Ομιλία ΑΝΥΠΕΞ κ. Δρούτσα στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής

Κύριε Πρόεδρε, αξιότιμοι κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Η σημερινή μας συζήτηση είναι σημαντική. Έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε μία σε βάθος ανάλυση για τις σχέσεις της πατρίδας μας με την Τουρκία. Να ανταλλάξουμε ιδέες και απόψεις για ένα από τα σημαντικότερα θέματα της εξωτερικής μας πολιτικής.

Οι βασικοί άξονες αυτής της πολιτικής είναι σταθεροί. Το ίδιο και οι επιδιώξεις μας. Θέλουμε εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία και σχέσεις καλής γειτονίας. Θέλουμε λύση του Κυπριακού και απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων. Θέλουμε την Τουρκία στο πλάι μας, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής οικογένειας. Όχι της σημερινής Τουρκίας, αλλά της Τουρκίας που θα προχωρήσει στις γενναίες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται. Της Τουρκίας που θα μάθει να ζει σε ειρήνη με τους γείτονές της.

Αναπτύσσουμε την πολιτική μας αναλύοντας με μεγάλη προσοχή τα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί και επηρεάζουν τη σχέση μας. Στα έξι χρόνια που πέρασαν η Τουρκία έκανε ουσιαστικά βήματα. Ισχυροποίησε την οικονομία της. Στον περίγυρό της έκανε τολμηρές κινήσεις, η αποτελεσματικότητα των οποίων θα κριθεί στο μέλλον, εκμεταλλευόμενη σε πολλές περιπτώσεις το κενό που άφησε πίσω της η Ελλάδα. Η προσπάθειες εξομάλυνσης των σχέσεων με την Αρμενία, ο περιφερειακός ρόλος στη Μέση Ανατολή και οι αναταράξεις στις σχέσεις με το Ισραήλ, η στενή συνεργασία με τη Συρία, το Ιράκ και το Ιράν, οι οικονομικοί δεσμοί με τη Ρωσία και το ανανεωμένο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για το ρόλο της, είναι μερικές μόνο από τις παραμέτρους που συνεκτιμούμε και οφείλουμε να συνεκτιμήσουμε.

Ταυτόχρονα παρακολουθούμε με μεγάλη προσοχή τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν αργά, αλλά είναι δομικές. Είναι θεμελιώδεις. Συνιστούν τα δομικά στοιχεία για την οικοδόμηση μιας νέας Τουρκικής Δημοκρατίας. Ελπίζω ευρωπαϊκής.

Πριν σας ενημερώσω για την πρόσφατη επίσκεψή μου στην Άγκυρα και τις αποφάσεις που λάβαμε εκεί, θα ήθελα να αναφερθώ στο πλαίσιό εντός του οποίου διαμορφώνουμε την πολιτική μας.

Ήδη στις προγραμματικές μας δηλώσεις ενώπιον της Βουλής, καταστήσαμε σαφή την επιθυμία μας για εμπέδωση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης με την Τουρκία και επιστροφή στη δυναμική και επιτυχημένη πολιτική της περιόδου 1999-2004.

Η επιθυμία αυτή βασίζεται στις αρχές που καθορίζουν σταθερά και διαχρονικά την εξωτερική μας πολιτική: καλή γειτονία και σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου.

Αφετηρία είναι η εξής παραδοχή: Ελλάδα και Τουρκία μπορούν και οφείλουν να συνεργαστούν στους τομείς εκείνους που τούτο είναι εφικτό. Στο πλαίσιο της συνεργασίας και συνεννόησης που επιδιώκουμε μεταξύ των δύο χωρών, σε καμία περίπτωση δεν νομιμοποιούνται παράνομες πρακτικές και κάθε είδους προκλήσεις.
Οι απόψεις και οι θέσεις μας είναι σε πολλά θέματα διαφορετικές, ενίοτε εκ διαμέτρου αντίθετες. Δεν το παραγνωρίζουμε.

Με πλήρη αίσθηση του ιστορικού τοπίου των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, επιχειρούμε να διαμορφώσουμε το σύγχρονο. Μέσα από μια προσεκτική διαδρομή, επιχειρούμε να αναδείξουμε τις προοπτικές χωρίς να παραγνωρίζουμε τα εμπόδια.

