Συνέντευξη Υπουργού Εξωτερικών, Γ. Κατρούγκαλου, στο ρ/σ «Αθήνα 984» και την δημ/φο Νόνη Καραγιάννη (27.06.2019)

Συνέντευξη Υπουργού Εξωτερικών, Γ. Κατρούγκαλου, στο ρ/σ «Αθήνα 984» και την δημ/φο Νόνη Καραγιάννη (27.06.2019)ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο Υπουργός Εξωτερικών και υποψήφιος Βουλευτής στο Βόρειο Τομέα της Β’ Περιφέρειας της Αθήνας με το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Κατρούγκαλος, είναι στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής μας γραμμής. Καλή σας ημέρα κ. Υπουργέ,

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Καλημέρα κα Καραγιάννη, σ’ εσάς και στους ακροατές μας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Να είστε καλά. Κύριε Υπουργέ, πόσο πιο σύνθετη, πιο περίπλοκη και άρα πιο επικίνδυνη με την Τουρκία είναι η κατάσταση απ’ ό,τι ήταν στο παρελθόν;

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Έχουμε ορισμένες σταθερές, όπως είναι ότι η Τουρκία ακολουθεί μόνιμα μια πολιτική αναθεωρητισμού, δηλαδή προβάλλει ισχύ, για να μπορέσει ν’ ακυρώσει τη στήριξη που έχει η δική μας χώρα στο Διεθνές Δίκαιο και να υπερασπίσει τα εθνικά της Δίκαια. Και αντίστοιχα φυσικά, εμείς έχουμε μια πολιτική που πάντοτε υπερασπίζεται τη διεθνή νομιμότητα. Αυτό που αλλάζει, είναι το διεθνές περιβάλλον και ιδίως η στάση της Τουρκίας απέναντι στις συμμαχίες της. Βλέπετε τί πρόκειται να γίνει τώρα, θα πάρει τους S400, δε θα τους πάρει... Και το άλλο που επίσης αλλάζει, είναι ότι έχουμε ισχυροποιήσει τη θέση της χώρας μας και μέσω της προώθησης των σχημάτων συνεργασίας που έχουμε στην Ανατολική Μεσόγειο με πυρήνα την Κύπρο, με το Ισραήλ, με την Αίγυπτο, και γιατί έχουμε δώσει στη Διεθνή Κοινότητα την αίσθηση ότι δεν είμαστε μόνο μια σταθερή Δημοκρατία, είμαστε εξαγωγέας σταθερότητας, ξεκινώντας από τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά και με αυτές τις ενέργειες που έχουμε κάνει στην Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτό το λόγο και οι ΗΠΑ έχουν έρθει σαν 4ος παράγοντας σ’ αυτό το σχήμα 3+1 που έχουμε με την Κύπρο και το Ισραήλ για την κατασκευή του αγωγού East Med.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, όλο αυτό που αναλύετε για τη μεγάλη δραστηριότητα και κινητικότητα που υπάρχει στην Ανατολική Μεσόγειο, φέρνει στο προσκήνιο ένα ζήτημα που συνδέεται με το θέμα των σχέσεών μας με την Τουρκία. Σε όλο αυτό το ενεργειακό project που είναι σ’ εξέλιξη και που είναι πάρα πολύ σημαντικό, μπορούμε και για πόσο διάστημα ν’ αποκλείουμε μια χώρα όπως η Τουρκία; Και άρα, για να συμπληρώσω το ερώτημα, είναι όλο αυτό το οποίο δημιουργείται στην Ανατολική Μεσόγειο, ένας ακόμα παράγοντας που συντελεί στην επιθετική, ρητορική τακτική της Άγκυρας;

