Ομιλία ΥΠΕΞ, κ. Δ. Δρούτσα, στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Πολιτικής (European Policy Center – EPC) (Βρυξέλλες, 22.11.2010)

Τίτλος: «Μία νέα ευρωπαϊκή συμφωνία για τα Βαλκάνια και την Τουρκία: ο ρόλος της Ελλάδος»


Βασικά σημεία:

[για το μηχανισμό υποστήριξης και την προσχώρηση της Ιρλανδίας:]
-          Μαζί με τους εταίρους μας, καταφέραμε να φτιάξουμε έναν μηχανισμό που υποστηρίζει την Ελλάδα αυτή τη δύσκολη περίοδο. Ο μηχανισμός αυτός αποτελεί τώρα το πρότυπο για το μελλοντικό μόνιμο μηχανισμό της Ε.Ε., που θα προστατεύει και θα ενισχύει την Οικονομική μας Ένωση. Χθες, η Ιρλανδία έκανε ένα τολμηρό βήμα και ζήτησε την υποστήριξη και την αλληλεγγύη των εταίρων της. Είμαι βέβαιος ότι η Ιρλανδία θα τα καταφέρει και ότι η Ε.Ε. θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες που υπάρχουν. Η Ελλάδα αποτελεί ζωντανή απόδειξη ότι αυτό είναι εφικτό.

[για τη διευρυνσιακή διαδικασία:]


-          Σήμερα, με διάφορες δικαιολογίες έχουμε εγκαταλείψει την προσπάθεια να μιλάμε πολιτικά. Στο όνομα του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, έχουμε χάσει το όραμα. Είμαστε πολλοί για να συμφωνήσουμε. Νιώθουμε «διευρυνσιακή κόπωση». Τα υποψήφια κράτη-μέλη απέχουν πολύ από την εκπλήρωση των προδιαγραφών μας. Δικαιολογίες υπάρχουν πολλές. Δικαιολογίες που επιχειρούν να αναπληρώσουν την απουσία οράματος που μας χαρακτηρίζει. Αυτό όμως είναι στο χέρι μας να αλλάξει. Η Ευρώπη άλλωστε χτίστηκε πάνω σε ένα όραμα: στην Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση της ηπείρου μας.


[για την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων:]
-          Το 2014 η Ελλάδα θα έχει την Προεδρία της ΕΕ. Σκοπός μας είναι να συγκαλέσουμε μια σύνοδο κορυφής ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων. Να κάνουμε τη «Θεσσαλονίκη ΙΙ», στην οποία θα υιοθετήσουμε μια πολιτική διακήρυξη η οποία θα θέτει ένα συγκεκριμένο, φιλόδοξο αλλά ρεαλιστικό στόχο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης των χωρών των Δ. Βαλκανίων.
-          Στη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης ΙΙ θέτουμε τρεις βασικούς στόχους.
-          Πρώτον, να δημιουργήσουμε το «Group 2014», που θα αποτελείται από κ-μ που θα σχηματίσουν «συμμαχίες προετοιμασίας» με τις υποψήφιες.
-          Δεύτερον, να αναπτύξουμε στενούς δεσμούς συνεργασίας μεταξύ των υποψηφίων σε περιφερειακό επίπεδο, αναπτύσσοντας τα υπάρχοντα σχήματα, αλλά δίνοντας πολύ μεγαλύτερη έμφαση στη μεταξύ τους διάδραση.
-          Τρίτον, να συμφωνήσουμε στην ημέρα. Στην ημέρα που θα αποτελέσει το στόχο μας για πλήρη ένταξη. Αυτός θα είναι ο νέος καταλύτης της αλλαγής και της προόδου. Θα είναι το κίνητρο για μεταρρυθμίσεις και το μέτρο που θα αξιολογεί τις κυβερνήσεις της περιοχής. Θα είναι η ζωντανή δέσμευση της Ευρώπης, ότι τα Δυτικά Βαλκάνια είναι μέρος της οικογένειας και ότι η Ευρώπη δεν θα αφήσει ποτέ ξανά να επαναληφθούν τα εγκλήματα του παρελθόντος.


