Ομιλία ΑΝΥΠΕΞ κας Μ. Ξενογιαννακοπούλου στην Κοινή Συνεδρίαση της Επιτροπής ΕΞ.ΑΜ. της Βουλής (15.12.10)

Η Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών κα Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου μίλησε χθες (Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου) στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής.

Αρχικά, ενημέρωσε τα μέλη της Επιτροπής για τα θέματα που συζητήθηκαν τη Δευτέρα και την Τρίτη στις Βρυξέλλες στις εργασίες των Συμβουλίων Εξωτερικών Υποθέσεων και Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε. και στη συνέχεια αναφέρθηκε στο θέμα της ημερήσιας διάταξης της Επιτροπής της Βουλής με θέμα: «Κύρωση της Συμφωνίας Προσχώρησης στο Ευρωπαϊκό Κοινό Ταμείο Δυτικών Βαλκανίων, των Γενικών Όρων του Ευρωπαϊκού Κοινού Ταμείου Δυτικών Βαλκανίων και των Όρων αναφοράς της Ενιαίας Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης του Επενδυτικού Πλαισίου Δυτικών Βαλκανίων».

Ενημέρωση για τις εργασίες των Συμβουλίων Εξωτερικών Υποθέσεων και Γενικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

«Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, επειδή είχαμε την ευκαιρία πριν από δέκα μέρες να κάνουμε μία εκτεταμένη συζήτηση σε σχέση με τις Ευρωπαϊκές εξελίξεις στην κοινή συνεδρίαση που είχαμε Εξωτερικών Υποθέσεων και Γενικών Υποθέσεων, εν όψει μάλιστα και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του κρίσιμου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που ξεκινάει αύριο, και επειδή υπήρχε και το ενδιαφέρον από σας, δικαιολογημένα σ' αυτή την περίοδο, να έχουμε μία τακτική ενημέρωση, σκέφθηκα αν και εσείς συμφωνείτε, να σας πω δυο λόγια, μιας που χθες είχαμε Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων στις Βρυξέλλες: Tο βασικό θέμα ήταν η προετοιμασία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά αυτό που κυρίως θα ήθελα να σας πω σήμερα, γιατί για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα έχουμε την ευκαιρία να τα πούμε αφού ολοκληρωθούν οι εργασίες την Παρασκευή, είναι ότι: Xθες το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων υιοθέτησε, ως είθισται κάθε Δεκέμβριο, τα συμπεράσματά του σε σχέση με την πολιτική και τη στρατηγική διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και επειδή αυτό είναι ένα θέμα που μας αφορά άμεσα, μας αφορά ως σταθερή πολιτική πυξίδα που έχουμε ως Ελλάδα, μας αφορά γιατί αφορά τη γεωπολιτική γειτονιά μας, αλλά φυσικά και εθνικά ζητήματα για τα οποία πάντα υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον από τη Βουλή.

Θα ήθελα λοιπόν πολύ σύντομα να πω ότι η συζήτηση έγινε όπως προβλέπεται στη βάση των εκθέσεων που εκδίδει κάθε χρόνο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Συνολικά για τη στρατηγική της διεύρυνσης, ειδικότερα για κάθε υποψήφια προς ένταξη χώρα. Άρα και για την Τουρκία και φυσικά και για τα Σκόπια. Οι εκθέσεις αυτές φυσικά αρχικά αντανακλούν τις απόψεις της Επιτροπής αλλά ταυτόχρονα είναι και μια λεπτομερής αξιολόγηση για τα ζητήματα των μεταρρυθμίσεων και της συμμόρφωσης στο Κοινοτικό κεκτημένο. Είτε είναι τα πολιτικά, είτε τα οικονομικά, είτε τα κοινωνικά κριτήρια και θα ήθελα να πω ότι τα συμπεράσματα γενικώς ήταν θετικά, όπως αποτυπώθηκαν. Αποτυπώνουν πάγιες και κεκτημένες θέσεις μας σε σχέση με την πορεία της διεύρυνσης και θα έλεγα μάλιστα ότι είναι και ελαφρώς πιο θετικά σε σχέση με τα περυσινά.

