Συνέντευξη Υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη στην εκπομπή «ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ» της ΕΡΤ 1 και τη δημοσιογράφο Χριστίνα Βίδου (Αθήνα, 08.08.2023)

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:  Στην πρόσφατη επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε ο Έλληνας Πρωθυπουργός τον συνοδεύατε σε αυτή, στην Αίγυπτο. Εκεί, στο περιθώριο αυτής λοιπόν της επίσκεψης, παραχωρήσατε και μία συνέντευξη στο τηλεοπτικό κανάλι Al Qaheera, αν το λέω καλά, και αναφερθήκατε και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Οι δύο χώρες βρίσκονται, όπως είπατε, σε μία διαδικασία επαναπροσέγγισης, επανεκκίνησης μιας πιο ειλικρινούς σχέσης. Το ίδιο είπε και ο Τούρκος ομόλογός σας. Μίλησε κι αυτός για ειλικρίνεια και ειδικά για το Κυπριακό βέβαια, είμαστε ειλικρινείς, είπε, ως προς τα θέματα, τη στάση της Τουρκίας και τις σχέσεις των δύο χωρών κι ελπίζουμε και η ελληνική πλευρά να επιδείξει την ίδια ειλικρίνεια.

Άρα, το πρώτο ερώτημα που τίθεται εδώ είναι - αφού έχουμε αυτό το κοινό, θα δούμε μετά τις διαφορές - αν έχουμε κάποιες συζητήσεις σε εξέλιξη, σε ένα προπαρασκευαστικό επίπεδο που θα αποτελέσουν και τη βάση ενός πολιτικού διαλόγου που είναι από τους στόχους.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι όπως το είπατε, κυρία Βίδου, κι όπως το έχουμε αναπτύξει και κυρίως, το ανέπτυξε ο Πρωθυπουργός, μετά και τη συνάντηση των αντιπροσωπειών στο Βίλνιους, στο περιθώριο της Διάσκεψης του ΝΑΤΟ. Εκείνο το οποίο προσπαθούμε αυτή τη στιγμή, δεδομένου του ότι η γεωγραφία μας έχει τάξει να βρισκόμαστε σε καθεστώς γειτονίας, είναι να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μία σχέση, η οποία θα είναι αμοιβαίας εκτίμησης και εμπιστοσύνης. Δεν είναι κάτι εύκολο να συμβεί, δεδομένου του γεγονότος ότι οι διαφορές οι οποίες υφίστανται είναι εξαιρετικά σύνθετες και κρίσιμες και υπάρχει και μία ιστορία, η οποία πολλές φορές βαραίνει τις σχέσεις γειτονίας. Από την άλλη πλευρά, νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε αυτήν την ευκαιρία, θα μου επιτρέψετε να πω, η οποία ιστορικά εμφανίζεται. Δηλαδή, να έχουμε δύο κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν νωπή νομιμοποίηση, άρα ένα ισχυρό πολιτικό κεφάλαιο και να υπάρχει η διάθεση εκ μέρους και των δύο, τουλάχιστον όπως εκφράζεται από τις πολιτικές ηγεσίες, να υπάρξει μία ειλικρινής προσέγγιση. Θέλω να επισημάνω ότι ειδικά με τον Τούρκο ομόλογό μου τον κύριο Fidan έχουμε αναπτύξει μία πολύ καλή σχέση, μία προσωπική σχέση, βρισκόμαστε σε τακτική επικοινωνία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα έχετε συνάντηση; Είναι κάτι στο χρονοδιάγραμμα κι αν μπορείτε να μας πείτε;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αυτή τη στιγμή έχουμε δύο ορόσημα. Το πρώτο ορόσημο είναι η Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη στα μέσα Σεπτεμβρίου, όπου εκεί θα υπάρξει συνάντηση των αντιπροσωπειών με τις ηγεσίες, δηλαδή με τους Αρχηγούς των κυβερνήσεων, με τους ηγέτες. Και ένα δεύτερο ορόσημο, το οποίο είναι προς το τέλος του έτους που θα έχουμε το Ανώτατο Συμβούλιο Ελλάδας και Τουρκίας, με μία διευρυμένη σύνθεση, δηλαδή όχι μόνο με την ηγεσία, αλλά και με σημαντικό αριθμό Yπουργών. Για την προπαρασκευή αυτών των σημαντικών συζητήσεων-συσκέψεων καταλαβαίνετε ότι θα υπάρξει μία προεργασία από τα Υπουργεία Εξωτερικών. Οι δύο Υπουργοί Εξωτερικών έχουμε αναλάβει τη συνολική ευθύνη για την οργάνωση αυτής της επαναπροσέγγισης και άρα έχουμε και την ευθύνη και τη λογοδοσία για το πώς πηγαίνει το ζήτημα αυτό. Είναι πιθανό να έχουμε μία συνάντηση με τον Τούρκο ομόλογό μου και πριν τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ακριβώς για να θέσουμε το χρονοδιάγραμμα, τη βάση της συζήτησης και τα επόμενα βήματά μας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η οποία πού θα πραγματοποιηθεί, αν κι εφόσον;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αυτό είναι κάτι ακόμα το οποίο δεν έχει διευκρινιστεί. Πάντως, εκείνο το οποίο μπορώ να σας αναφέρω είναι ότι αυτή τη στιγμή, η καλή σχέση, η ειλικρινής σχέση που έχει αναπτυχθεί μας έχει επιτρέψει να λύσουμε κάποια ζητήματα τα οποία ανακύπτουν, όχι πάντοτε με ευθύνη των κεντρικών κυβερνήσεων, έτσι ώστε να αποσυμπιέζεται η κατάσταση, χωρίς να χρειάζεται να προβούμε σε λεκτικές ή άλλης μορφής εντάσεις.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι συζητάει η Ελλάδα; Δηλαδή, βλέπουμε ότι και η μία πλευρά και η άλλη, εσείς έχετε πει ότι έχουμε μία πολύ σημαντική διαφορά, την ΑΟΖ, εννοείται, και την  υφαλοκρηπίδα, και αναρωτιέμαι αν οι διαπραγματεύσεις, ειδικά πάνω στο θέμα της ΑΟΖ μπορούν να κινηθούν πάνω σε άλλα ζητήματα, σε μία συμφωνία αντίστοιχη με αυτή, ας πούμε, της Αιγύπτου, διμερή και όχι στη Χάγη, για την οποία ξέρω πολύ καλά ότι είναι πολύ ξεκάθαρη και σταθερή η θέση της χώρας μας.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κυρία Βίδου, εκείνο το οποίο ισχύει είναι ότι Ελλάδα και Τουρκία έχουν μία θεμελιώδη διαφορά, που είναι και η μόνη διαφορά, η οποία μπορεί να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας. Και αυτή είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και δη, της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας. Για να συμβεί αυτό, δεδομένου και του γεγονότος ότι η Τουρκία δεν έχει προσυπογράψει τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν αποδέχεται τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, θα πρέπει να υπάρξει ένα συνυποσχετικό, το οποίο θα καθορίζει το εύρος της διαφοράς. Η δική μας διάθεση, κυρία Βίδου, είναι να πιάσουμε και αυτή τη σημαντική υποκείμενη διαφορά. Θέλω να επισημάνω το εξής: Είναι πάρα πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να συνεχίσουμε, να βαδίζουμε πάνω σε αυτό το μονοπάτι των τελευταίων μηνών, το οποίο είναι ένα μονοπάτι καταλλαγής και ηρεμίας στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο.