[για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας:]
-          Το γεγονός είναι ότι η απροθυμία ορισμένων κρατών - μελών, που εκπηγάζει από, αλλά και τροφοδοτεί, τα φοβικά σύνδρομα της κοινής γνώμης,  έχουν αφαιρέσει όχι μόνο το όραμα, αλλά και το οξυγόνο από τη διαδικασία. Την ίδια στιγμή, η γεμάτη καθυστερήσεις και υπαναχωρήσεις μεταρρυθμιστική διαδικασία στην Τουρκία έχουν αφαιρέσει την καθημερινή τροφή που χρειάζεται προκειμένου η διαδικασία να μείνει ζωντανή.
-          Τέλος, η άρνηση της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία και τους 27 μειώνει δραματικά το προσδόκιμο ζωής της διαδικασίας. Μιλάμε δυστυχώς για το μεγάλο ασθενή της πολιτικής διεύρυνσης, και οι ελπίδες για ανάρρωση είναι ελάχιστες.
-          Η ιστορία, και συγκεκριμένα η πορεία προς το 1999 μας έχει διδάξει ότι χρειάζεται όραμα, αλλά και θάρρος για να γίνει το άλμα που θα δώσει το φιλί της ζωής στη διαδικασία. Όπως και τότε, σήμερα η Ελλάδα μπορεί να παίξει το ρόλο του καταλύτη, ώστε να πέσουν οι μάσκες του έργου που παίζουμε και η διαδικασία να ξαναγίνει πολιτική και πρωτίστως ζωντανή.
-          Με δεδομένο ότι στην Τουρκία, ο Πρωθυπουργός Ερντογάν έχει προκηρύξει εκλογές για τις αρχές Ιουνίου, σκέφτομαι την πραγματοποίηση μιας Συνόδου Κορυφής  Ε.Ε. – Τουρκίας στο τέλος Ιουνίου ή το φθινόπωρο του επόμενου έτους.
-          Σκοπός της Συνόδου θα είναι η υιοθέτηση μιας πολιτικής διακήρυξης που θα αναπτύσσει ένα νέο οδικό χάρτη για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Ένα «νέο Ελσίνκι», με σαφώς προσδιορισμένα χρονοδιαγράμματα και ορόσημα, πλήρως χαρτογραφημένες τις υποχρεώσεις της Τουρκίας και το ρυθμό εκπλήρωσής τους και μια συγκεκριμένη ημερομηνία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, υπό την αίρεση φυσικά της σχετικής κύρωσης από τα κράτη-μέλη, αλλά και την Τουρκία.

-          [Για το Κυπριακό:] Εάν πραγματικά η Τουρκία επιθυμεί να προχωρήσει, οφείλει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Σε τελική ανάλυση μιλάμε για τη σχέση της με τον αυριανό της εταίρο, την επανενωμένη Κύπρο, διότι είναι προφανές ότι όσο υπάρχουν στρατεύματα κατοχής στο νησί, η Τουρκία δεν πρόκειται να γίνει μέλος. Πιστεύω λοιπόν ότι εάν μέχρι τον Ιούνιο δεν βρεθεί λύση στο ζήτημα του Πρωτοκόλλου και των λοιπών υποχρεώσεών της, η Τουρκία διατρέχει τον κίνδυνο να δει τη διαδικασία να παγώνει μέχρι να βρεθεί λύση. Απλά και ξεκάθαρα, ώστε κανένας να μην κρύβεται πίσω από το Κυπριακό, αλλά και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας (μετάφραση από την αγγλική):

Κυρίες και Κύριοι,

Μου δίδει μεγάλη χαρά που μπορώ να είμαι εδώ σήμερα και να συζητήσω μαζί σας.

Τους τελευταίους 14 μήνες, κάθε φορά που ένας Υπουργός από την Ελλάδα βρίσκεται ενώπιον ακροατηρίου, όλοι περιμένουν από αυτόν να μιλήσει για την τρέχουσα οικονομική κρίση και τις συνέπειές της στην Ελλάδα και την Ε.Ε. ως σύνολο. Σήμερα, ωστόσο, θα ήθελα να μην ακολουθήσω τα ειωθότα και να εστιάσω σε ένα διαφορετικό ζήτημα. Ένα ζήτημα που νομίζω ότι είναι εξίσου ζωτικής σημασίας για το μέλλον της Ένωσής μας: τη διαδικασία της διεύρυνσης.

Εντούτοις, αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποφύγω να σας περιγράψω πώς έχουν τα πράγματα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα στο μέτωπο της οικονομίας.