Η διαδικασία αυτή παράγει αποτελέσματα. Σημαντικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, στην τελευταία συνάντηση της Κατευθυντήριας Επιτροπής – στις αρχές Μαρτίου – εντοπίσαμε πολλές δυνατότητες πρακτικής, περαιτέρω συνεργασίας σε σημαντικούς τομείς της λεγόμενης «χαμηλής πολιτικής», οι οποίοι όμως είναι υψηλής σημασίας. Κάναμε πρόοδο στους τομείς της οικονομίας και των εμπορικών σχέσεων και συναλλαγών, του τουρισμού, της συνεργασίας σε ενεργειακά δίκτυα, του πολιτισμού, της πολιτικής προστασίας και αντιμετώπισης καταστροφών κ.α. Με την επίσκεψή μου στην Άγκυρα προσδώσαμε σε αυτές τις πρωτοβουλίες περαιτέρω δυναμική βασιζόμενοι σε ξεκάθαρες θέσεις και με γνώμονα το αμοιβαίο συμφέρον.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης προώθησης της ελληνο-τουρκικής συνεργασίας, όπου αυτή είναι δυνατή, έχουμε, από τον Οκτώβριο του 2009, επιδιώξει την εντατικοποίηση των επαφών μας με την τουρκική πλευρά και την ταυτόχρονη διεύρυνση του πεδίου συνεργασίας.

Οι συναντήσεις μου με τον Πρόεδρο, τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας διεξήχθησαν σε θετικό κλίμα. Υπήρξε εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων για τις διμερείς σχέσεις, την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, περιφερειακά ζητήματα όπως η κατάσταση στα Βαλκάνια και η Μέση Ανατολή, αλλά και θέματα διεθνούς συνεργασίας των δύο χωρών μας.

Λάβαμε και ανακοινώσαμε σημαντικές πιστεύω αποφάσεις.

Θα ήθελα να αναφερθώ, ειδικώτερα, στην απόφαση σύστασης του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας, υπό τους Πρωθυπουργούς των δύο χωρών. Φιλοδοξία μας είναι το Συμβούλιο αυτό να αποτελέσει βασικό όχημα προώθησης της ελληνο-τουρκικής συνεργασίας σε σημαντικούς τομείς, αναβαθμίζοντάς την σε υπουργικό επίπεδο. Για τον σκοπό αυτό, άλλωστε, στην πρώτη σύνοδο του Συμβουλίου θα συμμετέχουν όχι μόνον οι Υπουργοί Εξωτερικών αλλά και Οικονομίας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας, Επικοινωνιών και Μεταφορών, Πολιτισμού και Τουρισμού, Παιδείας κ.ά.. Η πρώτη σύνοδος θα συνέλθει υπό την προεδρία των δύο Πρωθυπουργών στην Αθήνα, κατά την διάρκεια επίσκεψης που θα πραγματοποιήσει, περί τα μέσα Μαΐου, κατόπιν προσκλήσεως του Πρωθυπουργού, ο κ. Ερντογκάν. Συμφωνήσαμε οι συναντήσεις του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας να γίνονται μία φορά το χρόνο, σε επίπεδο Πρωθυπουργών, ενώ θα πραγματοποιούμε δύο συναντήσεις σε επίπεδο Υπουργών Εξωτερικών, προκειμένου να παρακολουθούμε και να συντονίζουμε την πορεία της συνεργασίας μας.

Στο περιθώριο της συνόδου θα διοργανωθεί επιχειρηματικό forum με την συμμετοχή πολλών Ελλήνων επιχειρηματιών. Εκ μέρους της τουρκικής πλευράς έχει εκδηλωθεί ζωηρό ενδιαφέρον.

Για την συνεργασία επί θεμάτων περιφερειακής και διεθνούς πολιτικής, ανακοινώθηκε η αναβίωση των πολιτικών διαβουλεύσεων σε επίπεδο Γενικών Γραμματέων των Υπουργείων Εξωτερικών.  Η εκ νέου συστηματοποίηση των επαφών μας στο ανώτατο αυτό υπηρεσιακό επίπεδο αναμένουμε ότι θα βοηθήσει, ως πρώτο βήμα, στην κατανόηση των εκατέρωθεν θέσεων για ζητήματα διεθνούς ενδιαφέροντος, ίσως μάλιστα και στον εντοπισμό δυνατοτήτων για την εκδήλωση κοινών πρωτοβουλιών σε ζητήματα που απασχολούν την περιοχή μας.

Οι διερευνητικές επαφές με στόχο την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας συνεχίζονται και εντατικοποιούνται. Προγραμματίζουμε την επόμενη συνάντηση πριν την επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού. Επικεφαλής από ελληνικής πλευράς, τίθεται ο εμπειρότατος διατελέσας Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών αλλά και Διοικητής της ΕΥΠ, Πρέσβυς ε.τ. κ. Παύλος Αποστολίδης.

