Παρατίθεται κείμενο από την ομιλία του Υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, κατά την παρουσίαση των Προγραμματικών Δηλώσεων στη Βουλή των Ελλήνων.
«Ποιοι είναι οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής; Τρεις: να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του λαού και της ελληνικής κοινωνίας, να διασφαλίζει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, να διασφαλίζει την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αυτή η Κυβέρνηση που εκπροσωπώ ως Υπουργός Εξωτερικών, είναι μια διεθνιστική και πατριωτική Κυβέρνηση και στηρίζεται σε μια ενεργητική, ανεξάρτητη και πολυδιάστατη πολιτική και συχνά αυτό δημιουργεί προβλήματα σε διάφορες πτέρυγες. Εάν πάμε στη Ρωσία, μας λένε ρωσόφιλους. Όταν πάμε στην Αμερική, μας λένε αντιρώσους και αμερικανόφιλους. Όταν πάμε στη Γερμανία, λένε ότι τα βρήκαμε με τους Γερμανούς. Όταν πάμε στην Παλαιστίνη, «πουλήσανε την τριμερή». Όταν πάμε στην τριμερή, «πουλήσανε τους Άραβες».
Γιατί αυτό το μπέρδεμα; Διότι δεν έχουν καταλάβει ότι η εξωτερική πολιτική δεν χρειάζεται να έχει ούτε μεγάλα ούτε μικρά αφεντικά. Αυτό που χρειάζεται είναι να έχει το συμφέρον της χώρας και του λαού της πάνω απ’ όλα. Η εξωτερική μας πολιτική στηρίζει την οικονομία και την πολιτική, στηρίζει ολόκληρη την πολιτική, διότι η χώρα, παρά την οικονομική της αδυναμία, διαθέτει μια εξαιρετικά καλή γεωπολιτική θέση και μια μεγάλη ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά στην οποίαν έχει πολύ μεγαλύτερη ισχύ απ’ ό,τι αυτήν τη στιγμή στην οικονομία, διότι η χώρα έχει αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης και καλής γειτονίας, διότι η χώρα στηρίζει την εξωτερική της πολιτική σε τρεις αρχές, σε τρία μέσα: στη διαπραγμάτευση, στη διαβούλευση, στη διαιτησία. Δεν χρειάζεται να γίνονται όλα δημόσια, όταν βοηθάμε πλευρές με διαφορετικές αντιλήψεις ή και συμφέροντα στη διεθνή σκηνή να συναντώνται και να συζητούν με τη δική μας βοήθεια.
Aυτό, πρώτον, μας δίνει μια μακρόχρονη ειδίκευση στο διεθνές σύστημα και δεύτερον, μας κάνει χρήσιμους σε όλο αυτό το σύστημα. Μας κάνει να είμαστε λύση και όχι μέρος του προβλήματος. Δεν είμαστε εξάρτημα ούτε το «μακρύ χέρι» κανενός. Κάνουμε εξωτερική πολιτική με βάση τρία κριτήρια: Πρώτον, το εθνικό συμφέρον και την αλληλεγγύη μας στους μαχόμενους λαούς, δεύτερον, το ευρωπαϊκό πλαίσιο και τις προοπτικές του και τρίτον, το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Η εξωτερική μας πολιτική στους μήνες που περάσανε, ανέπτυξε μία ιδιαιτερότητα και μία ικανότητα: να εντοπίζει τα προβλήματα. Όταν στα τέλη του Γενάρη του 2015 μιλήσαμε για το τρίγωνο αστάθειας, το οποίο περιλαμβάνει το ελληνικό κράτος στο οποίο στην πάνω κορυφή είναι η Ουκρανία, στην κάτω κορυφή αριστερά η Λιβύη και δεξιά η Συρία, το θεώρησαν όλοι ένα παράξενο σχήμα. Σήμερα ο οποιοσδήποτε πολιτικός ασχολείται με τη διεθνή πολιτική στο εξωτερικό χρησιμοποιεί αυτό το σχήμα.
