Παρέμβαση Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, στο πλαίσιο της συζήτησης για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης (Αθήνα, 21.07.2019)

Παρέμβαση Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, στο πλαίσιο της συζήτησης για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης (Αθήνα, 21.07.2019)Κύριε πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η Ελλάδα και οι Έλληνες έχουν αποδείξει με αιματηρές θυσίες, ότι θέλουμε να αποτελούμε μέρος του πυρήνα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στην δικιά μας την παράταξη, αυτό το DNA έρχεται από τις καταβολές της, γιατί είναι η ιστορική φυσιογνωμία του Κωνσταντίνου Καραμανλή που σε πείσμα των καιρών ενέταξε την χώρα στην ευρωπαϊκή οικογένεια, με στόχο να επιδοθεί η εθνική ανεξαρτησία, να κατοχυρωθεί η δημοκρατία, να επιτευχθεί οικονομική ανάπτυξη και, βεβαίως, η κοινωνική και οικονομική πρόοδος. Αυτό που καλούμαστε να κάνουμε στα πλαίσια της Ευρώπης είναι να πιάσουμε το νήμα της ανάπτυξης. Και να εμβαθύνουμε τις διμερείς μας σχέσεις μέσα στα πλαίσια των θεσμών. Να μην είμαστε οι επαίτες του ευρωπαϊκού συστήματος, αλλά να είμαστε αυτοί που ερχόμαστε με λύσεις, συμμετέχοντας στο γόνιμο ευρωπαϊκό διάλογο. Αντέξαμε τα δέκα χρόνια της κρίσης να παραμείνουμε στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ίδια η Ευρώπη άντεξε και -φάνηκε στις πρόσφατες Ευρωεκλογές- αντιστάθηκε απέναντι στις δυνάμεις του λαϊκισμού και της αμφισβήτησης.

Τώρα, βεβαίως, έχουμε να πάμε στην επόμενη φάση. Και η επόμενη φάση είναι να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα και τις προκλήσεις που έρχονται. Κυρίαρχο πρόβλημα, κυρίαρχη πρόκληση είναι το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, δηλαδή το εργαλείο μέσα από το οποίο θα χρηματοδοτηθεί η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια. Και σε αυτή τη συζήτηση ερχόμαστε προετοιμασμένοι να διεκδικήσουμε όσα περισσότερα μπορούμε. Γιατί η Ελλάδα είναι μία χώρα που έχει υποστεί πολύ μεγάλη μείωση του ΑΕΠ της, οφείλει αυτό να συνυπολογιστεί, και να κρατηθούν ενεργές οι δύο πολιτικές που παραδοσιακά αποτελούν και τον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ταμείο συνοχής και βέβαια η κοινή αγροτική πολιτική.

Πέρα από αυτό, όμως, πιστεύουμε ότι σε πολιτικές που έχουν μπει πλέον στο τραπέζι και έχουν καθίσει, μάλιστα, και στην κεφαλή του τραπεζιού, όπως πολιτικές για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος, εμείς ολοένα και περισσότερο θα πρέπει να ζητούμε. Στέλνουμε ένα μήνυμα, ότι σήμερα η Ελλάδα θα εφαρμόσει και το κοινοτικό και το εθνικό δίκαιο, σε σχέση με το προσφυγικό και μεταναστευτικό, ότι θα πάψει η χώρα μας να είναι η χώρα που δεν φυλάττει τα σύνορά της ή η χώρα στην οποία οποιοσδήποτε έρχεται θα παραμένει για μακρό χρονικό διάστημα. Και, βέβαια, διεκδικούμε από τους εταίρους μας όχι μόνο την οικονομική ενίσχυση, αλλά και την πολιτική ενίσχυση. Την διεκδικούμε και θα την διεκδικούμε σε όλα τα πλαίσια. Γιατί πιστεύουμε ότι ο ίσος καταμερισμός των βαρών που φέρουν αυτά τα ζητήματα, θα πρέπει να γίνεται μέσα στα πλαίσια της αλληλεγγύης και μέσα στα πλαίσια της ευρωπαϊκής συνοχής. Θα σας πω βεβαίως ότι ανοίγεται και ένα νέο παράθυρο ευκαιρίας και αυτό είναι η ανάπτυξη του ευρωπαϊκού ταμείου άμυνας, το οποίο προϋπολογίζεται με 13 δισεκατομμύρια ευρώ και θα πρέπει να έρθουμε με δύο πλαίσια διεκδικήσεως. Πρώτα απ’ όλα, την εθνική μας θέση, την γεωγραφία μας, τις απειλές που δέχεται ο εθνικός μας χώρος, και βέβαια, από την άλλη την ανάγκη ενίσχυσης της αμυντικής μας βιομηχανίας.