Μία κουβέντα μόνο για τη διεύρυνση και μετά ν' αναφερθώ λίγο πιο ειδικά στα θέματα άμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος. Εμείς ως χώρα σταθερά στηρίζουμε την πολιτική της διεύρυνσης. Αφενός γιατί θεωρούμε ότι είναι μία πολιτική η οποία έρχεται να εμπεδώσει την ειρήνη, τη σταθερότητα και τη συνεργασία συνολικά στον ευρωπαϊκό χώρο αλλά έχουμε και δύο λόγους παραπάνω.

Πρώτα απ' όλα γιατί στη δική μας γεωπολιτική περιοχή, που γνωρίζουμε τις πληγές και τα προβλήματα που υπάρχουν, η διαδικασία της διεύρυνσης και η προοπτική αυτών των χωρών για την ευρωπαϊκή τους πορεία δημιουργεί εκείνο το κίνητρο και εκείνη τη δυναμική, η οποία συνεισφέρει αφενός μεν στην πορεία του εσωτερικού εκδημοκρατισμού και της ανάπτυξής τους, αφετέρου δε και σε μία πολιτική που ενισχύει τη συνεργασία, τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή μας. Και επίσης γιατί η διευρυνσιακή πορεία, όπως εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ταυτόχρονα και ένα εργαλείο το οποίο δίνει τη δυνατότητα ενός συνεχούς ελέγχου αυτής της πορείας. Άρα, δίνει το κίνητρο αλλά ταυτόχρονα και τη δυνατότητα να υπάρχει ο έλεγχος. Και μέσα απ' αυτόν τον έλεγχο ακριβώς να υπάρχει και η δυνατότητα για μία αποτελεσματική βελτίωση ως προς τη συμμόρφωση.

Να πω δυο λόγια όσον αφορά τα πιο ειδικά θέματα: Όσον αφορά την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, εδώ τα συμπεράσματα είναι σταθερά, όπως ήταν και πέρυσι. Έχουν και μία ενδιαφέρουσα διαπίστωση, η οποία υπήρχε και στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Δηλαδή, ενώ αναγνωρίζεται μία πρόοδος από την πλευρά των Σκοπίων, ταυτόχρονα αναγνωρίζεται ότι αυτή η πρόοδος είναι άνιση, ότι υπάρχουν και μια σειρά από καθυστερήσεις –και είχαμε την ευκαιρία και την προηγούμενη φορά ν' αναφερθούμε σ' αυτό. Ταυτόχρονα, υπάρχει ιδιαίτερη έμφαση μέσα στα συμπεράσματα, και ήταν κάτι που κι εμείς επιδιώξαμε, να επαναληφθεί και να υπάρχει αυτή η έμφαση, η ανάγκη του σεβασμού των σχέσεων καλής γειτονίας, στην περιφερειακή συνεργασία και φυσικά στην αποφυγή οποιωνδήποτε κινήσεων ή εκφράσεων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εντάσεις και προβλήματα.

Επίσης αναδεικνύεται και στα συμπεράσματα η κρίσιμη σημασία στο ζήτημα της επίλυσης του ζητήματος της ονομασίας, μέσα από την συγκεκριμένη διαδικασία του ΟΗΕ, ως κομβικό θέμα όσον αφορά την ευρωπαϊκή πορεία των Σκοπίων.