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Δεν αποκλείουμε εμείς την Τουρκία, η Τουρκία αποκλείει τον εαυτό της από την ενεργειακή εξίσωση στην Ανατολική Μεσόγειο, στο βαθμό που δεν σέβεται τη διεθνή νομιμότητα. Θα θυμόσαστε ότι, εγώ ο ίδιος, έχω πει ότι η Τουρκία έχει δικαιώματα. Ποια δικαιώματα όμως; Αυτά και μόνο που της αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο. Όχι αυτά που θέλει η ίδια να πάρει για τον εαυτό της εκτός διεθνούς νομιμότητας. Επομένως, στο βαθμό που η Τουρκία συνειδητοποιήσει ότι χάνει, δεν κερδίζει, όσο συνεχίζει αυτή την παράνομη, παραβατική συμπεριφορά -όχι μόνο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και από τις ΗΠΑ και απ’ όλες τις χώρες της περιοχής καταδικάζονται οι πράξεις της- γι’ αυτό το λόγο, δε μπορεί να δημιουργήσει τετελεσμένα. Το αντίστροφο γίνεται. Κάθε φορά που συνεχίζει, κάθε ώρα παραπάνω που μένουν τα πλοία στην περιοχή της ΑΟΖ της Κύπρου, χάνει σημαντικό διπλωματικό κεφάλαιο. Δεν μπορεί να γκριζάρει από πλευράς Διεθνούς Δικαίου τις περιοχές αυτές και στην πραγματικότητα, η ίδια θέτει τον εαυτό της εκτός της δυνατότητας να είναι ένας από τους παράγοντες που μπορούν να συμμετέχουν στα ενεργειακά.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τις τελευταίες δεκαετίες η Τουρκία έχει κινηθεί σε αρκετές εκφάνσεις της σκακιέρας και της βεντάλιας με τον τρόπο με τον οποίο την ανοίγει, πέραν του Διεθνούς Δικαίου, τουλάχιστον των κανόνων για τους οποίους μιλάμε εμείς. Παρ’ όλα αυτά, με την τακτική που έχει ακολουθήσει, έχει γκριζάρει περιοχές. Και θα έλεγα ότι έχει γκριζάρει και σημεία του Διεθνούς Δικαίου.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Αυτή είναι ακριβώς η επιδίωξή της, έχετε δίκιο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτή είναι η επιδίωξή της. Ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο κάθε φορά η ελληνική εξωτερική πολιτική θα πρέπει να την αντιμετωπίζει;

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Αυτό προσπάθησα να πω αλλά φαίνεται δεν ήμουν αρκετά σαφής. Το επιχείρημά μου είναι το εξής: Ότι για να μπορέσεις να γκριζάρεις, ν’ αμφισβητήσεις την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου, πρέπει με κάποιο τρόπο ν’ ακούγονται οι απόψεις σου από κάποιους στη Διεθνή Κοινότητα. Όσο οι προσπάθειες που κάνεις δεν έχουν καμία αποδοχή, δεν δημιουργείται κάποια αμφισβήτηση του Διεθνούς Δικαίου, απλώς επιβεβαιώνεται η εικόνα του διεθνούς παραβάτη σε σχέση μ’ εσένα, στα μάτια όλων των χωρών και γενικότερα της Διεθνούς Κοινότητας. Λέω λοιπόν, ότι εμείς μπορέσαμε μαζί με την Κυπριακή Δημοκρατία να έχουμε μια συστηματική διπλωματική προσπάθεια, της οποίας ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά; Πρώτα-πρώτα, η οροθέτηση από την Κυπριακή Δημοκρατία της ΑΟΖ. Μετά, η αδειοδότηση συγκεκριμένων οικοπέδων, γεγονός που συνέδεσε την υπεράσπιση των Εθνικών Δικαίων της Κυπριακής Δημοκρατίας με συμφέροντα πολυεθνικών και συμφέροντα ισχυρών χωρών. Και στη συνέχεια, η ανάδειξη από τη μεριά μας, δηλαδή και της Κύπρου και της Ελλάδας, του ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας δεν αμφισβητεί στην πραγματικότητα μόνο τα δικαιώματα της Κύπρου, αλλά ουσιαστικά τα σύνορα της Ευρώπης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, από την εμπειρία και τη γνώση που διαθέτετε και σε όλο αυτό το περίπλοκο και δύσκολο παζλ, το οποίο περιγράφετε στην Ανατολική Μεσόγειο, η εκτίμησή σας είναι ότι θα μπορούσαμε να είχαμε μια διαφορετική πιθανόν στάση από την πλευρά της Τουρκίας, εάν είχαμε θετική κατάληξη στο Κυπριακό; Δηλαδή αν δεν είχαμε το ναυάγιο του Crans Montana;

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Τί να σας πω, υποθετική ερώτηση..

