ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Να ξεκινήσουμε από τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και διπλωματικές πηγές που μιλούσαν για μια δημιουργική αποχή της Ελλάδας στο ψήφισμα του ΟΗΕ για τη Γάζα. Ήθελα να σας ρωτήσω: τί εννοούσαν και γιατί η Ελλάδα δεν μπορούσε τελικά να στηρίξει το ψήφισμα. Υπάρχει αναστολή λόγω της συμμαχίας μας με το Ισραήλ και μέχρι πού δικαιολογείται;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η απάντηση, κυρία Φωτάκη, είναι πάρα πολύ σαφής. Η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι εξωτερική πολιτική αρχών. Από την πρώτη στιγμή, όταν ξέσπασε η κρίση στη Μέση Ανατολή με την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς κατά του κράτους του Ισραήλ, εμείς πήραμε μια σαφέστατη θέση. Η θέση μας ήταν ότι θα πρέπει να καταδικαστεί παντάπασι, εξ ολοκλήρου, κάθε τρομοκρατική δράση, κάθε βίαιη ενέργεια, κάθε απάνθρωπη μεταχείριση. Είπαμε όμως, επίσης, ότι θα πρέπει να προστατευθούν οι άμαχοι και να δημιουργηθούν οι ανθρωπιστικοί εκείνοι διάδρομοι, έτσι ώστε να μπορεί η ανθρωπιστική βοήθεια να περάσει στη Γάζα και να μπορέσουν οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι οι κατεξοχήν ευάλωτοι του πολέμου, να έχουν τα αναγκαία. Στο πλαίσιο αυτό, εμείς είχαμε μια δημιουργική προσέγγιση κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το ψήφισμα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Επρόκειτο για μια πρόταση ψηφίσματος που ήρθε από τον αραβικό κόσμο, από την Ιορδανία. Εγώ βρισκόμουν σε διαρκή επικοινωνία με τους ομολόγους μου από τον αραβικό κόσμο. Προσπαθήσαμε να έχουμε ένα κείμενο, το οποίο θα ήταν αποδεκτό από όλες τις πλευρές.
Και αυτό δεν το κάναμε επειδή επιθυμούμε να ισορροπήσουμε, κυρία Φωτάκη. Η εξωτερική μας πολιτική δεν είναι εξωτερική πολιτική ισορροπίας. Είναι εξωτερική πολιτική του Διεθνούς Δικαίου και του εθνικού συμφέροντος. Είπαμε λοιπόν το εξής: Ότι εμείς θα δεχθούμε βεβαίως ένα ψήφισμα, το οποίο όμως, θα πρέπει να έχει ως θεμελιώδη αφετηρία την καταδίκη κάθε τρομοκρατικής δράσης. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι είναι αδιανόητο να μην έχουμε μία καταδίκη, η οποία θα καταλαμβάνει κάθε δράση, η οποία στρέφεται κατά κράτους. Νομίζω όλοι συμφωνούμε σε αυτό και, επιπλέον, προσπαθήσαμε και με άλλες δημιουργικές παρεμβάσεις να έχουμε ένα κείμενο, το οποίο θα είναι και ωφέλιμο και θα είναι και δίκαιο. Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν, και δεδομένου του ότι εν τέλει δεν είχαμε αυτές τις προτάσεις, τις δικές μας, να περνούν στο τελικό κείμενο, επιλέξαμε τον δρόμο της αποχής. Επιλέξαμε τον δρόμο της αποχής, ο οποίος θέλω να τονίσω, κυρία Φωτάκη, δεν εξομοιούται σε καμία περίπτωση με καταψήφιση. Και τούτο διότι η αποχή δεν λογίζεται στον συνολικό αριθμό των παρόντων για να εξαχθεί πλειοψηφία. Άρα, ουσιαστικά διαφοροποιείται ουσιωδώς της καταψήφισης. Και ήταν, θα μου επιτρέψετε να πω αυτό, και ο δρόμος που τήρησε και η πλειονότητα των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βεβαίως υπήρξαν κάποια κράτη τα οποία απεδέχθησαν και υπερψήφισαν το ψήφισμα. Η δική μας αίσθηση ήταν ότι κρατήσαμε μία στάση αρχής, όπως το κάνουμε από την πρώτη μέρα. Η στάση της χώρας μας είναι συνολικά ανθρωπιστική. Εμείς ακόμη και σήμερα συνεχίζουμε την προσπάθεια με διαρκή επικοινωνία με τον αραβικό κόσμο, με διαρκή επικοινωνία και με το Ισραήλ να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε ότι θα υπάρχει προστασία των αμάχων και μία όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανθρωπιστική βοήθεια στους πληττόμενους, ιδίως στη Γάζα. Και αυτή θα συνεχίσει να είναι η στάση μας. Για εμάς οι νεκροί δεν έχουν εθνικότητα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπήρξε και μία κριτική για αυτό βέβαια...