Κάναμε μέσα στον έναν αυτό χρόνο τεράστιες αλλαγές. Η Ελλάδα πλησίασε στο χείλος της κατάρρευσης. Κι όμως, κατόρθωσε να αποφύγει την καταστροφή. Βρήκαμε το κουράγιο να αντιμετωπίσουμε προβλήματα, τα οποία θα έπρεπε να είχαμε αντιμετωπίσει καιρό πριν. Ξεκινήσαμε με ένα πολύ μεγάλο έλλειμμα, μεγαλύτερο του 15%, και καταφέραμε να το περικόψουμε κατά 6% - γεγονός χωρίς προηγούμενο, από κάθε άποψη. Αναλάβαμε να υλοποιήσουμε μεταρρυθμίσεις, ώστε να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα. Κάναμε μεγάλες αλλαγές στο φορολογικό μας σύστημα –αλλαγές που έχουν ήδη ψηφιστεί -, ώστε να μειώσουμε τη φοροδιαφυγή, αλλά και να αναδιανείμουμε το εισόδημα κατά πιο δίκαιο και βιώσιμο τρόπο. Έχουμε πλέον ένα νέο σύστημα κατάρτισης του προϋπολογισμού, που δεν επιτρέπει τη δημιουργία «κρυφών» ελλειμμάτων. Αλλάξαμε εκ θεμελίων το συνταξιοδοτικό μας σύστημα. Περάσαμε από τη Βουλή νόμους που προωθούν την «πράσινη» ανάπτυξη, διανοίγοντας κατά τον τρόπο αυτό για τη χώρα μας νέα πεδία δραστηριοποίησης, όπου διαθέτουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Είμαστε στο σωστό δρόμο. Και μετατρέπουμε αυτή την υπόθεση από μια ιστορία πιθανής καταστροφής σε μια επιτυχημένη ιστορία για τη χώρα μας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση στάθηκε στο πλευρό μας σε κάθε βήμα αυτής της πορείας και εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας σε όλους τους εταίρους μας, για την υποστήριξη και την αλληλεγγύη τους. Εντούτοις, η Ε.Ε. είχε να αντιμετωπίσει και τα δικά της δημοσιονομικά και θεσμικά προβλήματα, είχε να αντιμετωπίσει μία κρίση χωρίς προηγούμενο. Αν υπάρχει ένα δίδαγμα για την Ε.Ε. από αυτή την κρίση, τότε είναι αυτό: ότι δεν μπορεί να υπάρξει ένα σταθερό κοινό νόμισμα χωρίς κοινή οικονομική πολιτική. Για το λόγο αυτό, η Ε.Ε. δημιούργησε ένα μηχανισμό οικονομικής υποστήριξης. Και η Ευρώπη μπορεί μεν να μην ανέλαβε δράση αρκετά γρήγορα, ώστε να προλάβει τις αγορές, αλλά εν τέλει έδρασε – και, μάλιστα, για τα δεδομένα της Ε.Ε. πολύ γρήγορα -, γιατί σε τελική ανάλυση ξέρουμε καλά ότι αυτή η υπόθεση μας αφορά όλους.

Μαζί με τους εταίρους μας, καταφέραμε να φτιάξουμε έναν μηχανισμό που υποστηρίζει την Ελλάδα αυτή τη δύσκολη περίοδο. Ο μηχανισμός αυτός αποτελεί τώρα το πρότυπο για το μελλοντικό μόνιμο μηχανισμό της Ε.Ε., που θα προστατεύει και θα ενισχύει την Οικονομική μας Ένωση. Χθες, η Ιρλανδία έκανε ένα τολμηρό βήμα και ζήτησε την υποστήριξη και την αλληλεγγύη των εταίρων της. Είμαι βέβαιος ότι η Ιρλανδία θα τα καταφέρει και ότι η Ε.Ε. θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες που υπάρχουν. Η Ελλάδα αποτελεί ζωντανή απόδειξη ότι αυτό είναι εφικτό.

Και τώρα, κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου να στραφώ προς το μέλλον. Επιτρέψτε μου να στραφώ στο θέμα της διεύρυνσης της Ε.Ε.  

Σε λίγες ημέρες θα επαναλάβουμε την ετήσια ιεροτελεστία της αξιολόγησης των υποψηφίων χωρών. Θα βασιστούμε στις εκθέσεις της Επιτροπής που προετοιμάστηκαν με τη γνωστή διαδικασία συμβιβασμών και πολιτικών υπολογισμών. Θα διαπραγματευθούμε σκληρά τα συμπεράσματά μας, ώστε να ανταποκριθούμε στις επικοινωνιακές προσδοκίες της εσωτερικής και ευρωπαϊκής «ελίτ» που συνεχίζει να ασχολείται με το θέμα της διεύρυνσης, δεδομένου ότι η ευρεία κοινή γνώμη χάνει το ενδιαφέρον της. Στη συνέχεια θα επιστρέψουμε ήσυχα στις δουλειές μας, μέχρι του χρόνου, οπότε θα βγάλουμε από το πατάρι το φάκελο «διεύρυνση» για να τα κάνουμε πάλι όλα από την αρχή.