Δεν έχουμε πλέον, ούτε τις λεκτικές αντιπαραθέσεις που είχαμε στο πρόσφατο παρελθόν αλλά ούτε και τις παραβιάσεις εναέριου χώρου, τις οποίες βιώσαμε επί δεκαετίες. Αυτή τη στιγμή, έχουμε μία σημαντική ηρεμία και ησυχία. Αυτό μας επιτρέπει, κυρία Βίδου, να συζητούμε όχι μόνο για τα τρέχοντα διαχειριστικά - και αυτό έχει σημασία, αν μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε μία πιο μακρόχρονη ησυχία στην περιοχή μας, αυτό από μόνο του είναι ένα σημαντικό επίτευγμα. Όμως, μας δίδεται αυτή η σημαντική δυνατότητα να συζητούμε και τα μείζονα θέματα και κυρίως τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την οριοθέτηση αυτή.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:  Θα επιστρέψω στο θέμα της οριοθέτησης και αν θα μπορέσει να μπει στη συζήτηση, η διαπραγμάτευση να κινηθεί πάνω στα κλιμακωτά χωρικά ύδατα που έχει ειπωθεί στο παρελθόν. Ωστόσο, μια και βλέπω εστιάζετε πάρα πολύ στη συζήτηση και στο θετικό κλίμα. Σας ασκείται και έντονη κριτική ότι δεν πιστεύετε στον ουσιαστικό διάλογο, ο οποίος θα μπορεί να οδηγήσει σε μία συμφωνία ευρύτερη με την Τουρκία, δεν ξέρω τι θα μπορούσε να είναι αυτή, από την αντιπολίτευση και ότι υπάρχει κρυφή ατζέντα.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θέλω να σας εξομολογηθώ το εξής, ότι εγώ και ενώπιον της Βουλής, όπου εμφανίστηκα για τις πρώτες δηλώσεις μου ως Υπουργός Εξωτερικών, και στην ενημέρωση, την οποία έκανα σε όλους τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών πολιτικών κομμάτων, αλλά και στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου που απήντησα, ήμουν πάρα πολύ σαφής και ξεκάθαρος. Η δε δική μου προδιάθεση είναι ότι, ό,τι γίνεται θα πρέπει να γίνεται με τρόπο εντελώς καθαρό, εντελώς ανοιχτό, σε γνώση και κατά το δυνατόν σε συμφωνία με τους κοινοβουλευτικούς σχηματισμούς στην Ελλάδα. Αυτή είναι μία πάγια θέση την οποία θα συνεχίσω να υπηρετώ με συνέπεια. Εμείς είμαστε πάρα πολύ διαβουλευτικοί, κυρία Βίδου, έχουμε διάθεση να καθίσουμε να συζητήσουμε, να μπορέσουμε να βρούμε ωφέλιμες λύσεις, με το βλέμμα όχι στο παρελθόν, αλλά κυρίως στο μέλλον. Θέλουμε να αφήσουμε μία σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές, η οποία παρακαταθήκη θα είναι, στην πραγματικότητα, μία ήσυχη γειτονιά. Διότι, όταν έχεις μία ήσυχη διεθνή γειτονιά, τότε μπορείς να αναπτύξεις και το εσωτερικό σου, απερίσπαστος και να μπορέσεις να δεις με διαφορετικό μάτι πιο θετικά πράγματα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δηλαδή, διευκρινίστε το, και θα σας πω γιατί, γιατί αυτό μπορεί να παρερμηνευθεί. Δηλαδή, μέσα σε αυτή την ησυχία και το να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε ήρεμο κλίμα στο μέλλον ή διάρκεια να έχει αυτό το ήρεμο κλίμα, υπάρχει περίπτωση να κάνετε κάποιες παραχωρήσεις;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Επειδή έχει τεθεί το θέμα και έχω απαντήσει πάρα πολύ σαφώς, σας ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία να το ξεκαθαρίσω. Νομίζω η τοποθέτηση του Πρωθυπουργού ήταν εντελώς ξεκάθαρη και νομίζω ότι συνάδει και με τις πάγιες θέσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τις εθνικές