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η κριτική, θα μου επιτρέψετε να πω, κυρία Φωτάκη, ότι είναι πάρα πολύ εύκολη και απλοϊκή. Και τούτο διότι δεν έχει κανένα απολύτως έρεισμα σε πραγματικά δεδομένα. Όποιος έχει διαβάσει το κείμενο του ψηφίσματος αυτού μπορεί να κατανοήσει γιατί δεν καταψηφίσαμε, όπως, θέλω να πω, ότι το έπραξαν χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και γιατί δεν υπερψηφίσαμε, όπως το έκαναν άλλες χώρες. Κινηθήκαμε στην ευρωπαϊκή γραμμή. Η γραμμή αυτή της πλειονότητας των ευρωπαϊκών χωρών ήταν αποχή, έτσι ώστε να διευκολυνθεί στο τέλος της ημέρας η υπερψήφιση, αλλά, από την άλλη πλευρά, να είμαστε πάρα πολύ σαφείς ότι εάν δεν υπάρξει καταδίκη της τρομοκρατίας σε κάθε μορφή, δεν είναι δυνατόν η χώρα μας να υπερψηφίσει ένα τέτοιο κείμενο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πολιτικός διάλογος Ελλάδας-Τουρκίας πριν από μερικές μέρες. Τι αποκομίσατε από αυτή την πρώτη συνάντηση γνωριμίας; Υπάρχει διάθεση για λύσεις, οι οποίες προϋποθέτουν συμβιβασμούς ή για διαχείριση μιας προσωρινής ηρεμίας;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Οι συζητήσεις έγιναν σε εξαιρετικά παραγωγικό κλίμα. Ήταν η πρώτη συνάντηση που έγινε τόσο στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου όσο και στο πλαίσιο της θετικής ατζέντας για αμοιβαία επωφελή μέτρα συνεργασίας. Ο διάλογος έγινε από την πλευρά των υφυπουργών Εξωτερικών της χώρας μας και του αρμόδιου υφυπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας και έγινε στο πλαίσιο της συμφωνίας των ηγετών των δύο χωρών. Εκείνο το οποίο θέλω να σας πω, κυρία Φωτάκη, είναι το εξής: εμείς είμαστε μια χώρα που κοσμοθεωρητικά, αν θέλετε, ακολουθούμε μια στάση υπέρ του Διεθνούς Δικαίου. Θα το πράξουμε και θα συνεχίσουμε να το πράττουμε, να υποστηρίζουμε κάθε μορφή του και να υποστηρίζουμε, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, και σχέσεις καλής γειτονίας. Εμείς θέλουμε γνήσια να έχουμε καλές σχέσεις με όλες τις χώρες, ιδίως τις γειτονικές, περιλαμβανομένης και της Τουρκίας. Θα πρέπει όμως, να ξεκαθαρίσουμε δύο πράγματα που είναι πολύ σημαντικά. Το Διεθνές Δίκαιο θα είναι πάντοτε ο οδηγός μας και επιπλέον, δεν θα μπορούν να συζητηθούν ζητήματα, τα οποία άπτονται της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Στο πλαίσιο αυτό, εκείνο το οποίο εκλαμβάνω είναι ότι βήμα-βήμα πορευόμαστε σε ένα καλό κλίμα, το οποίο θέλουμε να συνεχιστεί.
