ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συναντιόμαστε σε μία συγκυρία πάρα πολύ δύσκολη. Μπαίνοντας, μπήκα στην ιστοσελίδα του BCC να δω τι γίνεται στον κόσμο. Τώρα το πρώτο θέμα έχει να κάνει με τις διαβουλεύσεις που γίνονται στο Ισραήλ από τον Νετανιάχου υπό τον φόβο ενός χτυπήματος από το Ιράν. Αν αυτό δεν ξέραμε ότι είναι πραγματικό και το βλέπαμε σε μία τηλεοπτική σειρά, θα πιστεύαμε ότι παρακολουθούμε, δεν θέλω να το προφέρω, αλλά όλα προς τα εκεί δείχνουν όταν μιλάμε για τέτοια σύγκρουση, μια παγκόσμια, την απαρχή μιας παγκόσμιας σύρραξης. Ένα πρώτο σχόλιο γι’ αυτό θα ήθελα, κύριε Υπουργέ.
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Νομίζω ότι η πραγματικότητα ξεπερνάει πια τη φαντασία σε ό,τι αφορά τα γεγονότα. Η πυκνότητα του πολιτικού χρόνου, η πυκνότητα του διπλωματικού χρόνου, η πυκνότητα των γεγονότων είναι τέτοια που νομίζω ότι έχει ξεπεράσει κάθε προβλεψιμότητα, κάθε φαντασία και νομίζω εν τέλει, κυρία Λυμπεράκη, το κρίσιμο είναι ότι αυτή τη στιγμή είναι πάρα πολύ δύσκολο για τον οποιονδήποτε να προβλέψει τα γεγονότα. Ξέρετε, παλαιότερα η εξωτερική πολιτική, οποιαδήποτε πολιτική, είχε ένα βασικό στοιχείο, το οποίο είχε να κάνει με την προβλεψιμότητα των γεγονότων. Όποιος είχε καλύτερη κατανόηση των μελλούμενων ήταν εκείνος ο οποίος ήταν καλύτερα προετοιμασμένος και γι’ αυτό το λόγο σε προνομιακή θέση. Σήμερα, νομίζω, επειδή ακριβώς υπάρχει μία ασυμμετρία στα γεγονότα, υπάρχει μία έλλειψη προβλεψιμότητας και από την άλλη πλευρά υπάρχει μία υπερεδαφικότητα των γεγονότων, μπορεί μία μικρή σύρραξη, ένα μικρό φυσικό γεγονός, το οποίο συμβαίνει στην άλλη άκρη του κόσμου, να μας επηρεάσει άμεσα. Νομίζω η σκέψη μας εδράζεται όχι πια στην πρόβλεψη των γεγονότων, αλλά απλώς στη διαχείριση όλων των υποθετικών σεναρίων.
Είναι τόσα πολλά τα σενάρια, τα οποία είναι δυνατόν να συντρέξουν όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να μπορέσεις να έχεις μία απάντηση για όλα. Θυμάμαι ακόμη και τώρα και το έχω πάντοτε στο μυαλό μου ότι η πρόβλεψη των επιστημόνων σε ό,τι αφορά το φυσικό φαινόμενο της Θεσσαλίας, τον Ντάνιελ, είναι μία περίπτωση σε περίπου 400 χρόνια. Εμείς στην ίδια περιοχή γενικά είχαμε δύο φαινόμενα τα οποία ήταν σχεδόν παρόμοιας κλίμακας και τα οποία πύκνωσαν τον χρόνο. Αντιστοίχως, μία επιδημία, η οποία εμφανίζεται ανά χίλια χρόνια - είδαμε πολλαπλές να εμφανίζονται μέσα σε μια δεκαετία. Καταλαβαίνετε ότι τα γεγονότα αυτά ξεπερνούν τη δυνατότητα να μπορέσεις να προβλέψεις. Η ετοιμότητα πλέον είναι το μεγάλο ζητούμενο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για το Μεσανατολικό θα ήθελα να μας πείτε και ελπίζω να μας μείνει λίγος χρόνος στο τέλος για να επανέλθουμε, όπως άλλωστε και για το ζήτημα της Ουκρανίας. Όμως έχω την εντύπωση ότι οι περισσότεροι εδώ μοιράζονται ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τη σχέση μας με τη γειτονική Τουρκία. Απέχουμε περίπου ένα μήνα από την αναμενόμενη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο. Διερωτάται κανείς, νομίζω εύλογα, κύριε Υπουργέ, αν η πρόσφατη ανταλλαγή. μάλλον αιχμηρών ανακοινώσεων, μετά από μια μακρά περίοδο νηνεμίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, των δύο υπουργείων Εξωτερικών, με αιχμή ένα ζήτημα περιβαλλοντικό, τα θαλάσσια πάρκα, μπορεί να σημαίνει την απαρχή επιστροφής στην ένταση. Σας ρωτώ γιατί αυτή η ανταλλαγή των ανακοινώσεων έρχεται και μετά από ένα κακό εκλογικό αποτέλεσμα για τον Ερντογάν.