Εμείς δεν πιστεύουμε σε μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων. Κάτι τέτοιο οδηγεί μόνο στην άνοδο του λαϊκισμού και του εθνικισμού. Εμείς πιστεύουμε σε μία Ευρώπη που πηγαίνει μαζί, εφαρμόζει κοινούς κανόνες δικαίου και μια Ευρώπη που δίνει προοπτικές για την διεύρυνσή της, ιδιαίτερα στη γειτονιά μας στα Δυτικά Βαλκάνια. Γι’ αυτό και πάντοτε εμείς στηρίζαμε και στηρίζουμε τον ευρωπαϊκό δρόμο της Τουρκίας, έστω κι αυτός αν έχει μπει στον «πάγο» με ευθύνη της ίδιας της Τουρκίας, η οποία δεν επιδεικνύει ούτε σχέσεις καλής γειτονίας ούτε αναγνώρισης κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε, βεβαίως, με τη συμπεριφορά την οποία επιδεικνύει στην Κύπρο, ιδιαίτερα αυτές τις μέρες και με αυτές τις δηλώσεις, προσβάλλοντας ακόμα και την μνήμη των χιλιάδων νεκρών της Κυπριακής εισβολής. Εμείς δε δεχόμαστε τα αποτελέσματα αυτής της εισβολής. Θα παλέψουμε σε όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή fora, ώστε βρεθεί λύση στο κυπριακό και, βέβαια, θα σταθούμε δίπλα στην Κυπριακή Δημοκρατία, στον αγώνα τον οποίο κάνει για να αξιοποιήσει τον υποθαλάσσιο πλούτο της εξασφαλίζοντας, βεβαίως, και την ευρωπαϊκή της πορεία.

Θέλω να πω, στο τέλος, ορισμένα πράγματα για την Συμφωνία των Πρεσπών, γιατί και χθες και ο κ. Τσίπρας και ο κ. Κατρούγκαλος και διάφοροι άλλοι, ακόμα και οι αρχιτέκτονές της, όπως και ο κ. Κοτζιάς που δεν βρίσκεται στη Βουλή, απορώ άλλωστε γιατί οι αρχιτέκτονες και οι βασικοί στυλοβάτες δεν βρίσκονται σε αυτό το Κοινοβούλιο, να πω ορισμένα πράγματα γιατί νομίζω ότι υπάρχει πολύ μεγάλη παρεξήγηση. Kάποιοι μετακομίζοντας από το Mαξίμου πήραν μαζί τους και την μονταζιέρα. Kαι δεν ακούσανε -τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά- το σύνολο της δικιάς μου ομιλίας προχθές στον Economist, όπου ξεκαθάρισα ορισμένα πράγματα.

Ξεκαθάρισα πρώτα απ’ όλα ότι αυτή η συμφωνία είναι μια κακή συμφωνία. Και ότι αυτήν την συμφωνία η Νέα Δημοκρατία την πολέμησε και έκανε οτιδήποτε είναι δυνατόν ούτε να υπογραφεί ούτε να κυρωθεί γιατί, ακριβώς, δεν θεωρούσαμε ότι έλυνε με επωφελή -για τα εθνικά ζητήματα- τρόπο τα ανοιχτά ζητήματα. Όμως, αυτή η συμφωνία είναι μια κληρονομιά, την οποία παίρνει αυτή η Κυβέρνηση, μαζί με όλες τις άλλες προβληματικές κληρονομιές που παίρνει από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ΣΥΡΙΖΑ-ανεξαρτήτων, ΣΥΡΙΖΑ-άλλων συνιστωσών. Όπως μας κληροδοτείτε τις δεσμεύσεις για τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, όπως μας κληροδοτείτε μια ΔΕΗ-ωρολογιακή βόμβα, έτσι μας κληροδοτείτε και μια κακή συμφωνία, με την οποία πρέπει να δουλέψουμε, μέσα σε στενά περιθώρια να κάνουμε τα αποτελέσματα της πολύ καλύτερα. Και δυο είναι τα πεδία στα οποία οφείλουμε να δουλέψουμε: το πρώτο είναι το πεδίο της οικονομίας, δηλαδή το θέμα των επιχειρήσεων, των προϊόντων, τα οποία πρέπει να τα ενισχύσουμε, πρέπει να δώσουμε την ώθηση την οποία χρειάζεται και, βέβαια, πρέπει μέσα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο να κατοχυρώσουμε την αυθεντικότητα τους. Το δεύτερο είναι τα θέματα του αλυτρωτισμού. Και εδώ θέλουμε να στείλουμε ένα σαφές μήνυμα ότι θα είμαστε σε διαρκή διαδικασία παρακολούθησης και της εξέλιξης των προβλέψεων αυτής της συμφωνίας, αλλά και, ακόμα περισσότερο, μέσα και όταν ανοίξει η ευρωπαϊκή πορεία του βόρειου γείτονα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε σε κάθε στάδιο θα είμαστε εκεί να παρακολουθούμε, γιατί εμείς θέλουμε να προχωρήσουν τα Δυτικά Βαλκάνια προς την Ευρώπη, αλλά χωρίς εκπτώσεις ούτε σε θέματα αλυτρωτισμού ούτε σε θέματα που έχουν να κάνουν με το Κράτος Δικαίου.