Η διαδικασία της διεύρυνσης έχει χάσει την πολιτική ορμή της. Έχει εξελιχθεί σε μια γραφειοκρατική, μηχανική και τεχνοκρατική διαδικασία, και αυτό παρά τις άοκνες προσπάθειες της Επιτροπής και του αρμόδιου κ. Φούλε να της προσδώσουν πολιτικά χαρακτηριστικά. Αυτό από μόνο του δεν είναι κακό και σίγουρα είναι απαραίτητο. Ούτως ή άλλως το να συντονίσεις και τελικά να ομογενοποιήσεις μερικές χιλιάδες σελίδες νομοθεσίας σίγουρα δεν προκαλεί τις συγκινήσεις κατασκοπευτικού μυθιστορήματος δράσης με πρωταγωνιστή τον Τζέιμς Μποντ, αλλά είναι απαραίτητο για να ενσωματώσεις ένα κράτος στην ΕΕ. Χωρίς όμως πολιτική ραχοκοκαλιά, το εγχείρημα είναι καταδικασμένο να βυθιστεί στο τέλμα της νομικίστικης παραβολής νομοθετικών κειμένων.

Δεν ήταν πάντα έτσι. Η ιστορία των διαδοχικών διευρύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μια ιστορία μεγάλων και τολμηρών πολιτικών υπερβάσεων. Επιτρέψτε μου να αναφέρω δύο παραδείγματα που αφορούν άμεσα τη χώρα μου.

Το πρώτο αφορά την Τουρκία και την αναγόρευσή της σε υποψήφια προς ένταξη χώρα στο Ελσίνκι το 1999. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ποιος αλήθεια πίστευε σε μια τέτοια εξέλιξη; Η Τουρκία είναι συνδεδεμένο μέλος από το 1963 και έχει υποβάλει αίτηση ένταξης από το 1987. Για τους περισσότερους από τους εταίρους μας, η υπόθεση της ένταξης της Τουρκίας έμοιαζε να είχε θαφτεί κάτω από το Κυπριακό, τα ελληνο – τουρκικά και μια απροσδιόριστη κοινή εντύπωση ότι δήθεν στην Τουρκία τίποτα δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει. Κι όμως, η Ελλάδα έκανε τη μεγάλη υπέρβαση το 1999. Στο Ελσίνκι είπε ναι, υπό όρους μεν, αλλά ναι στην πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. Από τότε η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας μπήκε σε τροχιά και συνάμα – τι ειρωνεία – ακούστηκε για πρώτη φορά από κάποιους ο προβληματισμός για το αν η Τουρκία ανήκει πραγματικά στην Ευρώπη. Αλλά σε αυτό ας επανέλθουμε αργότερα.

Το δεύτερο παράδειγμα αφορά τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα Βαλκάνια. Ξέρουμε όλοι ότι σταθμός στην πορεία αυτή υπήρξε μέχρι τώρα η «Ατζέντα της Θεσσαλονίκης», που υιοθετήθηκε υπό την Ελληνική Προεδρία το 2003. Η αξία όμως της Συνόδου της Θεσσαλονίκης δεν έγκειται μόνο σε αυτή καθεαυτή τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης που προδιέγραψε η «Ατζέντα». Έγκειται στο πολιτικό όραμα που περιέγραψε στους λαούς των Βαλκανίων ότι μια μέρα τα μίση θα είναι παρελθόν και ότι όλοι θα απολαμβάνουν ελευθερία και ευημερία σε έναν ενιαίο, ευρωπαϊκό χώρο.

Σήμερα, με διάφορες δικαιολογίες έχουμε εγκαταλείψει την προσπάθεια να μιλάμε πολιτικά. Στο όνομα του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, έχουμε χάσει το όραμα. Είμαστε πολλοί για να συμφωνήσουμε. Νιώθουμε «διευρυνσιακή κόπωση». Τα υποψήφια κράτη-μέλη απέχουν πολύ από την εκπλήρωση των προδιαγραφών μας. Δικαιολογίες υπάρχουν πολλές. Δικαιολογίες που επιχειρούν να αναπληρώσουν την απουσία οράματος που μας χαρακτηρίζει. Αυτό όμως είναι στο χέρι μας να αλλάξει. Η Ευρώπη, άλλωστε, χτίστηκε πάνω σε ένα όραμα: στην Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση της ηπείρου μας. Σήμερα θέλω να σας προτείνω τον τρόπο για να ξαναδώσουμε πνοή στο όραμα αυτό.

