Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές, μέλη της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων,
Είναι η τέταρτη φορά σε ένα χρόνο που έχω την τιμή και την χαρά να απευθύνομαι στην σημαντική αυτή Επιτροπή της Βουλής.
Διαμορφώνεται μια εξαιρετικά χρήσιμη πρακτική υπεύθυνης και ουσιαστικής δημόσιας συζήτησης μεταξύ Κυβέρνησης και πολιτικών κομμάτων για τα ζητήματα που απασχολούν την εξωτερική πολιτική της χώρας.
Οι συζητήσεις αυτές, καθώς και οι συζητήσεις προ ημερησίας διατάξεως συνδυάζονται με εκείνες στο πλαίσιο των τακτικών – ανά τετράμηνο περίπου - συνεδριάσεων του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής. Συγκροτείται έτσι, ένας άτυπος, αλλά και ουσιαστικός μηχανισμός διακομματικής διαβούλευσης για την εξωτερική μας πολιτική.
Είναι πολλαπλώς θετικό ότι ο μηχανισμός αυτός μπορεί να ενισχύει ακόμα περισσότερο το υπόβαθρο της ευρείας συναίνεσης της πλειοψηφίας των πολιτικών δυνάμεων για τις μεγάλες στρατηγικές επιλογές και κατευθύνσεις του διεθνούς προσανατολισμού της χώρας.
Η στρατηγικού χαρακτήρα αυτή συναίνεση είναι παράγοντας ισχύος για τον τόπο. Οφείλουμε να την διαφυλάττουμε και να την ενισχύουμε. Αυτό θα το επιτύχουμε όταν η αναμενόμενη, και επιβεβλημένη θα έλεγα, κριτική και δημοκρατική αντιπαράθεση επιχειρημάτων στα κρίσιμα αυτά ζητήματα είναι ουσιαστική και υπεύθυνη και όχι προσχηματική.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Η ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί εξέλιξη ιδιαίτερης σημασίας για την ευρύτερη περιοχή και τη χώρα μας.
Για πρώτη φορά στα 25 χρόνια συμμετοχής της στην ευρωπαϊκή οικογένεια, η Ελλάδα αποκτά γεωγραφικό σύνορο – γέφυρα που την συνδέει άμεσα με τον ευρύ ενιαίο χώρο δημοκρατίας, σταθερότητας και οικονομικής ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Ελλάδα δεν είναι πια το γεωγραφικά απομονωμένο ακριτικό μέλος της Ένωσης. Η νέα αυτή πραγματικότητα μας δίνει νέες δυνατότητες. Ανοίγει νέους ορίζοντες ευκαιριών για τη χώρα, ειδικότερα δε, για τις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, που αποκτούν ευρωπαϊκό σύνορο και ευρωπαϊκή ενδοχώρα.
Αυτήν τη νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα είμαστε αποφασισμένοι να την αξιοποιήσουμε πλήρως. Ήδη, η Ελλάδα έχει μια εντυπωσιακή, οικονομική και επιχειρηματική παρουσία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Στην περιοχή δραστηριοποιούνται περί τις 3.500 ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις. Υπάρχει επίσης ένα συνεχώς διευρυνόμενο δυναμικό δίκτυο 1.200 υποκαταστημάτων ελληνικών τραπεζών που καλύπτουν το 20% της τραπεζικής αγοράς στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας. Στην περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2006, οι ελληνικές εξαγωγές παρουσίασαν αύξηση της τάξης του 30%, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2005. Οι ελληνικές επενδύσεις στην Νοτιοανατολική Ευρώπη την τελευταία δεκαετία ξεπέρασαν τα 14 δισεκατομμύρια ευρώ. Παραμένουμε η μόνη χώρα της περιοχής που διατηρεί, και θα διατηρήσει για τα επόμενα χρόνια, το πλεονέκτημα - την προστιθέμενη αξία – της συμμετοχής στην ζώνη του Ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής μας, η Κυβέρνηση εφαρμόζει μια σφαιρική αναπτυξιακή πολιτική για την κομβικής σημασίας περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνεται η αξιοποίηση όλου του έμψυχου δυναμικού της. Τα μέτρα για την εμβάθυνση και διεύρυνση της πολιτικής ισονομίας και ισοπολιτείας για τη μουσουλμανική μειονότητα, που ανακοινώθηκαν από την Κυβερνητική Επιτροπή, συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα αυτής της πολιτικής.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Η ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας ήταν αναμφισβήτητα ιστορική επιτυχία των δύο φίλων γειτονικών λαών και των ηγεσιών τους. Ταυτόχρονα ήταν και επιτυχία της πολιτικής που εφαρμόζει με συνέπεια, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια. Της πολιτικής της έμπρακτης υποστήριξης της ευρωπαϊκής προοπτικής και πορείας των κρατών της περιοχής μας.
