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1928. Ο πατέρας της ήταν Οικονομολόγος και η μητέρα της Νευροπαθολόγος. Το 1946 ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο σχολείο Κιέβου № 13 με δεκάχρονη φοίτηση και έλαβε απολυτήριο Τίτλο με διάκριση. Την ίδια χρονιά εισήχθη στη Φυσική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κιέβου. Ολοκλήρωσε επιτυχώς τις σπουδές της το 1951 και ακολούθησε το μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κιέβου. Πέρα από κάθε αμφιβολία η Τατιάνα Τσερνυσόβα θα είχε γίνει μεγάλη Φυσικός αν η τύχη δεν είχε επιλέξει γι’αυτήν άλλη σταδιοδρομία.
Το 1948 όντας ακόμη φοιτήτρια της Φυσικής Σχολής η Τατιάνα Τσερνυσόβα άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα της Νεοελληνικής Γλώσσας την οποία δίδασκε στη Φιλολογική Σχολή ο καθηγητής Ανδρίι Μπιλέτσκιι. Αποδείχθηκε τότε πως η μελλοντική Φυσικός έχει μεγάλη κλίση στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. Από τότε άρχισε να την βασανίζει το δίλημμα: τί Επιστημονικό Τομέα να επιλέξει για τη ζωή της – το χώρο της Φυσικής ή της Φιλολογίας. Τελικά το δίλημμα αυτό λύθηκε προς όφελος της Φιλολογίας. Το 1953 η Τατιάνα Τσερνυσόβα παίρνει την άδεια από τον Υπουργό Παιδείας της Ε.Σ.Σ.Δ. να δώσει όλες τις απαραίτητες εξετάσεις προκειμένου να λάβει το πτυχίο της Κλασικής Φιλολογίας. Πέρασε με άριστα όλες τις εξετάσεις, έλαβε το πτυχίο της και λίγο αργότερα έγινε μεταπτυχιακή φοιτήτρια στη Φιλολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Κιέβου.
Επέλεξε ως θέμα της διδακτορικής της διατριβής το ρουμέικο ιδίωμα της νεοελληνικής γλώσσας, την οποία μιλούν οι ΄Ελληνες της ευρύτερης περιοχής του Ντονέτσκ (νοτιοανατολική Ουκρανία), διότι ήδη το 1952 έτυχε να λάβει μέρος στην επιστημονική αποστολή των Γλωσσολόγων του Πανεπιστημίου Κιέβου στην περιοχή της Αζοφικής θάλασσας.. Σκοπός της αποστολής ήταν η μελέτη του ρουμέικου ιδιώματος καθώς και η καταγραφή των έργων της προφορικής λαϊκής παράδοσης. Η διατριβή της Τσερνυσόβα ,την οποία υποστήριξε επιτυχώς το 1957, υπήρξε η πρώτη ουσιώδης μεταπολεμική μελέτη της Γλώσσας των Ελλήνων της Αζοφικής η οποία αποτέλεσε συνέχεια των ερευνών που είχαν εκπονηθεί τη δεκαετία του ’30 από τους Γλωσσολόγους του Λενινγκράντ (της σημερινής Αγίας Πετρούπολης) και του Χαρκόβου).
Με την πρωτοβουλία του καθηγητή Μπιλέτσκιι και της Υφηγήτριας Τσερνυσόβα για πρώτη φορά στην Ε.Σ.Σ.Δ. εισήχθη στο πανεπιστημιακό πρόγραμμα σπουδών η διδασκαλία της Νέας Ελληνικής. Η άνευ προηγουμένου πρωτοβουλία αυτή απαιτούσε από το ζευγάρι υπεράνθρωπες δυνάμεις ,γιατί όλα σχεδόν τα μαθήματα του νεοελληνικού κύκλου σπουδών τα δίδασκαν οι ίδιοι. Η Υφηγήτρια Τσερνυσόβα παρέδιδε πρακτικά μαθήματα της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, την Αρχαία, Βυζαντινή και Νεοελληνική Λογοτεχνία. Δυστυχώς μόνο ένα ασήμαντα μικρό μέρος των διαλέξεών της έχει δημοσιευθεί. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλούν τα άρθρα της για τα στοιχεία του φολκλόρ στα ομηρικά έπη, την αντίληψη του ελληνικού πολιτισμού στις Ωδές του Κουίντου Ορατίου Φλάκκου, τα αρχαία στοιχεία στην «Αποκάλυψη», τη δομή του «Διγενή Ακρίτα». Πραγματικός επιστημονικός θρίαμβος υπήρξε η εισήγηση της Τατιάνας Τσερνυσόβα στο Διεθνές Συνέδριο των Βυζαντινολόγων στην Τυφλίδα το 1965 για τη ρουμέικη εκδοχή του κρητικού μεταβυζαντινού δράματος «Η θυσία του Αβραάμ».
