ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Πρωθυπουργέ, χαίρομαι που σας συναντώ ξανά! Τώρα είναι δέκα το βράδυ και εσείς ακόμα δουλεύετε. Καταλαβαίνω ότι είναι μια δύσκολη ημέρα και εμείς συναντιόμαστε μερικές ώρες πριν από την επίσκεψη σας στη Μόσχα. Δεν είναι η πρώτη φορά που έχετε επισκεφθεί την χώρα μας. Σας περιμένουν στη Ρωσία, σας περιμένουν συνομιλίες με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Τι περιμένετε από αυτή την επίσκεψη και πως ακριβώς διαμορφώνεται ο προσωπικός σας διάλογος με τον ρώσο πρόεδρο;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κατ’ αρχάς, σας ευχαριστώ για τον κόπο που κάνατε να έρθετε στην Ελλάδα. Είναι η δεύτερη φορά που έχω την τιμή να σας δίνω συνέντευξη. Και είναι μεγάλη μου χαρά να μπορώ να επικοινωνώ, μέσω του σταθμού σας, με τον φίλο, ρωσικό λαό. Είναι η τρίτη μου επίσκεψη με την ιδιότητα του πρωθυπουργού στη Ρωσία. Η πρώτη, στη Μόσχα, είχε γίνει σχεδόν λίγους μήνες μετά την εκλογή μου το 2015. Η δεύτερη είχε γίνει στην Αγία Πετρούπολη το 2015, στο φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης.
Ήταν μία δύσκολη περίοδος τότε για την Ελλάδα. Αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας σε μία πολύ κρίσιμη εποχή, εν μέσω δύσκολων διαπραγματεύσεων, και υπό το φάσμα και την απειλή της χρεοκοπίας. Καταφέραμε,όμως, πιστεύω να ξεπεράσουμε αυτήν την κρίση. Επιλογή μας στρατηγική, από την αρχή της ανάληψης των καθηκόντων μου, ήταν να εμβαθύνουμε τις ελληνορωσικές σχέσεις, να τις ξεπαγώσουμε θα έλεγα, γιατί υπήρχε μία μεγάλη περίοδος, όπου παρά την πάντοτε στενή φιλία των λαών μας και τις πολυετείς διπλωματικές σχέσεις, πλέον κλείνουμε τα 190 αδιάκοπτα χρόνια διπλωματικών σχέσεων, εντούτοις δεν ήταν πάντοτε τόσο εποικοδομητικές αυτές οι σχέσεις. Εγώ, λοιπόν, επισκέφτηκα δύο φορές, ο πρόεδρος Πούτιν ήρθε το 2016, είχαμε το έτος Ελλάδας – Ρωσίας. Συνεπώς, προσδοκώ από αυτήν την επίσκεψη να υπάρχει μια συνέχεια σε αυτήν την κοινή προσπάθεια. Και, βεβαίως να απαντήσω, λέγοντας σας ότι και όλο αυτό το διάστημα, παρά τις δυσκολίες που ενίοτε πέρασαν οι σχέσεις μας, διατηρώ με τον πρόεδρο Πούτιν μια ειλικρινή και ουσιαστική σχέση, ενός ειλικρινούς και έντιμου διαλόγου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Όπως ακριβώς παρατηρήσατε, έχουμε πολύ μακρά ιστορία σχέσεων – 190 χρόνων. Και, ίσως, δεν μπορώ καν να αναφέρω τους τομείς στους οποίους σήμερα οι σχέσεις μας δεν αναπτύσσονται πολύ εντατικά. Τόσο εσείς όσο και ο Πρόεδρος Πούτιν έχετε καταβάλει μεγάλη προσπάθεια σε αυτό, και πράγματι υπάρχει πρόοδος σε όλους τους τομείς. Παρόλα αυτά, σε ποιους τομείς νομίζετε ότι οι σχέσεις μας αναπτύσσονται με επιτυχία και πού χρειάζονται και άλλες προσπάθειες, υπάρχουν δυνατότητες (και πιστεύω ότι συγκεκριμένα αυτό θα συζητήσετε με τον Ρώσο πρόεδρο τις επόμενες ημέρες);Σίγουρα έχει υπάρξει ουσιαστική πρόοδος σε ό,τι αφορά τις σχέσεις μας στον τομέα του πολιτισμού. Έχει υπάρξει, όπως είπα πιο πριν, ένα πολύ ουσιαστικό έτος Ελλάδας – Ρωσίας. Υπήρξε πρόοδος και σε επίπεδο οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας. Υπήρξαν επενδύσεις από τη ρωσική πλευρά,ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την αγορά ακινήτων στο real estate. Υπήρξε μια πολύ σημαντική αύξηση των Ρώσων τουριστών που επισκέφτηκαν τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια και ελπίζω να πέρασαν πολύ καλά.