Και το δεύτερο είναι ότι όταν στις αρχές του Φλεβάρη για πρώτη φορά μιλήσαμε στην εξωτερική μας πολιτική και είπαμε στα ευρωπαϊκά όργανα ότι έρχεται ένα νέο κύμα μετανάστευσης ιδιαίτερης έντασης, διότι ο ΟΗΕ είχε ξεμείνει από χρήματα και ο μέσος όρος που δίνεται στις οικογένειες στους καταυλισμούς στην Ιορδανία και στη Λιβύη είναι 43 σεντς την ημέρα και όταν επισημάναμε ότι αφού φτάσανε τις οκτώ οι χώρες που βομβάρδιζαν τη Συρία, εδώ θα έχουμε ένα έντονο μεταναστευτικό κίνημα και κύματα, μας είπαν ότι αυτά δεν πρόκειται να έρθουν, ότι τάχα θέλουμε να αποπροσανατολίσουμε και ορισμένοι είπαν ότι έλεγα ανοησίες. Σήμερα βλέπουμε πόσο έχει καθυστερήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν άκουσε με προσοχή τις τότε αναλύσεις μας.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα ευρωπαϊκή. Είναι μια χώρα όμως ευρωπαϊκή που έχει άποψη για την Ευρώπη, που διεκδικεί να προωθήσει τη δικιά της αντίληψη. Διότι εμείς θέλουμε μια άλλη Ευρώπη, με περισσότερη δημοκρατία, ασφάλεια και ελευθερίες για τον πολίτη, με περισσότερη κοινωνική πολιτική και κοινωνικές διασφαλίσεις, με αναβαθμισμένο τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και όχι αυτό να παρακάμπτεται με τους μηχανισμούς που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια της κρίσης. Διότι, ενώ πετύχαμε με πενήντα χρόνων αγώνες το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναβαθμιστεί, οι μηχανισμοί λύσης της κρίσης που δημιούργησε η Ευρωπαϊκή Ένωση το αφήσανε απέξω.
Ταυτόχρονα, παλεύουμε για την αναζωογόνηση των ιδεών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ευρωπαϊσμού συνολικά, εμπλουτισμένου με εμπειρίες δεκαετιών. Διότι χρειάζεται να ξαναδούμε τα οράματα, όπως λέμε στα ευρωπαϊκά συμβούλια, και την ταυτότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον 21ο αιώνα και άμεσα. Χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ευρωπαϊκή ήπειρος μια στρατηγική κοινωνικής δημοκρατικής ανάπτυξης. Αυτό που δεν χρειάζεται είναι να περιορίζεται αυτό που βλέπει ο νέος άνθρωπος από την Ευρώπη στις ποινές, στις κυρώσεις –είκοσι επτά κράτη είναι υπό κυρώσεις- και στα μνημόνια. Όταν περιορίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση σε αυτά τα τρία εργαλεία, ασφαλώς δεν είναι ελκυστική για τις νέες γενιές.
Στην πολιτική μας κορυφαία προτεραιότητα έχει το Κυπριακό. Θέλω και από αυτήν τη θέση επίσημα να τονίσω ότι η ελληνική Κυβέρνηση στηρίζει τις διαπραγματεύσεις στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και του γεγονότος ότι η Κύπρος είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Χαιρετίζουμε κάθε βήμα προσέγγισης ανάμεσα στις δύο κοινότητες και χαιρετίζουμε το γεγονός ότι πείσαμε τους διεθνείς διαπραγματευτές να λαμβάνονται υπ’ όψιν και τα δικαιώματα των τριών μειονοτήτων που βρίσκονται στην Κύπρο και που επί δεκαετίες είχαν ξεχαστεί.
Πιστεύουμε ότι οι Τουρκοκύπριοι πρέπει να πάρουν εκείνα τα δικαιώματα που θα τους εξασφαλίσουν να νιώθουν ότι αυτό το νησί, η Μεγαλόνησος, είναι το δικό τους σπίτι, ο χώρος όπου η νέα γενιά των Τουρκοκυπρίων θα μπορεί να έχει δικαίωμα στο όνειρο και να νιώθει ότι μπορεί να μείνει, να ζήσει, να φτιάξει την οικογένειά της στο μέλλον.
