Ομιλία της ΥΠΕΞ κας Μπακογιάννη στην Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων μου δήλωσα ότι η συνεργασία μου ως Υπουργού Εξωτερικών με τα κόμματα και, πάνω απ’ όλα, με την Εθνική Αντιπροσωπεία θα είναι ειλικρινής και συστηματική.

Συμπληρώνονται περίπου δύο μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων μου. Στο χρονικό αυτό διάστημα οι δραστηριότητες του Υπουργείου Εξωτερικών κάλυψαν ένα σημαντικό τμήμα των βασικών θεμάτων που απασχολούν την εξωτερική μας πολιτική.

Τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την Ε.Ε. τα συζήτησα με την ομόλογό μου της Αυστρίας κα. Πλάσνικ, που προεδρεύει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με τον Επίτροπο για την Διεύρυνση, κ.Ρεν, με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και βεβαίως με τον Έλληνα Επίτροπο κ. Δήμα.

Έμφαση δώσαμε στις εξελίξεις στα Βαλκάνια και ιδιαίτερα στο ζήτημα του Κοσόβου. Γνωρίζετε τις επισκέψεις μου σε Σαράγιεβο, Βελιγράδι, Πρίστινα.

Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είχα την ευκαιρία μιας γενικής ανταλλαγής απόψεων με τον Τούρκο ομόλογό μου κ. Γκιούλ.

Οι σχέσεις μας με τις Η.Π.Α. είναι αναμφισβήτητα ένα σημαντικό κεφάλαιο της εξωτερικής μας πολιτικής. Θέλω να πιστεύω ότι η πρόσφατη επίσκεψή μου στις Η.Π.Α. συνέβαλε ουσιαστικά στην περαιτέρω προώθησή τους.

Κατά την τελευταία αυτή μου επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες είχα την ευκαιρία να συναντηθώ με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, κ. Κόφι Ανάν και να συζητήσουμε, πέραν των θεμάτων που αφορούν στο μέλλον του Ο.Η.Ε., το Κυπριακό, αλλά και την εκκρεμότητα της ονομασίας της FYROM.

Τέλος, όπως γνωρίζετε, αναχωρώ σε λίγες ώρες για μια σημαντική επίσκεψη στην Λευκωσία. Οι εξελίξεις του Κυπριακού και οι προοπτικές του, άμεσες και μεσοπρόθεσμες, θα είναι στο επίκεντρο των συζητήσεών μου με το σύνολο της κυπριακής ηγεσίας.

Κυρίες και κύριοι,

Θεωρώ ως σημαντικότατο πλεονέκτημα της σημερινής Ελλάδος ότι έχει επιτύχει ευρεία συναίνεση σχετικά με τις βασικές κατευθύνσεις της εξωτερικής μας πολιτικής:

•    Πρώτον, η θέση μας είναι αμετάκλητα στην Ευρώπη και η σχέση μας με την Ε.Ε. και τους λοιπούς εταίρους μας δεν πρέπει να είναι στατική, αλλά αντίθετα δυναμική, με την έννοια ότι πρέπει να συμβάλλουμε ενεργώς και εμείς στη διαμόρφωση του μέλλοντος της Ευρώπης.

•    Δεύτερον, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί σημαντική παρουσία στα Βαλκάνια και να είναι βασικός παράγοντας για την πολιτική τους σταθερότητα, την ευρωπαϊκή τους προοπτική, όπως και για την οικονομική, κοινωνική και κάθε είδους ανάπτυξή τους.

•    Τρίτον, σχετικά με την Τουρκία, επιλογή μας είναι η συνεχής βελτίωση των σχέσεών μας στη βάση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των αρχών της καλής γειτονίας. Με αυτό το πνεύμα στηρίζουμε και την ευρωπαϊκή της πορεία, η οποία όμως βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια και προϋποθέσεις.