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θέλω να είμαι σαφής. Δεν είμαστε τόσο αφελείς ούτε αιθεροβάμονες να πιστεύουμε ότι από τη μία ημέρα στην άλλη θα μπορέσουμε να λύσουμε τα προβλήματα, τα οποία έχουμε με την Τουρκία, τα οποία ανατρέχουν δεκαετίες. Από την άλλη πλευρά, νομίζω ένα πολύ στοιχειώδες σημείο της καλής σχέσης που προσπαθούμε να αναπτύξουμε με την Τουρκία είναι η κατανόηση ότι οι βασικές θέσεις των δύο μερών δεν πρόκειται να αλλάξουν. Και αυτό εξάλλου ήταν και ένα από τα ρητώς καταγεγραμμένα στη συμφωνία της Διακήρυξης των Αθηνών της 7ης Δεκεμβρίου. Καταλαβαίνουμε όμως, κυρία Λυμπεράκη, το πόσο σημαντικό είναι να μπορούμε να καταλαγιάζουμε αυτές τις εντάσεις. Το πρώτο πράγμα που είπα, όταν ανέλαβα το Υπουργείο Εξωτερικών, ήταν ότι θα ήθελα οι εντάσεις, οι οποίες παράγονται - αυτό δεν μπορείς να το γλιτώσεις σε μία σχέση στην οποία η γεωγραφία μάς έχει τάξει τόσο κοντά και τόσο δύσκολα - να μην προκαλούν κρίση. Και θέλω να σας πω ότι ευκαιρίες για εντάσεις το τελευταίο 10μηνο υπήρξαν πάρα πολλές. Ποια ήταν όμως η διαφορά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια; Ότι οι εντάσεις αυτές αποσυμπιέστηκαν, επειδή υπήρξε μια γρήγορη διαχείριση στο υψηλότερο επίπεδο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θέλετε να μοιραστείτε, ας πούμε εν είδει, παραδείγματος, μια συγκυρία που θα μπορούσε να γεννήσει ένταση και αυτό απεφεύχθη.
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θα σας πω απλά πράγματα. Το γεγονός ότι υπήρξε προς ώρας μία απαγόρευση για τη λειτουργία του Δεκαπενταύγουστου της Παναγίας Σουμελά ή ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη χρήση της θάλασσας από αλιείς, ζητήματα τα οποία, θέλω να το επαναλάβω, διαχρονικώς, συνέτρεχαν και πιθανότατα θα συντρέξουν και στο μέλλον. Ποια είναι η διαφορά όμως σήμερα; Ότι αντί να έχουμε μία διαχείριση, η οποία κλιμακώνει την ένταση, έτσι ώστε όταν φτάσουμε στην κορυφή της πολιτικής πυραμίδας, η ένταση που έχει παραχθεί να είναι τέτοια που να μην αποσυμπιέζεται και να οδηγεί ακόμη και σε μία πιθανότητα ρήξης, να γίνεται η διαχείριση από πάνω προς τα κάτω, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο, έτσι ώστε να υπάρχει μία πιο γρήγορη αποσυμπίεση. Νομίζω ότι στο επίπεδο αυτό είναι σημαντικό να έχουμε έναν άμεσο δίαυλο επικοινωνίας, ο οποίος να αποσυμπιέζει εντάσεις. Όμως, θέλω να πω το ακόλουθο. Καταλαβαίνω απολύτως εκείνους οι οποίοι λένε ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ, ότι η Τουρκία παραμένει ένας σύμμαχος εξαιρετικά απρόβλεπτος. Ένας γείτονας, ο οποίος πάντοτε θα μας δημιουργεί προβλήματα.