μας θέσεις. Δεν υπάρχει καμία απολύτως δυνατότητα, όχι απλώς να γίνουν παραχωρήσεις, αλλά ούτε καν να τεθούν προς συζήτηση θέματα, τα οποία άπτονται της εθνικής κυριαρχίας. Η κυριαρχία είναι ενιαία, αδιαίρετη, δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να διασπαστεί και άρα, δεν τίθεται στην ατζέντα. Άρα, ζητήματα που έχουν να κάνουν με τα χωρικά ύδατα ή προφανώς με την κυριότητα των νησιών, με την αποστρατικοποίηση δεν μπορεί να τεθούν υπό οποιαδήποτε εκδοχή σε συζήτηση. Από την άλλη πλευρά, είναι προφανές ότι όταν κάθεσαι σε ένα τραπέζι μπορεί να υπάρχουν κάποιες αποκλίσεις από τις βασικές διαπραγματευτικές θέσεις, οι οποίες όμως αποκλίσεις υπό καμία εκδοχή δεν μπορεί να αφορούν θέματα κυριαρχίας και δεν μπορεί να αφορούν θέματα, τα οποία μπορούν να πλήξουν τα εθνικά μας συμφέροντα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι θα μπορούν να αφορούν;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Αυτό θα είναι κάτι το οποίο θα μου επιτρέψετε να το θέσω πρωτίστως στη Βουλή και στους Πολιτικούς Αρχηγούς. Καλό είναι να μην είμαστε πάντοτε εξαιρετικά ανοιχτοί, τουλάχιστον στο δημόσιο λόγο, σε ό,τι αφορά στα κομμάτια των εθνικών συζητήσεων και των εθνικών διαπραγματεύσεων. Ο,τιδήποτε όμως, υπάρξει προς συζήτηση θα αχθεί ενώπιον της Βουλής. Εκείνο το οποίο θέλω να διαβεβαιώσω και εσάς και δι΄υμών και τον ελληνικό λαό είναι ότι δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να υπάρξει καμία αφαίρεση από εθνικές μας θέσεις ή από την κυριαρχία μας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είπα νωρίτερα για τα κλιμακωτά χωρικά ύδατα, αν αυτό είναι κάτι το οποίο σκέπτεστε. Δηλαδή, στο παρελθόν έχει ειπωθεί, είναι κάτι που εξετάζει η ελληνική διπλωματία, όσον αφορά στη διαφορά που έχουμε με την Τουρκία αυτή τη στιγμή.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Τα ζητήματα των χωρικών υδάτων, όπως σας είπα και προηγουμένως, είναι ζητήματα εθνικής κυριαρχίας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:  Άρα;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η Ελλάδα διατηρεί απαρέγκλιτα το δικαίωμα το οποίο της απονέμει το Διεθνές Δίκαιο και δη, το Δίκαιο της Θάλασσας, να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια. Το δικαίωμα αυτό θα το ασκήσει όταν θα κριθεί ότι είναι πολιτικά και εθνικά ωφέλιμος χρόνος και προς τούτο επιφυλάσσεται να το πράξει, σε συμφωνία πάντοτε με την εθνική μας αντιπροσωπεία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μόνο το Δικαστήριο της Χάγης είναι ο τρόπος επίλυσης ζητημάτων, ειδικά της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας; Θα σας πω γιατί. Επιτρέψτε μου να διαβάσω ένα κομμάτι της συνέντευξής σας το αιγυπτιακό κανάλι: «η συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ ήταν σημαντική όχι μόνο επειδή με την Αίγυπτο επιλύθηκε ένα σημαντικό ζήτημα που θα επιτρέψει στις δύο χώρες να αναπτύξουν περαιτέρω πλουτοπαραγωγικές πηγές, αλλά και επειδή αυτό είναι το πρότυπο που πρέπει να ακολουθήσουμε με συζητήσεις, διαπραγματεύσεις, αμοιβαίους συμβιβασμούς και τελικά να καταλήξουμε σε μία κατάσταση που θα είναι επωφελής και για τις δύο χώρες.»