Όπως, πάντως, έχουμε πολλές φορές επισημάνει, οι διερευνητικές επαφές για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας δεν θα πρέπει να καταστούν μια αέναη άσκηση. Αντίθετα θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Τυχόν αδυναμία επίτευξης συμφωνίας εντός τακτού χρονοδιαγράμματος θα πρέπει να σηματοδοτήσει την παραπομπή της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Ανακοινώσαμε, τέλος, πέντε νέα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, τα οποία κινούνται ακριβώς στην λογική την οποία έχω ήδη περιγράψει, δηλαδή στην εντατικοποίηση των επαφών και της συνεργασίας μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων για την βελτίωση του ψυχολογικού κλίματος και της επικοινωνίας.

Οι παραπάνω αποφάσεις και πρωτοβουλίες αποτελούν αλλά και δρομολογούν εξελίξεις, έχουν προστιθέμενη αξία και ασφαλώς θα κριθούν εκ του αποτελέσματός τους αλλά και από την εν γένει συμπεριφορά της Άγκυρας. Διαπνέονται, πάντως, από την ειλικρινή διάθεση ενίσχυσης του πνεύματος συνεννόησης των δύο χωρών αλλά και των προοπτικών πρακτικής συνεργασίας τους. Δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω το αυτονόητο: ότι η πρόθεση αυτή συνεργασίας θα υλοποιείται μόνον στους τομείς εκείνους όπου διαπιστώνεται σύμπτωση θέσεων και συμφερόντων.

Είναι σαφές ότι χωρίς πρόοδο στον τομέα των σχέσεων καλής γειτονίας με την Τουρκία, δεν είναι δυνατή η πλήρης και ουσιαστική ομαλοποίηση των διμερών μας σχέσεων. Παραβατικές συμπεριφορές έναντι της χώρας μας, που αντιβαίνουν τους διεθνείς κανόνες, είναι απαράδεκτες και θέτουν σοβαρά προσκόμματα στις προσπάθειές μας για ειλικρινή και αποτελεσματική προσέγγιση των δύο χωρών. Αυτό τόνισα για μία ακόμη φορά στην τουρκική πλευρά. Αναμένουμε έμπρακτη ανταπόκριση στις προσπάθειές μας για ενίσχυση της εμπιστοσύνης και στο πλαίσιο αυτό δεν χωρούν υπερπτήσεις, παραβιάσεις, παρενοχλήσεις. Απαρέγκλιτη αρχή μας είναι ο πλήρης σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων και αρμοδιοτήτων της χώρας μας επί τη βάσει των κανόνων του διεθνούς δικαίου.

Με  τον κ. Davutoglu ανταλλάξαμε απόψεις και για το Κυπριακό. Θέση μας είναι ότι οι συνομιλίες πρέπει να συνεχισθούν χωρίς να χαθεί το κεκτημένο που έχει επιτευχθεί. Πρέπει να βρεθεί μια λύση από την Κύπρο για την Κύπρο. Τόνισα στον κ. Davutoglu ότι είναι αυτονόητο πως η λύση θα πρέπει να επιτρέπει την ακώλυτη και αποτελεσματική συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε.. Απαιτείται πλήρης σεβασμός του acquis communautaire. Τέλος, επανέλαβα την ανάγκη για άμεση απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων από το νησί. 

Όσον αφορά στο ιδιαιτέρως σημαντικό πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, είναι προφανές ότι δύναται να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά μόνον με τη συνεργασία και τη συνδρομή όλων. Η ουσιαστική συνδρομή από τουρκικής πλευράς θα είναι σημαντική. Η χώρα μας φιλοξενεί κοινές επιχειρήσεις της FRONTEX και στηρίζει την ενίσχυση των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών, για την αντιμετώπιση των λαθρομεταναστευτικών πιέσεων. Ενθαρρύνουμε την Τουρκία να συνεργασθεί και να ξεπεράσει αντιπαραγωγικές αγκυλώσεις και έωλες μεθόδους που χρησιμοποιεί. Είναι αναγκαία κατ’ αρχάς η υλοποίηση των δεσμεύσεων της: η πλήρης εφαρμογή του ελληνο-τουρκικού Πρωτοκόλλου Επανεισδοχής, αλλά και η συνομολόγηση συμφωνίας επανεισδοχής Ε.Ε.-Τουρκίας.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βoυλευτές,

Κατά την επίσκεψή μου στην Άγκυρα, είχα την ευκαιρία να αναφερθώ στην προσήλωσή της Ελλάδος, και εννοώ διαχρονικά των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων ετών, υπέρ της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ ως πλήρους μέλους.  Ως κράτους δηλαδή που θα απολαμβάνει τα δικαιώματα αλλά και θα εκπληρώνει το σύνολο των υποχρεώσεών του σύμφωνα με τις αρχές, αξίες, πρακτικές και το κεκτημένο της Ένωσης.