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ναι, υποθετική είναι αλλά είναι μια βαριά σκιά το Κυπριακό.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Δε θέλω να την αποφύγω. Εννοείται, θέλουμε να λυθεί το Κυπριακό. Και πράγματι, τα δυο βασικά θέματα που μας χωρίζουν με την Τουρκία είναι η υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο και το Κυπριακό. Αν ένα από τα δύο λυνόταν -αλλά λυνόταν στο πλαίσιο που πρέπει, δηλαδή στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ σαν θέμα Διεθνούς Δικαίου- πράγματι θα βελτιωνόταν το κλίμα και ίσως να είχαμε κάποιες πιθανότητες. Γιατί εμείς επιδιώκουμε πάγια, μέσω διαλόγου να λύσουμε τα προβλήματα που έχουμε, της υφαλοκρηπίδας, εννοώ της οριοθέτησής της με την τουρκική πλευρά.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τα τελευταία 4 χρόνια, η ελληνική εξωτερική πολιτική, κινήθηκε σε μια τακτική κατευνασμού, θα έλεγα ότι το Υπουργείο Εξωτερικών, η διακυβέρνηση συνολικά, απέφευγε ν’ απαντήσει στην επιθετική ρητορική του Ερντογάν. Το ερώτημα είναι, μήπως υποτιμήσατε το πρόβλημα και μήπως τώρα κ. Υπουργέ, και αυτό είναι νομίζω μείζον για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, μήπως διογκώνεται το πρόβλημα άτσαλα από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης και με εκλογική στόχευση; Έχετε κατηγορηθεί γι’ αυτό, έχετε επικριθεί.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ακριβώς. Αυτό είναι μια κριτική που ακούμε και μάλιστα είναι αντιφατική γιατί στην αρχή κατηγορούμαστε για εξωραϊσμό της κατάστασης ή για κατευνασμό όπως είπατε, στη συνέχεια για δραματοποίηση, ενώ ακολουθούμε πάντοτε, σταθερά …

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η αλήθεια είναι ότι είχε δραματοποίηση αυτή η έκτακτη σύγκληση του ΚΥΣΕΑ, δεν καταλάβαμε γιατί έγινε η αλήθεια είναι..

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ας ξεκινήσουμε απ’ αυτό που είναι πιο εύκολο να απαντηθεί, επειδή είναι πιο πρόσφατο και είναι στη μνήμη των ακροατών και μετά να πάμε στα προηγούμενα. Η απάντηση σε μια συμπεριφορά παράνομη ενός γείτονα, έχει τη διπλωματική διάσταση, για την οποία μιλήσαμε αναλυτικά, έχει όμως αναγκαστικά και τη διάσταση τη στρατιωτικο-αμυντική. Δεν μπορούσε, λοιπόν, να μην εξεταστεί και αυτή. Έχω πει σε πολλές συνεντεύξεις μου ότι θεωρώ αδιανόητο, απίθανο ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, γιατί και η άλλη πλευρά δεν το θέλει. Δεν επιδιώκει σε μια περίοδο που η οικονομία της είναι τέτοια, ένα θερμό επεισόδιο. Όλες όμως οι παράμετροι, συμπεριλαμβανομένων των αμυντικών, θα πρέπει να εξεταστούν όταν κάποιος σχεδιάζει την πολιτική του. Γι’ αυτό το λόγο, η παρουσία και του Υπουργείου Άμυνας και του Υπουργείου Εξωτερικών στο ΚΥΣΕΑ ήταν απολύτως αναγκαία. Γι’ αυτό ενημέρωσα το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Απ’ την άλλη μεριά, ποτέ δεν ακολουθήσαμε πολιτική κατευνασμού. Απόδειξη γι’ αυτό, είναι ότι για πρώτη φορά το Μάρτιο του 2018, αντίθετα με ό,τι συνέβη…

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ενδεχομένως αυτό στον ορθό λόγο, στην ορθή πολιτική διάσταση, να είναι ένα καλό στοιχείο, το να μην ποντάρουμε στο διαγκωνισμό ποιος θα είναι πιο επιθετικός με τον Ερντογάν.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Νομίζω ότι μιλάμε για το ίδιο ακριβώς πράγμα, αλλά χρησιμοποιούμε διαφορετική ορολογία. Εμείς δεν ακολουθήσαμε τη ρητορική της Τουρκίας, και ποτέ δεν ασκήσαμε εξωτερική πολιτική με κριτήρια εσωτερικής. Δηλαδή, δεν θελήσαμε ποτέ ν’ ακολουθήσουμε τις κορώνες της Τουρκίας για να δείξουμε στο δικό μας, στο εσωτερικό κοινό, ότι κι εμείς μπορεί να διαγκωνιστούμε μ’ αυτήν για το ποιος είναι πιο εθνικιστής. Αυτό δεν είναι κατευνασμός όμως, ακριβώς γιατί πετύχαμε την καταδίκη της Τουρκίας…