Ξεκινώ από τα Βαλκάνια, την «πίσω αυλή» της Ευρώπης. Κύρια χαρακτηριστικά της το μικρό μέγεθος και τα μεγάλα προβλήματα. Η ανομοιογένεια του πληθυσμού, η διαφορετικότητα φυλών και θρησκειών και η γενικευμένη αίσθηση ότι όλοι αξίζουν κάτι καλύτερο από αυτό που έχουν. Ότι όλοι έχουν αδικηθεί, κατά κανόνα από το γείτονά τους και έχουν ιστορικό χρέος να ανταποδώσουν. Ο φαύλος κύκλος των συγκρούσεων και της βίας μοιάζει ανίκητος και πράγματι, τη στιγμή που η Γερμανία και η Ευρώπη γιόρταζαν την επανένωσή τους, για τα Βαλκάνια ξεκινούσε ένας νέος κύκλος αίματος και βίας.

Ο μόνος τρόπος για να σπάσει αυτός ο κύκλος είναι η ευρωπαϊκή προοπτική. Και ήδη απέδειξε το σταθεροποιητικό και αναπτυξιακό της ρόλο, όπως επιβεβαιώνει η ταχεία πρόοδος της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, που σήμερα είναι πρωτοπόροι στην κοινή μας προσπάθεια να δώσουμε ξανά ουσία στην ευρωπαϊκή προοπτική των κοινών μας γειτόνων.

Όλοι πλέον γνωρίζετε την «Ατζέντα 2014». Την ελληνική πρωτοβουλία για την υιοθέτηση ενός οροσήμου που θα λειτουργήσει σαν πυξίδα στην ενταξιακή προσπάθεια των Δυτικών Βαλκανίων. Όταν θα συμπληρώνονται 100 χρόνια από τα γεγονότα που συνέβησαν στη Βαλκανική και οδήγησαν ολόκληρη την Ευρώπη στο πρώτο μεγάλο πόλεμο του περασμένου αιώνα, αντί για μια «μαύρη επέτειο» εμείς ας έχουμε αφορμή να γιορτάσουμε την επιτυχία του μεγαλύτερου ειρηνευτικού εγχειρήματος στην ευρωπαϊκή ιστορία. Είμαστε ρεαλιστές. Γνωρίζουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν είναι πολλές. Γνωρίζουμε ότι το 2014 είναι πολύ κοντά για να αποτελέσει έτος τερματισμού. Όμως ο συμβολισμός που αντιπροσωπεύει η πρωτοβουλία μας ήδη λειτούργησε ως καταλύτης, προκειμένου να ξαναβάλουμε τα Βαλκάνια στο τραπέζι των συζητήσεων με τρόπο πιο δυναμικό.

Τους τελευταίους μήνες είχαμε μια σειρά από εξελίξεις που επιβεβαίωσαν ότι υπάρχει δυναμική και πολιτικό ενδιαφέρον. Τον Ιούνιο πραγματοποιήθηκε η Σύνοδος Ε.Ε. – Δυτικών Βαλκανίων στο Σεράγεβο. Πριν από λίγες εβδομάδες το Συμβούλιο Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών υποθέσεων αποφάσισε την άρση του καθεστώτος θεωρήσεων για την είσοδο στο χώρο Σένγκεν για τους πολίτες της Βοσνίας & Ερζεγοβίνης και της Αλβανίας, ενώ το μέτρο αυτό ισχύει ήδη από πέρσι για τους πολίτες της ΠΓΔΜ, της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Το Συμβούλιο ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής για την απόδοση στη Σερβία καθεστώτος υποψηφίου προς ένταξη, ενώ η γνώμη της Επιτροπής για το Μαυροβούνιο είναι ήδη θετική. Και φυσικά η Κροατία έχει σχεδόν ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις των ενταξιακών κεφαλαίων.

Πολλά κράτη μέλη ανέπτυξαν πρωτοβουλίες προς την ίδια κατεύθυνση. Ακούστηκαν συγκεκριμένοι στόχοι, όπως το 2020. Αυστρία, Σλοβενία, Ιταλία, Ισπανία αλλά και άλλες χώρες, έβαλαν το πολιτικό τους βάρος στην κοινή προσπάθεια. Στόχος μας είναι πλέον να της δώσουμε σάρκα και οστά. Να συγκεντρώσουμε και να οργανώσουμε όλες αυτές τις ιδέες και να τις μετατρέψουμε σε κάτι χρήσιμο πρώτα από όλα για τους πολίτες των Βαλκανίων, ώστε να νοιώσουν ότι ανήκουν στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Κάτι που θα τους δώσει δύναμη να στηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις και να απαιτήσουν πιο γρήγορες αλλαγές.

