Συνέντευξη Υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Κατρούγκαλου, στην ιστοσελίδα “ indicator . gr ” (23.05.2019)
Το τουρκικό γεωτρύπανο “Πορθητής” παραμένει στην κυπριακή ΑΟΖ και κατά εκτιμήσεις, είναι πλέον θέμα χρόνου να πραγματοποιήσει την πρώτη του γεώτρηση. Πως σκοπεύει η ελληνική πλευρά να διαχειριστεί μια τέτοια εξέλιξη;
Όχι μόνον η Ελλάδα, αλλά σύσσωμη η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και οι ΗΠΑ έχουν ρητά καταδικάσει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τις μονομερείς και κατάφωρα παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου. Σας θυμίζω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2018, καταδικάζει με τον πιο απόλυτο τρόπο τις παράνομες αυτές ενέργειες και καλεί την Τουρκία να τις σταματήσει, δήλωση που επανέλαβε με ακόμη κατηγορηματικότερο τρόπο πρόσφατα η Φεντερίκα Μογκερίνι. Αντίστοιχες δηλώσεις είχαμε από το State Department και άλλους μεγάλους διεθνείς παίκτες. Στη διεθνή κοινότητα, δηλαδή, είναι απολύτως σαφές σήμερα ποιος έχει δίκιο. Δεν πρέπει, επίσης, να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι και η αναβάθμιση της διεθνούς θέσης της χώρας μας το τελευταίο διάστημα έχει παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις εξελίξεις.
Η χώρα μας παραμένει σε διαρκή συνεννόηση με την Κυπριακή Δημοκρατία για τον αποτελεσματικότερο συντονισμό ενεργειών. Και έχουμε κερδίσει το τελευταίο διάστημα πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο που τώρα αξιοποιούμε. Η Ελλάδα αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς ως παράγοντας σταθερότητας, ως μια υπεύθυνη δύναμη που λαμβάνει θετικές πρωτοβουλίες για την εδραίωση της συνεργασίας και της ευημερίας όλης της περιοχής. Στον αντίποδα, ο αναθεωρητισμός και η διαρκώς παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας υπονομεύει αντί να ενισχύει την περιφερειακή σταθερότητα.
Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι η παρουσία του «Πορθητή» στην κυπριακή ΑΟΖ αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το πολιτικό μήνυμα της Τουρκίας είναι, ουσιαστικά, ότι σημασία δεν έχει το διεθνές δίκαιο, σημασία έχει η ισχύς. Και μέσω της προβολής ισχύος η Τουρκία επιδιώκει να δημιουργήσει γκρίζες ζώνες.
Εν ολίγοις, δηλαδή, εμείς είμαστε μια δύναμη που υποστηρίζει το διεθνές δίκαιο και επιλέγει να επιλύσει τα ανοικτά της ζητήματα μέσω του διαλόγου και με βάση τη διεθνή νομιμότητα -όπως κατέδειξε, σας θυμίζω, και η Συμφωνία των Πρεσπών- ενώ η Τουρκία είναι μια αναθεωρητική δύναμη που καταφεύγει σε αυτούς τους αντιπερισπασμούς. Με αυτούς δεν πετυχαίνει, βεβαίως, τους στόχους της, εφόσον οι ενέργειες της αποδοκιμάζονται από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας. Αντιθέτως, με αυτές τις ενέργειες επιτείνει ακόμη περισσότερο την απομόνωσή της, κάτι για το οποίο βεβαίως εμείς δεν επιχαίρουμε, γιατί επιθυμούμε μια Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά, που σέβεται το διεθνές δίκαιο και τους κανόνες καλής γειτονίας.
Από τη Δευτέρα 20 Μαΐου τουρκική αντιπροσωπεία βρίσκεται στην Αθήνα, προκειμένου να έχει συζητήσεις με την ελληνική πλευρά για τη διερεύνηση ενεργειών στο πλαίσιο υλοποίησης Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Θεωρείτε ότι στην παρούσα φάση μπορεί να προκύψει γόνιμο έδαφος για λύσεις, σε μια περίοδο που η Τουρκία κλιμακώνει διαρκώς την ένταση στο Αιγαίο;
Θα ήταν ανεδαφικό να μιλήσουμε για λύσεις τη στιγμή αυτή. Όπως υποδηλώνει και η ονομασία τους, τα μέτρα αυτά δεν αποσκοπούν στην επίτευξη λύσεων, αλλά στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης, εκατέρωθεν. Στο σημείο που βρισκόμαστε, βασικός σκοπός είναι η εφαρμογή ήδη συμφωνημένων στο παρελθόν μέτρων, με σκοπό να αποκλιμακωθεί η ένταση, για να μην προκύψει ατύχημα, ενδεχόμενο που καμιά από τις δύο πλευρές δεν επιθυμεί. Μιλάμε για μέτρα όπως το γνωστό Μνημόνιο Παπούλια–Γιλμάζ, που είχε παγιώσει ένα μορατόριουμ στις στρατιωτικές ασκήσεις σε περίοδο διακοπών και εορτών.