Είναι η μόνη πολιτική, η μόνη στρατηγική, που μπορεί να μετατρέψει σταδιακά το σύνολο των Βαλκανίων σε περιοχή σταθερότητας, σύγχρονης δημοκρατίας και δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης.
Είναι αυτονόητο ότι η απρόσκοπτη πορεία στον ευρωπαϊκό δρόμο προϋποθέτει ότι οι ενδιαφερόμενες χώρες ανταποκρίνονται στα κριτήρια και σέβονται εμπράκτως τους ευρωπαϊκούς κανόνες, τις αρχές και αξίες. Η απαίτηση αυτή για πλήρη προσαρμογή γίνεται σήμερα εκ των πραγμάτων ακόμη ισχυρότερη.
Οι αλλεπάλληλες διευρύνσεις των τελευταίων ετών οδήγησαν μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια, στην κατά 80% αύξηση του αριθμού των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από ‘15’ το 2003 σε ‘27’ το 2007. Η μείζων αυτή αλλαγή σε συνδυασμό με τη στασιμότητα στο κρίσιμο ζήτημα της θεσμικής προσαρμογής και ενίσχυσης της Ε.Ε., κάνει πολλούς στις Βρυξέλλες και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εξαιρετικά προσεκτικούς, εάν όχι αρνητικούς, στο ενδεχόμενο νέων διευρύνσεων σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Για το λόγο αυτό η προσπάθεια ανταπόκρισης και προσαρμογής που οφείλουν να καταβάλουν τα ενδιαφερόμενα για ένταξη κράτη, πρέπει να είναι ακόμα πιο έντονη και ουσιαστική. Χωρίς παρεκκλίσεις και οπισθοδρομήσεις.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ και στις δημοτικές εκλογές της Αλβανίας, τις οποίες παρακολουθήσαμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και προσοχή. Όπως ο ΟΑΣΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνουμε και εμείς ότι υπήρξαν και πάλι φαινόμενα δυσλειτουργιών και παρατυπιών στην εκλογική διαδικασία. Ειδικότερα, στην Χειμάρα τα φαινόμενα αυτά δημιουργούν έντονο προβληματισμό. Η διαδικασία καταμέτρησης συνεχίζεται. Περιττό να τονίσει κανείς ότι η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνει με απόλυτο σεβασμό των δημοκρατικών κανόνων, όπως επιβάλλει η Ε.Ε. στην οποία προσβλέπει να ενταχθεί η γειτονική μας χώρα.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή μας έχει, πέραν όλων των άλλων, η πλήρης εφαρμογή των κανόνων καλής γειτονίας. Θεμελιώδες συστατικό τους είναι ο σεβασμός στο διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες. Επίσης και η αποχή από ενέργειες που προκαλούν εντάσεις και τριβές, με ανάλογο αντίκτυπο στις διμερείς σχέσεις και στην περιφερειακή συνεργασία.