Το 2014 η Ελλάδα θα έχει την Προεδρία της ΕΕ. Σκοπός μας είναι να συγκαλέσουμε μια σύνοδο κορυφής ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων. Να κάνουμε τη Θεσσαλονίκη ΙΙ, στην οποία θα υιοθετήσουμε μια πολιτική διακήρυξη η οποία θα θέτει ένα συγκεκριμένο, φιλόδοξο αλλά ρεαλιστικό στόχο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης των χωρών των Δ. Βαλκανίων. Μια διακήρυξη που θα περιλαμβάνει ταυτόχρονα όλα εκείνα τα βήματα προόδου που απαιτούνται. Που θα καθοδηγεί τις χώρες αυτές στην προσπάθειά τους, αναθέτοντας σε συγκεκριμένα κ-μ το ρόλο του «μέντορα», ο οποίος θα συμπαραστέκεται σε κάθε βήμα του υποψηφίου. Προβλέπω τη δημιουργία κοινών ομάδων εργασίας υποψηφίων και κρατών-μελών, απόσπαση στελεχών της δημόσιας διοίκησης από τα κ-μ στις υποψήφιες, παροχή τεχνογνωσίας, εκπαιδευτικά σεμινάρια, συνεχείς αξιολογήσεις και προετοιμασία των υποψηφίων, στενή συνεργασία με την Επιτροπή, η οποία θα πρέπει να αυξήσει το ρόλο της στην επικράτεια των υποψηφίων. Δεν μπορούμε πια να περιμένουμε να γίνουν τα πράγματα μόνα τους. Πρέπει να «παίξουμε επιθετικά», προκειμένου να αποκτήσει η διαδικασία ζωντάνια και ο κόσμος να δει αποτελέσματα.

Στη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης ΙΙ θέτουμε τρεις βασικούς στόχους.

Πρώτον, να δημιουργήσουμε το «Group 2014», που θα αποτελείται από κ-μ που θα σχηματίσουν «συμμαχίες προετοιμασίας» με τις υποψήφιες και θα συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία, καθώς θα τελούν και οι ίδιες υπό κρίση της αποτελεσματικότητας της βοήθειας που προσφέρουν.

Δεύτερον, να αναπτύξουμε στενούς δεσμούς συνεργασίας μεταξύ των υποψηφίων σε περιφερειακό επίπεδο, αναπτύσσοντας τα υπάρχοντα σχήματα, αλλά δίνοντας πολύ μεγαλύτερη έμφαση στη μεταξύ τους διάδραση. Δεν πρέπει να αφήσουμε να πάει χαμένο το “κεκτημένο συνεργασίας” που έχει χτιστεί μέσω της SEECP και του RCC. Ούτε να αφήσουμε αναξιοποίητα θεματικά δίκτυα συνεργασίας, όπως η Ενεργειακή Κοινότητα της ΝΑ Ευρώπης.

Τρίτον, να συμφωνήσουμε στην ημέρα. Στην ημέρα που θα αποτελέσει το στόχο μας για πλήρη ένταξη. Αυτός θα είναι ο νέος καταλύτης της αλλαγής και της προόδου. Θα είναι το κίνητρο για μεταρρυθμίσεις και το μέτρο που θα αξιολογεί τις κυβερνήσεις της περιοχής. Θα είναι η ζωντανή δέσμευση της Ευρώπης, ότι τα Δυτικά Βαλκάνια είναι μέρος της οικογένειας και ότι η Ευρώπη δεν θα αφήσει ποτέ ξανά να επαναληφθούν τα εγκλήματα του παρελθόντος.

Δεν θα μπω σε συζήτηση κατά χώρα για δύο λόγους: πρώτον γιατί η προσέγγισή μας είναι περιφερειακή και δεύτερον, γιατί θα έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε αυτό το διάλογο αναλυτικά στη δεύτερη φάση της συζήτησής μας.

Περνάω τώρα στη δεύτερη περιοχή ενδιαφέροντος της σημερινής παρουσίασης, την Τουρκία.

Δεν θα ξεκινήσω με παρουσίαση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της Τουρκίας του τύπου πόσο μεγάλη, πόσο μουσουλμανική ή πόσο διαφορετική είναι από την υπόλοιπη Ευρώπη. Ούτε θα μιλήσω για τις γνωστές αντιδράσεις που αυτή η διαφορετικότητα προκαλεί. Άλλωστε είναι πεποίθησή μου ότι κάθε κράτος-μέλος και κάθε υποψήφια χώρα είναι διαφορετικές. Είναι μοναδικές και αυτή η διαφορετικότητα μπορεί να είναι παράγοντας ισχύος αντί ανακλαστικού φόβου και αδυναμίας.

Εκεί που θα δώσω έμφαση είναι στην ειλικρίνεια. Πρώτη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος είναι να αναγνωρίσεις ότι το έχεις. Όμως εμείς, αντί να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα που έχουμε ως προς την Τουρκία,  αντίθετα πρωταγωνιστούμε σε μια κακή θεατρική παράσταση με τίτλο: «τουρκική ενταξιακή διαδικασία».