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Εντούτοις, υπάρχουν ακόμα πολύ σημαντικές δυνατότητες. Υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες για στρατηγικού χαρακτήρα επενδύσεων στην Ελλάδα, κυρίως τώρα που η Ελλάδα ξεπέρασε αυτήν τη μεγάλη οικονομική περιπέτεια στην οποία βρέθηκε τα προηγούμενα χρόνια και ανοίγονται μπροστά της πάρα πολύ σημαντικές δυνατότητες. Και, άρα, υπάρχουν ευκαιρίες και δυνατότητες για στρατηγικού χαρακτήρα, όπως είπα, επενδύσεις σε υποδομές, σε λιμένες, στον τομέα της μεταποίησης, τον αγροδιατροφικό τομέα. Ιδιαίτερα θα έλεγα στον τομέα της ενέργειας, καθώς στρατηγική μας επιλογή είναι η Ελλάδα να γίνει ένας ενεργειακός και διαμετακομιστικός κόμβος και νομίζω ότι όλα αυτά θα είναι στο επίκεντρο των συζητήσεών μας με τον πρόεδρο Πούτιν,κατά την επίσκεψή μου σε λίγες μέρες στη Μόσχα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπενθυμίσατε τη συνεργασία των χωρών μας στον τομέα της ενέργειας. Γνωρίζω ότι η Ελλάδα εκδηλώνει ενδιαφέρον να εισάγει ρωσικό αέριο μέσω του «Turkish Stream». Τι πιστεύετε ότι χρειάζεται να γίνει για αυτό, ώστε ο «Turkish Stream» να γίνει «Greek-Turkish Stream», ώστε αυτός ο αγωγός να αφορά στην Ελλάδα; Ποια είναι τα επιχειρήματα σας προς τις Βρυξέλες, όπου υποθέτω πρέπει να συζητήσετε με τους ευρωπαίους εταίρους σας; Ποια επιχειρήματα αξιώνετε απέναντι στη Ρωσία για να υλοποιηθεί αυτό το project;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κατ’ αρχάς, να σας πω ότι ο τομέας της ενεργειακής συνεργασίας είναι ένας πολύ σημαντικός τομέας στις ελληνορωσικές σχέσεις. Εμείς εκτιμάμε ότι η Ρωσία είναι ένας σημαντικός εταίρος στον ενεργειακό τομέα, καθώς διαθέτει πολύ σημαντικές ενεργειακές πηγές. Και, βεβαίως, είναι γνωστό από το 2015, από τότε που ανέλαβα τη διακυβέρνηση, η θέση της Ελλάδας είναι μια θέση πολυδιάστατης και ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής και πολυδιάστατης και ενεργητικής πολιτικής και στον ενεργειακό τομέα. Ως εκ τούτου, διατηρούμε μαζί με άλλες ευρωπαϊκές χώρες την πεποίθηση ότι στα πλαίσια μιας πολυδιάστατης ενεργειακής πολιτικής, διαμερισμού των πηγών και των ροών ενέργειας, η Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να προχωρήσουν στη συνεργασία με τη ρωσική ομοσπονδία και για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, μέσω του Turkish Stream, όπου από την αρχή εμείς είχαμε την έμπνευση ότι θα πρέπει να γίνει και European Stream, όχι μόνο Turkish Stream.
Βρισκόμαστε σε μια διαδικασία διαλόγου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πιστεύω ότι τα επιχειρήματά μας είναι ισχυρά. Έχουμε την επιμονή και την υπομονή και πιστεύω ότι μπορεί στο μέλλον να έχουμε θετικά αποτελέσματα.
Ταυτόχρονα, βεβαίως, πρέπει να σας πω ότι η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό τον λεγόμενο νότιο διάδρομο και τον αγωγό ΤΑP που περνάει από την Τουρκία προς την Ελλάδα και πηγαίνει προς την Ιταλία. Συνεπώς, θεωρούμε ότι η δυνατότητα να υπάρξει και ένας ακόμα αγωγός, παράλληλος σε αυτήν τη διαδρομή, είναι μια δυνατότητα ρεαλιστική και μέσα στα πλαίσια που εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει όλοι να συμφωνούμε, στα πλαίσια μιας λογικής διαμερισμού και πολυδιάστατης στρατηγικής σε ό,τι αφορά τις πολλαπλές πηγές ενέργειας και τις πολλαπλές ροές ενέργειας, προκειμένου να διασφαλίσουμε αυτό που λέμε ενεργειακή ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα ήθελα να περάσω, από την υλιστική σφαίρα στην πνευματική, η οποία πιστεύω ότι είναι περισσότερο σημαντική από την υλιστική. Πρώτον, οι χώρες μας πιθανώς συνδέονται με το γεγονός ότι εμείς, η Ρωσία και η Ελλάδα, είμαστε ορθόδοξες χώρες με πολύ πλούσια χριστιανική ιστορία και πλούσια κουλτούρα. Είναι αλήθεια ότι έχετε πραγματικά μια δική σας σχέση με την εκκλησία, όπως γνωρίζω. Σε κάθε περίπτωση όταν ορκιστήκατε, δεν ορκιστήκατε στο Ευαγγέλιο, αλλά στο Σύνταγμα, αλλά