Η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, για μετονομασία του αεροδρομίου «Πέτροβατς» των Σκοπίων σε «Μέγας Αλέξανδρος», δεν είναι ενέργεια καλής γειτονίας. Ήταν αντίθετη με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995. Ιστορικά έωλη και πολιτικά πλήρως αντιπαραγωγική. Δυσκόλεψε περισσότερο, όπως ο ίδιος ο κ. Νίμιτς τόνισε δημοσίως κατά την εδώ επίσκεψή του, την αποστολή που έχει αναλάβει ως διαμεσολαβητής του ΟΗΕ.
Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι συμμετέχει εποικοδομητικά στη διαδικασία για την εξεύρεση μιας αμοιβαίως αποδεκτής λύσης στο ζήτημα της ονομασίας. Σέβεται το πνεύμα και το γράμμα της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.
Είναι βέβαιο όμως ότι η απουσία αποδεκτής λύσης για την οποία ευθύνεται η εντεινόμενη αδιαλλαξία των κυβερνώντων στα Σκόπια, δεν βοηθάει καθόλου την εξέλιξη της ευρω-ατλαντικής πορείας της Π.Γ.Δ.Μ.
Ειδικά ως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι πρόσφατες δηλώσεις του αρμοδίου Επιτρόπου κ. Ρεν, επιβεβαιώνουν τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν σε αυτήν τους την πορεία τα Σκόπια. Η υποστήριξη της Ελλάδας και των άλλων γειτονικών κρατών-μελών, θα τους είναι απαραίτητη και πολύτιμη.
Αντίθετα, η επίτευξη αμοιβαίως αποδεκτής λύσης θα έχει πολλαπλά θετικά αποτελέσματα: α) Ενίσχυση των διμερών σχέσεών μας και της περιφερειακής συνεργασίας και β) Ουσιαστική και χειροπιαστή πρόοδο στην ευρω-ατλαντική προοπτική των Σκοπίων.
Αυτό είναι το μέλλον που επιθυμούμε για την περιοχή μας. Γι’ αυτό το ευρωπαϊκό μέλλον εργάζεται η Ελλάδα. Με συνέπεια, με υπευθυνότητα, μετριοπάθεια, αλλά και αποφασιστικότητα.
Αυτή η επιδίωξη για περιφερειακή σταθερότητα και ανάπτυξη υπαγορεύει και καθοδηγεί την πολιτική μας και στο πολλαπλώς κρίσιμο ζήτημα του μελλοντικού καθεστώτος του Κοσσόβου που βρίσκεται πλέον σε αποφασιστική καμπή.
Αύριο ξεκινούν οι κρίσιμες διαβουλεύσεις των ενδιαφερομένων μερών επί των προτάσεων που έχει υποβάλλει ο Πρόεδρος Αχτισάαρι.
Εκφράζουμε την στήριξή μας στις προσπάθειές του για να επιτευχθεί γεφύρωση των διαφορών. Για να υπάρξει συμβιβασμός και να διασφαλισθεί έτσι η λειτουργικότητα και βιωσιμότητα του όποιου αποτελέσματος.
Βεβαίως, λύση δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στο προηγούμενο – πριν το 1999 – καθεστώς του Κοσόβου.
Καλούμε και τις δύο πλευρές να επιδείξουν, έστω και τώρα, το απαραίτητα εποικοδομητικό πνεύμα και να αποφύγουν μονομερείς ενέργειες που θα είχαν ως στόχο να προκαταλάβουν προς την μία ή άλλη κατεύθυνση το τελικό αποτέλεσμα. Αυτό άλλωστε τονίζουμε συνεχώς στους συνομιλητές μας στο Βελιγράδι και την Πρίστινα.
Εάν η επίτευξη ενός βιώσιμου συμβιβασμού με ισορροπημένα οφέλη, απαιτήσει περισσότερη υπομονή και επιμονή, η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να επιδείξει την απαραίτητη γι’ αυτό βούληση. Να μην εγκλωβιστεί και να μην εγκλωβίσει τη διαπραγματευτική διαδικασία σε στενά χρονικά όρια.