Θέλω να πω το εξής. Πρέπει όλοι μας να κατανοήσουμε, και νομίζω ότι αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει ως κοινή κατανόηση, ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να έχουμε μία ηρεμία στην περιοχή μας. Εάν αποδεχθούμε το γεγονός ότι υπάρχουν θέσεις, οι οποίες είναι αντίρροπες στα δύο μέρη, τότε μπορούμε να έχουμε αυτό το σημείο κατανόησης. Στη δική μου, επαναλαμβάνω, κατανόηση των πραγμάτων και με την εντολή του Πρωθυπουργού έχουμε καταφέρει τους τελευταίους 10 μήνες να έχουμε μηδενική δράση στο πεδίο και να έχουμε μία ρητορική η οποία πράγματι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να παλινδρομεί. Στην πραγματικότητα όμως…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μια γλυκιά ρητορική;
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η ρητορική αυτή πόρρω απέχει από εκείνα τα οποία έχουμε δει στο παρελθόν. Εγώ θέλω να είμαι σαφής. Θέλω οι Έλληνες πολίτες να αισθάνονται αυτοπεποίθηση για την πατρίδα τους και να αισθάνονται και μία ηρεμία, μία ασφάλεια. Θέλω τα παιδιά μου να ζήσουν σε μία περιοχή στην οποία να μην χρειάζεται να είναι με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Εγώ δεν θα χρησιμοποιήσω ποτέ ρητορική, η οποία θα είναι δυσανάλογη με τα γεγονότα. Θα ήταν για μένα πάρα πολύ εύκολο να χρησιμοποιήσω το χαρτοφυλάκιο του Υπουργού Εξωτερικών για να μπορέσω να έχω ένα προσωπικό όφελος. Ξέρετε, στην Ελλάδα, το ευκολότερο ίσως το οποίο θα μπορούσε να συμβεί είναι να γίνεις δημοφιλής πάνω στα εθνικά θέματα. Εγώ δεν θα το πράξω. Εγώ για την πατρίδα μου θέλω πρωτίστως να είμαι επωφελής και όχι δημοφιλής και αυτό θα συνεχίσω να πράττω.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Να σας ρωτήσω ενόψει αυτής της συνάντησης, επειδή θα έρθει μετά τη συνάντηση και η ώρα της αποτίμησης, θέλω a priori να σας ρωτήσω ποια αποτελέσματα θα καταστήσουν αυτήν τη συνάντηση του Πρωθυπουργού, του κυρίου Μητσοτάκη, με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, μία επιτυχημένη συνάντηση; Ποιες είναι οι προσδοκίες που βάσιμα μπορούμε να έχουμε και ποιο είναι εκείνο το αποτέλεσμα που την επομένη θα μας κάνει να μιλάμε για μια επιτυχημένη συνάντηση;
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κατ’ αρχάς θα πρέπει να σας επισημάνω ότι το γεγονός ότι γίνεται μία συνάντηση μεταξύ των ηγετών δύο γειτονικών χωρών δεν θα πρέπει άνευ ετέρου να παραγάγει ένα αποτέλεσμα, το οποίο να είναι πολύ συγκεκριμένο και απτό. Δηλαδή, κάθε φορά που βρισκόμαστε με ένα ηγέτη γειτονικής χώρας θα πρέπει να έχουμε έναν πήχη επιτυχίας; Όχι. Η απάντηση είναι ότι θα πρέπει, κατά την άποψή μου, σε κάποιο επίπεδο να προσπαθούμε λιγάκι να αποδραματοποιούμε τις συναντήσεις, οι οποίες γίνονται μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής αντιπροσωπείας. Είναι ηγέτες δύο γειτονικών χωρών, οφείλουν, κατά την άποψή μου, να συζητούν για τα θέματα, τα οποία ανακύπτουν, και οφείλουν να βρίσκονται σε έναν ανοικτό και ειλικρινή διάλογο. Βεβαίως, θα παραχθούν συμπεράσματα στο τέλος της ημέρας, γιατί, όπως ξέρετε, έχουμε μια μεγάλη, ανοιχτή, θετική ατζέντα. Έχουμε μέτρα αμοιβαίως επωφελή, τα οποία έχουν να κάνουν με το μεταναστευτικό, με την πολιτική προστασία, με το εμπόριο, την οικονομία. Έχουμε μία ευρεία γκάμα ανταλλαγών και συμφωνιών. Από την άλλη πλευρά, επαναλαμβάνω, είναι πολύ σημαντικό να μιλάμε. Εγώ είμαι ένας οπαδός της διαβουλευτικής δημοκρατίας. Θέλω να καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι και να συζητάμε. Όταν δεν συζητάμε είναι αναπόφευκτο ότι θα επιδεινώνουμε τη θέση μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Άρα λέτε ότι από μόνο του το γεγονός ότι συζητάμε είναι μια επιτυχία.