αυτό είναι δική σας επιλογή. Παρόλα αυτά, η εκκλησία της Ρωσίας, η ρώσικη ορθόδοξη εκκλησία με την ελληνική ορθόδοξη εκκλησία έχουν μακρά ιστορική σχέση, μια δύσκολη εγγύτητα. Πώς αξιολογείτε την σχέση μεταξύ των δύο εκκλησιών, τους διαθρησκευτικούς δεσμούς μεταξύ Ρωσίας και Ελλάδας, ποιος είναι ο ρόλος αυτών των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Η Ελλάδα, όπως γνωρίζετε, είναι μία χώρα που έχει μια μακρά παράδοση σε ό,τι αφορά την παράλληλη πορεία των μεγάλων και ιστορικών στιγμών του ελληνικού έθνους, με τη θρησκευτική πίστη και ιδιαίτερα με την ορθόδοξη θρησκευτική πίστη από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα. Ωστόσο, είναι μία χώρα, με βάση το σύνταγμά της, επιτρέπει σε όλους τους πολίτες της να ασπάζονται και να πιστεύουν σε όποιον Θεό και σε όποια πίστη επιθυμούν. Είναι ανεξίθρησκη χώρα. Και ταυτόχρονα μία χώρα που, βεβαίως, επικρατούσα θρησκεία είναι η ορθοδοξία. Εντούτοις, υπάρχουν και Έλληνες πολίτες που ασπάζονται άλλες θρησκείες. Ως εκ τούτου, θα έλεγα ότι είναι ένα θρησκευτικά ουδέτερο κράτος το ελληνικό, με επικρατούσα θρησκεία, βεβαίως, την ορθόδοξη χριστιανική πίστη.
Έλεγα όμως πριν ότι, ακριβώς, η ιστορία του ελληνικού κράτους, του ελληνικού έθνους και οι αγώνες του ελληνικού λαού για την ανεξαρτησία και την ελευθερία του είναι παράλληλη με σημαντικές στιγμές, που ενθάρρυνε και ενέπνευσε αυτόν τον αγώνα η θρησκευτική πίστη. Αυτή η κουλτούρα και αυτή η παράδοση είναι πάρα πολύ σημαντική για την Ελλάδα και ανεξαρτήτως των προσωπικών πιστεύω του καθενός εξ ημών, ιδίως όταν κάποιος βρίσκεται σε αυτήν την καρέκλα που βρίσκομαι εγώ, στη θέση του πρωθυπουργού, οφείλει να το λαμβάνει σοβαρά υπόψη του. Να το λαμβάνει σοβαρά υπόψη όχι μόνο σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των δεδομένων στο εσωτερικό της κοινωνίας, αλλά και ως ένα σημαντικό στοιχείο που αφορά και τη διπλωματία και την εξωτερική πολιτική. Αυτό νομίζω ότι είναι ένα στοιχείο το οποίο θα έχετε διαπιστώσει ότι αποτέλεσε βασικό παράγοντα στη διαμόρφωση της πολιτικής μας ως χώρα και προσωπικά της κυβέρνησής μου το τελευταίο διάστημα. Εντούτοις, οφείλω να πω ότι τα του κράτους τω κράτει, δηλαδή τα θέματα που αφορούν δηλαδή τις κρατικές σχέσεις αφορούν τις κυβερνήσεις και τα της εκκλησίας την εκκλησία. Δηλαδή αυτά τα οποία αφορούν την εκκλησία και τις εκκλησίες μας είναι ζητήματα εκκλησιαστικά που πρέπει να απασχολήσουν αποκλειστικά τις ηγεσίες των εκκλησιών μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Γνωρίζω ότι η Ελλάδα, και εσείς προσωπικά, αναλάβατε πρωτοβουλία, ώστε το 2019, να είναι έτος «Γλώσσας και Λογοτεχνίας» για τις χώρες μας. Απ΄όσο ξέρω, αυτή την πρωτοβουλία την έχουν ακούσει στη Μόσχα, πιθανότατα να τη συζητήσετε με τον πρόεδρο Πούτιν. Τι σας ενέπνευσε για αυτή την ιδέα και τι περιμένετε από αυτό το αφιερωματικό έτος για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία για τις χώρες μας;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Πιστεύω ότι είναι μία πολύ ωραία ιδέα,διότι, αν θέλετε, αυτή η βαθιά φιλία που ενώνει τους λαούς μας και τα αισθήματα αμοιβαίου σεβασμού ανάμεσα στους λαούς μας στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό και στον σεβασμό και στην αλληλοεκτίμηση των πολιτισμών μας. Είναι πολύ σημαντικό και το κομμάτι των θρησκευτικών πεποιθήσεων, στο οποίο αναφερθήκαμε πιο πριν, αλλά και ο σεβασμός και η αγάπη για τους εκατέρωθεν πολιτισμούς μας είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο. Και μέσα από αυτόν τον τρόπο πιστεύω ότι δίνουμε την ευκαιρία μιας ουσιαστικής εμβάθυνσης σε αυτό που ονομάζουμε ελληνορωσική εκτίμηση και φιλία.