•    Τέταρτον, κύριος στόχος μας είναι η επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Η επανένωση της Κύπρου, με τρόπο δίκαιο βιώσιμο και λειτουργικό, πιστεύουμε ότι θα είναι προς το συμφέρον όλων και φυσικά της σταθερότητας, της ειρήνης και της οικονομικής προόδου στην περιοχή μας.

•    Πέμπτον, επιδιώκουμε ισχυρές σχέσεις φιλίας και συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες στη βάση κοινών συμφερόντων και αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού. Αντιστοίχως, το ίδιο ισχύει και για τις σχέσεις μας με τις άλλες μεγάλες χώρες, αλλά και με όλα τα κράτη, αφού η Ελλάδα εφαρμόζει σταθερά πολιτική φιλίας και συνεργασίας.

•    Έκτον, συμφωνούμε όλοι ότι η Ελλάδα πρέπει να έχει σημαντική, στο μέτρο των δυνατοτήτων της, παρουσία στη διεθνή σκηνή: παρουσία πολιτική, οικονομική, πολιτιστική. Στο πλαίσιο αυτά χρειάζεται, και θα δούμε πώς εφαρμόζεται από την κυβέρνησή μας, μια νέα αντίληψη για τη διεθνή αναπτυξιακή συνεργασία και βοήθεια και για την οικονομική διπλωματία.

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Θα ξεκινήσω με την Ευρώπη. Γενική είναι η αντίληψη στην ήπειρό μας ότι υπάρχει στασιμότητα. Η απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος στη Γαλλία και την Ολλανδία, η τελευταία διεύρυνση, η δυσκολία επίτευξης συμφωνίας για τον προϋπολογισμό και τα κοινωνικά προβλήματα, που οξύνονται τελευταίως, δημιουργούν ευρύτατο σκεπτικισμό.

Προσθέστε σ’ αυτά και τον δυσανάλογα με την οικονομική της δύναμη πολιτικό ρόλο που η Ευρώπη παίζει στην παγκόσμια σκηνή, την υστέρησή της στην αξιοποίηση των τεχνολογιών αιχμής, τους αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης σε πολλά κράτη-μέλη και το υψηλό επίπεδο της ανεργίας και έχετε μιαν εικόνα γενικευμένης απαισιοδοξίας.

Η Ευρώπη πάντως έχει αποδείξει ότι μπορεί να ξεπερνά κρίσεις και παραμένει ισχυρή οικονομική και πολιτική δύναμη.

Το αποδεικνύει η μεγάλη ελκυστικότητά της για τα υποψήφια κράτη-μέλη και το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή προοπτική δρα ως σταθεροποιητικός παράγοντας για όσες χώρες επιδιώκουν να αποκτήσουν την ιδιότητα του μέλους, όπως π.χ. τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και την Τουρκία.

Τα προβλήματα της Ε.Ε. απαιτούν μια και μόνον αντιμετώπιση: να συνεχίσει η Ένωση να πηγαίνει μπροστά.

Αυτό όμως δεν είναι μόνον υπόθεση των κυβερνήσεων. Είναι και υπόθεση των λαών. Όλοι συμφωνούν ότι υπάρχει «δημοκρατικό έλλειμμα», ότι οι συνθήκες λειτουργίας της Ένωσης είναι περίπλοκες και απόμακρες για τους πολίτες της και ότι η «γλώσσα» των Βρυξελλών αφορά μόνο στους γραφειοκράτες. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση που έχουμε μπροστά μας και οι 25. Αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε.

Κυρίες και κύριοι,

Ο Πρωθυπουργός, πριν λίγες μέρες στη Ρώμη, έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα την ανάγκη να βοηθήσουμε τους πολίτες μας να ταυτιστούν με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τόνισε ότι, αν η Ένωση δεν γίνει Ένωση των πολιτών, ουδέποτε θα εξελιχθεί σε μια πραγματικά συνεκτική και αποτελεσματική οντότητα.