Αυτό θα μπορούσε να γίνει και με την Τουρκία; Δηλαδή να ακολουθήσετε αυτό το πρότυπο, για να χρησιμοποιήσω τη δική σας τη λέξη, για να μην πάει το θέμα στη Χάγη, να γίνει διμερώς δηλαδή.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Σωστά το επισημαίνετε, είναι ακριβώς ό,τι συμβαίνει σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τη διεθνή πρακτική. Οι χώρες οι οποίες είναι όμορες, συνορεύουν, δηλαδή έχουν θαλάσσια σύνορα θα πρέπει πριν στραφούν στη διεθνή δικαιοδοσία, στο Δικαστήριο της Χάγης ή στο Δικαστήριο του Αμβούργου, να έχουν εξαντλήσει τις διαδικασίες των διαπραγματεύσεων. Το ιδανικό σενάριο, κυρία Βίδου,  βεβαίως θα ήταν να μπορέσει να υπάρξει μία συναίρεση, έτσι ώστε να υπάρξει συμφωνία μεταξύ των όμορων κρατών όπως άλλωστε συνέβη και με την περίπτωση της Αιγύπτου, όπου είχαμε μία συμφωνία, η οποία, θα μου επιτρέψετε να πω, δεν είναι ωφέλιμη μόνο επειδή καθορίζει τις θαλάσσιες ζώνες και άρα εξαλείφει ένα σημείο διαρκούς αντιπαράθεσης, είναι και το γεγονός ότι αναβαθμίζει τη σχέση των δύο χωρών σε στρατηγικούς εταίρους. Δηλαδή, όταν έχεις συνάψει μία τέτοια συμφωνία, χωρίς να χρειάζεται να προσφύγεις σε διεθνή δικαιοδοσία, ακριβώς αναδεικνύει το πώς μπορούν να συζητούν οι δύο χώρες και αυτό νομίζω επιβεβαιώνεται πλέον από το στρατηγικό χαρακτήρα της δικής μας σχέσης με την Αίγυπτο.