Ο ελληνικός λαός πρέπει να γνωρίζετε ότι εκτιμά βαθύτατα το ρώσικο πολιτισμό και τη ρώσικη λογοτεχνία, και την προεπαναστατική, αλλά και την περίοδο της ρώσικης πρωτοπορίας και μετέπειτα. Είμαι βέβαιος ότι ο ρώσικος λαός εκτιμά βαθύτατα την αρχαία ελληνική, τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και την αρχαία ελληνική λογοτεχνία,αλλά και τη σύγχρονη λογοτεχνία. Συνεπώς, θεωρώ πως είναι μια πάρα πολύ θετική εξέλιξη η πρωτοβουλία να διδάσκονται στα πανεπιστήμια μας η ρωσική εδώ και η ελληνική στη Ρωσία, καθώς και να μεταφράζονται έργα σπουδαίων συγγραφέων, προκειμένου όλοι μας να γινόμαστε κοινωνοί και κυρίως οι νέες γενιές να διαβάζουν Ντοστογιέφσκι, Αριστοτέλη και Πλάτωνα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πολύ σωστά, είπατε, κύριε Πρωθυπουργέ, ότι αυτοί οι πολιτιστικοί δεσμοί, αυτοί οι ανθρωπιστικοί δεσμοί δεν θα μπορούσαν παρά να επηρεάσουν τη ρωσική εξωτερική πολιτική, τη στάση των Ρώσων και των Ελλήνων. Ελπίζω οι Έλληνες να έχουν την ίδια στάση απέναντι στη Ρωσία. Συνεχίζοντας από το γεγονός ότι οι σχέσεις μας είναι τόσο βαθιές, έχουμε μια τέτοια πλούσια ιστορία, ποιος είναι ο ρόλος που διαδραματίζει η Ρωσία στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας; Φέτος, δεν είσαστε μόνο ο πρωθυπουργός - λάβατε επίσης το χαρτοφυλάκιο του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας. Ποια είναι η γενική προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας και ποιος είναι ο ρόλος της Ρωσίας σε αυτό;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μία περιοχή του πλανήτη με ιδιαίτερη γεωστρατηγική σημασία. Στο αντάμωμα τριών ηπείρων, σε ένα κρίσιμο σημείο του χάρτη θα έλεγε κανείς, και ως εκ τούτου παίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο. Τα τελευταία χρόνια, όμως…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είστε χαρούμενοι ή λυπημένοι που η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση τριών ηπείρων; Θεωρείται ότι αυτό είναι πλεονέκτημα για την Ελλάδα ή ένα αρνητικό;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Η αλήθεια είναι ότι αυτό είναι ταυτόχρονα η μεγάλη ευλογία για εμάς, αλλά και η μεγάλη δυσκολία για εμάς. Διότι πάντοτε η περιοχή μας ήταν μήλον της έριδος μεγάλων δυνάμεων και περιφερειακών δυνάμεων που εποφθαλμιούσαν αυτήν την περιοχή, ή να την κατακτήσουν παλαιότερα ή να αποτελέσει σφαίρα της δικής τους επιρροής στον σύγχρονο κόσμο.
Θέλω να πω, όμως, ότι και αυτό ίσως είναι ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τα σημερινά δεδομένα σε σχέση με τρεισήμισι χρόνια πριν που πρωτοεπισκέφθηκα το Κρεμλίνο. Δεν είναι μόνο ότι η Ελλάδα βγήκε από την κρίση. Είναι ότι η Ελλάδα έχει αναβαθμίσει και τον γεωπολιτικό της ρόλο στην περιοχή, ως μία δύναμη σταθερότητας, ασφάλειας και συνεργασίας. Η Ελλάδα είναι μία χώρα, που είναι γνωστό σε όλους, ανήκει στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ. Τηρεί τις δεσμεύσεις της. Ωστόσο, διατηρεί ακέραιο το δικαίωμα να έχει σχέσεις αλληλοσεβασμού και συνεργασίας και με άλλες δυνάμεις, στα πλαίσια βέβαια πάντοτε αυτής της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, προς όφελος των δικών μας εθνικών συμφερόντων, αλλά και προς όφελος, επαναλαμβάνω, της σταθερότητας, της ανάπτυξης και της συνεργασίας στην περιοχή.
Όπως αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, μας ενδιαφέρει πάρα πολύ, κατ’ αρχάς ως μέλος της Ε.Ε., να δούμε τις συνολικότερες εξελίξεις για την ασφάλεια στο σύνολο της ηπείρου. Είμαι από αυτούς τους ηγέτες που στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής πολλές φορές έχω τοποθετηθεί για την ανάγκη να δούμε την ασφάλεια στην περιοχή μας ως ένα ενιαίο πλαίσιο, στο οποίο δεν μπορεί να λείπει η Ρωσία. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία αρχιτεκτονική ασφάλειας χωρίς να συμπεριλαμβάνει και τη Ρωσία. Αυτή είναι η άποψή μου και τη λέω σταθερά εδώ και τρεισήμισι χρόνια που βρίσκομαι στα ευρωπαϊκά φόρα με την ιδιότητα του πρωθυπουργού.