Θα υποστηρίξουμε λοιπόν κάθε μέτρο ενίσχυσης της δημοκρατικής νομιμοποίησης της ΄Ενωσης απέναντι στους πολίτες της, είτε πρόκειται για ξεκαθάρισμα των διαδικασιών λήψης αποφάσεων, είτε για απλοποίηση της γραφειοκρατίας, είτε για την ενίσχυση της «ταυτότητας» της ΄Ενωσης, τόσο προς τα μέσα όσο και προς τα έξω.

Υπάρχει ανάγκη ανάδειξης της Ένωσης ως ισχυρού διεθνούς παράγοντα, που δεν είναι μάλιστα, όπως πιστεύω, ασυμβίβαστη με τη διατήρηση μιας ειλικρινούς και αμοιβαία επωφελούς δια-ατλαντικής σχέσης.

Επίσης, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς μας, όπως πιστεύω, όχι μόνο δεν είναι ασυμβίβαστη με τη διατήρηση και βελτίωση του κοινωνικού κράτους, αλλά αποτελεί και την ιδιάζουσα ισχύ του ευρωπαϊκού μοντέλου.

Εκεί που πράγματι υπάρχει πρόβλημα – και πρόβλημα μεγάλο – είναι η διχογνωμία για την τελική μορφή της Ένωσης. Άλλοι επιδιώκουν τη μετεξέλιξή της σε μια πραγματική ένωση κρατών και άλλοι σε μια χαλαρή συνομοσπονδία, χωρίς έντονα ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά.

Η Ελλάδα έχει ως στόχο τη βαθύτερη δυνατή ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Απορρίπτουμε την αδράνεια και ευνοούμε κάθε κίνηση η οποία, συνάδοντας και με τα συμφέροντά μας, οδηγεί στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Η βαλκανική μας πολιτική είναι σαφής και χαίρει ευρείας πολιτικής στήριξης: ισχυρή Ελλάδα στα Βαλκάνια, με ρόλο σταθεροποιητικό και αναπτυξιακό.

Αξιοποιούμε εποικοδομητικά την Προεδρία μας στη Διαβαλκανική για τα Δυτικά Βαλκάνια και επαναβεβαιώσαμε την ευρωπαϊκή τους προοπτική. Συνεχίζουμε την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας και αξιοποιούμε την ισχυρή μας οικονομική παρουσία.

Η περίοδος αυτή, κυρίες και κύριοι βουλευτές, είναι κρίσιμη για τα Δυτικά Βαλκάνια. Πέραν του επικείμενου δημοψηφίσματος στο Μαυροβούνιο, αναφέρομαι κυρίως στο θέμα του Κοσόβου. Η θέση μας συγκροτείται από τις εξής έξι συνιστώσες:

•    Η λύση να μην είναι προϊόν επιβολής, αλλά αποτέλεσμα ουσιαστικών διαπραγματεύσεων,

•    Να σέβεται τη διεθνή νομιμότητα, όπως την εγγυάται ο Ο.Η.Ε. και τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας,

•    Να προάγει την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια και να είναι συμβατή με τις αρχές της Ε.Ε., δεδομένης της ευρωπαϊκής προοπτικής όλων των Δυτικών Βαλκανίων,

•    Το Κόσοβο πρέπει να είναι πολυεθνικό και ασφαλές, για όλους τους κατοίκους του, οι οποίοι πρέπει να απολαμβάνουν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα,

•    Η πρόοδος στην εφαρμογή των κριτηρίων δεν μπορεί να κριθεί μετά τον καθορισμό του καθεστώτος,

•    Τα σερβικά μνημεία, οι ορθόδοξοι τόποι λατρείας κλπ. πρέπει να προστατευθούν αποτελεσματικά.

Τέλος, στην όλη διαδικασία διαμόρφωσης του τελικού καθεστώτος του Κοσόβου επιθυμούμε έναν ουσιαστικό ρόλο για την Ε.Ε.