Και να σας πω δύο παρατηρήσεις. Η πρώτη είναι ότι για μένα είναι πάρα πολύ σημαντικό να οδηγηθούμε σε μια κοινή κατανόηση με την Τουρκία, έτσι ώστε κάθε φορά που προκύπτει μια ένταση ή διαφορά, αυτό να μην οδηγεί σε κρίση. Να έχουμε δηλαδή τις δικλείδες, εκείνες, ασφαλείας που θα οδηγούν σε μια αποσυμπίεση χωρίς να δημιουργείται κρίση μεταξύ των δύο χωρών, κάτι που είναι για μένα πάρα πολύ σημαντικό για την ευημερία των λαών. Το δεύτερο είναι το εξής: εμείς θέλουμε να συζητήσουμε παραγωγικά με την Τουρκία. Δεν θεωρούμε ότι η αδράνεια είναι ο δρόμος για να μπορούν να επιλυθούν οι διαφορές. Βεβαίως, υπάρχουν πεδία συζήτησης τα οποία θα οδηγήσουν σε συμφωνίες αμοιβαία επωφελείς. Η πολιτική προστασία, η μεταναστευτική πολιτική, ο τουρισμός είναι θέματα, τα οποία αυτονοήτως μπορεί να είναι σε μία ατζέντα που θα οδηγήσει σε θετικές συμφωνίες για τις δύο χώρες. Πρέπει, όμως, να δούμε τα θέματα τα οποία χρονίζουν. Νομίζω ότι έχει φτάσει το πλήρωμα του χρόνου, έτσι ώστε να μπορούμε να συζητούμε χωρίς εντάσεις, για το καλό των δύο χωρών και κυρίως για το καλό των επόμενων γενεών που έχουν δικαίωμα να ζήσουν σε μία ήρεμη και ευημερούσα περιοχή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας θα βασιστεί στην θετική ατζέντα και στις συμφωνίες που θα προκύψουν με βάση αυτές τις συζητήσεις, σωστά;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η συζήτηση που θα γίνει τον Δεκέμβριο μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών θα κινηθεί πρωτίστως, γύρω από την έγκριση όλων όσων έχουν συζητηθεί μέχρι στιγμής, δηλαδή στην υπογραφή μια σειράς συμφωνιών, οι οποίες θα συναφθούν μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών έως την 7η Δεκεμβρίου και θα καθορίσει και τα επόμενα βήματα. Οι ηγέτες των δύο χωρών θα κληθούν να υιοθετήσουν, να εγκρίνουν μια σειρά από συμφωνίες θετικές, αμοιβαία επωφελείς, να καθορίσουν τα επόμενα βήματα και να επιβεβαιώσουν ένα κλίμα καταλλαγής. Κυρία Φωτάκη, θέλω να τονίσω ότι από τον Φεβρουάριο έως και σήμερα έχουμε μια μακρά περίοδο ησυχίας και καταλλαγής στη γειτονιά μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μηδέν υπερπτήσεις, μηδέν παραβιάσεις…
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Μηδέν συν μηδέν. Είναι μια περίοδος, η οποία δεν είναι καθόλου αυτονόητη και μας επιτρέπει να έχουμε μια συγκρατημένη αλλά βιώσιμη αισιοδοξία, ότι μπορούμε να χτίσουμε πάνω σε αυτήν την ηρεμία. Και η αίσθηση, την οποία έχω είναι ότι υπάρχει περιθώριο να μπορούμε πλέον να συζητούμε με την Τουρκία, χωρίς να συμφωνούμε σε όλα. Γνωρίζουμε ότι έχουμε θεμελιώδεις διαφορές σε κρίσιμα ζητήματα, εντούτοις, είναι σημαντικό να μπορούμε να βρίσκουμε έναν κοινό τόπο για να μπορούμε να πορευόμαστε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πόλεμος στην Ουκρανία και πόλεμος στη Μέση Ανατολή. Ποιος ο ρόλος της Ελλάδας στην περιοχή και ποιος ο ρόλος των βάσεων που έχουν παραχωρηθεί στις ΗΠΑ μέσω της MDCA, στη σκιά και των δύο πολέμων;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η Ελλάδα έχει ένα πολύ σημαντικό διεθνές κεφάλαιο. Το διεθνές κεφάλαιο αυτό έχει κερδηθεί με τη συνεπή, ειλικρινή, ακέραιη στάση την οποία έχουμε τηρήσει τα τελευταία χρόνια και γι’ αυτόν το λόγο μπορούμε να είμαστε αξιόπιστοι συνομιλητές όχι μόνο των περιφερειακών κρατών αλλά και όλων των κυβερνήσεων και των διεθνών οργανισμών. Αυτό θα συνεχίσουμε