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Όχι. Αυτό το οποίο λέω είναι ότι δεν θα πρέπει να αξιολογούμε κατ’ ανάγκη ότι θα πρέπει να παράγεται ένα αποτέλεσμα από τη συζήτηση. Ο διάλογος θα πρέπει να είναι ανοιχτός και ειλικρινής. Με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ο Έλληνας Πρωθυπουργός συζήτησε σήμερα με τον Πολωνό Πρωθυπουργό θα πρέπει να συζητά και με τον Τούρκο Πρόεδρο, πολλώ δε μάλλον με τον Τούρκο Πρόεδρο, γιατί είναι στη γειτονιά μας. Να αποδραματοποιήσουμε επιτέλους τα ζητήματα με την Τουρκία. Ξέρουμε ότι έχουμε μεγάλα κεφάλαια, τα οποία είναι ανοιχτά, με πιο σημαντικό την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας. Αυτό στον παρόντα χρόνο πιθανότατα να μην συζητηθεί και να μην λυθεί. Από την άλλη πλευρά, όμως, γνωρίζουμε ότι όσο διατηρούμε ανοιχτά κανάλια επικοινωνίας, τόσο λιγοστεύουν οι πιθανότητες να βρεθούμε κάποια στιγμή σε ένα καθεστώς υπερέντασης, και αυτό στη δική μας θητεία ευελπιστούμε ότι δεν θα υπάρξει.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είπατε, κύριε Υπουργέ, ότι έχουμε θέματα ανοιχτά, με πιο σημαντικά, την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα. Πάγια θέση μας είναι ότι αυτή είναι η μόνη διαφορά μας, έτσι δεν είναι;
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Σωστά.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δεν αλλάζει κάτι σε αυτό;
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Βεβαίως και όχι. Είναι η μόνη διαφορά, η οποία μπορεί να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας, και αυτό είναι το τέλος της διαδρομής. Υπάρχουν βεβαίως και πολλά άλλα θέματα, τα οποία μπορούμε να συζητούμε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είστε αισιόδοξος ότι αυτό το τέλος μπορεί να το δούμε τα επόμενα χρόνια; Εννοώ στο άμεσο μέλλον.