Θυμίζω ότι κατά την τελευταία επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Τουρκία, οι δύο ηγέτες είχαν συμφωνήσει να επαναρχίσουν οι συζητήσεις μεταξύ στρατιωτικών κλιμακίων για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Την πρόθεση αυτή επιβεβαιώσαμε και με τον Τούρκο ομόλογό μου κατά την πρόσφατη συνάντησή μας στο Ελσίνκι.
Μάλιστα, και πριν τη συνάντηση στην οποία αναφέρεστε είχε προηγηθεί άλλη μία, στο πλαίσιο τακτικών διμερών διαβουλεύσεων μεταξύ αντιπροσωπειών των Υπουργείων Εξωτερικών, στα μέσα του Απρίλη στην Αθήνα. Αντικειμενικά λοιπόν, σκοπός αυτήν τη στιγμή είναι να έχουμε μια πλήρη καταγραφή, να συμφωνήσουμε οι δυο πλευρές για το τι έχει γίνει στο παρελθόν και πώς εφαρμόζεται, διότι υπάρχουν από την Τουρκία πολλές φορές αμφισβητήσεις ακόμα και ως προς τα υφιστάμενα μέτρα οικοδόμησης της εμπιστοσύνης.
Σε κάθε περίπτωση, εμείς δεν εγκαταλείπουμε την προσπάθεια του πολιτικού διαλόγου. Και είμαστε, αν όχι η μοναδική, από τις τελευταίες χώρες που υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της. Δεν χαιρόμαστε με την απομόνωσή της. Αλλά, το πλαίσιο επί του οποίου μπορούμε να συζητήσουμε με την Τουρκία είναι το πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Και ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα θέματα της θαλάσσιας εκμετάλλευσης των οικονομικών μας πόρων, το δίκαιο της θάλασσας.
Σε λίγες ημέρες θα διεξαχθούν οι ευρωεκλογές. Ποιο πιστεύετε ότι θα είναι το κυριότερο ζήτημα που θα κρίνει το τελικό αποτέλεσμα;
Στην Ευρώπη στις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές συγκρούονται δύο εντελώς διαφορετικές απόψεις για την Ευρώπη: η μία εκφράζει αυτόν τον παράδοξο γάμο μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς και η άλλη την κοινωνική Ευρώπη, τις ανοικτές κοινωνίες, τις ελευθερίες και τα δικαιώματα. Ανάλογα λοιπόν, διπολικά, διαμορφώνονται τα διακυβεύματα και τα πολιτικά μέτωπα και στη δική μας χώρα. Τα επιμέρους πολιτικά ζητήματα, προφανώς δεν είναι ίδια σε όλες τις χώρες. Υπάρχει ένα κοινό στοιχείο πάντως σε Βορρά και Νότο, ως αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόζονται στην ΕΕ τις τελευταίες δεκαετίες.
Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, μια ιστορική κατάκτηση, βρίσκεται σήμερα υπό αμφισβήτηση. Οι ανισότητες γίνονται εκρηκτικές τόσο στο εσωτερικό όσο και μεταξύ των κρατών, συνεπεία των πολιτικών λιτότητας και της ημιτελούς αρχιτεκτονικής του ευρω-συστήματος. Συγχρόνως, οι υποστηρικτικές αξίες της ευρωπαϊκής δημοκρατίας αμφισβητούνται, με κυριότερο το έλλειμμα πολιτικής νομιμοποίησης που αντανακλά βαθύτερα και δομικά κοινωνικά και δημοκρατικά ελλείμματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Κεφαλαιώδεις κατακτήσεις του παρελθόντος έχουν υποσκαφτεί και, ως εκ τούτου, οι επερχόμενες εκλογές αποτελούν ιστορικής τάξης υπαρξιακή πρόκληση για την Ευρώπη.
Θέλω να πιστεύω ότι η Ευρώπη θα βγει πιο δυνατή από την δοκιμασία αυτή, ιδίως ως προς την κοινωνική και δημοκρατική της διάσταση, προς όφελος των πολλών και των λαών της.