Επισημαίνουμε τρία στοιχεία στο σχέδιο Αχτισάαρι :
Α) Σημειώνουμε με ικανοποίηση τις διευρυμένες εξουσίες και δικαιώματα που προβλέπει για τις μειονότητες συμπεριλαμβανομένης εκείνης των Σέρβων-κοσοβάρων.
Είναι απαραίτητο στοιχείο για την οικοδόμηση μιας σταθερής ειρηνικής πολυεθνικής – πολυπολιτισμικής κοινωνίας.
Β) Διαπιστώνουμε ταυτόχρονα ότι στις προτάσεις αυτές δεν υπάρχουν τα στοιχεία εκείνα, για μια σταδιακή, βήμα-βήμα εφαρμογή που θα επέτρεπε μεγαλύτερη εξοικείωση και καλύτερη αφομοίωση των νέων δεδομένων από τα εμπλεκόμενα μέρη.
Γ) Συμπεραίνουμε ότι εφόσον οι προτάσεις αυτές, αποτελούν ήδη αντικείμενο διαπραγματεύσεων, δεν είναι οι τελικές, σε μία λογική «take it or leave it», αλλά ότι είναι δεκτικές μεταβολών και προσαρμογών επί των οποίων θα υπήρχε συμφωνία Βελιγραδίου-Πρίστινας.
Η πραγματικότητα, Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές, είναι ότι οι δύο πλευρές εκκινούν από τελείως διαφορετικές αφετηρίες. «Τίποτα λιγότερο από ανεξαρτησία» απαιτεί η Πρίστινα. «Οτιδήποτε άλλο εκτός ανεξαρτησίας» επιδιώκει το Βελιγράδι.
Έτσι η διαπραγμάτευση θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. Το επόμενο στάδιο, κατ’ εφαρμογήν της συμφωνημένης διαδικασίας, θα είναι σε περίπου ένα μήνα η συζήτηση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με προοπτική λήψης σχετικής απόφασης.
Με τα σημερινά δεδομένα, και τη δημόσια εκφρασμένη επιφυλακτικότητα ορισμένων χωρών, συμπεριλαμβανομένης κυρίως της Ρωσίας, η συζήτηση και στο Συμβούλιο Ασφαλείας δεν προβλέπεται χωρίς δυσκολίες. Διαφορετική τελείως θα είναι η ατμόσφαιρα, εάν πριν το Συμβούλιο Ασφαλείας, τα δύο μέρη επιδείξουν ωριμότητα και ρεαλισμό, αποδεχόμενα ότι σε μια λύση αποδεκτού συμβιβασμού δεν υπάρχουν ούτε 100% νικητές ούτε 100% ηττημένοι.
Η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω λόγω του ότι στη Σερβία μετά τις πρόσφατες εκλογές δεν έχει ακόμα σχηματισθεί κυβέρνηση. Έχουμε επανειλημμένα τονίσει - εντός και εκτός Ε.Ε. – πόσο σημαντικό είναι να αποτελέσει η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, τον καταλύτη για τον σχηματισμό κυβέρνησης με συμμετοχή των μετριοπαθών, φιλοευρωπαϊκών σερβικών πολιτικών δυνάμεων.
Επιπλέον, μεγάλη βαρύτητα έχουμε δώσει στην προώθηση της ευρω-ατλαντικής πορείας της Σερβίας με συγκεκριμένα, απτά βήματα. Πιστεύουμε ότι, μεταξύ άλλων, αυτό θα δώσει άλλες δυνατότητες στη Σερβία να χειριστεί τη δυσχερή κατάσταση που αντιμετωπίζει στο Κοσοβαρικό.
Στα πλαίσιο αυτό ήταν πολύ θετικό ότι μετά από έντονες προσπάθειες στις οποίες και η Ελλάδα είχε ουσιαστικό ρόλο, το ΝΑΤΟ αποφάσισε στη Σύνοδο Κορυφής της Ρίγας, να δεχθεί τη Σερβία στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» -(Partnership for Peace). Θετικό ήταν και το καθαρό μήνυμα που έστειλε το πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. τονίζοντας ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα μπορούσε να ξαναρχίσει η διαδικασία για τη σύναψη Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης Σερβίας – Ε.Ε.