Το γεγονός είναι ότι η απροθυμία ορισμένων κρατών - μελών, που εκπηγάζει από, αλλά και τροφοδοτεί, τα φοβικά σύνδρομα της κοινής γνώμης,  έχουν αφαιρέσει όχι μόνο το όραμα, αλλά και το οξυγόνο από τη διαδικασία. Την ίδια στιγμή, η γεμάτη καθυστερήσεις και υπαναχωρήσεις μεταρρυθμιστική διαδικασία στην Τουρκία έχουν αφαιρέσει την καθημερινή τροφή που χρειάζεται προκειμένου η διαδικασία να μείνει ζωντανή.

Τέλος, η άρνηση της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία και τους 27 μειώνει δραματικά το προσδόκιμο ζωής της διαδικασίας. Μιλάμε δυστυχώς για το μεγάλο ασθενή της πολιτικής διεύρυνσης, και οι ελπίδες για ανάρρωση είναι ελάχιστες.

Η ιστορία, και συγκεκριμένα η πορεία προς το 1999 μας έχει διδάξει ότι χρειάζεται όραμα, αλλά και θάρρος για να γίνει το άλμα που θα δώσει το φιλί της ζωής στη διαδικασία. Όπως και τότε, σήμερα η Ελλάδα μπορεί να παίξει το ρόλο του καταλύτη, ώστε να πέσουν οι μάσκες του έργου που παίζουμε και η διαδικασία να ξαναγίνει πολιτική και πρωτίστως ζωντανή.

Με δεδομένο ότι στην Τουρκία, ο Πρωθυπουργός Ερντογάν έχει προκηρύξει εκλογές για τις αρχές Ιουνίου, σκέφτομαι την πραγματοποίηση μιας Συνόδου Κορυφής  Ε.Ε. – Τουρκίας στο τέλος Ιουνίου ή το φθινόπωρο του επόμενου έτους. Θα επισκεφθώ τη Βουδαπέστη την Τετάρτη, για να συζητήσω την ιδέα αυτή με την Ουγγρική Προεδρία, και φυσικά θα ήθελα να τη συζητήσω και με τους Πολωνούς φίλους μας. Σκοπός της Συνόδου θα είναι η υιοθέτηση μιας πολιτικής διακήρυξης που θα αναπτύσσει ένα νέο οδικό χάρτη για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Ένα «νέο Ελσίνκι», με σαφώς προσδιορισμένα χρονοδιαγράμματα και ορόσημα, πλήρως χαρτογραφημένες τις υποχρεώσεις της Τουρκίας και το ρυθμό εκπλήρωσής τους και μια συγκεκριμένη ημερομηνία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, υπό την αίρεση φυσικά της σχετικής κύρωσης από τα κράτη-μέλη, αλλά και την Τουρκία. Συνομιλητής μας θα είναι μια τουρκική κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή που θα μπορεί και θα έχει κάθε συμφέρον να δώσει και να λάβει εγγυήσεις για μια ουσιαστική σχέση με την ΕΕ. Ελπίζω ότι θα είναι μια τουρκική κυβέρνηση που αντί για ρητορικούς κομπασμούς θα επιλέξει σιωπηρές, αλλά γενναίες μεταρρυθμίσεις. Που θα σταματήσει να κοιτάει τον εαυτό της σε μεγεθυντικό καθρέπτη και θα συνειδητοποιήσει ότι οι κανόνες της ΕΕ ισχύουν για όλους και δεν πρόκειται να λυγίσουν για χάρη καμίας υποψήφιας, όσο σημαντικό κι εάν θεωρεί τον εαυτό της. 