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αυτό που μπορώ να σας διαβεβαιώσω είναι ότι εγώ θα ήθελα να το δω. Είμαι σαφής. Εγώ θέλω να αφήσω μία παρακαταθήκη ήσυχης γειτονιάς. Όσο δεν λύνεται το υποκείμενο πρόβλημα της οριοθέτησης, πάντοτε θα υπάρχουν εντάσεις, και κάποια στιγμή πρέπει να δούμε τα πράγματα και με γενναιότητα. Ξέρω ότι δεν είναι μία ευχάριστη συζήτηση, είναι μια δύσκολη συζήτηση, η οποία δύσκολη συζήτηση πιθανότατα να έχει αρνητικές συνέπειες και για εκείνον ο οποίος διευθύνει τις συζητήσεις που πιθανότατα θα είμαι εγώ.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τί είπατε;
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Που πιθανότατα θα είμαι εγώ εκείνος που θα διευθύνει τη συζήτηση σε σχέση με την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι σημαίνει γενναιότητα σε αυτή τη συζήτηση, κύριε Υπουργέ; Έχει ενδιαφέρον ότι το βάζετε, τι σημαίνει να δούμε με γενναιότητα αυτήν την υπόθεση.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Νομίζω είναι πάρα πολύ σαφές. Θα πρέπει να καθίσουμε να δούμε με την Τουρκία πώς μπορούμε να έχουμε μία ισόρροπη στάση, η οποία επί τη βάσει αποκλειστικά και μόνο του διεθνούς δικαίου θα μπορέσει να μας οδηγήσει σε μία λύση αυτού του μοναδικού προβλήματος, το οποίο έχουμε σε ό,τι αφορά τη νομική του υφή, και να προχωρήσουμε μπροστά και ενδεχομένως να παραπέμψουμε στη Χάγη ή στο Αμβούργο, σε μία διεθνή δικαιοδοσία, η οποία θα μπορέσει να κλείσει το θέμα της οριοθέτησης. Ξέρετε, η παραπομπή σε δικαιοδοσία από μόνη της έχει το στοιχείο της γενναιότητας, διότι πάντοτε αβέβαιη είναι η έκβαση μίας διεθνούς δικαιοδοσίας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα μπορούσαμε να μείνουμε για πολύ ακόμη. Όμως, δεν θέλω να αφήσω εκτός της σύντομης συζήτησής μας σήμερα και τα υπόλοιπα με τους γείτονές μας. Αλβανία, κύριε Υπουργέ, το θέμα του Μπελέρη έφερε σημαντικές εντάσεις. Θα βάλω στο τραπέζι, αν και ξέρω ότι δεν θα πάρω απάντηση, ωστόσο εμείς οι δημοσιογράφοι τα βάζουμε τα θέματα στο τραπέζι, και όλη τη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί στο ενδεχόμενο να δούμε τον κύριο Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας. Θα ήθελα όμως και συνολικά να μας πείτε αν αυτό το πράγμα έχει στοιχίσει ουσιαστικά στις σχέσεις μας με τους γείτονές μας, με τα Τίρανα.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αντιλαμβάνεστε ότι δεν θα λάβετε απάντηση για το ευρωψηφοδέλτιο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι είπατε;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αντιλαμβάνεστε, λέω, ότι δεν θα λάβετε απάντηση για το ευρωψηφοδέλτιο…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αντιλαμβάνομαι αλλά κανείς δεν έχασε προσπαθώντας.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: …διότι με υπερβαίνει αυτό το ζήτημα. Εκείνο που θέλω να σας πω είναι ότι οι σχέσεις μας με την Αλβανία πρέπει να παραμένουν σχέσεις καλής γειτονίας. Το ζήτημα του Φρέντι Μπελέρη ήταν ένα ζήτημα το οποίο δεν ήταν διμερές. Το είπα εξαρχής, το έχω μεταφέρει στους γείτονές μας, το έχω μεταφέρει στους διεθνείς οργανισμούς. Νομίζω ότι έχει πλέον γίνει κοινή κατανόηση ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαχείριση της υπόθεσης του Φρέντι Μπελέρη δεν προσιδιάζει σε ένα προηγμένο κράτος Δικαίου και για τον λόγο αυτό το ζήτημα δεν είναι διμερές, αλλά είναι ευρωπαϊκό.