Παρέμβαση ΥΦΥΠΕΞ Δ. Κούρκουλα για την «Ημέρα της Ευρώπης»

«Σαν σήμερα πριν από 63 χρόνια η διακήρυξη του Robert Schuman άνοιξε το δρόμο για την περιπέτεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Άνοιξε το δρόμο για την υλοποίηση του πιο φιλόδοξου και πιο επιτυχημένου μοντέλου ειρήνης και συνεργασίας της σύγχρονης ιστορίας. Γιορτάζουμε την ημέρα της Ευρώπης εν μέσω μιας βαθειάς και επικίνδυνης κρίσης• όχι μόνο οικονομικής και κοινωνικής αλλά και κρίσης των θεσμών και τελικά κρίσης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Ο Ευρωσκεπτικισμός επεκτείνεται.

Πέρα από τους όποιους μύθους καλλιεργούνται για την ΕΕ - και πολλές φορές έχουν να κάνουν περισσότερο με την άγνοια όσων τους επικαλούνται παρά με κακόβουλες προθέσεις,- η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχουν πράγματι αυτοί που θα ήθελαν να δουν το τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτό δεν είναι κάτι το καινούργιο ή το πρωτοφανές. Ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό πάντοτε υπήρχαν, ήδη από την εποχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα τη δεκαετία του ’50.
Ωστόσο, η αίσθηση μου είναι ότι τώρα τελευταία ο Ευρωσκεπτικισμός κερδίζει έδαφος. Εάν υπάρχει ένα υπερεθνικό κίνημα ιδεών που απηχεί το πνεύμα των καιρών στην ήπειρο μας, αυτό είναι των Ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων, όχι των φίλων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Αυτό προκύπτει και από τα αποτελέσματα του πλέον πρόσφατου Ευροβαρόμετρου. Το βλέπουμε και εδώ στην Ελλάδα. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Yπάρχει πράγματι ένα πρόβλημα με την Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα, το οποίο δεν είναι μόνο θέμα εικόνας. Είναι και θέμα ουσίας.

Κατά τη γνώμη μου, έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με τον τρόπο που οικοδομήθηκε η Ένωση εξ αρχής. Η ΕΕ, όπως είναι γνωστό, είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού Ευρωπαϊκών ηγεσιών, των ευρωπαϊκών ελίτ. Η ολοκλήρωση σε πολιτικό αλλά ακόμα και οικονομικό επίπεδο δεν αποτέλεσε ποτέ αίτημα των Ευρωπαϊκών λαών.

Η νομιμοποίηση που κατέληξε να απολαμβάνει η ΕΕ στους λαούς της Ευρώπης ήταν σχεδόν αποκλειστικά εκ του αποτελέσματος. Από τη στιγμή που η ΕΕ κατάφερε να εξασφαλίσει την αδιατάρακτη ειρήνη, ένα ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας και ευημερίας για τους πολίτες των κρατών που τη συγκροτούσουν νομιμοποιήθηκε και στα μάτια των Ευρωπαίων πολιτών.

Φυσικά δεν υπάρχει τίποτα το μεμπτό στο να κρίνεται κάποιος εκ του αποτελέσματος.

Η πολιτική νομιμοποίηση μιας υπερεθνικής ένωσης κρατών πρέπει όμως να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και των καλών καιρών και των χαλεπών. Και στα εύκολα και στα δύσκολα πρέπει η Ένωση να χαίρει νομιμοποίησης.

Παρά τις τεράστιες κατακτήσεις που έγιναν εφικτές χάρις στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, κατακτήσεις που πολλοί -ιδίως οι νεώτεροι- θεωρούν αυτονόητες, η ΕΕ δεν ενίσχυσε όσο θα έπρεπε τη δημοκρατική της νομιμοποίηση.

Φτάνουν κάποιες στιγμές που καλούμαστε όλοι μας να κάνουμε ένα απολογισμό αρχών, θέσεων και πράξεων. Είναι οι στιγμές της περισυλλογής. Είναι οι στιγμές που κοιτάμε πίσω, και αξιολογούμε αποφάσεις και επιπτώσεις. Κρίσιμες στιγμές, σημεία καμπής.

Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Πέρα από τις όποιες καλές προθέσεις είναι αλήθεια ότι η αντιμετώπιση της κρίσης από την ΕΕ ήταν ελλειμματική. Σε αυτό το γεγονός οφείλεται και η άνοδος των Ευρωσκεπτικιστικών τάσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Η κοινή λογική υπαγορεύει ότι σε συνθήκες κρίσεις είναι επιβεβλημένο να κινούμαστε γρήγορα, αποτελεσματικά και αποφασιστικά. Δυστυχώς το μοναδικό πράγμα στο οποίο ήταν αποφασιστική η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια ήταν η αναποφασιστικότητα της.

Δεν μπορώ να ξεχάσω ένα εξώφυλλο του Economist πριν από δυο χρόνια που έλεγε ότι το σχέδιο των Ευρωπαίων για την έξοδο από τη κρίση είναι να βρουν ένα σχέδιο για την έξοδο από τη κρίση.

Πως φτάσαμε ως εδώ; Δυστυχώς η θεσμική αρχιτεκτονική της ΟΝΕ όπως αρχικά σχεδιάστηκε ήταν προβληματική και ελλειμματική. Σήμερα όλοι πια το αναγνωρίζουν.

Να ξεκαθαρίσουμε πάντως ότι οι όποιες θεσμικές αδυναμίες της Ευρωζώνης δεν προκάλεσαν την κρίση στην Ελλάδα. Αντίστοιχα ούτε και η κρίση στην Ευρωζώνη οφείλεται στην Ελλάδα.

Η Ελλάδα δεν αποποιείται των ευθυνών της για την κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί.

Ο δημόσιος διάλογος στη χώρα μας δυστυχώς παγιδεύτηκε στη δημαγωγική διάκριση των πολιτικών δυνάμεων σε «μνημονιακές» και «αντιμνημονιακές». Παγιδεύτηκε στον δημαγωγικό και παράλογο συλλογισμό ότι μπορεί τάχα να είσαι εντός ευρώ, αλλά εκτός κανόνων της Ευρωζώνης, όπως αυτοί διαμορφώνονται μέσα στους υφισταμένους οικονομικούς και πολιτικούς συσχετισμούς της Ευρωζώνης. Συσχετισμούς που μπορεί βεβαίως κάποιος να επηρεάσει αλλά δεν μπορεί να αγνοήσει.

Η αλήθεια είναι όμως ότι και οι θεσμοί της Ευρωζώνης ήταν απροετοίμαστοι για την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης χρέους στον Ευρωπαϊκό νότο. Ήδη από τη δεκαετία του ’90 και παρά τις προειδοποιήσεις διαφόρων «opinion makers», εκείνη την εποχή η ΟΝΕ δεν συνοδεύτηκε δυστυχώς και από ένα αντίστοιχο πολιτικό πυλώνα που θα μπορούσε να λειτουργήσει παρεμβατικά. Η Ευρωζώνη σχεδιάστηκε ως μια αυτόνομη νομισματική ένωση σε ένα πολιτικό κενό. Αυτό από μόνο του δεν θα ήταν πρόβλημα εάν αποτελούσε ταυτόχρονα και μια βέλτιστη νομισματική περιοχή.

Η Ευρωζώνη όμως δεν ήταν ποτέ μια βέλτιστη νομισματική περιοχή. Ήδη από την ίδρυσή της πληρούσε ελάχιστα από τα χαρακτηριστικά μιας τέτοιας ένωσης: συγχρονισμός οικονομικών κύκλων, πλήρη ελευθερία κινητικότητας εργαζομένων, ευελιξία τιμών και μισθολογικού κόστους, κοινή φορολογική πολιτική, αποτελεσματική διαχείριση κοινών δημοσιονομικών πόρων μέσω μεταβιβάσεων μεταξύ κρατών μελών.

Οι διαφορές στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των κρατών υποτίθετο ότι θα εξομαλύνονταν από μόνες τους. Ο ανταγωνισμός στα πλαίσια της κοινής αγοράς θα δημιουργούσε συνθήκες εξομάλυνσης μισθών και εισοδημάτων, πρόσβαση στις ίδιες πηγές ευημερίας χωρίς την ανάγκη κοινών δημοσιονομικών, οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών. Όπως όλοι ξέρουμε αυτό δεν συνέβη τελικά.