να πράττουμε. Η στάση μας και στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή είναι στάση αρχής. Εμείς είμαστε ενάντια σε οποιαδήποτε επιθετικότητα και σε οποιονδήποτε αναθεωρητισμό. Άρα, είμαι πάρα πολύ σαφής ότι θα παραμείνουμε υπέρμαχοι του Διεθνούς Δικαίου, των αξιών της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού. Σε ό,τι αφορά το καθεστώς των βάσεων στην Ελλάδα, τούτο διέπεται από διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες έχουν υπογραφεί και κυρωθεί από τη Βουλή των Ελλήνων και στο πλαίσιο αυτό παρέχονται οι προβλεπόμενες διευκολύνσεις. Είναι αυτονόητο ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να εμπλακεί σε οποιαδήποτε πολεμική διένεξη. Θα κάνουμε, όμως, ό,τι περνάει από το χέρι μας έτσι ώστε να έχουμε μία δημιουργική και ενεργή διπλωματία για να μπορέσουμε να απομειώσουμε τις εντάσεις και να αποκατασταθεί η ειρήνη στα δύο αυτά μεγάλα μέτωπα της ευρύτερης περιοχής μας και οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θεωρείτε ότι αυτές οι δύο συνθήκες ενισχύουν τον ρόλο της Ελλάδας για τις ΗΠΑ;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι ωφέλιμες για τη χώρα μας. Είναι συμφωνίες, οι οποίες διασφαλίζουν τα εθνικά συμφέροντα, δημιουργούν στρατηγικές συμμαχίες με χώρες που στέκονται στο πλευρό μας όχι μόνο σήμερα αλλά και εν δυνάμει σε οποιαδήποτε επιθετικότητα ενάντια στη χώρα μας. Άρα, θεωρώ ότι οι συμφωνίες, οι οποίες έχουν υπογραφεί τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και με τη Γαλλία, δημιουργούν ένα καθεστώς ασφάλειας και εγγυήσεων για τη χώρα μας στο μέλλον.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ελλάδα, Κύπρος και Γαλλία συζητούν για τη δημιουργία ενός διαδρόμου αλληλεγγύης προς τη Γάζα. Υπήρξαν, μάλιστα, και κάποια δημοσιεύματα στην Κύπρο, ποιος το πρότεινε πρώτος, Ελλάδα ή Κύπρος, αν λειτουργεί ανταγωνιστικά. Πού βρισκόμαστε με αυτό και πώς θα προχωρήσει;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Με την Κύπρο δεν θα μπορούσαμε να είμαστε ανταγωνιστές, διότι είμαστε σε συνεννόηση. Βρίσκομαι σε καθημερινή επαφή με την κυπριακή διπλωματία και τον Κύπριο Υπουργό Εξωτερικών. Πρόκειται για μία πρωτοβουλία, η οποία έχει αναληφθεί από τις χώρες μας και από τη Γαλλία. Συντονιζόμαστε με διεθνείς οργανισμούς, ιδίως τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, και με το ίδιο το Ισραήλ. Όταν βρεθήκαμε στο Ισραήλ με τον Πρωθυπουργό προ ολίγων ημερών, στο πλαίσιο ακριβώς της συζήτησης που κάναμε και με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό, ετέθη το θέμα του ανθρωπιστικού διαδρόμου απευθείας διά θαλάσσης προς τη Γάζα. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι το εγχείρημα αυτό έχει ιδιαίτερες τεχνικές δυσκολίες, επειδή στην ευρύτερη Λωρίδα της Γάζας δεν υπάρχει ασφαλής λιμένας έτσι ώστε να μπορέσει να καταπλεύσει ένα πλοίο. Άρα, χρειάζονται ειδικές συνθήκες και, βέβαια, να βεβαιωθεί ότι θα υπάρχουν εγγυήσεις ασφαλείας για να μπορεί να καταπλεύσει ένα πλοίο εκεί. Εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε συζητήσεις έτσι ώστε να διασφαλίσουμε όσο το δυνατόν πιο άμεση, ωφέλιμη και αποτελεσματική ανθρωπιστική βοήθεια προς τους πληττόμενους αμάχους στη Γάζα. Θέλω να σας πω ότι ανεξάρτητα από τον θαλάσσιο αυτό διάδρομο που επιχειρούμε να αναπτύξουμε, η Ελλάδα θα στείλει ανθρωπιστική βοήθεια και μέσω της Αιγύπτου.