Πολύ αναλυτικό είναι το κεφάλαιο των συμπερασμάτων για την Τουρκία: Εδώ ειδικά θέλω να τονίσω ότι υπάρχει μια πολύ στενή συνεργασία και με την κυπριακή κυβέρνηση. Και αυτό φάνηκε και χθες κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου, όπου έγινε μία πολύ συντονισμένη παρέμβαση καθ' όλη τη διάρκεια της συζήτησης. Και ήταν  μια μακρά συζήτηση στο Συμβούλιο, γιατί έπρεπε να εξισορροπηθούν συγκεκριμένες, και διαφορετικές πολλές φορές, προσεγγίσεις για να βγει ένα τελικό κείμενο. Είναι σαφώς βελτιωμένο σε σχέση με πέρυσι το κείμενο για την Τουρκία. Ενώ αναγνωρίζει τη δυναμική αυτής της προσπάθειας και το στόχο της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, έχει πέντε συγκεκριμένα σημεία που θα ήθελα να αναφερθώ. Πρώτα απ' όλα μία εκτεταμένη αναφορά στην ανάγκη αυξημένου σεβασμού σε θρησκευτικές ελευθερίες, στα μειονοτικά δικαιώματα, στα περιουσιακά δικαιώματα, με ρητή αναφορά στην ανάγκη ακόμα μεγαλύτερης προσπάθειας της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, και μία σαφώς καλή κατοχύρωση και διατύπωση όσον αφορά τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Υπάρχει μια ενισχυμένη φέτος αναφορά στη θέση της Τουρκίας σε σχέση με το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης. Αναφέρεται η Τουρκία ως βασική χώρα διέλευσης και προέλευσης λαθρομετανάστευσης. Και εδώ θέλω να σας πω κάτι που  είχα την ευκαιρία και την προηγούμενη φορά να σας το αναφέρω. Και είναι κάτι που το τονίζουμε συστηματικά, και πλέον έχει αρχίσει και έχει γίνει κατανοητό και αντιληπτό από τους εταίρους μας: Η ανάγκη να υπάρχει μεγαλύτερη προσπάθεια εκ μέρους της Τουρκίας σ' αυτό το θέμα και προκειμένου να υπάρξει η σύναψη της συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Επανεισδοχής λαθρομεταναστών μαζί της, τονίζοντας όμως ότι πρέπει να είναι ένα κείμενο το οποίο να είναι ισόρροπα αποδεκτό και αποτελεσματικό. Και καταλαβαίνετε ότι αυτό είναι πάρα πολύ κρίσιμο και για μας, το πώς θα είναι διατυπωμένο αυτό το κείμενο.

Επίσης εδώ πρέπει να σας πω μάλιστα ότι υπήρχε και μία στενή συνεργασία και στη διάρκεια της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και με τη Βουλγαρία, η οποία έχει κι αυτή ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Και έτσι συνεισέφερε και η βουλγαρική πλευρά στο να ενισχυθεί αυτή η παράγραφος, λέγοντας ότι μέχρις ότου υπάρχει η ευρωπαϊκή Συμφωνία Επανεισδοχής η Τουρκία να υποχρεούται και να ελέγχεται αν εφαρμόζει αποτελεσματικά τις διμερείς Συμφωνίες Επανεισδοχής.

Το τρίτο θέμα που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι υπάρχει πολύ εκτενής αναφορά στα συμπεράσματα στα ζητήματα καλής γειτονίας, σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, αποφυγής πράξεων απειλών και οποιωνδήποτε τέτοιων συμπεριφορών.


Το τέταρτο που θα ήθελα να τονίσω είναι κάτι το οποίο υπήρχε και στα περυσινά συμπεράσματα αλλά είναι κρίσιμο: Aναφέρεται ξεκάθαρα πάλι φέτος και έχει να κάνει με το σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Kαι ειδικά το δικαίωμα, το κεκτημένο, όλων των κρατών μελών να συνάπτουν διμερείς συμφωνίες και να αξιοποιούν διεθνείς συμφωνίες, όπως τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Και αυτό είναι σαφώς διατυπωμένο στα συμπεράσματα του Συμβουλίου.

Και το πέμπτο θέμα έχει να κάνει με τα ζητήματα που αφορούν την Κύπρο: Τις υποχρεώσεις της Τουρκίας απέναντι στην Κύπρο, όσον αφορά το πρόσθετο πρωτόκολλο και όλα τα ζητήματα αυτά, που όπως σας είπα, βρισκόμαστε σε μια στενή συνεργασία και με την Κυπριακή πλευρά. Όλα αυτά είναι κατοχυρωμένα».

Για το θέμα της ημερήσιας διάταξης:

«Θέλω να ξεκινήσω με κάποιες γενικές παρατηρήσεις, γιατί η ενημέρωση που σας έκανα και προηγούμενα δένει απόλυτα με τη συζήτηση που κάνουμε εδώ. Καθώς, το συγκεκριμένο Ταμείο που καλείται η Ελληνική Βουλή να κυρώσει είναι στην πραγματικότητα ένα εργαλείο που έρχεται να στηρίξει και να κάνει πιο αποδοτική τη λειτουργία της πολιτικής της διεύρυνσης.