Τι κάνουμε τώρα;

Τι θα μπορούσε να αποτελέσει ικανοποιητική απάντηση στη κατάσταση που έχουμε βρεθεί σήμερα; Ορισμένοι θεωρούν ότι η αποτελεσματικότερη απάντηση θα ήταν η έξοδος από την Ευρωζώνη ή ακόμα και η διάλυση της. Έχουμε ακούσει και στη χώρα μας αυτό το επιχείρημα. Ευτυχώς, σπανιότερα τον τελευταίο ένα χρόνο.

Η ορθή απάντηση περιλαμβάνει περισσότερη Ευρώπη όχι λιγότερη. Ενδεχόμενη αποδόμηση της ευρωζώνης πέραν των οικονομικών συνεπειών θα είχε συνέπειες και για την ΕΕ αυτή καθεαυτή. Πολιτικές συνέπειες που δεν μπορεί κανείς σήμερα να υπολογίσει. Θα έθετε σε κίνδυνο όλες τις ιστορικές κατακτήσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Κατακτήσεις που, όπως είπα και προηγουμένως, θεωρούνται αλλά δεν είναι καθόλου αυτονόητες.

Τι σημαίνει σε αυτό το πλαίσιο περισσότερη Ευρώπη; Και πως αυτό μπορεί να συνδυαστεί με το αίτημα για ισχυρότερη νομιμοποίηση της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης;

Σήμερα υπάρχει σε εξέλιξη μια διαδικασία για τον σχεδιασμό της ολοκλήρωσης της ΟΝΕ που, υπό την πίεση της κρίσης χρέους, ξεκίνησε ουσιαστικά τον Ιούνιο του 2012.

Η συζήτηση γίνεται επί τη βάσει της τελικής Έκθεσης για το μέλλον της ΟΝΕ που επεξεργάσθηκε ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Van Rompuy σε συνεργασία με τους Προέδρους της Ε. Επιτροπής, του Eurogroup και της ΕΚΤ και του σχεδίου συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στα οποία αποτυπώνεται σαφής οδικός χάρτης για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ. Συμπληρωματικά προς τα συμπεράσματα, αναμένεται να ληφθεί υπ’ όψιν και το προσχέδιο θέσεων (blueprint) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Παρά το γεγονός ότι δεν είναι ξεκάθαρο ακόμα τι μορφή θα έχει η νέα αρχιτεκτονική της ΟΝΕ, μπορούμε να διακρίνουμε ορισμένα στοιχεία που πρέπει να αποτελέσουν μέρος της. Βελτίωση και αυστηρή τήρηση των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας, παράλληλη λειτουργία μηχανισμών αλληλεγγύης και μέσω της δημιουργίας ενός πραγματικού προϋπολογισμού. Αποφυγή δημιουργίας ενός συστήματος δυο ταχυτήτων ειδικά στο τραπεζικό τομέα.
Κοινό τραπεζικό σύστημα με ένα κοινό εποπτικό μηχανισμό για όλους. Αυξημένος βαθμός δημοκρατικής νομιμοποίησης και λογοδοσίας.

Προσοχή όμως: οι θεσμικές παρεμβάσεις πρέπει να συνοδεύονται και από μια ξεκάθαρη αναφορά στις Ευρωπαϊκές αξίες της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης.

Εάν θέλουμε πραγματικά να διατηρήσουμε και να ενισχύσουμε την ΟΝΕ, τότε η νέα αρχιτεκτονική θα πρέπει να συνδυαστεί και με μια συλλογική προσπάθεια που θα εκπορεύεται από μια κοινή πολιτική προσέγγιση για την προώθηση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας της Ευρωζώνης στο σύνολο της και όχι σε μεμονωμένα κράτη.
Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει υψηλό κόστος για ορισμένες χώρες. Είναι αλήθεια αυτό. Είναι όμως και το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε. Θα είναι όμως προς το συνολικό καλό και θα αποφέρει πολλαπλάσια οφέλη σε σταθερότητα και ευημερία για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες μελλοντικά. Μόνο έτσι θα επανακτήσει η Ευρωπαϊκή ιδέα την νομιμοποίηση που έχει απολέσει τα τελευταία χρόνια στα μάτια των πολιτών της».

9 Μαΐου, 2013