Ταυτόχρονα, είδαμε ότι το τελευταίο διάστημα επιδεινώνεται αυτό που ονομάζουμε περιφερειακή ασφάλεια. Υπάρχουν κίνδυνοι, ολοένα και πιο οξυμένοι. Κίνδυνοι οι οποίοι θα πρέπει να ξεπεραστούν μόνο μέσα από τον διάλογο και τον ρεαλισμό.
Η Ρωσία είναι μία πολύ σημαντική χώρα, η οποία το τελευταίο διάστημα έχει αναβαθμίσει τον ρόλο της, από τη Μεσόγειο, τη Λιβύη, τη Συρία, τη Μέση Ανατολή ως το Αφγανιστάν και ως εκ τούτου δεν μπορεί κανείς να μην τη λαμβάνει σοβαρά υπόψη του. Δεν μπορεί κανείς να μη συζητάει μαζί της. Και πιστεύω σταθερά ότι μέσα από τον διάλογο, τη συζήτηση και τον αλληλοσεβασμό μπορούμε να οικοδομήσουμε μια ενιαία αρχιτεκτονική ασφάλειας στην περιοχή μας.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η Ελλάδα είναι μία χώρα που πέρασε κρίση, βγαίνει όμως πιο δυνατή από αυτήν. Έχει ανακτήσει έναν πολύ ουσιαστικό, ηγετικό θα έλεγα, ρόλο στα Βαλκάνια, ως χώρα που παίζει ρόλο σταθεροποιητικό. Είχαμε μια πάρα πολύ σημαντική συμφωνία με τους βόρειους γείτονές μας. Μια συμφωνία που αφορά την προοπτική της συνεργασίας και της ειρήνης στην περιοχή. Θέλουμε να λύνουμε ζητήματα που για χρόνια παραμένουν άλυτα. Δεν είμαι υπέρμαχος της λογικής της αδράνειας, αλλά είμαι υπέρμαχος μιας τολμηρής, ενεργητικής, φιλειρηνικής εξωτερικής πολιτικής. Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι είναι ένα ιστορικό βήμα αυτή η συμφωνία που σε ό,τι αφορά την Ελλάδα καθόλου δεν έχει να κάνει με τις επιλογές των γειτόνων μας αν θα μπουν σε κάποιον διεθνή οργανισμό ή όχι, αλλά έχει να κάνει με την επίλυση μιας ιστορικής εκκρεμότητας σε ό,τι αφορά την ονομασία της γείτονος, που πιστεύω ότι από εδώ και στο εξής θα αλλάξει και θα δώσει τη δυνατότητα σε δεκάδες χώρες σε όλον τον πλανήτη, μεταξύ των οποίων και τη Ρωσία, να πάψουν να την αναγνωρίζουν με το συνταγματικό σημερινό όνομα, δηλαδή με το όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας, αλλά να βάλουν τον γεωγραφικό προσδιορισμό Βόρεια Μακεδονία, διότι η Μακεδονία για εμάς είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της δικής μας αρχαιοελληνικής, πολιτισμικής κληρονομιάς και κουλτούρας, και άρα εδώ πρέπει να υπάρχει ένας σαφής και ειλικρινής διαχωρισμός. Άρα, για εμένα αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα.
Επίσης, ένα σημαντικό βήμα αναμένουμε να γίνει σε ό,τι αφορά τον διάλογο με την Τουρκία, αλλά και τη σταθερή προσπάθεια για την επίλυση του Κυπριακού, σε μία δίκαιη και βιώσιμη βάση. Και επίλυση του Κυπριακού, σε μία δίκαιη και βιώσιμη βάση, σημαίνει ότι θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι το νησί θα πρέπει να επανενωθεί, σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχουν στο νησί κατοχικά στρατεύματα, ούτε αναχρονιστικά μοντέλα εγγυήσεων τρίτων χωρών. Και θεωρώ ότι στο ζήτημα αυτό η Ρωσία κρατά διαχρονικά μία πολύ θετική στάση, έναν θετικό ρόλο. Αλλά, βεβαίως, κρίσιμο ζήτημα για την εξωτερική μας πολιτική είναι και η συνεργασία, ο διάλογος για τη νοτιοανατολική Μεσόγειο, για τη διασφάλιση των ενεργειακών πηγών, αλλά και την ασφαλή μεταφορά των ενεργειακών πηγών από τη νοτιοανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη.
