Ομιλία του Υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη, σε εκδήλωση για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, που διοργάνωσε το «The Parthenon Project» (Αθήνα, 30.9.2024)

Ομιλία του Υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη, σε εκδήλωση για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, που διοργάνωσε το «The Parthenon Project» (Αθήνα, 30.9.2024)

Αγαπητοί φίλοι - ξεκινώ με αυτό γιατί σας θεωρώ όλους φίλους εδώ - επιτρέψτε μου να μιλήσω στα αγγλικά, ελαφρώς ενάντια στο πρωτόκολλο, προς διευκόλυνση των αγαπητών μας προσκεκλημένων, που είναι μαζί μας σήμερα σε αυτή τη σημαντική εκδήλωση.

Όσον αφορά στα Γλυπτά του Παρθενώνα, τα οποία βρίσκονται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο, νομίζω ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές διαστάσεις. Υπάρχει μια νομική διάσταση και μια πολιτική διάσταση. Θα ήθελα πολύ να συζητήσω και για τη νομική διάσταση, που θα ήταν ένα πολύ γνώριμο πεδίο για εμένα. Ωστόσο, δεν πρόκειται να μιλήσω για τις νομικές πτυχές του ζητήματος. Θα μιλήσω με την ιδιότητά μου ως Υπουργός Εξωτερικών, ασχολούμενος με αυτό το ζήτημα εδώ και πολύ καιρό, τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Αυτό που θα ήθελα να δηλώσω είναι απλό, ότι η επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι μια μοναδική περίπτωση. Είναι μια πρωτοφανής περίπτωση. Δεν μοιάζει με άλλες περιπτώσεις επιστροφής έργων τέχνης, διότι πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι υπάρχει ένα καλλιτεχνικό «κενό» στον Παρθενώνα που πρέπει να διορθωθεί.

Αυτό είναι το βασικό ζήτημα. Είναι θέμα επανένωσης. Δεν είναι θέμα επιστροφής. Μιλάμε για αρχαιότητες, οι οποίες είναι ουσιαστικά αδιαίρετες. Αυτή είναι η βασική ιδέα. Δεν πρόκειται για το αν υπάρχει συνταγματικό δικαίωμα για κάθε άτομο να απολαμβάνει την τέχνη της αρχαίας ιστορίας ή του πολιτισμού. Η επανένωση είναι σήμερα μια διεκδίκηση οικουμενικού χαρακτήρα και νομίζω ότι όλοι πρέπει να δώσουμε έμφαση σε αυτήν την παράμετρο.

Γιατί σήμερα; Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει πολύ ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Πρώτα και πάνω απ' όλα, θα έλεγα ότι υπάρχει μια μεγάλη πλειοψηφία όσον αφορά τη κοινή γνώμη που υποστηρίζει αυτή την επανένωση, ακόμη και μέσα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτό το λαμβάνω πολύ σοβαρά υπόψη μου. Νομίζω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι σήμερα μιλάμε για ένα γενικό αίτημα για την επανένωση των Γλυπτών. Και προφανώς, αυτό είναι λογικό να συμβαίνει εδώ στην Ελλάδα ή σε άλλα μέρη του κόσμου. Αλλά, όταν αυτό συμβαίνει εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, νομίζω ότι αυτό δείχνει ότι αποτελεί ξεκάθαρα ένα οικουμενικό αίτημα.

Δεύτερον, έχουμε μια σειρά από ψηφίσματα της UNESCO, του διεθνούς οργανισμού, ο οποίος είναι το κατ' εξοχήν φόρουμ όπου συζητούνται θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς. Νομίζω ότι αυτή είναι επίσης μια πολύ σημαντική πτυχή.

Τρίτον, είναι σημαντικό ότι έχουμε ξεκινήσει, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, μια σειρά επιστροφών έργων τέχνης από άλλα μουσεία παγκόσμιας εμβέλειας, όπως το Μουσείο του Βατικανού ή το Μουσείο Antonio Salinas στο Παλέρμο. Αυτό αντανακλά, ακριβώς, την αρχή ότι τα έργα πολιτιστικής κληρονομιάς πρέπει να βρίσκονται στον τόπο καταγωγής τους.

