Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αγαπητοί φίλοι, αγαπητές φίλες.
Θα ήθελα πρώτα απ’ όλα να ευχαριστήσω το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ. Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους παρισταμένους που βρεθήκαμε εδώ για να τιμήσουμε τη μνήμη των ανθρώπων, οι οποίοι έπεσαν στο πλαίσιο ενός εθνικού καθήκοντος. Το καθήκον, το οποίο επιβάλλει, ανεξάρτητα από τους κινδύνους, να βρίσκεστε πάντα στην πρώτη γραμμή.
Και αυτή είναι η μεγαλύτερη παρακαταθήκη που μπορεί να αφήσει κάποιος, την αίσθηση του χρέους.
Θα αναφερθώ ονομαστικά, θα μου το επιτρέψετε, μολονότι ήδη έχουν αναφερθεί, ο κ. Αλφόνσο Βιτάλης, τον οποίο και ευχαριστώ για την πολύτιμη προσφορά του. Αναφέρομαι βεβαίως, στον Γιάννο Κρανιδιώτη, στον Νικόλα Κρανιδιώτη, στη Νίνα Ασημακοπούλου, στον Δημήτρη Πανταζόπουλο, στον Παναγιώτη Πούλο, στον Μιχάλη Παπαδόπουλο και στον Νίκο Ασημακόπουλο. Και βέβαια μια αναφορά στον Γρηγόρη Παπαδόπουλο. Υπήρξε ο επί τιμή πρέσβης, ο οποίος, παρά το πολύ σοβαρό τραυματισμό του, επανήλθε στην υπηρεσία με αίσθηση αυταπάρνησης και καθήκοντος για να υπηρετήσει έως το θάνατό του την πατρίδα.
Λέμε συχνά ότι η απώλεια ενός προσώπου είναι ένα τεράστιο εθνικό πλήγμα. Πολλές φορές υπερβάλλουμε. Αυτή είναι μία από τις περιπτώσεις που δεν υπερβάλλουμε για τον Γιάννο Κρανιδιώτη. Δεν είχα την τιμή να τον γνωρίσω προσωπικά. Ευτυχώς, όμως, τα γραπτά μένουν και τα γραπτά του Γιάννου Κρανιδιώτη είναι εκείνα, τα οποία ήταν η πρώτη ύλη, την οποία εγώ χρησιμοποίησα όταν ανέλαβα την ευθύνη και την τιμή να προΐσταμαι του Υπουργείου Εξωτερικών. Γραπτά, τα οποία αναδεικνύουν με τον πιο εναργή τρόπο ένα δίπολο, το οποίο πολλές φορές μπορεί να φαίνεται αντιφατικό, στην πραγματικότητα όμως είναι η σύνθεση και η επιτομή μιας ορθής εξωτερικής πολιτικής, μιας εθνικής εξωτερικής πολιτικής. Είναι το υψηλό όραμα, οι υψηλοί στόχοι σε συνδυασμό με έναν πατριωτικό ρεαλισμό.
Διαβάζοντας τον Γιάννο Κρανιδιώτη πολλές φορές ταυτίστηκα. Ταυτίστηκα γιατί και ο ίδιος έχοντας την αίσθηση του καθήκοντος για να υπηρετήσει την πατρίδα του, να υπηρετήσει την Ελλάδα, να υπηρετήσει την Κύπρο, πολλές φορές χαρακτηρίστηκε υποχωρητικός, διαλλακτικός. Κανείς ίσως, δεν μπορούσε την εποχή εκείνη να αντιληφθεί ποιο ήταν το πραγματικό του όραμα. Το όραμα να είναι η Ελλάδα στο επίκεντρο, στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Κύπρος να είναι ένα πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής οικογένειας.