Αυτοί, αν θέλετε, είναι οι κρίσιμοι άξονες που μας απασχολούν σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική και με πολύ μεγάλη χαρά θα έχω την ευκαιρία να τους συζητήσω με τον πρόεδρο Πούτιν τις επόμενες ημέρες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πριν από μερικά χρόνια κύριε Πρωθυπουργέ είχατε πει ότι θα φορέσετε γραβάτα, όταν η Ελλάδα απαλλαγεί από τα χρέη. Συμπεραίνοντας από το γεγονός οτι σήμερα δεν φοράτε γραβάτα, η Ελλάδα έχει ακόμα κάποια χρέη. Είναι αλήθεια ότι αναλάβατε τη χώρα σε δύσκολη κατάσταση, αλλά η κατάσταση γίνεται όλο και καλύτερη, και εδώ, φυσικά, ο δικός σας ρόλος είναι μεγάλος. Πρώτον, πώς το πετύχατε και τι χρειάζεται, κατά τη γνώμη σας, επιπλέον να γίνει για να φορέσετε γραβάτα;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Πρέπει να γνωρίζετε ότι τη φόρεσα τη γραβάτα. Τη φόρεσα όταν πετύχαμε μια πολύ σημαντική συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους μας που ουσιαστικά εξομαλύνει τη δυνατότητα αποπληρωμής αυτών των χρεών…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ψάχνω αυτά τα πλάνα για τη δική μας εκπομπή…
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Τη φόρεσα, αλλά την έβγαλα την ίδια μέρα και στην ίδια ομιλία, λέγοντας ότι για μένα αυτή η εμφάνιση αποτελεί μία στολή εργασίας. Έχω καταφέρει να είμαι ίσως ο μοναδικός ευρωπαίος ηγέτης που έχω μπει στα πιο σημαντικά, αν θέλετε, φόρα και στις πιο σημαντικές έδρες κυβερνήσεων, από το Κρεμλίνο μέχρι τον Λευκό Οίκο, και από το Βατικανό έως τη Downing Street, και σε όλον τον κόσμο, και στο Πεκίνο και παντού, χωρίς γραβάτα. Συνεπώς, νομίζω ότι αυτή είναι μια κατάκτηση…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πρόσφατα στο Πεκίνο, επίσης δεν φορέσατε γραβάτα…
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Πράγματι, στο Πεκίνο ήταν πιο εύκολο εκεί. Θέλω να πω, όμως, ότι ανεξαρτήτως του συμβολισμού, αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι πως με την επιτυχία αυτή που είχαμε πράγματι είναι σαν να έφυγε μία θηλιά, μία γραβάτα από τον λαιμό μας. Εννοώ, την επιτυχία που είχαμε για το ελληνικό χρέος. Μπορεί να μη διαγράφηκε το χρέος. Ωστόσο, βρέθηκε ένας τρόπος, μέσα από την επέκταση του χρόνου ωρίμανσης των αποπληρωμών και την περίοδο χάριτος, να δοθεί ένας καθαρός διάδρομος 15ετίας για την Ελλάδα, πράγμα το οποίο αναγνωρίζουν οι επενδυτές και δημιουργείται ένα πολύ θετικό κλίμα επενδύσεων στην Ελλάδα. Και οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά. Έχουμε το καλύτερο ρεκόρ της τελευταίας δεκαετίας, με προοπτική να έχουμε ακόμη περισσότερο το επόμενο διάστημα. Διότι για εμάς επενδύσεις σημαίνει ανάπτυξη, ανάπτυξη σημαίνει δουλειές, θέσεις εργασίας. Και, βεβαίως, θέλω να το τονίσω αυτό, μιας και απευθύνομαι στον ρωσικό λαό, ότι η Ελλάδα είναι μία πολύ φιλική χώρα, παραδοσιακά, προς τη Ρωσία και προς τους Ρώσους πολίτες. Μία φιλική όχι μόνο για τουρισμό, αλλά και για επενδύσεις, καθώς αποτελεί έναν ελκυστικό, επενδυτικό προορισμό. Νομίζω ότι υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες, φιλικό κλίμα. Συνεπώς θα έπρεπε κανείς να το λάβει υπόψη του, διότι, ξέρετε, στα χρόνια της κρίσης ήταν λίγοι αυτοί που στάθηκαν, τουλάχιστον σε επίπεδο ψυχολογικό και συμπάθειας, δίπλα μας. Εμείς αυτό το εκτιμάμε. Τώρα, ακόμη και αυτοί που δεν στάθηκαν δίπλα μας, βλέπουν την Ελλάδα ως ευκαιρία και επενδύουν. Είναι κρίμα αυτήν την ευκαιρία να μην την αξιοποιήσουν Ρώσοι επενδυτές.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Επενδύσεις – είναι φυσικά, εξαιρετικές, αλλά εσείς όχι αδίκως υπογραμμίσατε τον τουρισμό. Απ’όσο ξέρω, όλο και περισσότεροι ρώσοι τουρίστες έρχονται στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι δημοφιλής χώρα, εδώ υπάρχει ιστορία, θαυμάσια μέρη, απλά στην Ελλάδα υπάρχουν παραδεισένιες γωνιές. Υποθέτω, ότι η κυβέρνηση πρέπει να κάνει κάτι ακόμα, ώστε να αυξήσει την ροή των ρώσων στην Ελλάδα. Πιθανότατα κάποιες επιπλέον αποφάσεις, ώστε οι ρώσοι ευκολότερα να έρχονται στην Ελλάδα ως τουρίστες.