ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ήρθατε στη Μόσχα για να συμμετάσχετε στη ρωσοελληνική διακυβερνητική επιτροπή. Η ατζέντα περιείχε κυρίως οικονομικά ζητήματα. Πώς αξιολογείτε τα αποτελέσματα αυτών των συναντήσεων;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Συζητήσαμε όχι μόνο την οικονομική πτυχή αλλά και άλλες κατευθύνσεις στις σχέσεις Ρωσίας και Ελλάδας. Ως αποτέλεσμα, υπογράψαμε συμφωνίες που αφορούν όχι μόνο τελωνειακά ζητήματα αλλά και στον τομέα του αθλητισμού. Θεωρούμε τη Ρωσία μια χώρα με την οποία αναπτύξαμε όχι απλά φιλικές αλλά αδελφικές σχέσεις: έχουμε πολύ στενούς ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς, τους οποίους σχεδιάζουμε να αναπτύξουμε περαιτέρω. Συγκεκριμένα, ένας σημαντικός μέρος καταλαμβάνουν οι σχέσεις μεταξύ Ρώσων και Ελλήνων επιχειρηματιών - είναι απαραίτητο να δραστηριοποιούνται από κοινού.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από την άποψη αυτή, δεν μπορώ να μην να ρωτήσω πώς επηρεάζουν τις δραστηριότητες αυτές και την υλοποίηση διμερών πρωτοβουλιών οι κυρώσεις της ΕΕ, τις οποίες υποστήριξε και η Ελλάδα;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Οι κυρώσεις, φυσικά, επηρεάζουν τις διμερείς μας σχέσεις. Σε γενικές γραμμές, θεωρούμε αντιπαραγωγική την επιβολή οικονομικών κυρώσεων για την επίλυση πολιτικών διαφορών μεταξύ των Βρυξελλών και της Μόσχας. Είμαστε μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σεβόμαστε όλες τις αποφάσεις της. Ωστόσο, είμαστε σίγουροι ότι η πιο αποτελεσματική προσέγγιση για την επίλυση των αντιφάσεων είναι ο πολιτικός διάλογος σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σε αυτό το στάδιο, η ΕΕ γενικά και η Ελλάδα ειδικότερα, έχουν τη βούληση να ξεκινήσουν έναν τέτοιο διάλογο;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ανομοιογενής. Ζούμε σε μια πολιτικά ταραχώδη εποχή, διάφορα είδη συμβάντων συμβαίνουν στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Ειδικότερα, η αύξηση της έντασης στην Αζοφική Θάλασσα, η οποία πρέπει να αναλυθεί ήρεμα και, όπως ήδη είπα, να επιλυθεί με την τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου. Περί αυτού μιλάμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση: ένας από τους κύριους στόχους μας είναι η επανένταξη της Ρωσίας στο πανευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας μέσω πολιτικού διαλόγου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Φέτος, οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Ελλάδας επισκιάστηκαν από την απέλαση των Ρώσων διπλωματών και τη συμμετρική απάντηση της Μόσχας. Τον Σεπτέμβριο, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι η Ελλάδα και η Ρωσία εργάζονται για την αποκατάσταση των σχέσεων μετά την κρίση. Πώς εξελίσονται αυτές οι εργασίες και πώς αξιολογείτε την κατάσταση των ρωσοελληνικών σχέσεων το 2018;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Θεωρούμε το περιστατικό που συνέβη το καλοκαίρι ως ένα μεμονομένο περιστατικό που δεν σχετίζεται με τη γενική ανάπτυξη των σχέσεων. Σεβόμαστε την κυριαρχία άλλων χωρών και αναμένουμε από τους εταίρους μας να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο προς την Ελλάδα. Αυτή ήταν το νόημα του μηνύματος μας. Αφού ελήφθη υπόψη στη Μόσχα, μπορούμε ξανά να επιστρέψουμε στη γενική αλληλεπίδραση και να σκεφτούμε πώς μπορούμε να βελτιώσουμε την ήδη θαυμάσια σχέση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Στις 7 Δεκεμβρίου, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Βλαντιμίρ Πούτιν πρόκειται να συναντηθούν στη Μόσχα. Τι περιμένετε από αυτή τη συνάντηση;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Η επίσκεψη αυτή αποτελεί έκφραση της πολιτικής βούλησης της Αθήνας να συνεχίσει το διάλογο με τη Μόσχα και να τον διατηρήσει σε καλό επίπεδο. Όλα αρχίζουν με μια συζήτηση οικονομικών, πιο τεχνικών ζητημάτων που αύριο μπορεί να πάρουν μια πολιτική διάσταση. Σε αυτό το επίπεδο, οι ηγέτες αγγίζουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Δεν πρόκειται μόνο για διμερείς σχέσεις, αλλά και για διεθνή πολιτική διάσταση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Αναμένεται να πραγματοποιηθούν κάποιες διμερείς εκδηλώσεις κατά το επόμενο έτος;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Φυσικά. Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας συνεδρίασης της διακυβερνητικής επιτροπής, συμφωνήσαμε ότι η επόμενη εκδήλωση σε αυτή τη μορφή θα πραγματοποιηθεί τον Απρίλιο του 2019 στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Η Ρωσία διασφαλίζει σημαντικό μερίδιο των αναγκών φυσικού αερίου στην Ελλάδα. Η Αθήνα επιμένει να ενταχθεί στο έργο του “TurkStream”. Ποια οφέλη έχει η Ελλάδα από αυτό το έργο, δεδομένου ότι το υπερασπίζεται τόσο ενεργά στο περιθώριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πώς αντιδρούν οι Βρυξέλλες στη θέση της Ελλάδας;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Πράγματι, η Ρωσία παρέχει το 43% των αναγκών φυσικού αερίου της χώρας μας. Τώρα η Ελλάδα βρίσκεται σε διαδικασία ανάκαμψης μετά τη βαθύτατη οικονομική κρίση - έχουμε ήδη φθάσει σε ρυθμό ανάπτυξης περίπου 2%. Ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του νέου μας οικονομικού μοντέλου είναι η μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό για εμάς, τόσο ο “TurkStream”, όσο και άλλα ενεργειακά έργα της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής.
Φυσικά, στις Βρυξέλλες υπάρχουν τώρα και εκείνοι που τάχθηκν ενάντια στο ρωσικό σχέδιο. Εμείς λέμε ότι τα πρότυπα που ισχύουν για το Nord Stream θα πρέπει να εφαρμόζονται και για τον “TurkStream”. Συζητάμε ενεργά το ζήτημα αυτό με τις Βρυξέλλες. Αλλά, για να είμαι δίκαιος, πρέπει να πω ότι δεν είμαστε οι μόνοι που έχουν αυτές τις συζητήσεις: η Γερμανία συζητά επίσης ενεργά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Το 2014, η Βουλγαρία, υπό την πίεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εγκατέλειψε το “South Stream”, και αργότερα αναβλήθηκε η υλοποίηση του έργου σχέδιο. Υπάρχει το ενδεχόμενο να υπάρξει ένα παρόμοιο σενάριο σήμερα κατά την κατασκευή του “TurkStream”;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Το επιχείρημά μας υπέρ του έργου είναι ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των "Nord", "Turk" ή "South" Streams. Ο ενιαίος νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να ισχύει εξίσου για όλα τα μέρη.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Το 2017, κατόπιν αιτήματος των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα συνελήφθη ο Ρώσος πολίτης Αλεξάντρ Βίνικ. Κατηγορείται για ξέπλυμα πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω bitcoins. Εκτός από τη Ρωσία, την έκδοση του απαίτησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γαλλία. Το δικαστήριο εξέδωσε απόφαση για την έκδοσή του στη Ρωσία, ωστόσο, ο Αλεξάντρ Βίνικ βρίσκεται ακόμα σε φυλακή στην Ελλάδα. Τι εμποδίζει την έκδοσή του στην πατρίδα του;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Καταρχάς, θέλω να τονίσω ότι η δικαστική απόφαση για την έκδοση του Αλεξάντρ Βίνικ στη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γαλλία δεν έχει πολιτικό χαρακτήρα. Η Ελλάδα σέβεται την αρχή του κράτους δικαίου και σκοπεύει να λάβει τελική απόφαση βάσει αυτής της αρχής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Με βάση αυτή την αρχή, δεν υποτίθεται ότι προτεραιότητα έχει η αίτηση έκδοσης της χώρας της οποίας ο κατηγορούμενος είναι πολίτης;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Εξαρτάται από την κάθε περίπτωση. Μερικές φορές η έκδοση συμβαίνει όπως την περιγράφετε, μερικές φορές μπορεί να εξεταστούν αιτήματα πολλών χωρών. Προς το παρόν, το δικαστήριο αποφάσισε να ικανοποιήσει τις αιτήσεις τριών χωρών - Ρωσίας, ΗΠΑ και Γαλλίας. Και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σεβαστεί την απόφαση του δικαστηρίου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Το δημοψήφισμα για τη μετονομασία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (FYROM) απέτυχε λόγω της