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από τον τρόπο με τον οποίο το διαχειρίστηκαν οι εταίροι μας είναι ικανοποιημένη η Ελλάδα;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Νομίζω ότι με βάση και την αρχιτεκτονική στη λήψη αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι προφανές ότι εμείς έχουμε την απόλυτη δυνατότητα να μπορούμε να έχουμε έναν ουσιώδη λόγο. Θέλω όμως να σας πω ότι δεν αναιρείται η βασική μας θέση τόσο σε ό,τι αφορά την Αλβανία όσο και σε ό,τι αφορά ολόκληρα τα Δυτικά Βαλκάνια. Η Ελλάδα ήταν η επισπεύδουσα χώρα για την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια, 21 χρόνια πριν, με την ατζέντα της Θεσσαλονίκης και παραμένει εκείνη η οποία επισπεύδει. Θέλουμε να δούμε την Αλβανία, όπως θέλουμε να δούμε και τα υπόλοιπα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων να εντάσσονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να γίνει αυτό. Όμως, ο σεβασμός στα θεμελιώδη, δηλαδή στο κράτος Δικαίου, στη δημοκρατία, στα δικαιώματα των μειονοτήτων, είναι μία συνθήκη η οποία δεν μπορεί να γίνει παραχώρηση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αναφερθήκατε στα Βαλκάνια ευρύτερα και ανακάλεσα και μία εκκρεμότητα που παραμένει και έχει να κάνει με τη Συμφωνία των Πρεσπών και τα συνοδευτικά πρωτόκολλα εκεί. Θα περιμένουμε κάποια στιγμή όλο αυτό να προχωρήσει;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Βεβαίως και θα προχωρήσει, όταν οι πολιτικές συνθήκες το επιτρέψουν. Και όταν λέω πολιτικές, δεν εννοώ τις εσωτερικές πολιτικές. Γνωρίζετε ποια είναι η στάση μας και ως παράταξη, ως αντιπολίτευση στο παρελθόν και σήμερα ως κυβέρνηση. Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μία διεθνής συνθήκη. Γνωρίζετε καλά τι σημαίνει διεθνής συνθήκη. Έχετε το κατάλληλο υπόβαθρο να το γνωρίζετε. Οι διεθνείς συνθήκες, όταν υπογραφούν, υπερισχύουν κάθε άλλου νόμου. Δεν μπορούν να τροποποιηθούν μονομερώς και δεσμεύουν κάθε κυβέρνηση. Άρα, εμείς εκείνο το οποίο οφείλουμε να πράξουμε είναι να παρακολουθούμε την πιστή εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Και αυτό πράττουμε. Όταν υπάρξει μία κοινή κατανόηση, μία αμοιβαία κατανόηση, μία πραγματική κατάσταση πλήρους συμμόρφωσης, τα Μνημόνια θα έρθουν προς κύρωση στην Ελληνική Βουλή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Άρα λέτε ότι δεν έχει να κάνει με εσωτερικούς πολιτικούς λόγους ή εσωκομματικές ισορροπίες, αυτή η καθυστέρηση μέχρι τώρα.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η καθυστέρηση, έχει να κάνει πρωτίστως με τις σχέσεις που αναπτύσσονται επέκεινα της Συμφωνίας των Πρεσπών, κυρία Λυμπεράκη.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, ακούσαμε και στην έναρξη του φετινού Ένατου Φόρουμ τον ηγέτη της Ουκρανίας, τον κύριο Ζελένσκι, να τονίζει νομίζω σε έναν τόνο δικαιολογημένα δραματικό, ότι αυτός ο πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί αν πάψει η στήριξη από τη Δύση. Το είδαμε και εμπράκτως με επίσκεψη του Πρωθυπουργού πολύ πρόσφατα και με τοποθετήσεις του. Πού στέκεται η Ελλάδα; Και αν θεωρείτε τελικά, όπου και αν στεκόμαστε εμείς, ότι η απροθυμία κερδίζει έδαφος στη Δύση.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θέλω να σας πω, νομίζω είναι πολύ προφανές, το πόσο σημαντική είναι η υποστήριξη προς την Ουκρανία. Αυτή τη στιγμή η αντίληψη που επικρατεί σε ένα μέρος του κόσμου ότι αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία είναι καθαρά μία ευρωπαϊκή υπόθεση, είναι απολύτως λανθασμένη. Στην περίπτωση της Ουκρανίας έχουμε μια καθαρή παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Βίαιη, ωμή, κυνική. Μία πράξη ωμού αναθεωρητισμού. Είναι προς το απόλυτο συμφέρον της Δύσης και προς το συμφέρον της διεθνούς αρχιτεκτονικής ασφαλείας να μην επιβραβευθεί η στάση αυτή της Ρωσίας.
Και για τον λόγο αυτό τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, αλλά και διμερώς όλα τα κράτη μέλη, έχουν στηρίξει την προσπάθεια της Ουκρανίας. Η άποψή μου είναι ότι βρισκόμαστε σε μία πάρα πολύ κρίσιμη καμπή και το λέω αυτό μετά λόγου γνώσεως, έχοντας συζητήσει και κατ’ ιδίαν με τον Ουκρανό ομόλογό μου. Αυτήν τη στιγμή εκείνο το οποίο χρειάζεται στην Ουκρανία είναι η ομόθυμη στήριξη εκ μέρους της Δύσης, εκ μέρους όλων των κρατών που συναποτελούν αυτό που ονομάζουμε συνεκδοχικά Δύση στην Ουκρανία.