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κατ’ αρχάς, νομίζω ότι έχει ήδη αυξηθεί το ρεύμα των Ρώσων τουριστών στην Ελλάδα. Ωστόσο, υπάρχουν δυνατότητες, ιδιαίτερα σε αυτόν που ονομάζουμε θεματικό τουρισμό, θρησκευτικό τουρισμό, προκειμένου να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον των Ρώσων πολιτών να επισκεφθούν την Ελλάδα. Και σε αυτήν την κατεύθυνση πιστεύω ότι κινούμαστε ήδη και θα κινηθούμε με ακόμη πιο γοργά βήματα το επόμενο διάστημα. Πρέπει να καταλάβει, και αυτό είναι και το μήνυμα που θέλω να περάσω στους Ρώσους πολίτες που μας παρακολουθούν ότι η Ελλάδα είναι κάτι παραπάνω από ένας τουριστικός προορισμός. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο η ομορφιά της φύσης, που είναι πράγματι κάτι το μοναδικό για όσους έχουν επισκεφθεί ιδίως τα ελληνικά νησιά. Αλλά είναι και η ιστορία της, είναι ο πολιτισμός της, είναι η φιλοσοφία της, είναι οι γεύσεις της. Και πιστεύω ακριβώς ότι επειδή αυτή η ιστορία και ο πολιτισμός έχουν μια παράδοση αιώνων, παράλληλης πορείας με την πορεία του ρώσικου λαού, είναι κάτι το μοναδικό να επισκεφθεί κανείς την Ελλάδα, να την προτιμήσει για παράδειγμα από κάποια άλλη χώρα που επίσης μπορεί να έχει πολύ σημαντικές ομορφιές. Αντιλαμβάνομαι ότι και στα τουρκικά παράλια η φυσική ομορφιά είναι ίδια, διότι είμαστε στον ίδιο τόπο. Αλλά αυτό που παίρνει κανείς επισκεπτόμενος την Ελλάδα είναι κάτι μοναδικό και αναντικατάστατο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θέλω να θίξω, κύριε Πρωθυπουργέ, ένα από τα χόμπι σας, το οποίο μοιράζονται εκατομμύρια Ρώσοι, και είναι το ποδόσφαιρο. Ξέρω ότι αυτό είναι το αγαπημένο σας άθλημα, ότι εσείς ο ίδιος παίξατε ποδόσφαιρο και ότι γενικά έχετε το βάδισμα του ποδοσφαιριστή. Είχατε την ιδέα να υποβάλετε κοινή αίτηση με τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Σερβία για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2030. Τώρα εμείς στη Ρωσία, φυσικά, μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο, παρακολουθούμε επιφυλακτικά ποιος θα είναι ο επόμενος, ποιος θα είναι αργότερα, μας ενδιαφέρει. Καταλαβαίνω ότι σχεδιάζετε να κηρύξετε την έναρξη αυτού του πρωταθλήματος ως πρωθυπουργός το 2030. Ποια είναι τα σχέδιά σας σε σχέση με αυτή την αίτηση;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κατ’ αρχάς, να δώσω συγχαρητήρια για την επιτυχή διοργάνωση του παγκοσμίου κυπέλου το καλοκαίρι που μας πέρασε. Ήταν πράγματι μια εξαιρετική διοργάνωση και θα έλεγα και πολύ ποιοτική, γιατί παρακολούθησα σχεδόν τους περισσότερους αγώνες. Είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και πολύ καλή πορεία η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Ρωσίας, με τον εξαιρετικό τερματοφύλακά σας που έπιασε και το πέναλτι, αλλά ήσασταν άτυχοι στον τελευταίο αγώνα. Εντούτοις, θέλω να πω ότι ο αθλητισμός και ιδιαίτερα το ποδόσφαιρο ενώνει τους λαούς, πρέπει να ενώνει τους λαούς. Είναι το άθλημα των φτωχών, έτσι λένε. Όλος ο πλανήτης παρακολουθεί το ποδόσφαιρο. Πήρα, λοιπόν, μια πρωτοβουλία και πρότεινα στους εταίρους μου…
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συμπεραίνοντας από τις αμοιβές των ποδοσφαιριστών, όχι και τόσο φτωχοί.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Είναι το άθλημα που αγαπούν οι φτωχοί και το εκμεταλλεύονται οι πλούσιοι. Αλλά σας έλεγα ότι ακριβώς επειδή πιστεύω ότι ο αθλητισμός μπορεί να ενώνει, είχαμε μια ιδέα, την πρότεινα αυτή στους φίλους πρωθυπουργούς και προέδρους των τριών χωρών των Βαλκανίων που συνεργαζόμαστε πάρα πολύ στενά, Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία, την ιδέα μιας κοινής υποψηφιότητας.