Τις θέσεις μας αυτές, με έμφαση στη διασφάλιση της σταθερότητας στην περιοχή, υπογράμμισα σε όλες τις συναντήσεις μου: στα ίδια τα Βαλκάνια, στο Άτυπο Συμβούλιο του Σάλτσμπουργκ, αλλά και στον κ. Αχτισάαρι κατά τη συνάντησή μου μαζί του.

Θεωρώ σημαντική επίσης τη συνάντηση που θα πραγματοποιηθεί αύριο στη χώρα μας, με πρωτοβουλία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, της Διαδικασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των χωρών της Ομάδας Επαφής με αντικείμενο την εν εξελίξει διαδικασία καθορισμού του μελλοντικού καθεστώτος στο Κόσοβο.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Κλείνοντας τη σύντομη αυτή αναφορά στα των Βαλκανίων, δύο λόγια για το ζήτημα της τελικής ονομασίας της FYROM. Επ’ αυτού τόσο ο πρωθυπουργός, όσο και εγώ στις πρόσφατες συναντήσεις μας καταστήσαμε τη θέση μας σαφή προς όλους. Επιδιώκουμε μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση.

Υπενθυμίζω ότι η κυβέρνησή μας έχει ενεργήσει έτσι ώστε το θέμα του ονόματος να περιλαμβάνεται – για πρώτη φορά – στο κεφάλαιο περί πολιτικών κριτηρίων για την ένταξη της FYROM στην Ε.Ε.

Κυρίες και κύριοι,

Συστηματική, δυναμική, ειλικρινής και ξεκάθαρη είναι η θέση μας για τις σχέσεις μας με τις Η.Π.Α. Η Ελλάδα δεν ετερο-ανακηρύσσεται «στρατηγικός εταίρος».

Είναι στρατηγικός εταίρος, εκ φύσεως, για όποιον επιθυμεί τη συνεργασία με μια χώρα που έχει μια οικονομία ισόβαθμη με πολλών άλλων χωρών της περιοχής μαζί, που έχει επενδύσει 9 δις δολάρια στα Βαλκάνια, που έχει μια ναυτιλία αντίστοιχη του 55% του tonnage της Ε.Ε., μια ισχυρή δημοκρατία και μια πλεονεκτική γεωστρατηγική θέση.

Με βάση αυτή την παραδοχή, την οποία συμμερίστηκαν και οι συνομιλητές μου, ανέπτυξα το σύνολο των ελληνικών θέσεων για όλα τα βασικά θέματα που απασχολούν την χώρα και την ευρύτερη περιοχή μας.

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Όσον αφορά στις σχέσεις μας με την Τουρκία, πετύχαμε, τη διετία αυτή, τα θέματα που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την Ελλάδα να μετατραπούν, για πρώτη φορά με τόσο σαφή τρόπο, από απλώς ελληνοτουρκικά σε ευρω-τουρκικά. Αποτελούν πλέον κριτήρια για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.

Έναντι της Τουρκίας η πολιτική μας είναι σαφής: φιλική, υπέρ της ευρωπαϊκής της προοπτικής, αλλά χωρίς καμία διάθεση για «εκπτώσεις» από τις αρχές και τους κανόνες που ισχύουν για όλους όσους επιθυμούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όπως υπογράμμισα και στην Αμερικανίδα ομόλογό μου, το ευρωπαϊκό μέλλον της Τουρκίας βρίσκεται στα δικά της χέρια.
Η πορεία της Τουρκίας ελέγχεται, όχι μόνον ως τελικός προορισμός, αλλά και κατά τα επιμέρους στάδια. Τέτοιο είναι, ως γνωστόν, η πλήρης εφαρμογή, μέχρι το τέλος του 2006, του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Ενώσεως.

Προϋποθέσεις εντάξεως έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για όλες τις μέχρι τώρα υποψήφιες χώρες. Οι ευρωπαϊκές απαιτήσεις αποτελούν κριτήρια ευρωπαϊκής προσαρμογής και δεν στρέφονται κατά της Τουρκίας.