Η επιτυχία μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, ωστόσο, εξαρτάται από μια ειλικρινή συζήτηση μεταξύ μας. Δεν αμφισβητώ τις επιφυλάξεις ορισμένων. Αυτό που ζητώ είναι να μην προκαταλαμβάνουμε το αποτέλεσμα, ούτε να μετακινούμε τα δοκάρια στη μέση του αγώνα. Ο κανόνας που πρέπει να τηρήσουμε λέει ότι ο δρόμος για πλήρη ένταξη πρέπει να είναι ανοικτός. Αυτό είναι το προϊόν της ομόφωνης απόφασής μας όταν δώσαμε καθεστώς υποψήφιας χώρας στην Τουρκία. Η ώρα της κρίσης είναι ακόμα μακριά. Οφείλουμε όμως να είμαστε δίκαιοι και συνεπείς στις δεσμεύσεις μας. Ο τρόπος με τον οποίο κάθε κράτος-μέλος θα αποφασίσει για την ένταξη της Τουρκίας επαφίεται στο ίδιο. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι τότε, θα μιλάμε για μια άλλη χώρα. Δεν έχει νόημα να σας απαριθμήσω για πόσους λόγους δεν μπορεί η Τουρκία να γίνει σήμερα μέλος της ΕΕ. Θα ήμασταν εδώ μέχρι το βράδυ. Όμως γνωρίζω ότι όταν αυτό το ερώτημα τεθεί στους Ευρωπαίους πολίτες σε μερικά χρόνια, δεν θα αφορά τη σημερινή Τουρκία, αλλά την ευρωπαϊκή Τουρκία, που θα συμμορφώνεται με το διεθνές δίκαιο και θα τηρεί την αρχή της καλής γειτονίας, που θα προστατεύει τη θρησκευτική ελευθερία όλων των πολιτών της, που θα σέβεται τα δικαιώματα όλων των μειονοτήτων που διαβιούν στην επικράτειά της.

Από την πλευρά της, η τουρκική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές του Ιουνίου θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τι θέλει. Για την ώρα η ευρωπαϊκή διαδικασία χρησιμοποιείται ως εργαλείο και όχι ως σκοπός. Νομίζω μάλιστα ότι τόσο στην Τουρκία, όσο και στην Ευρώπη ξεχνάμε πώς βασική κινητήρια δύναμη για τις μεγάλες εσωτερικές αλλαγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια ήταν η ευρωπαϊκή προοπτική, που έβαλε όρια στις παρωχημένες αντιστάσεις του κατεστημένου και επέτρεψε την ανάδειξη νέων πολιτικών δυνάμεων που στο παρελθόν δεν μπορούσαν να εκφρασθούν. Όσο πιο ζωντανή είναι η ευρωπαϊκή διαδικασία, τόσο πιο δημοκρατική γίνεται η Τουρκία.

Κλείνω με το Κυπριακό και είμαι έτοιμος να συνεχίσουμε τη συζήτηση με ερωτήσεις και απαντήσεις. Είπα ότι βασικό συστατικό για να σπάσουμε το φαύλο κύκλο είναι η ειλικρίνεια, έστω και εάν αυτό σημαίνει ρήξη. Και πιστεύω ότι ορισμένες φορές η κρίση μπορεί να γίνει ευκαιρία, να προκαλέσει αλλαγές και ίσως να φέρει λύσεις σε αδιέξοδα. Το σημερινό «κακό θέατρο» πρέπει να σταματήσει. Εάν πραγματικά η Τουρκία επιθυμεί να προχωρήσει, οφείλει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Σε τελική ανάλυση μιλάμε για τη σχέση της με τον αυριανό της εταίρο, την επανενωμένη Κύπρο, διότι είναι προφανές ότι όσο υπάρχουν στρατεύματα κατοχής στο νησί, η Τουρκία δεν πρόκειται να γίνει μέλος. Πιστεύω λοιπόν ότι εάν μέχρι τον Ιούνιο δεν βρεθεί λύση στο ζήτημα του Πρωτοκόλλου και των λοιπών υποχρεώσεών της, η Τουρκία διατρέχει τον κίνδυνο να δει τη διαδικασία να παγώνει μέχρι να βρεθεί λύση. Απλά και ξεκάθαρα, ώστε κανένας να μην κρύβεται πίσω από το Κυπριακό, αλλά και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Διότι είναι σαφές πως ο μεγαλύτερος κερδισμένος από την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και ο λαός της, που θα μπορέσει επιτέλους να ζήσει και να απολαύσει τα οφέλη της συμμετοχής στο μεγαλύτερο εγχείρημα ειρήνης στην ιστορία.    

Η επιτυχία της διευρυνσιακής διαδικασίας συναρτάται άμεσα με την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε αυτή την κρίση να μας οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη εσωστρέφεια. Επείγει να βρούμε την κατάλληλη λύση για τις οικονομικές δυσκολίες και να εξοπλίσουμε την Ένωση με τα απαραίτητα μέσα. Η σταθερότητα του ευρώ είναι επιβεβλημένη. Πρέπει σε αυτή την κατεύθυνση να δημιουργηθεί ένας μόνιμος μηχανισμός και να κατοχυρωθεί στη Συνθήκη. Η αρχή της αλληλεγγύης πρέπει να οδηγεί τις ενέργειές μας τόσο στο εσωτερικό όσο και στις σχέσεις μας με τους γείτονές μας.

Σας ευχαριστώ πολύ.

22 Νοεμβρίου, 2010