χαμηλής προσέλευσης των ψηφοφόρων. Η έλλειψη ενός νέου ονόματος είναι κυρίως ένα εμπόδιο για την είσοδο της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Πώς αλληλεπιδρά η Αθήνα με τα Σκόπια για το ζήτημα αυτό τώρα;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Δεν θα έλεγα ότι το δημοψήφισμα απέτυχε. Πράγματι, λιγότερο από το 50% των πολιτών προσήλθε σε αυτό. Ωστόσο, το 90% των ψηφοφόρων τάχθηκαν υπέρ της αλλαγής της ονομασίας της ΠΓΔΜ, το οποίο σε ποσοστό εγγεργαμμένων αντιστοιχεί στο ανάλογο ποσοστό εγγεγραμμένων που ψήφισαν υπέρ του Brexit. Αλλά το κύριο σημείο είναι ότι η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ για την αλλαγή της ονομασίας της Δημοκρατίας είναι επωφελής και για τις δύο χώρες: λύνει το ζήτημα που είχαμε να διευθετήσουμε από τη δεκαετία του 1990, με τρόπο που να μην υπονομεύει τα συμφέροντα κάποιου. Έτσι, το έγγραφο αποτελεί βασικό διπλωματικό επίτευγμα και των δύο μερών. Σύμφωνα με τη συμφωνία, η ΠΓΔΜ θα πρέπει να τροποποιήσει το σύνταγμά της, συγκεκριμένα, να αλλάξει την ονομασία της χώρας και να αποκλείσει εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να κάνουν την Ελλάδα να αμφιβάλει για το σεβασμό των συνόρων. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να ολοκληρωθεί πιθανώς μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου 2019, μετά η συμφωνία θα πρέπει να επικυρωθεί από το κοινοβούλιο μας. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτό θα συμβεί.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δηλαδή, το δημοψήφισμα δεν είχε νόημα;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Επαναλαμβάνω ότι το 90% των ψηφοφόρων τάχθηκαν υπέρ της αλλαγής της ονομασίας της χώρας και ακούστηκε η γνώμη τους.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Ο τουρισμός είναι ένα από τα βασικά εισοδήματα στην Ελλάδα. Πώς αξιολογείτε το ποσοστό των Ρώσων στη γενική ροή των τουριστών που έρχονται στη χώρα σας;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Κάθε χρόνο στην Ελλάδα φτάνουν εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσοι τουρίστες και θεωρώ ότι αυτή είναι μια καλή τάση. Θα ήθελα να ερχόταν στη Ρωσία ο ίδιος αριθμός Ελλήνων, επειδή έχετε μια πολύ όμορφη χώρα. Ο τουρισμός είναι ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομίας της χώρας μας. Χάρη σε αυτόν, κατορθώσαμε να μετριάσουμε τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, αυτό βοηθά τους ανθρώπους από διαφορετικές χώρες να κατανοήσουν καλύτερα ο ένας τον άλλο. Έχουμε ήδη καλούς δείκτες, αλλά προσπαθούμε να τους βελτιώσουμε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Τι ακριβώς κάνει η ελληνική πλευρά για να προσελκύσει τουρίστες, μεταξύ άλλων και από τη Ρωσία;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Καταρχάς, διευκολύναμε τη διαδικασία έκδοσης θεωρήσεων και αυξήσαμε τον αριθμό των υπαλλήλων στα προξενεία μας, έτσι ώστε οι πολίτες να μην είναι υποχρεωμένοι να παραμείνουν στη λίστα αναμονής για πολύ καιρό. Δεύτερον, προσπαθούμε να κάνουμε τη χώρα μας πιο ελκυστική ώστε οι τουρίστες να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το ζήτημα της έκδοσης θεωρήσεων είναι πραγματικά σημαντικό όταν πρόκειται για τουριστικές ανταλλαγές. Μέχρι το 2014, η Ρωσία και η ΕΕ συζητούσαν πιθανή αρση των μεταξύ τους θεωρήσεων. Πιστεύετε ότι αυτές οι διαπραγματεύσεις μπορούν να επαναληφθούν;
Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Τώρα αυτό δεν είναι στην αρμοδιότητά μας - το θέμα αυτού του καθεστώστος επιλύεται στις Βρυξέλλες, όπου προς το παρόν δεν επιθυμούν να ελευθερώσουν το καθεστώς θεωρήσεων με τη Ρωσία. Ελπίζω ότι στο μέλλον η ΕΕ και η Ρωσία θα μπορέσουν να ξεκινήσουν διάλογο επί του θέματος, αλλά αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη γενική βελτίωση των σχέσεων. Εργαζόμαστε πάνω σε αυτό. Όπως είπα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το σπίτι μας, αλλά θέλουμε να γίνουμε διαμεσολαβητής στην επίλυση ζητημάτων μεταξύ Βρυξελλών και Μόσχας.
7 Δεκεμβρίου, 2018