Κάθε κράτος που φιλοδοξεί να καταστεί μέλος της Ε.Ε. θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που αυτή θέτει: θα πρέπει να πληροί το σύνολο των κριτηρίων της, να ενστερνίζεται τις αξίες και τις αρχές της, και να αποδείξει και εμπράκτως ότι τις ασπάζεται, τις σέβεται και τις εφαρμόζει. Ακριβώς στο πλαίσιο αυτό, αναμένουμε από την Τουρκία να προχωρήσει στα απαραίτητα εκείνα βήματα, αποδεικνύοντας την αποφασιστικότητά της να προσχωρήσει, με έργα και όχι με λόγια, στην ευρωπαϊκή οικογένεια,  τους θεσμούς και τις αξίες της.

Πρωταρχική, πάντως, προϋπόθεση της ενταξιακής διαδικασίας μιας τέτοιας διαδικασίας είναι ο σεβασμός των αρχών της καλής γειτονίας και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών. Η Τουρκία πρέπει να προσαρμόσει την συμπεριφορά της έναντι της Ελλάδος ώστε να ανταποκρίνεται στα παραπάνω βασικά κριτήρια.

Στο ίδιο πλαίσιο των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της Τουρκίας, εντάσσεται και ο σεβασμός του συνόλου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων συμπεριλαμβανομένων, και των θρησκευτικών ελευθεριών. Παρακολουθούμε τις επιδόσεις της Τουρκίας στους τομείς αυτούς, ιδίως στον βαθμό που αφορούν δικαιώματα και δίκαια της ελληνικής ομογένειας και των ευαγών της Ιδρυμάτων.

Μας ικανοποιεί η δυναμική που φαίνεται να αναπτύσσεται υπέρ των υποθέσεων της ομογένειας, ιδίως από την νομολογία των διεθνών δικαστηρίων.  Η Ελληνική Πολιτεία παρεμβαίνει και θα συνεχίσει να παρεμβαίνει, όπως έχει υποχρέωση, υπέρ των υποθέσεων αυτών ως αρωγός των δικαίων του ομογενειακού ελληνισμού.

Στο ίδιο πνεύμα, παρακολουθούμε, εντοπίζουμε και επισημαίνουμε ελλείψεις που υπάρχουν στον τομέα του σεβασμού των θρησκευτικών ελευθεριών, που, όπως και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι βασική υποχρέωση για κάθε κράτους. 

Κατά την πρόσφατη επίσκεψή μου στην Τουρκία είχα την ευκαιρία, την χαρά και την τιμή να υποβάλω τα σέβη μου και να ανταλλάξω απόψεις με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, στην Κωνσταντινούπολη.

Η συνάντηση υπήρξε, όπως πάντα, ιδιαιτέρως θερμή. Επανέλαβα στον Οικουμενικό Πατριάρχη την αταλάντευτη υποστήριξη και αρωγή της Ελλάδος υπέρ της ανάδειξης των χρονιζουσών υποθέσεων που απασχολούν το Πατριαρχείο και της αναγκαιότητας άμεσης επίλυσής τους, μεταξύ αυτών, το ζήτημα της οικουμενικότητας, της νομικής προσωπικότητας, της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης – ζητήματα τα οποία έθεσα και την φορά αυτή στους συνομιλητές μου στην Άγκυρα. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ένας πολύτιμος θεσμός και για την ίδια την Τουρκία. Ένας πνευματικός φάρος τον οποίο οφείλει να προστατεύσει.

Συγκρατούμε κάποια βήματα διαλόγου με τις μη μουσουλμανικές κοινότητες, τα οποία φαίνεται να επιχειρεί η Τουρκία, στην συνέχεια και σχετικών επιταγών διεθνών ψηφισμάτων. Βεβαίως, αναμένουμε απτά αποτελέσματα. Όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει και στην τουρκική ηγεσία, είναι στιγμή για λήψη και υλοποίηση συγκεκριμένων αποφάσεων  και όχι για διακηρύξεις καλής θέλησης και αναπαραγωγή προθέσεων.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βoυλευτές,

Στις σχέσεις Ελλάδος–Τουρκίας χρειάζονται μέθοδος, στρατηγική, ξεκάθαρες θέσεις. Χρειάζονται πρωτοβουλίες για τη συνδιαμόρφωση των εξελίξεων – όπου μπορούμε, όπου αποδεικνύεται εφικτό και είναι αμοιβαία επωφελές.

Η πολιτική αυτή έχει όραμα και μέλλον. Όπως όμως έχω ξαναπεί, έχει και όρους, όρια και κανόνες.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας και περιμένω με ενδιαφέρον να ακούσω τις σκέψεις και τις απόψεις σας.

15 Απριλίου, 2010