Βέβαια αυτό που η Ε.Ε. ζητάει από τη Σερβία είναι να επιδείξει το Βελιγράδι ισχυρή βούληση συνεργασίας με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης.
Πρώτο και κύριο μέλημα της πολιτικής μας στο θέμα του Κοσσόβου, όπως άλλωστε και της εν γένει, εξωτερικής μας πολιτικής είναι η διασφάλιση της σταθερότητας και της ειρήνης.
Σε κάθε περίπτωση είναι και θα παραμείνει απαραίτητη η ισχυρή παρουσία στο Κόσσοβο της Διεθνούς Κοινότητας κατ’ εφαρμογήν Αποφάσεως του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Την ανάγκη αυτή επιβεβαίωσαν και υπογράμμισαν τα πρόσφατα αιματηρά επεισόδια στην Πρίστινα.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση προετοιμάζεται να αναλάβει πολύ ουσιαστικό ρόλο στην πολιτική διάσταση της διεθνούς αυτής παρουσίας. Η Ελλάδα έχει αποφασίσει να έχει σημαντική συμβολή σε αυτήν, πέραν της συμμετοχής της στην KFOR.
Μια ακόμα σταθερή επιδίωξη της Ελλάδας είναι να υπάρχει ενιαία ευρωπαϊκή στάση στο ζήτημα αυτό. Πρέπει να διασφαλιστεί η ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης γιατί μόνον έτσι θα μπορέσει να έχει ουσιαστικό λόγο και ρόλο στην μετά τον καθορισμό του καθεστώτος εποχή. Και αυτό είναι προς το συμφέρον της περιοχής και της χώρας μας που επιδιώκει την σταθερότητα την επόμενη μέρα.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Όσα ανέφερα προηγουμένως για την ανάγκη πλήρους ανταπόκρισης των ενδιαφερομένων για ένταξη χωρών, στα κριτήρια και τα προαπαιτούμενα της Ε.Ε., με έμφαση στις σχέσεις καλής γειτονίας, ισχύουν προφανώς και για την Τουρκία.
Εμείς δεν θα κουραστούμε να επαναλαμβάνουμε την ειλικρινή θέση μας υπέρ της ευρωπαϊκής της προοπτικής. Πιστεύουμε ότι είναι στρατηγική που μπορεί να φέρει σταδιακά, με επιμονή και υπομονή, τα προσδοκώμενα οφέλη για όλους. Για τον τουρκικό λαό, για την περιοχή μας, για την Ευρώπη, και βέβαια για την Ελλάδα.
Είναι μια στρατηγική με σκοπό την εμπέδωση της ειρήνης. Τη βελτίωση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων. Την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης στην περιοχή.
Πιστεύω και ελπίζω ότι η Τουρκία δεν θα κλείσει τα μάτια, δεν θα γυρίσει την πλάτη, σε αυτήν την προοπτική ενός καλύτερου, ενός ευρωπαϊκού, μέλλοντος. Θέλω να πιστεύω ότι παρά τις εμφανιζόμενες εξάρσεις εθνικισμού ορισμένων κύκλων, η υπεύθυνη πολιτική της ηγεσία θα μείνει σταθερά προσηλωμένη στον ευρωπαϊκό δρόμο. Ένα δρόμο δύσκολο αλλά γεμάτο πολλές ευκαιρίες και μεγάλες δυνατότητες.
Αντιλαμβανόμαστε ότι μια έντονη προεκλογική περίοδος όπως αυτή που διέρχεται η Τουρκία, μπορεί να μην είναι ο καλύτερος σύμβουλος για δημόσιες τοποθετήσεις νηφαλιότητας και μετριοπάθειας. Δεν μπορεί όμως και να αποτελέσει άλλοθι για αναίτια, έστω και έμμεση, καλλιέργεια κλίματος έντασης στην τόσο ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Έχουμε τονίσει ότι ειδικά αυτή η περιοχή του κόσμου, πολύ περισσότερο από όλες τις άλλες, χρειάζεται σταθερότητα και ειρήνη. Χρειάζεται σχέσεις καλής γειτονίας και αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ των χωρών. Αυτό πράττουν η Αίγυπτος, η Κύπρος και ο Λίβανος, με τις συμφωνίες που πρόσφατα υπέγραψαν.