Θέλω να θυμίσω, κύριε Πρόεδρε, ότι δεν ήταν αυτονόητο την εποχή του Γιάννου Κρανιδιώτη ότι η ένταξη της Κύπρου ήταν κάτι το οποίο θα ήταν εθνικά επωφελές και είναι χρήσιμο να το αναδεικνύουμε σήμερα, που μπορούμε να κάνουμε μια αποτίμηση τι σήμαινε για τον Ελληνισμό η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν πράγματι ο αρχιτέκτονας της ευρωπαϊκής πορείας της Κύπρου. Ήταν ο αρχιτέκτονας, ο οποίος είδε πάρα πολύ γρήγορα το τι σημαίνει η Κύπρος να είναι ένα πλήρες μέλος, να βρίσκεται μαζί με τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μία κατάσταση στην οποία κάποιος θα χαρακτήριζε ότι είναι μία σχέση ασφάλειας που παρέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά είναι και μία σχέση αλληλεγγύης, η οποία αναπτύσσεται μεταξύ των λαών της Ευρώπης. Και έχει σημασία να το αναγνωρίσουμε. Πιστεύω ότι ο Γιάννος Κρανιδιώτης θα ήταν πολύ υπερήφανος αν διάβαζε κύριε Πρόεδρε, τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου του 2023. Εκεί όπου καταγράφηκε με έναν πολύ απόλυτο τρόπο η υποχρέωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχει ενεργό εμπλοκή σε όλα τα στάδια επίλυσης του Κυπριακού. Θα ήταν πολύ υπερήφανος εάν διάβαζε τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου του 2024, όταν η καταγραφή ήταν ότι η πρόοδος των ευρωτουρκικών δεν μπορεί παρά να συνδέεται αιτιωδώς με την πρόοδο του Κυπριακού.
Θα ήταν υπερήφανος για όλα αυτά και ο ίδιος έχει θέσει ένα πολύ σημαντικό λίθο για να μπορέσουμε να φτάσουμε σε αυτήν την πολιτική. Όπως είχε δει εγκαίρως και όλα τα ζητήματα που αφορούσαν τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και τον κόσμο. Ήταν ένας κοσμοπολίτης, ένας άνθρωπος, ο οποίος έβλεπε πολύ πέρα από την εποχή του. Δεν υπολόγιζε το τίμημα, το οποίο μπορεί να είχε επίκαιρα η κάθε του πράξη, διότι υπηρετούσε με συνέπεια το όραμα, το οποίο ο ίδιος είχε θέσει. Και αυτό είναι κάτι το οποίο οφείλουμε να το σεβόμαστε και οφείλουμε να γίνει και παράδειγμα για όλους μας. Μπορεί οι πράξεις να έχουν τίμημα, το όραμα όμως είναι εκείνο, το οποίο καθορίζει εν τέλει τη δική μας πολιτική.
Το Κυπριακό είναι ένα ζήτημα, το οποίο μας πληγώνει όλους. Η διαίρεση της Κύπρου είναι κάτι το οποίο είναι πραγματικά η μεγάλη χαίνουσα πληγή, όχι μόνο του Ελληνισμού, αλλά θα μου επιτρέψετε να πω και του κόσμου ολόκληρου. Μια διαίρεση, η οποία προέκυψε από την παράνομη τουρκική εισβολή και την παράνομη, επί πενήντα χρόνια, κατοχή και είναι μια χαίνουσα πληγή, η οποία αναζητεί την κάθαρσή της μέσα από μια λύση, την οποία όλοι υπηρετούμε.
Και θέλω ιδιαιτέρως, να αναφερθώ στο γεγονός ότι με πολύ μεγάλη προσπάθεια, ο Πρόεδρος το γνωρίζει, με καθημερινή προσπάθεια η ελληνική κυβέρνηση έθεσε ως πρώτο στόχο της εθνικής εξωτερικής πολιτικής να επανέλθει το Κυπριακό στο προσκήνιο της διεθνούς πολιτικής και ιδίως, στο προσκήνιο των προτεραιοτήτων που έθεσε ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Και πράγματι, σήμερα, βρισκόμαστε στη θέση να μπορούμε να έχουμε μια μικρή αισιοδοξία ότι θα καταφέρουμε να επανεκκινήσουν οι συζητήσεις. Συζητήσεις, οι οποίες αυτονοήτως δεν θα μπορούσαν να έχουν άλλη βάση παρά μόνο τη βάση του διεθνούς δικαίου, των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και ποτέ, μα ποτέ, μια διαίρεση του νησιού. Και σ’ αυτό θα ήθελα να εξάρω ιδίως τη στάση της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Προέδρου προσωπικά, ο οποίος, έχοντας μια πολύ σταθερή και μια στερρώς δομημένη εξωτερική πολιτική, υπηρετεί τον στόχο αυτό με συνέπεια και δημιουργικά. Θέλοντας να βοηθήσει και όχι να θέσει προσκόμματα, αντιλαμβανόμενος, όπως νομίζω όλοι μας, ότι στην περίπτωση αυτή το να παραμένουμε αδρανείς δεν ωφελεί πάντοτε τα εθνικά συμφέροντα. Οφείλουμε να αναλάβουμε δράση και αυτό θα πράξουμε.