Άρα είναι σαφές, ότι όλη αυτή η διαδικασία της λειτουργίας του Ταμείου, πέραν της συμμετοχής των εκπροσώπων των κρατών μελών είναι, βέβαια, και κάτω από τη γενική εποπτεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Φυσικά σε πλήρη συνεννόηση με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, δηλαδή τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Δε θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς βάσει των δικών τους προτεραιοτήτων, και φυσικά στη λογική του να εξυπηρετήσει τελικά αυτή την ευρωπαϊκή πορεία, η οποία έχει να κάνει και με τη συμμόρφωση σ' αυτό που λέμε κοινοτικό κεκτημένο. Δηλαδή, αφενός η δική τους εσωτερική οικονομική ανάπτυξη και συνεργασία στην περιοχή αλλά, βέβαια, και ταυτόχρονα τις αντίστοιχες δομές θεσμικές, πολιτικές, οικονομικές, που να μπορούν να διευκολύνουν στην προσαρμογή και στη σύγκλισή τους με το Κοινοτικό κεκτημένο.

Πρώτα απ' όλα, γιατί δημιουργήθηκε αυτό το συγκεκριμένο Ταμείο; Η αρχική απόφαση πάρθηκε το 2008, από το 2009 έχει συγκροτηθεί. Ο πρώτος λόγος είναι για να υπάρχει ένας καλύτερος συντονισμός εστιασμένος στις πραγματικές ανάγκες των μελών του Ταμείου από τα Δυτικά Βαλκάνια που ενδιαφέρονται να έχουν αυτή την ευρωπαϊκή πορεία. Να υπάρχει ένας καλύτερος συντονισμός στην ανάπτυξη αυτής της οικονομικής συνεργασίας, που ταυτόχρονα θα διευκολύνει την προετοιμασία της ενταξιακής τους πορείας. Ο δεύτερος λόγος είναι να υπάρχει ένας καλύτερος συντονισμός των διαθέσιμων πόρων, που είναι από πολλές πηγές. Είτε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είτε από Διεθνείς Οργανισμούς, από τον ιδιωτικό τομέα, από τα κράτη μέλη, ώστε να μην υπάρχει μία αποσπασματικότητα. Αλλά, να υπάρχει μία προστιθέμενη αξία μέσα από το συντονισμό αυτών των πόρων. Και μάλιστα, να σημειώσουμε εδώ, σε μια περίοδο που υπάρχει και μία έλλειψη πόρων. Αυτό το αντιμετωπίζουμε πολύ έντονα και στην Ευρωμεσογειακή συνεργασία. Λόγω της κρίσης από το 2008, γενικά στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δεν υπάρχει η ίδια ευκολία ρευστότητας και επενδύσεων. Το βλέπουμε παντού, το βλέπουμε δυστυχώς και σ' αυτά τα προγράμματα. Άρα μέσα από ένα τέτοιο Ταμείο έρχονται να συγκεντρωθούν, να βρεθούν οι πόροι, να συντονιστούν και φυσικά να υπάρχει και ένας έλεγχος και μία εποπτεία στην καλύτερη και την πιο ορθολογική αξιοποίησή τους.

Και εδώ θέλω να αναλάβω και μια δέσμευση απέναντί σας, και νομίζω ότι είναι σωστό να γίνεται αυτό, να υπάρχει και μία –δεν αρκεί δηλαδή το ότι επικυρώνει η Ελληνική Βουλή σήμερα την προσχώρηση της χώρας μας σ' αυτό το Ταμείο– θα πρέπει τακτικά να υπάρχει και η τακτική ενημέρωση του Κοινοβουλίου ως προς τη λειτουργία τελικά του Ταμείου. Και μπορούμε να το εγκαινιάσουμε, κάθε χρόνο να υπάρχει και μία αντίστοιχη ενημέρωση της Βουλής γύρω απ' αυτά τα θέματα.

Όπως ήδη ειπώθηκε από τους εισηγητές μας, έκανε και ο κύριος Γικόνογλου μία εκτενή ενημέρωση, είναι μία σειρά από πολιτικές που μας αφορούν ιδιαίτερα. Και φυσικά η δική μας συμμετοχή είναι συμμετοχή ένταξης.

Και να απαντήσω σε κάποια ερωτήματα, πριν μπω στις παρατηρήσεις σας,  γιατί πρέπει να συμμετέχουμε. Εγώ θα κωδικοποιήσω, για την οικονομία της συζήτησης, και θα πω πέντε λόγους που συνηγορούν γιατί η χώρα μας πρέπει να συμμετέχει σ' αυτό το Ευρωπαϊκό Ταμείο και γιατί η Βουλή καλείται να επικυρώσει τη συμμετοχή.