Εμείς, κυρία Φωτάκη, από την πρώτη μέρα της τρομοκρατικής επίθεσης κατά του Ισραήλ, είπαμε ότι θα πρέπει να διασφαλίζεται απολύτως η ανθρωπιστική βοήθεια. Το πράττουμε με συνέπεια, το θέτουμε σε όλα τα διεθνή φόρα και το κάνουμε πράξη με την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ, σχέσεις ΗΠΑ- Τουρκίας: κατά πόσο έχουν διαταραχθεί οι ισορροπίες μετά και τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς και κατά πόσο αυτό μπορεί να φέρει και διάλυση του καλού κλίματος στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Δεν έχει υπάρξει αναταραχή στις σχέσεις μας. Η Τουρκία έχει αυτή τη στιγμή επιλέξει να αναπτύξει μια διπλωματία, η οποία βρίσκεται κοντά στη Χαμάς. Είναι κάτι που δεν είναι αποδεκτό στο δικό μας πλαίσιο. Είναι αυτονόητο ότι οποιαδήποτε τρομοκρατική επίθεση, ιδίως κατά αμάχων και ευάλωτων, οφείλει να είναι καταδικαστέα από όλους. Ανεξάρτητα από αυτό, εμείς θα συνεχίσουμε την πορεία διαλόγου και συνεργασίας με την Τουρκία και ελπίζουμε πως σε ό,τι αφορά τα ζητήματα, τα οποία έχουν ήδη τεθεί στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου και της θετικής ατζέντας, αλλά και στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, για τα οποία θα έχουμε σε λίγες ημέρες τις επόμενες συζητήσεις, θα συνεχισθεί το καλό κλίμα για τη βελτίωση των διμερών μας σχέσεων.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι ρόλο παίζει ο παράγοντας Κυπριακό στις σχέσεις; Και έχουμε και το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Κύπρου τις επόμενες μέρες. Τι περιμένουμε;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η Κύπρος έχει διαχρονικά πρωταρχική σημασία στην άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής. Αποτελεί ένα τεράστιο εθνικό κεφάλαιο και μια εθνική υποχρέωση απέναντι στην Ιστορία. Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να παραβλέψουμε την κυπριακή διάσταση. Θέλω να σας πω ότι σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της συνεργασίας με την Τουρκία, είναι κοινή κατανόηση και της κυπριακής κυβέρνησης ότι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων μόνο θετικά θα μπορούσε να αποβεί και για την εξέλιξη του κυπριακού ζητήματος. Εμείς εμμένουμε, με επιχειρήματα και πειθώ, ότι το Κυπριακό ζήτημα θα πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Θα πρέπει να συνεχιστεί ο διάλογος και σε αυτόν να προσέλθει η τουρκοκυπριακή πλευρά. Εμείς θα συνεχίσουμε να θέτουμε τόσο σε διεθνείς οργανισμούς αλλά και σε κάθε άλλη περίσταση το Κυπριακό και ευελπιστούμε ότι θα έχουμε μια πολύ πιο παραγωγική συζήτηση το αμέσως επόμενο διάστημα. Ιδιαιτέρως για το ζήτημα του Ανώτατου Συμβουλίου, το οποίο θα έχουμε σε λίγες ημέρες στην Αθήνα, θα έχουμε την επίσκεψη του Κύπριου Προέδρου και Υπουργών της Κυπριακής Δημοκρατίας για να συζητήσουμε μία σειρά από θέματα, κυρίως διμερούς χαρακτήρα.