Η Τατιάνα Τσερνυσόβα κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να γίνουν τα καλύτερα έργα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας προσβάσιμα στους Ουκρανούς αναγνώστες. Παράλληλα έκανε πολλά για να μπορέσουν και οι ΄Ελληνες να διαβάσουν τα έργα των μεγάλων Ουκρανών ποιητών στη μητρική τους γλώσσα. Παρακολουθούσε στενά τις λογοτεχνικές εξελίξεις στην Ελλάδα και έγραψε μια σειρά άρθρων για πολλούς ΄Ελληνες συγγραφείς – τους Νομπελίστες Γιώργο Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη, τον Γιάννη Ρίτσο, ο οποίος τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης, και τον παγκόσμιας φήμης Νίκο Καζαντζάκη ... Γνώρισε προσωπικά τον Ρίτσο και ήταν διερμηνέας του κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του στην Ε.Σ.Σ.Δ. Επίσης ανέπτυξε στενή φιλία με την Ελληνίδα συγγραφέα ΄Ελλη Αλεξίου.
Μεγάλη είναι η συμβολή του ζευγαριού Μπιλέτσκιι-Τσερνυσόβα στη διοργάνωση της μετάφρασης των έργων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στα ουκρανικά. Η επιλογή των έργων δεν ήταν τυχαία και έγινε βάσει του σχεδίου που είχαν προτείνει οι δύο μεγάλοι Φιλόλογοι γιατί γνώριζαν σε βάθος τη Λογοτεχνία της σύγχρονης σ’αυτούς Ελλάδας. Τις περισσότερες μεταφράσεις τις εκπόνησαν οι πρώην φοιτητές του ζευγαριού Ι. Μπετκό, Ε. Κοναπάτσκυ, Ο. Πονομαρίβ, Β. Στεπανένκο, Α. Τσερντακλί, Ι. Ντράτς, η Βικτωρία και ο Γιάννης Μότσιοι. Η Τατιάνα Τσερνυσόβα τους βοηθούσε να αποδίδουν σωστά τα λογοπαίγνια την ελληνική φρασεολογία κ.λπ. Σε αρκετές ουκρανικές μεταφράσεις των ελληνικών έργων έγραψε προλόγους. Για τη μεγάλη της συμβολή στην διάδοση της ελληνικής Λογοτεχνίας στην Ουκρανία η Τατιάνα Τσερνυσόβα τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων.
Η Τατιάνα Τσερνυσόβα υπήρξε και η ίδια καταπληκτική μεταφράστρια. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πρώτους σοβιετικούς μεταφραστές οι οποίοι άρχισαν να δημοσιεύουν μεταφράσεις από τα Νέα Ελληνικά. Το 1957 δημοσίευσε τις δικές της μεταφράσεις μερικών διηγημάτων του Μ. Λουντέμη ενώ το 1958 είδε το φως της δημοσιότητας η ουκρανική μετάφραση της συλλογής του ίδιου «Βουρκωμένες μέρες». Το 1961 εκδόθηκε μια συλλογή με τίτλο «Σύγχρονο ελληνικό Διήγημα» για την οποία η Τσερνυσόβα μετέφρασε το μυθιστόρημα του Α. Σαμαράκη «Το λάθος». Το 1983 δημοσίευσε τη μετάφραση του μυθιστορήματός του ίδιου «Σήμα κινδύνου». Την επόμενη χρονιά είδε το φως της δημοσιότητας η δική της μετάφραση του διηγήματος «Χαρούμενοι χαρταετοί» της Μαρίας Πυλιώτου και το 1986 – «Στα παλάτια της Κνωσού» του Ν. Καζαντζάκη.
