Ιχνηλατώντας την Κωνσταντινούπολη
Η Πόλη των Πόλεων, η Βασιλίς, η ανάλαφρη αίσθηση του παρελθόντος, που χαμογελάει επιτιμητικά στους απειλητικούς ουρανοξύστες. Τα χνάρια αυτοκρατόρων και δυναστείες με διαφορετικές καταγωγές που έχτισαν παλάτια και εκκλησίες και προστάτευσαν την τέχνη και διαφύλαξαν την ελληνική σκέψη μέχρι τις μέρες μας. Η Κωνσταντινούπολη που διαφύλαξε και προσέφερε στη Δύση και στη χριστιανική Ανατολή την δική της Αναγέννηση, έξοχους φιλόσοφους και ιστορικούς, σπουδαίους θεολόγους. Η βυζαντινή τέχνη που προσέφερε έξοχα τεχνουργήματα, μικρογραφίες και μινιατούρες, την εφυάλωση και τις χρυσές ψηφίδες, ναούς τρανούς και τρούλους που στέκονται στον αέρα.
Οι τρούλοι πολλαπλασιάσθηκαν με τον ερχομό του Ισλάμ. Ο ένας πολιτισμός παρέλαβε από τον άλλο και παρέδωσε στον επόμενο. Φυσική φορά των πραγμάτων αυτή. Ωστόσο, στην παλιά Πόλη, η ρυμοτομία παρέμεινε η ίδια, οι δρόμοι ίδιοι. Περπατούμε στην Μέση Οδό των βυζαντινών χρόνων, σήμερα Fevzipaşa caddesi, στα χνάρια απλών ανθρώπων. Προορισμός μας τα τείχη και το βυζαντινό Παλάτιον – σημερινό Balat, με τα τζαμιά, τις εκκλησίες και τις συναγωγές του.
Η Πόλη είναι παλίμψηστος χώρος. Αρκεί να κοντοσταθείς και να κοιτάξεις. «Δεν ξέρω γιατί είμαι στην Πόλη. Υπάρχει κάτι που με τραβά», έλεγε τις προάλλες, κουρασμένη, μία τουρίστρια από την Μακεδονία. Οι Έλληνες γινόμαστε φιλοπερίεργοι στην Πόλη. Εξερευνούμε και ανακαλύπτουμε. Διαλεγόμαστε με την ιστορία. Μα και οι Τούρκοι İstanbullular ανακαλύπτουν την Χώρα του Αχωρήτου, τα όμορφα κτίρια του Πέρα με τους μοντέρνους, για τον 19ο αιώνα, ευρωπαϊκούς ρυθμούς, αλλά και κτίρια μικρά και στριμωγμένα, μικρές εκκλησίες δίπλα στα τζαμιά της γειτονιάς τους.
Η Πόλη προσφέρεται για panayır, έχει τα καλύτερα βυζαντινά ψάρια: palamut, kerevit, levrek, istavrit. Η Πόλη θα αποτελέσει το καλύτερο kilit ή anahtar (όπως βολεύεσθε) για να θέσουμε ένα στέρεο temel για ένα καλύτερο μέλλον που κτίζουν οι νέοι από τις δύο χώρες. Αρκεί να έχουμε έναν καλό harita, να μας δείχνει τον δρόμο, σε όποια κλίμακα κι αν είναι…
Με την έκθεση Ιχνηλατώντας την Κωνσταντινούπολη, διακεκριμένοι Έλληνες εικαστικοί «επιστρέφουν» στην Πόλη για να ιχνηλατήσουν την ιστορία της, να σκιαγραφήσουν την ομορφιά της, να αποτυπώσουν τις προοπτικές της, με άλλα λόγια να ανοίξουν διάλογο με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της ιστορικής, θορυβώδους και λαμπρής μεγαλούπολης.
Η έκθεση φιλοξενείται στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στο Σισμανόγλειο Μέγαρο, που δωρήθηκε στο ελληνικό κράτος από την οικογένεια Σισμάνογλου και σήμερα ανήκει στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδος.
Από τη θέση μου ως Γενικού Προξένου της Ελλάδας στην Πόλη, καλωσορίζω τους καλλιτέχνες και όλους τους συντελεστές της έκθεσης, ευχόμενος κάθε επιτυχία σε μία προσπάθεια που είμαι βέβαιος ότι θα ανταμειφθεί με το ενδιαφέρον και την αγάπη των επισκεπτών.