Η Άγκυρα πρέπει λοιπόν να γνωρίζει ότι η αδράνεια και η κωλυσιεργία δεν βοηθούν. Δυστυχώς φαίνεται ότι δεν έχει κατανοήσει ακόμα πλήρως ότι η τήρηση εποικοδομητικής στάσης είναι και προς το δικό της συμφέρον.

Αυτό ισχύει και όσον αφορά στη στάση της απέναντι στην Ελλάδα. Πρέπει να αξιοποιηθεί το ευρωπαϊκό πλαίσιο που διαμορφώθηκε μετά την 3η Οκτωβρίου. Η εμμονή σε πρακτικές έντασης και αμφισβήτησης, όπως και οι απειλές χρήσης βίας, δεν είναι μόνον αναχρονιστικές, είναι και αντιπαραγωγικές. Στο ευρωπαϊκό μάλιστα περιβάλλον είναι και αδιέξοδες.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Είναι περιττό να υπογραμμίσω ότι το Κυπριακό αποτελεί την πρώτη από τις άμεσες προτεραιότητες της εξωτερικής μας πολιτικής.
Όλοι συμφωνούμε ότι πρέπει να επιλυθεί με τρόπο δίκαιο, λειτουργικό και επομένως βιώσιμο.

Λαμβάνουμε φυσικά υπ’ όψιν μας όλες τις προτάσεις του Ο.Η.Ε. αλλά θεωρούμε ότι η απόρριψη του τελευταίου σχεδίου από τον κυπριακό λαό, με τόσο μεγάλη πλειοψηφία, είναι αδύνατον να αγνοηθεί.

Εξίσου αδύνατον να αγνοηθεί είναι το γεγονός ότι η Κύπρος είναι πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οιαδήποτε λύση λοιπόν θα πρέπει να συνάδει με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, με τα ισχύοντα σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Επιδιώκοντας να ενταχθεί και αυτή στην Ε.Ε., η Τουρκία έχει κάθε συμφέρον να κατανοήσει την πραγματικότητα αυτή.

Εργαστήκαμε συστηματικά τις τελευταίες εβδομάδες, και προς όλες τις κατευθύνσεις, για να καταστήσουμε σαφή την θέση μας αυτή προς όλους.

Η τελευταία συνάντηση του Προέδρου της Κύπρου με τον γ.γ. του Ο.Η.Ε. στο Παρίσι δημιούργησε προϋποθέσεις για μια νέα δυναμική στην κατεύθυνση επίλυσης του προβλήματος. Τη δυναμική αυτή δεν θέλουμε να την αφήσουμε να χαθεί. Σήμερα ξεκινά η επίσκεψή μου στην Κύπρο και είμαι βεβαία ότι θα συντονίσουμε ακόμα καλύτερα τα βήματά μας με την κυπριακή ηγεσία.

Η πολιτική Ελλάδος και Κύπρου τείνει χείρα φιλίας και προς τους Τουρκοκυπρίους.
Όχι μόνον εγκρίναμε το Χρηματοδοτικό Πρωτόκολλο, αλλά προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε ότι και το σύνολο των αρχικώς προβλεφθέντων πόρων δεν θα χαθεί.
Εμείς στηρίζουμε την οικονομική βοήθεια προς τους Τουρκοκυπρίους και την εν γένει βελτίωση της ζωής τους, όταν αυτό γίνεται σύμφωνα με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών και χωρίς αμφισβήτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει κάνει σημαντικά βήματα, για να μην πω άλματα, στο θέμα της διεθνούς παρουσίας της χώρας, της οικονομικής διπλωματίας και της διεθνούς αναπτυξιακής συνεργασίας και βοήθειας.

Μετατρεπόμαστε σε μείζονα ενεργειακό κόμβο. Υπογράφτηκε, έπειτα από 13 ολόκληρα χρόνια, η συμφωνία Ρωσίας- Βουλγαρίας – Ελλάδος για τον αγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης. Ξεκίνησε η κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Μπακού, στο Αζερμπαϊτζάν – Καρατσάνμπεη, στην Τουρκία – Κομοτηνής και η προέκτασή του προς την Ιταλία, με την υποθαλάσσια σύνδεση.
Ολοκληρώθηκαν οι διασυνδέσεις των ηλεκτρικών δικτύων Ελλάδας – Τουρκίας και Ελλάδας – Βουλγαρίας.