Με την Τουρκία θα μπορούσαμε να έχουμε μία δυνατότητα να οριοθετήσουμε από κοινού. Επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουν σαφώς αποκλίνουσες θέσεις για καίρια ζητήματα, νομίζω εκείνο το οποίο, στο τέλος της ημέρας, θα ήταν δεκτικό δικαστικής αποτίμησης θα ήταν ακριβώς να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για το ζήτημα αυτό, στη βάση ενός συνυποσχετικού που θα καθορίζει ως αποκλειστικό ζήτημα προς διευθέτηση την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και την υφαλοκρηπίδα μας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο Τούρκος ομόλογός σας, ο κύριος Fidan διεμήνυσε για άλλη μια φορά ότι η στάση της Άγκυρας για το Κυπριακό είναι πάρα πολύ ξεκάθαρη: εθνικό ζήτημα, εθνική μας υπόθεση, πάρα πολύ ξεκάθαρη, η αναγνώριση της κυρίαρχης ισότητας, που σημαίνει τι; Στην ουσία μιλάμε για δύο κράτη, για διχοτόμηση. Αυτό είναι ένα αγκάθι και η Τουρκία ξεκάθαρη και η Ελλάδα ξεκάθαρη. Και εσείς, η Ελλάδα τι λέει; Ότι δεν είναι θέμα των δύο χωρών, Ελλάδας Τουρκίας, αλλά είναι θέμα Ευρώπης-Τουρκίας.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Νομίζω στο σημείο αυτό υπάρχει το τελευταίο διάστημα, τα τελευταία χρόνια θα έλεγα, μία κλιμακούμενη ρητορική εκ μέρους της Τουρκίας για τη διχοτόμηση της Κύπρου, για τη δημιουργία δύο κρατών. Αυτό είναι κάτι το οποίο η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν πρόκειται να ανεχθεί και δεν πρόκειται να ανεχθεί διότι αυτό αντιτίθεται σε βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου και κυρίως αντιτίθεται στα πάγια ψηφίσματα και τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που αναφέρονται σε μία διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. Η ελληνική θέση είναι ότι η λύση του Κυπριακού πρέπει να είναι ένα κράτος, με μία κυριαρχία, στη βάση ενός δικοινοτικού ομοσπονδιακού μοντέλου, το οποίο θα πρέπει να είναι βιώσιμο και να παραγάγει αποτελέσματα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θέλω να πάμε, σας παρακαλώ, και στην υπόθεση Μπελέρη, του Δημάρχου της Χειμάρρας και πόσο έχει επηρεάσει τις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Αυτή τη στιγμή πού βρισκόμαστε; Μιλάμε για μία επιδείνωση, η οποία θεωρείται από πολλούς δεδομένη, ποιες είναι οι επόμενες κινήσεις της χώρας μας;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κατ΄ αρχάς, να επισημάνουμε ότι πριν φτάσουμε στις επόμενες κινήσεις πρέπει να αναφερθούμε στο τι ήδη έχει γίνει και είναι πολλά αυτά τα οποία έχουν γίνει.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είχατε και μία δύσκολη τηλεφωνική επικοινωνία με τον ομόλογό σας.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Δύο δύσκολες επικοινωνίες. Αυτό το οποίο συνέβη στη Χειμάρρα είναι ότι ο υποψήφιος τότε Δήμαρχος Φρέντι Μπελέρης συνελήφθη δύο ημέρες πριν από τις εκλογές με τις αποδιδόμενες κατηγορίες σε σχέση με εξαγορά ψήφων και χρηματισμό.