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα μπορούσε να είναι υποτίμηση του προβλήματος.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Εκεί ακριβώς θέλω να σας πω. Είναι ένα επίσης ένα επιχείρημα που έχω πει πολλές φορές, αλλά είναι αληθινό και το λέω ακριβώς, γιατί με τη σύγκριση αναδεικνύεται η δική μας εξωτερική πολιτική. Είχαμε και στο παρελθόν πολλές επιθετικές κινήσεις από την Τουρκία. Τα δυο κλασικά παραδείγματα είναι τα Ίμια και το casus belli. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, είχε αντιδράσει, να μην πω ως Πόντιος Πιλάτος, αλλά με μια τακτική ίσων αποστάσεων. Το Μάρτιο του ’18 αντίθετα, για πρώτη φορά είχαμε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, εξαιτίας των διπλωματικών μας προσπαθειών που είναι το αντίθετο του κατευνασμού, ρητή καταδίκη της παράνομης συμπεριφοράς της Τουρκίας ως παράβαση του Διεθνούς Δικαίου και την προηγούμενη εβδομάδα, για πρώτη φορά πάλι είχαμε πολιτική απόφαση για τη λήψη μέτρων. Αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο του κατευνασμού, δείχνει ότι μπορούμε να έχουμε πολιτική με δόντια.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Έχετε στοιχεία ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη να προχωρήσει σε μέτρα, στοχευμένα μέτρα, δηλαδή το κείμενο συμπερασμάτων; Και το ερώτημά μου είναι: τί ακριβώς εννοεί η Αθήνα και η Λευκωσία όταν μιλάνε για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία; Και το ρωτώ αυτό κ. Υπουργέ, γιατί ο ευρωπαϊκός δρόμος της Τουρκίας, δε φαίνεται να είναι στο πεδίο ενδιαφερόντων του Ερντογάν.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Φαίνεται ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν έχει άλλες προτεραιότητες, να είναι ο ηγέτης του σουνιτικού μουσουλμανικού κόσμου. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχει αποκλείσει την ευρωπαϊκή προοπτική και αυτό μας το επαναλαμβάνει πολλές φορές η τουρκική πλευρά. Να υπογραμμίσω ότι η τελευταία ανακοίνωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών επιβεβαιώνει δυο πράγματα. Τί έλεγε αυτή η ανακοίνωση για τους ακροατές μας: Ότι με την τελευταία απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης έγινε όμηρος η Ευρώπη της Ελλάδας και της Κύπρου. Αυτό είναι μια πλήρης παραδοχή της αποτελεσματικότητας της δικής μας εξωτερικής πολιτικής και της απομόνωσης της Τουρκίας. Επίσης, η τελευταία απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δίνει, νομίζω, μια σαφή απάντηση σ’ αυτό που ρωτήσατε. Ομόφωνα έχουν αποδεχθεί την ανάγκη να ληφθούν μέτρα κατά της Τουρκίας και οι 28, μολονότι φυσικά υπήρχε κατά τη συζήτηση διαφορά έντασης στην υποστήριξη. Πήραμε μεγάλη υποστήριξη από τις χώρες του νότου, από χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, κανείς δεν μίλησε εναντίον. Αλλά, η αποφασιστικότητα της Ευρώπης να πάρει αυτή τη στιγμή για πρώτη φορά μέτρα, να περάσει δηλαδή από τα λόγια στα έργα, είναι μια σημαντική διπλωματική νίκη που δεν πρέπει να την υποτιμάμε.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Με βάση ποια στοιχεία κρίθηκε σκόπιμο, ο Πρωθυπουργός να πει ότι η Τουρκία δεν πρέπει να διανοηθεί να κάνει γεωτρήσεις στο Καστελόριζο; Έχουμε στοιχεία, έχουμε ανησυχία, ενδείξεις ότι μπορεί να κινηθεί και προς αυτή την κατεύθυνση;