Και κοιτάξτε λίγο πώς έχει αυτή η ιδέα. Για πάρα πολλά χρόνια, είχαμε συνηθίσει τα Βαλκάνια ως την πυριτιδαποθήκη της περιοχής μας. Από τα Βαλκάνια ξεκίνησε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ήταν επίκεντρο και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αμέσως μετά οι εθνικισμοί, ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, οι συγκρούσεις, τα μίση. Ακόμη και σήμερα κρατούν αυτά. Το μήνυμα, λοιπόν, που δίνουμε τέσσερεις βαλκανικές χώρες λέγοντας ότι αφήνουμε πίσω την περίοδο του αλληλοσπαραγμού και ενώνουμε δυνάμεις για έναν θετικό σκοπό, για να κερδίσουμε μια μεγάλη αθλητική διοργάνωση. Από μόνο του το μήνυμα αυτό αξίζει, ανεξάρτητα από το αν θα τα καταφέρουμε ή όχι. Αν έχουμε και τη στήριξή σας μπορεί και να το καταφέρουμε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Πρωθυπουργέ, γνωρίζω στο παρελθόν χρησιμοποιούσατε μηχανή για τη μετακίνηση σας, τώρα αυτοκίνητο. Ποιο είναι πιο κοντά σε εσάς, η μηχανή της νιότης σας ή το πρωθυπουργικό αυτοκίνητο;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Σίγουρα οι μοτοσικλέτες. Ξέρετε το να μπορεί κανείς να οδηγεί με ασφάλεια, αλλά να τρέχει με μία μοτοσικλέτα σου δίνει μεγάλη αίσθηση ελευθερίας. Είναι ένα αναντικατάστατο συναίσθημα που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια το έχω στερηθεί.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάμε παρακάτω. Κύριε πρωθυπουργέ, θυμάμαι την προηγούμενη συνάντηση μας. Μιας και η εκπομπή μας έχει τίτλο «Formula of Power», σας είχα ρωτήσει, ποιο τύπο εξουσίας προτιμάτε. Τότε μόλις είχατε αναλάβει και δικαίως μου απαντήσατε , ότι ακόμα δεν την έχετε δοκιμάσει. Ωστόσο, γνωρίζοντας το βιογραφικό σας, πιστεύω ότι την πρώτη σας εντολή την δώσατε όταν υπηρετήσατε στο πολεμικό ναυτικό. Από όσο ξέρω ήσασταν στο ναυτικό, έτσι;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Εγώ είχα την τύχη και την ατυχία μαζί να γίνω πρωθυπουργός σε μια ιστορική και δύσκολη περίοδο. Ίσως την πιο ιστορική και πιο δύσκολη ταυτόχρονα περίοδο της σύγχρονης μεταπολιτευτικής δημοκρατίας της Ελλάδας. Ως εκ τούτου, θα έλεγα ότι αυτή η γεύση είναι μεικτή, είναι γλυκόπικρη. Γλυκιά, βεβαίως, διότι πάντοτε όταν είσαι σε μία θέση να παίρνεις ιστορικές αποφάσεις και να έχεις την εμπιστοσύνη των πολιτών σου, την αγάπη των πολιτών σου, του λαού σου, αυτό βεβαίως είναι πάρα πολύ σημαντικό. Θεωρώ ότι έχω ζήσει τις πιο συγκλονιστικές στιγμές από όσες έχουν ζήσει όλοι οι προκάτοχοι μου, με εξαίρεση ίσως τις στιγμές της μεταπολίτευσης. Ταυτόχρονα, όμως, καιπικρή, με την έννοια ότι οι δυσκολίες ήταν πάρα πολύ μεγάλες και οι αποφάσεις πάρα πολύ δύσκολες. Και η υλοποίηση αυτών των αποφάσεων για να μπορέσουμε σήμερα να λέμε ότι η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια, βγήκε από την κρίση, ατενίζει με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον, έχουμε 300.000 λιγότερους άνεργους. Ήταν πολύ δύσκολες οι στιγμές και πολύ δύσκολη η προσπάθεια που κάναμε για να βγούμε από αυτήν την κρίση, με δύσκολες αποφάσεις.
Συνεπώς, σημασία έχει νομίζω ότι όταν κανείς κάνει τον τελικό του απολογισμό να είναι θετικός αυτός ο απολογισμός και να έχει τη συνείδησή του ότι πήρε δύσκολες αποφάσεις προς όφελος της πλειοψηφίας του λαού. Νομίζω αυτήν την εμπειρία, με ειλικρίνεια σας λέω, την έχω και μπορώ να σας την πω, να σας τη μεταφέρω με ειλικρίνεια και να πω ότι σε τελική ανάλυση άξιζε τον κόπο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ξέρετε, κύριε πρωθυπουργέ, η όμορφη αρχαία πρωτεύουσα της Αθήνας, σήμερα, παραμονές Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, είναι στολισμένη, με λαμπερά φώτα, και σύντομα οι Έλληνες και οι Καθολικοί θα γιορτάσουν τα Χριστούγεννα και κυριολεκτικά απομένουν λίγες μέρες μέχρι το Νέο Έτος. Μπορώ να σας ζητήσω, κύριε Πρωθυπουργέ , να ευχηθείτε στους ρώσους για το νέο έτος, ό,τι εσείς πιστεύετε ότι χρειάζεται να ευχηθείτε.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Εύχομαι ευτυχία, ευημερία, ειρήνη και περισσότερη αισιοδοξία στον ρώσικο λαό για το 2019. Να είναι ένα έτος ευημερίας και προόδου για τον ρώσικο λαό και για όλους τους λαούς.
7 Δεκεμβρίου, 2018