Και θέλω να σας πω το εξής: αντιλαμβάνομαι την κούραση που μπορεί να υπάρχει εξαιτίας της παρατεταμένης επιχείρησης που αυτή τη στιγμή συντελείται στην Ουκρανία. Όμως θα πρέπει να καταλάβουμε πόσο πολύ συνδεδεμένα είναι τα γεγονότα τα οποία συμβαίνουν σήμερα στην Ουκρανία για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια. Έχοντας αυτήν την κατανόηση, νομίζω ο καθένας θα μπορούσε να συμφωνήσει ότι πρέπει να συνεχίσουμε να στηρίζουμε την Ουκρανία. Η δε στήριξη αυτή θα πρέπει να γίνεται κατανοητή ως αναγκαία οικουμενική αλληλεγγύη απέναντι σε εκείνον, ο οποίος αμύνεται υπέρ του Διεθνούς Δικαίου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συμβαίνει όμως αυτό τον τελευταίο καιρό; Ή εισπράττετε και εσείς αυτό που σας έλεγα νωρίτερα; Ότι δηλαδή η απροθυμία κερδίζει έδαφος στη Δύση, στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Καταλαβαίνουμε ότι πάντοτε οι συνθήκες διαμορφώνουν τις πραγματικότητες. Το γεγονός ότι αυτή την περίοδο, το 2024, έχουμε περίπου τον μισό πληθυσμό του πλανήτη σε 65 περίπου χώρες να προσέρχεται στις κάλπες, διαμορφώνει μία πολιτική συνθήκη η οποία πολλές φορές αλλοιώνει και την καλή κατανόηση των γεγονότων.
Ναι, πραγματικά υπάρχουν και ορισμένες πολιτικές σταθμίσεις που γίνονται πάνω στην Ουκρανία. Υπάρχει η κούραση. Υπάρχει βεβαίως και το ζήτημα των πεπερασμένων πόρων που μπορεί να χορηγούνται. Επιμένω και θα συνεχίσω να επιμένω. Η προσπάθεια η οποία γίνεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε επίπεδο ΝΑΤΟ, σε επίπεδο Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, πρέπει να συνεχίσει, διότι η στήριξη στην Ουκρανία δεν αποτελεί μόνο στήριξη σε μία σύμμαχο χώρα. Αποτελεί στήριξη κατά του βίαιου αναθεωρητισμού.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είπατε για τις κάλπες. Από αυτές τις 65 χώρες, βέβαια, οι κάλπες που περισσότερο νομίζω ενδιαφέρουν, κάποιος θα έλεγε και τρομάζουν τον κόσμο μας, τον ελεύθερο κόσμο, είναι αυτές που θα γίνουν στην ηγέτιδα δύναμη του ελεύθερου κόσμου. Το ερώτημα θα το θέσω λακωνικά και εσείς πάρτε το, βάλτε το στο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών, στο ουκρανικό ή όπου αλλού κρίνετε εσείς σκόπιμο. Και αν γυρίσει ο Trump, κύριε Υπουργέ;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η δημοκρατία θα μιλήσει, κυρία Λυμπεράκη, εάν η δημοκρατία…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτό λέω, αν μιλήσει η δημοκρατία και πει Trump.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Τότε Trump it is. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι η δημοκρατία είναι το πολίτευμα εκείνο το οποίο είναι εγγενώς ατελές, αλλά είναι το τελειότερο των υπαρχόντων.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είναι το ίδιο που μου είπε και ο κύριος Πικραμένος, νωρίτερα, ακριβώς το ίδιο.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κοιτάξτε, εγώ θέλω να είμαι ειλικρινής. Δεν αισθάνομαι ότι θα υπάρξει τεράστια διαφορά από την έκβαση της κάλπης στις Ηνωμένες Πολιτείες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ούτε στο Ουκρανικό, ούτε στα ελληνοτουρκικά; Εκεί είχε προνομιακή πρόσβαση ο Erdogan επί Trump θυμόμαστε.