Έχω την αίσθηση, αξιότιμε κύριε Πρόεδρε, ότι οι συνθήκες έχουν ένα στοιχείο ευνοϊκό. Αισθάνομαι ότι η θέση της Ελλάδας στον κόσμο, ενόψει και της ανάληψης της θέσης του μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας για την επόμενη διετία, το διεθνές μας αποτύπωμα, η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, αλλά και η ενεργός εμπλοκή και προτεραιοποίηση του Κυπριακού στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, αποτελούν ένα σχετικώς εύφορο έδαφος για να μπορέσουμε να επανεκκινήσουμε τη συζήτηση. Η διαίρεση δεν είναι ποτέ αποδεκτή, λύση όμως, θα προέλθει μόνο μέσα από τη συζήτηση.
Ο Γιάννος Κρανιδιώτης υπήρξε μια χαρισματική προσωπικότητα και θέλω ιδιαιτέρως να αναφερθώ στο ότι υπηρέτησε το Υπουργείο Εξωτερικών από όλες τις θέσεις. Είναι ίσως νομίζω, η μοναδική περίπτωση ανθρώπου, ο οποίος ήταν απολύτως αφοσιωμένος και ταυτισμένος με το Υπουργείο Εξωτερικών. Ξεκίνησε από Ειδικός Γραμματέας, Γενικός Γραμματέας, Υφυπουργός, Αναπληρωτής Υπουργός. Υπηρέτησε από παντού και υπηρέτησε με αυτή τη συνέπεια, η οποία υπερβαίνει, αν θέλετε, το υπηρεσιακό καθήκον την εθνική εξωτερική πολιτική.
Σήμερα, αισθάνομαι ότι επίσης, θα ήταν υπερήφανος για την αγαστή συνεργασία μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου. Μιας συνεργασίας, η οποία βρίσκεται σε απόλυτη σύμπνοια και έχει οδηγήσει σε αποτελέσματα πολύ θετικά για τη δική μας στάση. Από κοινού αναλαμβάνουμε τις πρωτοβουλίες και είμαστε σε μία διαρκή ενημέρωση, έτσι ώστε να προωθούμε τις εθνικές μας θέσεις με τρόπο που να μπορούμε να αθροίζουμε τις δυνάμεις μας για να έχουμε όσο το δυνατόν πιο ωφέλιμο αποτέλεσμα.
Θα ήθελα να κλείσω, αν μου επιτρέπετε, με μία αποστροφή του Γιάννου Κρανιδιώτη, με την οποία εν πολλοίς και ταυτίστηκα, θέλω να σας εξομολογηθώ, γιατί το ακούω και εγώ πολλές φορές.
«Στην μεταψυχροπολεμική εποχή, έγραφε ο Γιάννος Κρανιδιώτης, οι παραδοσιακοί κώδικες σχέσεων και οι ισορροπίες έχουν ανατραπεί και δεν αρκεί πια η απλή συμμετοχή των κρατών σε ένα συνασπισμό για να προστατεύσει και να μεγιστοποιήσει βασικά εθνικά μας συμφέροντα. Ο διπολισμός αντικαταστάθηκε από ένα πολυπολικό σύστημα, σύνθετο και ασταθές. Νέες απειλές αλλά και νέες ευκαιρίες και δυνατότητες αναδύονται. Η εθνική στρατηγική δεν υλοποιείται με ασκήσεις επί χάρτου, αλλά με προσεκτικά βήματα και μεθοδικότητα. Η διπλωματία ασκείται με ένα πλέγμα χειρισμών που κρίνεται από το συνολικό αποτέλεσμα. Δεν μπορείς να απομονώσεις το ένα μέρος από το όλον. Δεν είναι δυνατόν, κάθε φορά, οποιαδήποτε κίνηση, τακτική ή μη, οποιαδήποτε ενέργεια να διαχωρίζεται από το πλαίσιο που είναι ενταγμένη και να ελέγχεται ως υποχωρητική ή να εκτιμάται με συναισθηματικά κριτήρια. Αυτή η καχυποψία ενέχει μια δαιμονολογική προσέγγιση, είναι πλεγματικά ηττοπαθής. Δεν βοηθάει την εθνική υπόθεση. Γνωρίζουμε πολύ καλά τα εθνικά μας δίκαια και τα προβάλλουμε σθεναρά. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτε συνομιλώντας με οποιονδήποτε, φίλο ή αντίπαλο. Έχουμε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας, στις ικανότητές μας και στην διαύγεια των επιχειρημάτων μας».
Η μνήμη του θα μείνει αιώνια.
Σας ευχαριστώ πολύ.
18 Σεπτεμβρίου, 2024