Θέλω να σας πω κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι το κράτος δικαίου δεν αποτελεί απλώς μία ιδέα. Είναι η βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί το κοινό μας ευρωπαϊκό μέλλον. Και αν σήμερα, έχουμε δει από χώρες του Βίσενγκραντ να έχουν σημαντικές εκπτώσεις και να παρουσιάζει η εσωτερική τους λειτουργία σημαντικές εκπτώσεις από την εφαρμογή ενός κράτους δικαίου, έτσι όπως το εννοούμε στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, με ανεξαρτησία των θεσμών, με ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, λειτουργία της ελευθερίας του τύπου, λειτουργία και ανεξαρτησία του κοινοβουλίου, έτσι θα πρέπει και στα Δυτικά Βαλκάνια με τον ίδιο τρόπο. Και θα είναι πολύ μακρύς αυτός ο δρόμος της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Θέλω να σας πω ξεκάθαρα ότι και εγώ και όλοι οι συνάδελφοί μας στην Κυβέρνηση -και το απευθύνουμε προς όλους τους συμπατριώτες μας- θα δουλέψουμε, ώστε οι διεθνείς συμφωνίες που υπέγραψε η προηγούμενη Κυβέρνηση, να κάνουμε το ο,τιδήποτε είναι δυνατό στο διεθνές επίπεδο και να χρησιμοποιήσουμε όλα τα διαπραγματευτικά μας όπλα, ώστε οι όροι τους και αναφέρομαι ειδικά στην Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά και η πραγματικότητα που θα βιώσουμε ως αποτέλεσμα αυτής της συμφωνίας να γίνουν ευνοϊκότερες για την πατρίδα μας και, βέβαια, να επιλυθούν όποιες εκκρεμότητες ακόμα και σήμερα βλάπτουν τα εθνικά μας συμφέροντα.

Ας μην λοιπόν προστρέχετε και να λέτε ότι συνυπογράφουμε την Συμφωνία των Πρεσπών. Την κληρονομήσαμε, θα προσπαθήσουμε, μέσα στο στενό πλαίσιο που αυτή περιγράφει, να βελτιώσουμε την πραγματικότητα την οποία δημιουργεί και αυτό θα το κάνουμε με συνέπεια, με εργατικότητα με διεθνείς συμμαχίες και χωρίς να διακινδυνεύσουμε την θέση της χώρας. Γιατί, οποιαδήποτε άλλη πολιτική θα σήμαινε ότι θα έχουμε απωλέσει το βασικό μας όπλο, που ήταν το βέτο για την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, και από την άλλη θα είχαμε χάσει την ενδιάμεση συμφωνία, η οποία προέβλεπε τον τρόπο με τον οποίο αυτό το κράτος εκπροσωπείται στους διεθνείς οργανισμούς. Αυτό το είπαμε ξεκάθαρα στον ελληνικό λαό πριν από τις εκλογές, πήραμε την συγκατάθεση του ελληνικού λαού και του λαού της Μακεδονίας γι’αυτό -και σας το λέω και εγώ ως γόνος Μακεδόνων- είμαστε βέβαιοι ότι επιβάλλοντας την ιστορική μας κληρονομιά, επιβάλλοντας τα ελληνικά προϊόντα που προέρχονται από την Μακεδονία, στηρίζοντας τις ελληνικές επιχειρήσεις που φέρουν στα προϊόντα τους το όνομα Μακεδονία και, βέβαια, παρακολουθώντας την πορεία μέσα στην ΕΕ θα μπορέσουμε ακόμα και αυτή την κακή συμφωνία να την κάνουμε να βελτιώσει τα αποτελέσματά της προς τους Έλληνες πολίτες, προς τις εθνικές διεκδικήσεις, προς τις ελληνικές επιχειρήσεις.

21 Ιουλίου, 2019