Πρώτα απ' όλα, γιατί όπως ειπώθηκε, και χάρηκα που ειπώθηκε απ' όλους τους εισηγητές μας και απ' όλα τα κόμματα, είναι προς το εθνικό συμφέρον της χώρας μας η Ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων. Και εδώ, λοιπόν, είναι ένα εργαλείο που έρχεται να συνεισφέρει πρακτικά και προγραμματικά σ' αυτή την κατεύθυνση.

Δεύτερον, και το είπε ο κύριος Στυλιανίδης, το είπε και ο κύριος Αϊβαλιώτης, γιατί μέσα απ' αυτά τα προγράμματα έχουμε άμεσο όφελος. Και έχουμε όφελος είτε γιατί είναι προγράμματα που είναι μέσα σε Διευρωπαϊκά δίκτυα, που μας αφορούν, είτε γιατί έχουν επιπτώσεις σε μας, θετικές.  Μ' αυτή την ευκαιρία να απαντήσω σ' αυτή την συζήτηση, που είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα το ζήτημα του βιολογικού καθαρισμού. Υπήρχαν αυτές οι καθυστερήσεις, αυτά τα προβλήματα. Όντως ήταν από την πλευρά των Σκοπίων στην τελική φάση η καθυστέρηση. Είμαι όμως στην ευτυχή θέση να σας πω ότι τελικά έκλεισε η συμφωνία. Υπάρχει συμμετοχή και της Ελβετίας, ως μονάδα καθαρισμού λυμάτων στη Γευγελή, και υπό αυτή την έννοια είμαστε σε φάση πια που έχουμε μπει στην τελική ευθεία για την υλοποίηση του έργου.

Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι τέτοιου είδους έργα είναι πολλαπλά συμφέροντα για μας, είτε γιατί είναι έργα που διασυνδέονται με μας, αν είναι έργα υποδομών ή μεταφορών, είτε βέβαια γιατί αν είναι θέματα περιβάλλοντος έχουν άμεση επίπτωση και στη δική μας λειτουργία.

Ο τρίτος λόγος. Αν δεν συμμετείχαμε το Ταμείο θα λειτουργούσε, οι αποφάσεις θα λαμβάνονταν ερήμην μας, ενώ τώρα εμείς συμμετέχουμε. Η αρχή είναι η ομοφωνία. Σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να γίνει η διαδικασία που αναφέρατε, αλλά σε κάθε περίπτωση η συμμετοχή μας επηρεάζει τον προγραμματισμό, τις αποφάσεις. Άρα έχουμε κάθε λόγο και να είμαστε εκεί για να προωθούμε τα έργα που μας ενδιαφέρουν, αλλά και να μη μας επιβάλλουν άλλα έργα στην περιοχή μας χωρίς τη δική μας συμμετοχή.

Ο τέταρτος λόγος είναι καθαρά πολιτικός. Μια χώρα όσο πιο ισχυρή παρουσία έχει στην ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας, της εμπορικής συνεργασίας, στη στήριξη των υποδομών, τόσο μεγαλύτερη πολιτική επιρροή έχει. Και αλίμονο αν η Ελλάδα δεν επιλέγει, παρότι είμαστε σε μία περίοδο δύσκολη και κρίσης, να έχει αυτό το λόγο. Γιατί, είναι η άμεση περιοχή μας, έχουμε κάθε λόγο να στηρίζουμε οποιαδήποτε διαδικασία έρχεται να στηρίξει αυτή την παρουσία και αυτή την επιρροή.

Ο πέμπτος λόγος, που είναι κρίσιμος, ειπώθηκε από πολλούς συναδέλφους, έχει να κάνει με τη συμμετοχή των ελληνικών επιχειρήσεων. Είναι σαφές ότι και με όσα άλλα προγράμματα υπάρχουν –και εδώ θέλω να διευκρινίσω ότι είναι συμπληρωματικό, δεν έρχεται να αντικαταστήσει το ΕΣΟΑΒ, γιατί το ΕΣΟΑΒ έχει ένα διμερή χαρακτήρα–είναι ενισχυτικό. Έρχεται και αυτή είναι και μία από τις βασικές στοχεύσεις αυτού του εργαλείου που κυρώνουμε σήμερα, να δημιουργήσει εκείνο το πλαίσιο για τη μεγαλύτερη συμμετοχή και εδραίωση των Ελληνικών σ' αυτή τη μεγάλη οικονομική συνεργασία».

16 Δεκεμβρίου, 2010