Έκτοτε κρατείται προσωρινά, είναι δηλαδή προφυλακισμένος, δεν έχουν υπάρξει οι οριστικές δίκες, έχουν όμως υπάρξει δικαστικές αποφάσεις, με τις οποίες απορρίπτονται τα αιτήματά του να αποφυλακιστεί. Παράλληλα, ενόσω έχει εκλεγεί Δήμαρχος, δεν του επιτρέπεται να ορκισθεί και να αναλάβει τα καθήκοντά του, διότι η αλβανική πλευρά δεν επιτρέπει την ορκωμοσία εντός του σωφρονιστικού καταστήματος ή δεν δίδει άδεια έτσι ώστε να ορκισθεί εκτός του σωφρονιστικού καταστήματος. Υπάρχουν, δηλαδή, δύο διαστάσεις στο ζήτημα αυτό, δύο πολιτικές και νομικές διαστάσεις. Η πρώτη διάσταση είναι η προφυλάκιση, την οποία θεωρούμε ότι είναι παράνομη, παραβιάζει το κράτος Δικαίου, παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας. Και το δεύτερο είναι η διάσταση του ότι δεν μπορεί να αναλάβει τα καθήκοντά του, δεν ικανοποιείται δηλαδή το πολιτικό δικαίωμα του εκλέγεσθαι στο μέτρο που έχει ήδη εκλεγεί. Άρα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, του στερείται το δικαίωμα, μολονότι απολάβει της νομιμοποίησης του τοπικού λαού της Χειμάρρας, να αναλάβει τα καθήκοντά του.

Τι έχουμε κάνει, κυρία Βίδου, για τα θέματα αυτά;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και γιατί κωφεύουν σε όλα αυτά; Στην παραβίαση, στις καταγγελίες; Από την πλευρά της Ευρώπης και ο κ. Σχοινάς νομίζω έστειλε μία πολύ αυστηρή επιστολή στον Επίτροπο Διεύρυνσης, γιατί έχει μία ενταξιακή πορεία, θα ήθελε πολύ να έχει η Αλβανία. Γιατί αυτή τη στιγμή σε όλα αυτά κλείνει αφτιά και μάτια και πορεύεται έτσι; Δεν ξέρω αν μπορείτε να δώσετε μία εξήγηση και να δούμε και τι μέτρα αναμένεται εσείς να λάβετε.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Βεβαίως, νομίζω αυτή τη στιγμή υπάρχει εκ μέρους της αλβανικής πλευράς μία επίκληση σε σχέση με την ανεξαρτησία τη δικαστική, πρόκειται για μία εν εξελίξει διαδικασία, η οποία άπτεται κατηγοριών του Ποινικού Δικαίου, άρα εκκρεμεί η διαδικασία ενώπιον των αλβανικών ποινικών δικαστηρίων. Από την άλλη πλευρά, εκείνο το οποίο φέρεται να ισχύει είναι ότι παρά τις προσπάθειες, οι οποίες έχουν γίνει όχι μόνο για την απελευθέρωση, που είναι το σημαντικό, αλλά και για την ορκωμοσία, δεν υπάρχει αντίστοιχη θετική αντίδραση εκ μέρους της αλβανικής πλευράς. Η ελληνική Κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή έχει αναλάβει πολύ σημαντικές πρωτοβουλίες. Και σωστά είπατε, αυτές οδηγούν σε μία κλιμακούμενη ένταση στη δική μας σχέση. Θα μου επιτρέψετε μία πιο παραστατική προσέγγιση, με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η αλβανική πλευρά μάλλον πυροβολεί τα πόδια της υπό την εξής εκδοχή.

Πρώτον, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας έθεσε το θέμα, στο περιθώριο της διάσκεψης του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους, στον Αλβανό ομόλογό του σε ιδιαιτέρως αυστηρό τόνο, θέτοντας σαφώς το πλαίσιο ότι η επιμονή της αλβανικής πλευράς να μην προβαίνει στα αναγκαία μέτρα για την αποφυλάκιση του κυρίου Μπελέρη και κυρίως να μην προβαίνει στην ορκωμοσία, η οποία και διακυβεύει την τυχόν έκπτωση του κυρίου Μπελέρη, θα σημαίνει σοβαρή επιδείνωση των διμερών μας σχέσεων.