Και ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι οι Ελληνοκύπριοι πρέπει να αποκτήσουν το ύψιστο δικαίωμα και αίσθημα ασφάλειας απέναντι στις δυνάμεις της κατοχής της Βόρειας Κύπρου. Αυτές πρέπει να φύγουν. Δεν μπορεί να υπάρξει λύση για το Κυπριακό με διατήρηση κατοχικών στρατευμάτων. Αυτό δεν θα είναι λύση. Θα είναι επανάληψη αυτών που μας οδήγησαν στο 1974.
Πρέπει επίσης, να τελειώνουμε με τις εγγυήσεις. Τον Απρίλη, θαρραλέα η ελληνική Κυβέρνηση επανέφερε στο βασικό θεμελιακό πρόβλημα το Κυπριακό. Τονίσαμε και υπογραμμίσαμε ότι το Κυπριακό δεν είναι ζήτημα, όπως πήγε να εμφανιστεί, κατανομής των φυσικών πόρων από το αέριο που έχει βρεθεί, αλλά είναι πριν απ’ όλα ζήτημα κατοχής κι ότι οι εγγυήτριες δυνάμεις –και πριν απ’ όλα εννοώ εδώ την Τουρκία- παραβίασαν πολλαπλώς τις συνθήκες του Λονδίνου και της Ζυρίχης και δεν δικαιούνται να έχουν εγγυητικές αρμοδιότητες. Δεν το δικαιούνται διότι οι νέοι κανονισμοί, το νέο διεθνές δίκαιο δεν επιτρέπει ούτε χρήση βίας σε βάρος τρίτης χώρας, ούτε κατοχή της.
Με την Τουρκία έχουμε θέσει ως σημαντικό κριτήριο της ανάπτυξης των σχέσεών μας τη στάση της στο Κυπριακό. Πιστεύουμε και υλοποιούμε την ενίσχυση της συνεργασίας μας και τον διάλογο με την Τουρκία, τις πολύπλευρες και πολυεπίπεδες συνεργασίες. Προωθούμε τα ΜΟΕ. Όμως ταυτόχρονα δεν κλείνουμε τα μάτια μας και καταγράφουμε τις συνεχιζόμενες και προκλητικές ενέργειές της στο Αιγαίο. Παίρνουμε τα μέτρα μας και κάνουμε στο διεθνές περιβάλλον και κοινότητα τις απαραίτητες ενέργειες. Βέβαια, χαιρετίζουμε –και είναι στα θετικά- το γεγονός της επαναλειτουργίας, έστω και με περιορισμένο αριθμό μαθητών, των γυμνασίων και λυκείων στην Ίμβρο.
ΜΟΕ προωθούμε και με τη FYROM. Και θα την προωθήσουμε αυτή τη συζήτηση. Δεν είναι άλλος παρά η Κυβέρνηση της FYROM που αρνήθηκε αρχικά αλλά τελικά συμφώνησε σ’ αυτή τη διαπραγμάτευση. Όμως το κύριο -και το είπα μέσα στα Σκόπια, επί δυο ώρες σε μια δημόσια συζήτηση- είναι ότι θα πρέπει να τελειώνει με τον αλυτρωτισμό της η FYROM, ότι πρέπει να συμφωνήσει με τρόπο ρεαλιστικό και εποικοδομητικό στη λύση του ονοματολογικού.
Με την Αλβανία συνεχίζουμε μια διαπραγμάτευση επί πολλών θεμάτων. Στηρίξαμε τη Μαριούπολη ως το μεγάλο κέντρο του ελληνισμού και έχουμε πάρει μέτρα προάσπισης της Ομογένειάς μας και παροχής από υγειονομική περίθαλψη μέχρι τρόφιμα. Στηρίζουμε στην ευρύτερη περιοχή τη σταθερότητα της Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου και τις τριμερείς συνεργασίες.
Δεν είμαστε παρατηρητής των διεθνών εξελίξεων αλλά ενεργητικός παίκτης. Και γι’ αυτό το πράγμα χρειάζεται –επιτρέψτε μου να το εξηγήσω αυτό- μια ανασυγκρότηση στο Υπουργείο Εξωτερικών. Στο Υπουργείο Εξωτερικών ανασυγκροτούμε το ΚΑΣ (Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού) και το Επιστημονικό Συμβούλιο που οι προηγούμενες κυβερνήσεις διέλυσαν. Δημιουργήσαμε νέα Διεύθυνση Κίνας, Μογγολίας, Χερσονήσου Κορέας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Υπουργέ, θα σας δώσω ένα λεπτό ακριβώς.
Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Τότε να πω ένα τελευταίο. Σ’ αυτή την Κυβέρνηση, σ’ αυτή τη χώρα πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι μας ότι πρέπει να υπάρχουν κανόνες κι ότι οι κανόνες αυτοί μπορούν να ενοχλούν κάποιους, αλλά είναι κανόνες λειτουργίας δημοκρατικού κράτους.
Ο πρώτος κανόνας είναι ότι επιστρέφουν οι διπλωμάτες που κυνηγήθηκαν γιατί αποκάλυψαν το 2006 τα σκάνδαλα με τις ΜΚΟ. Ανέλαβαν μάλιστα να τα καθαρίσουν γιατί εκείνοι τα είχαν αναδείξει.
Επίσης, κανόνας είναι ότι δεν μπορεί να απαλλάσσονται και να μην τίθενται σε αργία οι υπάλληλοι που έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα για 20 χρόνια για κακούργημα. Έχουμε καταπληκτικούς υπαλλήλους στο Υπουργείο Εξωτερικών. Έχουμε καταπληκτικούς διπλωμάτες, εμπειρογνώμονες, νομικούς και οικονομικούς- εμπορικούς συμβούλους. Όμως υπάρχουν κι αυτοί οι οποίοι παραβιάζουν αυτούς τους κανόνες.
Είναι κανόνας που ζητήσαμε πίσω τα 10 εκατομμύρια που είχαν πάρει οι ΜΚΟ χωρίς παραστατικά και αποδείξεις.
Είναι κανόνας που σταματήσαμε και έχουμε κάνει όλες τις απαιτούμενες ενέργειες ώστε να σταματήσει να πληρώνει το Υπουργείο Εξωτερικών τη ΔΕΗ και τα κοινόχρηστα του πολυώροφου γκαράζ στη Ζαλοκώστα που μας έχει στοιχίσει μέχρι σήμερα 1,5 εκατομμύριο ευρώ. Δεν ξέρω πώς γινόταν να πληρώνει το Υπουργείο Εξωτερικών τα μαγαζιά τρίτων…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Υπουργέ, έχετε τελειώσει. Παρακαλώ κλείστε.
Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Τελειώσαμε και είναι κανόνας να μη βγάζει το Υπουργείο, όπως έβγαζε από το 2007 και μετά, για επιχειρηματίες φίλους διπλωματικά και υπηρεσιακά διαβατήρια. Τέλειωσαν τα διπλωματικά διαβατήρια για τους φίλους! Αυτά είναι για τους ανθρώπους που είναι στην υπηρεσία του ελληνικού Δημοσίου και των δημοσίων αγαθών.
Κι επίσης είναι κανόνας ότι όταν ένας Υπουργός θέτει βέτο για σημαντικό εθνικό ζήτημα, ουδείς διπλωμάτης δικαιούται να το αποσύρει γιατί δεν του αρέσει ή γιατί τον πιέζουν τρίτοι.
Κι επίσης -ένα τελευταίο- είναι κανόνας να αποκαλύπτουμε και να εργαζόμαστε για την αποκάλυψη δικτύων πώλησης βίζας. Δεν θα αφήσω εγώ να μου κουκουλώσουν τα δίκτυα που πουλάγανε βίζες. Για να είμαι σαφής.
Και θα πρέπει να καταλάβουν κάποιοι τον τελευταίο κανόνα, διότι αμαυρώνουν το Υπουργείο Εξωτερικών, αμαυρώνουν τους κάλλιστους, τους καλύτερους διπλωμάτες που έχουμε σε υψηλότατο επίπεδο.
Θα πρέπει να υπάρχει και ο τελευταίος κανόνας. Τελείωσα με αυτόν. Κάποιοι πρέπει να καταλάβουν ότι το Υπουργείο Εξωτερικών δεν είναι ούτε προσωπική ούτε οικογενειακή υπόθεση. Το Υπουργείο Εξωτερικών και η εξωτερική πολιτική ανήκει στον ελληνικό λαό, στην ελληνική κοινωνία και αυτούς εξυπηρετεί, όχι πελατειακές σχέσεις. »
7 Οκτωβρίου, 2015