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θέλω να σας πω ότι αυτή τη στιγμή οι σχέσεις που υπάρχουν με τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι σχέσεις οι οποίες είναι συγκυριακές, ούτε είναι προσωποποιημένες. Οι σχέσεις είναι πολύ βαθιές, είναι πολύ ουσιαστικές, διέπονται από κανόνες και αρχές και θέλω να πιστεύω ότι αυτές θα συνεχιστούν. Είμαι σίγουρος ότι το επίπεδο του διεθνούς κεφαλαίου που έχουμε κατακτήσει τα τελευταία χρόνια θα συνεχίσει να υπάρχει και απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και απέναντι σε όλες τις χώρες με τις οποίες συνομιλούμε. Και δεν είναι λίγες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και κάτι τελευταίο, κύριε Υπουργέ, ας κλείσουμε από εκεί που αρχίσαμε. Είναι το Μεσανατολικό. Τους τελευταίους μήνες, νομίζω θα συμφωνήσουν οι περισσότεροι, ότι υπάρχει μία μετατόπιση της διεθνούς κοινής γνώμης και της διεθνούς κοινότητας, και σε επίπεδο ρητορικής και σε επίπεδο κριτικής. Έχουμε φύγει από την απόλυτη στήριξη που βεβαίως ομόθυμα δόθηκε στο Ισραήλ μετά τη σφαγή του Οκτωβρίου από τη Χαμάς, σε μία κριτική που ασκείται για το εύρος των πολεμικών επιχειρήσεων και για καταγγελλόμενες παραβιάσεις διεθνών κανόνων. Η Ελλάδα που στέκεται σε αυτό;
Γ.ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η Ελλάδα, σήμερα, 12 Απριλίου του 2024, στέκεται εκεί ακριβώς που στεκόταν και στις 7 Οκτωβρίου του 2023. Και γι’ αυτό το λόγο μπορεί να συνομιλεί με όρους ευθυκρισίας, με όρους ειλικρίνειας και με όρους συνέπειας απέναντι σε όλους. Γιατί δεν είναι πολλές οι χώρες και ιδιαίτερα εκείνες που έχουν καταφέρει να συνομιλούν, σήμερα που μιλάμε, με τους Ισραηλινούς και τους Παλαιστίνιους, αντιλαμβανόμενες οι κυβερνήσεις αυτές ότι συνομιλούν με ένα αξιόπιστο εταίρο. Αλλά ταυτοχρόνως να μιλούμε και με όλους τους μεγάλους εταίρους στη Μέση Ανατολή, στον κόσμο, στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Άρα, η Ελλάδα στέκεται εκεί που στέκεται το Διεθνές Δίκαιο. Τι είναι αυτό; Ναι, το Ισραήλ έχει το δικαίωμα της αυτοάμυνας εντός των ορίων που θέτει το Διεθνές Δίκαιο και ιδίως το Ανθρωπιστικό Δίκαιο. Ναι, θα πρέπει να διαφοροποιούμε τον παλαιστινιακό λαό από τη Χαμάς. Ναι, θα πρέπει να δοθεί ένα όραμα στους Παλαιστίνιους. Και το όραμα αυτό δεν είναι άλλο από την υλοποίηση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, με βάση τις οποίες θα πρέπει να υπάρξει παλαιστινιακό κράτος στα σύνορα προ του 1967 και με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Και θέλω να το τονίσω, η Ελλάδα, η ελληνική εξωτερική πολιτική, δεν θα γίνει ποτέ συναλλακτική. Το μεγάλο της κεφάλαιο είναι η συνέπειά της. Με βάση λοιπόν το διεθνές κεφάλαιο συνέπειας, αυτοπεποίθησης, το οποίο διαθέτουμε, θα συνεχίσουμε να παίζουμε έναν πολύ κομβικό ρόλο, τόσο στο επίπεδο της διακοπής των εχθροπραξιών - συμμετέχουμε πολύ ενεργά στις συζητήσεις αυτές -, όσο επίσης και στο κομμάτι της ανθρωπιστικής βοήθειας και στην αρχιτεκτονική της επόμενης ημέρας για τη Μέση Ανατολή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σας εξομολογούμαι ότι θα ήθελα πολλές ακόμη ερωτήσεις να σας θέσω. Ο χρόνος είναι αμείλικτος. Σας ευχαριστώ πολύ, κ. Υπουργέ.
12 Απριλίου, 2024