Δεύτερον, σε επίπεδο θεσμών, κοινοτικών θεσμών, εγώ ο ίδιος, κυρία Βίδου, είχα την ευκαιρία δια ζώσης στις Βρυξέλλες να έχω σειρά επαφών με κρίσιμους παράγοντες, με κρίσιμους θεσμικούς παράγοντες, ήτοι, πρώτα από όλα, με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, τον κύριο Stoltenberg, με τον αρμόδιο για τα θέματα διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον κύριο Várhelyi, με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τον κύριο McAllister. Όλοι συνδέονται αμέσως ή εμμέσως και με το ζήτημα της προενταξιακής διαδικασίας της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τους διεμήνυσα προσωπικά και δια ζώσης, σε πολύ αυστηρό τόνο, ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να προχωρήσει η ενταξιακή πορεία της Αλβανίας όταν υπάρχει τέτοιου τύπου περιφρόνηση του κράτους Δικαίου, του τεκμηρίου αθωότητας, του σεβασμού των πολιτικών δικαιωμάτων.

Μίλησα, όπως σωστά είπατε, δύο φορές με την Αλβανίδα ομόλογό μου. Έθεσα τα ζητήματα και της αποφυλάκισης και της δυνατότητας ορκωμοσίας, όπως συμβαίνει και στα περισσότερα δικαιικά συστήματα όπου υπάρχει η δυνατότητα και να ψηφίζεις αλλά και να ορκίζεσαι εντός ενός σωφρονιστικού καταστήματος.

Η ίδια εξέφρασε μία θετική διάθεση στα πράγματα, πλην όμως δεν είχαμε κανένα απτό αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, θεώρησα ότι δεν υπάρχει εκ μέρους της αλβανικής πλευράς η διάθεση για να υπάρξει οποιαδήποτε ενεργητική πρωτοβουλία και για το λόγο αυτό απέστειλα ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα σε όλους τους Υπουργούς Εξωτερικών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον Ύπατο Εκπρόσωπο για την Εξωτερική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον κύριο Josep Borrell, μία ιδιαιτέρως αυστηρή επιστολή, στην οποία θέτω τα ζητήματα, θέτω από την πλευρά της ελληνικής Κυβέρνησης το ζήτημα ότι αυτό συνιστά σοβαρή ανάσχεση στην εξελικτική πορεία της Αλβανίας προς την ευρωπαϊκή οικογένεια. Και νομίζω ότι ο τόνος αυτός θα συνεχιστεί. Να επισημάνω δύο ακόμα, αν μου επιτρέπετε, ότι επιπλέον υπάρχει επιστολή που ήδη αναφέρατε του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του κ. Μαργαρίτη Σχοινά, και υπάρχει επίσης και μία τροπολογία, η οποία έχει υπερψηφιστεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και των Ευρωβουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, όπου πλέον αυτή τη στιγμή τίθεται ρητά μέσα σε νομικό κείμενο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η αντίθετη προς το κράτος Δικαίου στάση της αλβανικής πλευράς, η οποία προφανώς θα αποτιμηθεί.

Τώρα για τα επόμενα βήματα αν θέλετε να σας πω μία κουβέντα...

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Εγώ αναρωτιέμαι αν θα κόψετε, αν θα βάλετε block και θα παγώσετε τα κονδύλια προς τα Τίρανα, αν είναι κάτι στη σκέψη σας και τι θα γίνει βεβαίως με το ζήτημα για την ΑΟΖ στην ελληνοαλβανική μεθόριο.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Το ζήτημα του καθορισμού της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης είναι εντελώς διακριτό, δεν άπτεται βεβαίως του ζητήματος του Μπελέρη, καταλαβαίνουμε όμως ότι η ένταση...