Αναπτύξαμε συστηματικά τις σχέσεις μας με τους νέους μεγάλους παίκτες της διεθνούς σκηνής, την Ινδία, την Κίνα, την Ρωσία, και αναθερμάναμε τις σχέσεις μας με τις χώρες της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και με τον Αραβικό κόσμο γενικότερα. Το ίδιο κάναμε με τις χώρες του Ευξείνου Πόντου, της Κασπίας και της Κεντρικής Ασίας.

Αναβαθμίσαμε πλήρως τον τομέα της οικονομικής διπλωματίας θεσμικά, τεχνολογικά και στρατηγικά, με θεαματικά αποτελέσματα. Υπενθυμίζω το Πρώτο Διακυβερνητικό, Μεσογειακό, Επενδυτικό και Αναπτυξιακό Συνέδριο, με τη συμμετοχή εκπροσώπων 17 κυβερνήσεων, 450 επιχειρήσεων και σημαντικών διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

Υπενθυμίζω ακόμα την, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, άνοδο των εξαγωγών μας κατά 23% προς την Τουρκία και, αντίστοιχα, τη μείωση του ελλείμματος στο εμπορικό μας ισοζύγιο κατά 21%.

Την επιτυχημένη Προεδρία μας στον Οργανισμό του Ευξείνου Πόντου και την αύξηση των εξαγωγών μας στην Ν. Α. Ευρώπη κατά 11% σχεδόν το 2004-2005, ενώ την περίοδο 2001-2004 η αύξηση ήταν, κατά μέσο όρο, 1,12%. Την αποτελεσματική ενεργοποίηση, επιτέλους, του ΕΣΟΑΒ.
Τη στόχευση νέων αγορών, με έρευνες, επισκέψεις, διαφήμιση κ.λ.π. όπως η Ιαπωνία, η Κίνα, η Ινδία και οι Η.Π.Α., προς τι οποίες οι εξαγωγές μας αυξήθηκαν κατά 19%.

Η οικονομική διπλωματία κατέστη επιτέλους βασική παράμετρος της εξωτερικής μας πολιτικής και οι διπλωμάτες μας κρίνονται πλέον και από την επιτυχία τους στον τομέα αυτό.

Τέλος, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, υπενθυμίζω ότι η Ελλάδα έπαιξε εντυπωσιακό, σε σχέση με τα μεγέθη της, ρόλο στον τομέα της διεθνούς αναπτυξιακής συνεργασίας και βοήθειας. Εξυγιάναμε όλο το σύστημα, το καταστήσαμε διαφανές και αποτελεσματικό, θεσπίσαμε κριτήρια διαφάνειας και αποσαφηνίσαμε τους όρους συνεργασίας και ελέγχου για τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις με τις οποίες συνεργαζόμαστε. Διαθέσαμε σχεδόν 500 εκ. ευρώ σε πολλές περιοχές του πλανήτη, καθιστώντας την παρουσία μας αισθητή και σ’ αυτόν τον, βαθειά, ανθρώπινο τομέα.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Το πλεονέκτημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, τα τελευταία χρόνια, είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις έχουν χαράξει μια κοινή εθνική στρατηγική.

Τα δύο τελευταία χρόνια, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και με τη συμβολή του κ. Πέτρου Μολυβιάτη επεδίωξε τη σύνθεση όλων των απόψεων, τη συνένωση όλων των δυνάμεων, την κοινή προσπάθεια με στόχο να υπηρετήσουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τα εθνικά συμφέροντα. Αυτή είναι η βασική μας κατεύθυνση και επιδίωξή μας είναι να διασφαλίσουμε τη συναίνεση στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής.

4 Απριλίου, 2006