Θα υπάρχει υπογραφή και ορισμένων συμφωνιών για τη βελτίωση των διμερών σχέσεων και, βεβαίως, τόσο εγώ με τον Υπουργό Εξωτερικών της Κύπρου, όσο και, αυτονοήτως, ο Πρωθυπουργός με τον Κύπριο Πρόεδρο θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για να αναπτύξουμε περαιτέρω την εθνική μας γραμμή στα κρίσιμα θέματα που μας απασχολούν.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Την ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται η έκθεση της Επιτροπής για τα Βαλκάνια. Τι στάση θα κρατήσει η Ελλάδα στην αξιολόγηση της Αλβανίας, με δεδομένο ότι η δίκη Μπελέρη είναι σε εξέλιξη; Η υπόθεση του Μπελέρη μπορεί να εκτροχιάσει τις σχέσεις Ελλάδας – Αλβανίας;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι η στάση της Ελλάδας είναι πάντα θεσμική. Ήταν η Ελλάδα, η επισπεύδουσα χώρα για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την πλευρά των Δυτικών Βαλκανίων. Θεωρούμε ότι ο φυσικός δρόμος των χωρών αυτών είναι μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Το ξεκινήσαμε το 2003 στη Θεσσαλονίκη. Το κεφαλαιοποιούμε σήμερα και με τις συναντήσεις που είχε ο πρωθυπουργός όταν κάλεσε τους αρχηγούς κρατών των Δυτικών Βαλκανίων και επιπλέον της Ουκρανίας και της Μολδαβίας στην Αθήνα. Και νομίζω ότι επί της αρχής η στάση μας θα είναι πάντοτε στάση ενθάρρυνσης απέναντι στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Ειδικά με ρωτάτε για το θέμα της Αλβανίας, το οποίο θέλω να επισημάνω ότι έχει αποκτήσει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, πράγματι, εξαιτίας της υπόθεσης Μπελέρη. Εμείς από την πρώτη στιγμή πήραμε μια θέση, η οποία ήταν πάρα πολύ σαφής. Θεωρούμε ότι είναι αδιανόητο ένας αιρετός δήμαρχος, αιρετός εκπρόσωπος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τον οποίο εξέλεξε το εκλογικό σώμα της Χειμάρρας, να μην μπορεί αυτήν τη στιγμή να αναλάβει τα καθήκοντα που του ανέθεσε ο λαός της πόλης. Θεωρούμε ότι αυτό είναι ανεξάρτητο από την απόφαση της αλβανικής δικαιοσύνης, την οποία σεβόμαστε, αλλά θα πρέπει να τονίσουμε ότι δεν την αφορά το ζήτημα της ορκωμοσίας του εκλεγμένου δημάρχου Φρέντυ Μπελέρη. Είναι ένα ζήτημα αμιγώς διοικητικό.
Είναι ένα ζήτημα το οποίο αφορά την αλβανική διοίκηση και κυβέρνηση. Θα πρέπει οπωσδήποτε και ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο να δοθεί η δυνατότητα στον κ. Μπελέρη να ορκιστεί, είτε μέσω σύντομης άδειας εξόδου είτε εντός του σωφρονιστικού καταστήματος, όπως άλλωστε συμβαίνει στα περισσότερα κράτη. Είναι αυτονόητο ότι για όσο χρόνο παραμένει η εκκρεμότητα αυτή, κλυδωνίζονται οι σχέσεις Ελλάδας και Αλβανίας. Εμείς θεωρούμε ότι το ζήτημα του Φρέντυ Μπελέρη είναι ένα ζήτημα θεμελιωδών αρχών του κράτους Δικαίου, το οποίο προασπίζει τα πολιτικά δικαιώματα όλων των πολιτών και ιδίως των μειονοτήτων μέσα σε κάθε χώρα και θα φροντίσουμε έτσι ώστε αυτό το ζήτημα να ανάγεται σε όλα τα διεθνή φόρα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως το έχουμε πράξει και μέχρι σήμερα.
5 Νοεμβρίου, 2023