Τέλος, νομίζω ότι το πιο σημαντικό επιχείρημα προέρχεται από την ίδια την ύπαρξη του Μουσείου της Ακρόπολης, ενός έργου σύγχρονης τέχνης, το οποίο αναμφισβήτητα συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων μουσείων παγκοσμίως. Και νομίζω ότι και μόνο η ύπαρξη του Μουσείου της Ακρόπολης εδώ στην Αθήνα, καλεί για την επανένωση.

Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε σε εποικοδομητικές συνομιλίες με το Βρετανικό Μουσείο. Αυτή είναι μια σημαντική πτυχή του διαλόγου μας, διότι πάνω απ' όλα, νομίζω ότι είναι σημαντικό να έχουμε αμοιβαία κατανόηση των πραγμάτων και είναι σημαντικό να κατανοούμε ο ένας τη θέση του άλλου. Έχουμε αυτές τις εποικοδομητικές συνομιλίες με διαφάνεια και ειλικρίνεια. Νομίζω ότι είναι σημαντικό να είμαστε ανοιχτοί και να αναγνωρίζουμε τις εκατέρωθεν «κόκκινες γραμμές». Το κάνουμε αυτό μαζί με την Υπουργό Πολιτισμού. Έχουμε καταλήξει σε ορισμένες συγκεκριμένες προϋποθέσεις πάνω στις οποίες μπορούμε να βασιστούμε προκειμένου να καταλήξουμε σε μια στρατηγική εταιρική σχέση. Αυτή είναι η ευρύτερη ιδέα αυτού που συζητάμε σήμερα, μια εταιρική σχέση που τελικά θα έχει ως αποτέλεσμα τα Γλυπτά να επιστρέψουν στη γενέτειρά τους.

Νομίζω ότι είναι σημαντικό ότι έχουμε μια νέα κυβέρνηση στο Ηνωμένο Βασίλειο, προκειμένου να συζητήσουμε περαιτέρω για πρακτικά ζητήματα της πιθανής επανένωσης. Όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι θέμα της κυβέρνησης, της βρετανικής κυβέρνησης, να καταλήξει απλώς σε μια συμφωνία για την επανένωση των Γλυπτών. Αλλά είναι σημαντικό να υπάρχει πολιτική υποστήριξη σε μια οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία και θα συζητήσουμε για αυτά τα θέματα.

Νομίζω ότι υπάρχει μια σχετική αισιοδοξία όσον αφορά μια πιθανή συνεργασία που θα περιλαμβάνει και άλλες πτυχές, εκτός από την επανένωση των Γλυπτών, που θα μπορούσαν να είναι κάποιες συμπράξεις σχετικά με τη συντήρηση αρχαιοτήτων, την ανταλλαγή εκθεμάτων σε περιοδικές εκθέσεις και άλλες κοινές πρωτοβουλίες που αφορούν στην ευαισθητοποίηση επί του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.

Τα πολιτιστικά αγαθά δεν χρειάζεται να έχουν χρηματική αξία, αρκεί να ξυπνούν μια μνήμη ή να διαφωτίζουν την ιστορία, γράφει ο Geoffrey Robertson στο εμβληματικό βιβλίο του, Who Owns History. Και αυτό είναι που θα ήθελα να επαναλάβω. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι οικουμενικά, αλλά ανήκουν εδώ. Και είναι απολύτως διαφορετικό να έχουμε αυτά τα Γλυπτά εδώ, παρά σε ένα, ακόμη και παγκόσμιας εμβέλειας, ξένο μουσείο. Και αντιλαμβάνομαι ότι ήταν, επί δεκαετίες, χρήσιμο να έχουμε τα Γλυπτά στο Βρετανικό Μουσείο, όπου μπορούσε κανείς να τα επισκεφθεί και να «συναντηθεί» με τα «τεκμήρια» αυτά της ελληνικής αρχαιότητας. Αλλά σήμερα, με το Μουσείο της Ακρόπολης των Αθηνών, τα Γλυπτά ανήκουν εκεί και εκεί πρέπει να επιστρέψουν. Η επίσκεψη των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο είναι μια «θέαση», ενώ η επίσκεψη των Γλυπτών αυτών στο Μουσείο της Ακρόπολης είναι μια συνολική εμπειρία, ένα ταξίδι στο παρελθόν και μια οπτική για το μέλλον. Σας ευχαριστώ πολύ.

30 Σεπτεμβρίου, 2024