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ένα κράτος που έχει όπως είπαμε τον αναθεωρητισμό στην καρδιά της πολιτικής του, μπορεί και αυτό να το είχε στην πιθανή τακτική του. Κι εμείς επανειλημμένα, ο Πρωθυπουργός, εγώ, έχουμε στείλει ένα σαφές μήνυμα προς την άλλη πλευρά, ότι μπορεί να έχουμε παράβασή του Διεθνούς Δικαίου και να μην υπάρχει διαφορετική ποιότητα ως προς αυτό, είτε πάνε πλοία της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ είτε πάνε στην ελληνική. Στη δική μας περίπτωση όμως, υπάρχει μια άλλη διαφορά, ότι εμείς έχουμε Πολεμικό Ναυτικό. Και γι’ αυτό το λόγο κανείς δεν πρέπει να διανοηθεί να πράξει το ανάλογο. Και ακριβώς αυτό θέλω να σας πω, εισπράχθηκε, και αντίθετα με ό,τι βλέπω σε ορισμένα έντυπα να κυκλοφορούν, ότι τάχα ρίξαμε τους τόνους απέναντι την τουρκική προκλητικότητα στην Κύπρο για να μη συμβεί το γεγονός αυτό, στην πραγματικότητα συνέβη το αντίθετο: Ακριβώς επειδή το μήνυμα ήταν σαφές, ακριβώς επειδή δεν στάλθηκε μόνο διμερώς, αλλά με πολλούς διπλωματικούς διαύλους, είναι ένα ενδεχόμενο που το θεωρώ πια εντελώς απίθανο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και κάτι τελευταίο, δυστυχώς έχω μόνο δυο λεπτά στη διάθεσή μου. Ένα από τα μείζονα θέματα προκειμένου να προχωρήσει ο Πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, ο Zoran Zaev, στη νίκη του στο δημοψήφισμα, αυτό που είπε στο λαό του ήταν η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, η αλλαγή σελίδας. Αυτό το κομμάτι της ευρωπαϊκής προοπτικής φαίνεται να μην περπατάει και άρα θα κάνω δυο ερωτήσεις σε μία: Ποια είναι η διπλωματική βοήθεια που ενδεχομένως μπορεί να προσφέρει η Ελλάδα πια στη Βόρεια Μακεδονία, στην ευρωπαϊκή προοπτική της και αν κρίνετε ότι θα έπρεπε ενδεχομένως να βρεθεί ένας τρόπος να διαχωριστεί το θέμα της Βόρειας Μακεδονίας από την Αλβανία για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Εύστοχες και οι δύο ερωτήσεις. Εμείς είμαστε υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής όλων των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Κάθε χώρα όμως κρίνεται ατομικά, ανάλογα με το τί έχει κάνει στο επίπεδο των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων και των σχέσεων καλής γειτονίας. Η Βόρεια Μακεδονία έχει κάνει ό,τι της ζήτησε η Ευρώπη και μάλιστα με τη Συμφωνία των Πρεσπών κι ένα βήμα παραπάνω. Έλυσε μια πολύ πικρή διαφορά δεκαετιών. Εμείς υποστηρίξαμε τις προοπτικές της Βόρειας Μακεδονίας γι’ αυτό το λόγο, και μολονότι όπως είπατε, η Ευρώπη δεν ήταν τόσο γενναιόδωρη και, θα έλεγα, και τόσο αξιόπιστη στις δεσμεύσεις της όσο θα έπρεπε, παρ’ όλ’ αυτά, τον Οκτώβριο θα ξεκινήσει. Δεν είναι, επομένως, πλήρως αναντίστοιχη η Ευρώπη στις δεσμεύσεις που έχει πάρει. Και, σε ό,τι αφορά τα δικά μας τα διμερή, το ότι για πρώτη φορά η Συμφωνία των Πρεσπών συνδέθηκε με την ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας, είναι ό,τι καλύτερο για μας, γιατί μ’ αυτό τον τρόπο οποιαδήποτε μελλοντική παραβίαση, απόκλιση από τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει μέσω της Συμφωνίας των Πρεσπών η γειτονική χώρα, θα ελέγχεται και θα συνδέεται με την ευρωπαϊκή της προοπτική.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δυστυχώς, κ. Υπουργέ δεν έχω άλλο χρόνο, ζητώ συγνώμη για το ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο. Να σας ευχαριστήσω πάρα πολύ.

Γ. ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ: Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση κα Καραγιάννη, σας ευχαριστώ.

27 Ιουνίου, 2019