Χάρη στον Καθηγητή Μπιλέτσκιι και την Υφηγήτρια Τσερνυσόβα τα έργα των μεγάλων Ουκρανών ποιητών πρωτομεταφράστηκαν στα ελληνικά. Η στενή φίλη του ζευγαριού ΄Ελλη Αλεξίου συνέβαλε στο να δημοσιευθεί στην εφημερίδα «Αυγή» στις 9 Μαρτίου 1961 ένα άρθρο για τον Ταράς Σεβτσένκο καθώς και ένα άλλο άρθρο για τον ίδιο στην «Επιθεώρηση τέχνης» μαζί με τις μεταφράσεις των ποιητικών έργων του τις οποίες έκανε ο Γ. Ρίτσος. Το περιοδικό των Ελλήνων της Διασποράς «Πυρσός» που έβγαινε στην Ανατολική Γερμανία τύπωσε το άρθρο της Νίνας Κλιμένκο για τον Σεβτσένκο, μεταφράσεις μερικών από τα ποιητικά του έργα καθώς και αναπαραγωγές των ζωγραφικών του πινάκων. Με αφορμή τη συμπλήρωση των 150 χρόνων από τη γέννηση του Σεβτσένκο η ΄Ελλη Αλεξίου κινητοποίησε δώδεκα ΄Ελληνες ποιητές για να μεταφράσουν τα σπουδαιότερα από τα έργα του. Εν τω μεταξύ ο Μπιλέτσκιι, η Τσενυσόβα καθώς και οι φοιτητές τους ετοίμαζαν «κατά λέξιν» μεταφράσεις, μετρικά σχήματα και έγραφαν μακρές επιστολές με λεπτομερείς εξηγήσεις και ερμηνείες. ΄Ετσι στην Αθήνα το 1964 είδε το φως της δημοσιότητας η πρώτη έκδοση της συλλογής των ποιητικών έργων του Σεβτσένκο «Κομπζάρ».
Το ακαταπόνητο ζευγάρι δεν επαναπαυόταν στις δάφνες του. Η Τσερνυσόβα και ο Μπιλέτσκιι αποφάσισαν να χαρίσουν στους ΄Ελληνες αναγνώστες την ευκαιρία να διαβάσουν στα ελληνικά τον ποιητικό λόγο και της Λέσιας Ουκραΐνκα. Η ΄Ελλη Αλεξίου δημοσίευσε ένα άρθρο για την Ουκρανίδα ποιήτρια ενώ η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη μετέφρασε τα ποιήματά της «Ιφιγένεια εν Ταύροις» και «Contra spem spero». Παράλληλα το κυπριακό περιοδικό «Νέα εποχή» (1963, № 56) δημοσίευσε το άρθρο της Τσερνυσόβα για την Λέσια Ουκραΐνκα «Η κόρη του Προμηθέα».
Η ζωή της Τατιάνας Τσερνυσόβα καθόλου εύκολη δεν ήταν. Η ίδια καθώς και ο σύζυγός της θεωρούνταν ύποπτοι από τις αρχές και μπήκαν επανειλημμένως στη «μαύρη λίστα» για τα ελεύθερα φρονήματά τους. Εκείνη όμως δεν παραπονιόταν ποτέ της και θεωρούσε τον εαυτό της τυχερό γιατί ασχολούνταν με αυτό που αγαπούσε – τη φιλολογία. ΄Οταν ήδη υπέφερε από ανίατη νόσο εξακολουθούσε να ενδιαφέρεται για την Επιστήμη, έδειχνε ζωηρό ενδιαφέρον για τις μελέτες των συναδέλφων της, τη Λογοτεχνία, υπαγόρευε τις μεταφράσεις της και διάβαζε.
Η Τατιάνα Τσερνυσόβα πέθανε στις 2 Μαρτίου 1993 αλλά ακόμη και τώρα, 20 χρόνια μετά το θάνατό της την θυμούνται με ευγνωμοσύνη και θαυμασμό οι πρώην της φοιτητές πολλοί από τους οποίους έγιναν γνωστοί Παιδαγωγοί, Επιστήμονες, Ακαδημαϊκοί, Διπλωμάτες και Ποιητές. Ελπίζουμε να δημοσιευθεί σύντομα η συλλογή των επιστημονικών της έργων.
Α.Στολιαρόβα