Η εφαρμογή, από κυρίαρχα ανεξάρτητα κράτη, των αυτονόητων θεμελιωδών κανόνων και αρχών του Διεθνούς Δικαίου, και της καθημερινής πρακτικής των διεθνών σχέσεων, δεν πρέπει και δεν μπορεί να αμφισβητείται.
Ο καθορισμός θαλασσίων ζωνών εκμετάλλευσης, όπως η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, βοηθάει την διακρατική συνεργασία. Ανοίγει τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης. Παρακολουθούμε τα θέματα αυτά από πολύ κοντά. Με την απαιτούμενη σοβαρότητα, προσοχή και ψυχραιμία.
Συνεχίζουμε να πιστεύουμε και να συμβάλλουμε έμπρακτα στην προσπάθεια συνεχούς βελτίωσης και εξομάλυνσης των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, που χρειάζονται και προϋποθέτουν την ανάλογη ανταπόκριση.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Είμαι σίγουρη ότι παραβιάζω ανοικτές θύρες λέγοντας ότι η πλήρης εξομάλυνση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων απαιτεί την επίτευξη μιας δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης του Κυπριακού ζητήματος. Ο τερματισμός της ξένης κατοχής και η επανένωση του νησιού, στην βάση των αποφάσεων του Σ.Α. του ΟΗΕ, του Διεθνούς Δικαίου των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών και του κοινοτικού κεκτημένου, μπορεί να διασφαλίσει ότι όλοι στο νησί, ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι, θα απολαύσουν τα αγαθά της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τη στιγμή αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη μια ουσιαστική προσπάθεια αξιοποίησης και εφαρμογής της Συμφωνίας μεταξύ του Προέδρου Παπαδόπουλου, του πρώην Βοηθού Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ κ. Γκάμπαρι, και του Τουρκοκύπριου ηγέτη κ. Ταλάτ, του περασμένου Ιουλίου.
Όμως η προσπάθεια αυτή αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω της στάσης της τουρκοκυπριακής πλευράς. Ελπίζουμε ότι η στασιμότητα αυτή θα αρθεί και ότι στο προσεχές διάστημα θα ξεκινήσουν οι δικοινοτικές συνομιλίες, όπως προβλέπει η Συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006.
Η Ελλάδα παραμένει δεσμευμένη στην σταθερή υποστήριξη μιας καλά προετοιμασμένης διαδικασίας επίλυσης που θα δίνει εγγυήσεις επιτυχίας.
Η επίσκεψη στην Αθήνα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας θα μας δώσει την ευκαιρία, στο πλαίσιο της σταθερής επικοινωνίας και συνεργασίας των δύο κυβερνήσεων, μιας σε βάθος συζήτησης όλων των θεμάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθώ σύντομα και στα της Μέσης Ανατολής και της ευρύτερης περιοχής της.
Παρά την θετική εξέλιξη του σχηματισμού παλαιστινιακής Κυβέρνησης εθνικής ενότητος μετά τη συμφωνία της Μέκκας μεταξύ Χαμάς και Φατάχ, στην οποία ιδιαίτερη συμβολή είχαν η Σαουδική Αραβία και η Ιορδανία, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή παραμένει εξαιρετικά σύνθετη, και ανησυχητικά ασταθής. Στην πρόσφατη τριμερή συνάντηση Ράις – Ολμέρτ - Αμπάς, δεν φαίνεται να σημειώθηκε κάποια νέα σημαντική εξέλιξη με άμεσο θετικό αντίκτυπο στην προσπάθεια αναζήτησης διεξόδου από τη σημερινή κατάσταση.