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μπορεί να επηρεάζει, όμως, τις σχέσεις των δύο χωρών αυτή τη στιγμή.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η ένταση, η οποία δημιουργείται, δεν είναι καθόλου ωφέλιμη και δεν είναι καθόλου ωφέλιμη πρωτίστως για την Αλβανία, και τούτο διότι, κα Βίδου, η Ελλάδα είναι, είτε το θέλει η Αλβανία είτε όχι, ο ισχυρός παίκτης της περιοχής. Η Ελλάδα ήταν εκείνη, θέλω να σας θυμίσω, που ήταν η επισπεύδουσα χώρα σε ό,τι αφορά στην ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και ακόμα διατηρεί αυτήν τη βασική ιδιότητα. Άρα, στην πραγματικότητα είναι ο καταλύτης της πορείας προς την ευρωπαϊκή οικογένεια όλων των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων. Άρα δεν είναι καθόλου προς όφελος της αλβανικής πλευράς να πράξει κάτι τέτοιο, είμαι σαφής. Επίκεινται σημαντικά κείμενα, σημαντικές αξιολογήσεις της Αλβανίας, τον Οκτώβριο θα έχουμε έκθεση για την εξέλιξη της πορείας της Αλβανίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, έτσι ώστε να ανοίξουν και τα προενταξιακά κεφάλαια. Υπό αυτές τις συνθήκες καταλαβαίνουμε όλοι ότι ο δρόμος της Αλβανίας είναι στρωμένος με αγκάθια.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δεν έχει και το περιθώριο του χρόνου, γιατί, όπως είπατε, είναι ο Οκτώβριος και, πολιτικά τουλάχιστον, στη διπλωματία αυτό δεν είναι και μεγάλο χρονικό διάστημα. Είπατε ότι είναι ισχυρός παίκτης η Ελλάδα, μιλήσατε νωρίτερα και έχουμε καταλάβει και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η διπλωματία της χώρας το προηγούμενο μεγάλο χρονικό διάστημα έφερε τα αποτελέσματα αυτά, επομένως στην ίδια πολιτική, την ίδια χάραξη θα ακολουθήσετε και για την επόμενη τετραετία;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η ελληνική εξωτερική πολιτική, κα Βίδου, στηρίζεται σε μία θεμελιώδη εθνική θέση που είναι ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου σε ό,τι αφορά στη διεθνή παράσταση της χώρας. Εμείς έχουμε ένα πολύ ισχυρό ατού, είμαστε μία χώρα η οποία είναι προσηλωμένη στη διεθνή έννομη τάξη, έχουμε ερείσματα στο Διεθνές Δίκαιο και αυτά υποστηρίζουμε. Αυτό σε συνδυασμό με μία πολύτροπη εξωτερική πολιτική, δημόσια διπλωματία, μας έχει επιτρέψει να έχουμε πολύ ισχυρούς εταίρους, τόσο περιφερειακά, όσο και διεθνώς.

Δε νομίζω να είχαμε φανταστεί ποτέ ότι με πρωτοβουλία των ελληνικών κυβερνήσεων θα ήταν δυνατόν να υιοθετηθούν θεμελιώδεις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως συνέβη με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανασυγκρότησης, όπως συνέβη με το ευρωπαϊκό ψηφιακό πιστοποιητικό υγείας, πρωτοβουλίες οι οποίες προήλθαν από αυτήν την κυβέρνηση και οι οποίες έχουν εδραιώσει τη θέση μας ως πολύ ισχυρού παίκτη στην Ευρώπη.

Από την άλλη πλευρά βλέπετε συμμαχίες που έχουν αναπτυχθεί, οι οποίες είναι πάρα πολύ κρίσιμες για τα εθνικά στρατηγικά συμφέροντα, όπως είναι η πολύ ισχυρή συμμαχία με την Αίγυπτο, η ισχυρή συμμαχία με το Ισραήλ, με όλους τους ισχυρούς περιφερειακούς παίκτες στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή μας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μάλιστα. Κύριε Υπουργέ, σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ήταν μεγάλη μου χαρά και σας ευχαριστώ πολύ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ήταν μεγάλη τιμή στην πρώτη σας συνέντευξη. Να είστε καλά, σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να είστε καλά.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ήταν στις «Συνδέσεις» εδώ, κυρίες και κύριοι, ο Υπουργός Εξωτερικών.

9 Αυγούστου, 2023