Η κατάσταση ασφάλειας στο Ιράκ παραμένει, γίνεται κάθε μέρα, προβληματική καθώς η αιματηρή διαμάχη σιϊτών – σουνιτών δεν λέει να κοπάσει. Σημείο αναφοράς ως προς την σχετική ηρεμία και σταθερότητά τους παραμένουν οι κουρδικές περιοχές στο Βόρειο Ιράκ.
Ο Λίβανος ζει στην ατμόσφαιρα έντασης που επιδείνωσε η πρόσφατη δολοφονία του Τζεμαγέλ. Η κυβέρνηση Σινιόρα αν και έχει τη στήριξη της Διεθνούς Κοινότητας αντιμετωπίζει πολλά ανοικτά προβλήματα, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να κάνει ουσιαστικά βήματα στην προσπάθεια ανοικοδόμησης της χώρας, για την οποία η Ελλάδα έχει δεσμεύσει συνολικά το ποσόν των 7.500.000 ευρώ.
Το πρόβλημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και οι πολυποίκιλες προεκτάσεις του παραμένει αφού δεν σημειώνεται κάποια αποφασιστικής σημασίας πρόοδος.
Και στο Αφγανιστάν η πρόοδος στην αποστολή του ISAF που γίνεται κατ’εφαρμογή σχετικής Απόφασης του Σ.Α. του ΟΗΕ, δεν έχει τον επιθυμητό ρυθμό. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις επαναδραστηριοποίησης των εκεί ακραίων φανατικών δυνάμεων.
Γενικότερα, παρατηρούμε με ανησυχία την αύξηση της επιρροής ακραίων φωνών σε ολόκληρη την περιοχή.
Στην περιοχή αυτή του κόσμου, Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές, δεν υπάρχει τρόπος οριστικής επίλυσης ενός ζητήματος, αγνοώντας τα υπόλοιπα. Όλα συνδέονται και διασυνδέονται, άλλοτε σε εμφανείς και άλλοτε σε αφανείς διαδρομές.
Για αυτό το λόγο απαιτείται από τη Διεθνή Κοινότητα μια ολοκληρωμένη στρατηγική που, έχοντας στο κέντρο της το Παλαιστινιακό – όπως εμείς πιστεύουμε -, θα αντιμετωπίζει τη Μέση Ανατολή ως σύνολο.
Μια τέτοια στρατηγική θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλους τους παίκτες της περιοχής, προφανώς δε τη Συρία και το Ιράν.
Ο ρόλος που καλείται να παίξει η Ε.Ε. είναι πολύ σημαντικός. Το συμπέρασμα από τις συνομιλίες μου στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της πρόσφατης επισκέψεώς μου στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, είναι ότι ο Αραβικός Κόσμος προσβλέπει στην εντονότερη και ουσιαστικότερη εμπλοκή της Ευρώπης σε αυτήν την προσπάθεια. Χωρίς άλλη καθυστέρηση.
Η Ελλάδα έχει δώσει και θα συνεχίσει να δίνει το παρόν συμβάλλοντας ενεργά στο εγχείρημα της σταθερότητας και της ειρήνευσης της περιοχής αυτής που βρίσκεται «δίπλα στην πόρτα μας».
Οι άριστες σχέσεις που έχουμε τόσο με το Ισραήλ όσο και με τους Άραβες αλλά και τους Ιρανούς μας το επιτρέπουν και μας το επιβάλλουν.
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές
Σε δύσκολους καιρούς, η εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης ασκείται υπεύθυνα και προγραμματισμένα. Με σύνεση και αποφασιστικότητα. Είναι δραστήρια χωρίς περιττές κινήσεις πρόσκαιρου εντυπωσιασμού. Διασφαλίζει τα συμφέροντα του τόπου, διαμορφώνοντας όρους σταθερότητας και ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή μας.
Σας ευχαριστώ.
20 Φεβρουαρίου, 2007